Τα “κρυμμένα” Μουσεία του Α.Π.Θ
Το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης κοσμείται με μια σειρά απο Μουσεία με σπάνια εκθέματα για εκπαιδευτικές και ερευνητικές ανάγκες, ενώ αρκετά είναι ανοιχτά στο κοινό.
Λέξεις: Κώστας Ζαχαρόπουλος
Η μνήμη, η διαδικασία δηλαδή ενός ανθρώπου να θυμάται τις εμπειρίες, τις εντυπώσεις, τις γνώσεις που αποκομίζει, είναι μάλλον μια διεργασία ζωτικής σημασίας για κάθε “ανήσυχο” άνθρωπο. Έτσι είναι λογικό ένας χώρος που στεγάζει “ανήσυχους” ανθρώπους να στεγάζει και τις ανάλογες κοιτίδες “μνήμης” της δραστηριότητας του ανθρώπου ή της φύσης. Το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης κοσμείται και συντηρεί μια σειρά από Μουσεία που περιλαμβάνουν σπάνια εκθέματα και εξυπηρετούν εκπαιδευτικές και ερευνητικές ανάγκες, ενώ αρκετά από αυτά είναι ανοιχτά και στο κοινό.
Μουσείο Εκμαγείων
Το Μουσείο Εκμαγείων του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης λειτουργεί από το τέλος της δεκαετίας του 1930. Σήμερα διαθέτει μία συλλογή εκμαγείων μαρμάρινων και πήλινων πρωτοτύπων και αντιγράφων έργων μεταλλοτεχνίας που ξεπερνά τα 700 έργα. Τα πρωτότυπα έργα βρίσκονται σε διάφορα Μουσεία της Ελλάδας και του εξωτερικού και ανήκουν σε όλες τις χρονικές περιόδους της αρχαιότητας στον ελλαδικό γεωγραφικό χώρο, από τη μινωική εποχή έως την βυζαντινή εποχή. Ανάμεσα στα εκθέματα του Μουσείου ξεχωριστή θέση κατέχουν ορισμένα εξαιρετικής σημασίας εκμαγεία, όπως αυτά του κολοσσιαίου κούρου του Σουνίου, των εναέτιων συνθέσεων του ναού του Διός στην Ολυμπία, ανάγλυφων πλακών από τη ζωφόρο του Παρθενώνα και το τόξο του Γαλέριου στη Θεσσαλονίκη, αλλά και τα γαλβανοπλαστικά αντίγραφα μινωικών και μυκηναϊκών έργων τέχνης.
Εκτός από τα εκμαγεία και τα αντίγραφα, το Μουσείο διαθέτει επίσης μία συλλογή πρωτότυπων έργων της αρχαιότητας, η οποία αριθμεί σήμερα πάνω από 1500 αντικείμενα. Πρόκειται κυρίως για πήλινα έργα, όπως αγγεία και έργα μικροτεχνίας της γεωμετρικής, αρχαϊκής και κλασικής περιόδου, ορισμένα από τα οποία είναι ενδεικτικά για το χώρο της Μακεδονίας, όπως τα ευρήματα από την επιφανειακή έρευνα του D. H. French. Λιγότερα είναι τα πρωτότυπα λίθινα έργα γλυπτικής. Επίσης, διαθέτει μία μικρή συλλογή πρωτότυπων νομισμάτων της ελληνορωμαϊκής και βυζαντινής περιόδου. Παράλληλα, έχουν συγκροτηθεί σημαντικά αρχεία φωτογραφιών αρχαίων έργων γλυπτικής. Το Μουσείο Εκμαγείων λειτουργεί σήμερα ως κέντρο έρευνας, διδασκαλίας και πρακτικής άσκησης προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών. Επιπλέον ιδιαίτερα έμφαση δίνεται κατά τα τελευταία χρόνια στον επιμορφωτικό και κοινωνικό του ρόλο, καθώς αντιμετωπίζεται παράλληλα ως εκπαιδευτικό κέντρο για τους μαθητές και το ευρύτερο κοινό.
*Υπόγειο Νέου Κτιρίου Φιλοσοφικής Σχολής. Είσοδος Δωρεάν. Ώρες λειτουργίας για το κοινό: Καθημερινές: 8.30-14.30. Τηλέφωνο: 2310 997301, 2310 997279.
Λαογραφικό Μουσείο και Αρχείο της Φιλοσοφικής Σχολής
To Λαογραφικό Μουσείο και Αρχείο της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ιδρύθηκε στα πρώτα μόλις χρόνια ζωής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, στο τέλος δηλαδή της δεκαετίας του 1920, ύστερα από εισήγηση του μεγάλου λαογράφου Στίλπωνος Κυριακίδη, που κατείχε τότε την «έδρα» «της Θρησκείας των Αρχαίων Ελλήνων, του Ιδιωτικού Βίου αυτών και της Λαογραφίας». Το υλικό που διαθέτει το Λαογραφικό Μουσείο και Αρχείο της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης περιλαμβάνει, σε γενικές γραμμές, δύο μεγάλες κατηγορίες συλλογών. Τα μουσειακά αντικείμενα με συλλογές από λαϊκές ενδυμασίες, κεντήματα, υφαντά, έργα αργυροχοΐας, μεταλλοτεχνίας, ξυλογλυπτικής, κεραμικής, μουσικών οργάνων, ζωγραφικής και παλαιών φωτογραφιών και το αρχειακό υλικό με αδημοσίευτες εργασίες, παροιμίες και τραγούδια, μαγνητοταινίες με πλούσιο μουσικό υλικό από διάφορα μέρη της Ελλάδας και το αρχείο αποκομμάτων του Ν. Γ. Πολίτη.
Το μουσείο περιλαμβάνει και την μόνιμη έκθεση των συλλογών του Λαογραφικού Μουσείου και του Αρχείου «Τα πολύτιμα της παράδοσης, μια πολύτιμη παράδοση». Η έκθεση, που εγκαινιάσθηκε τον Ιούνιο του 2010 στον ειδικά ανακαινισμένο χώρο, περιλαμβάνει το σύνολο των συλλογών του Μουσείου: κεραμική, ξυλόγλυπτα, μεταλλοτεχνία, τοπικές φορεσιές, κεντήματα, υφαντά, εργαλεία, σκεύη, σπάνια αντικείμενα μικροτεχνίας και χειροτεχνίας. Στο Μουσείο, στο οποίο έχει διαμορφωθεί και ειδικά εξοπλισμένος χώρος για τη διενέργεια σεμιναρίων και φροντιστηριακών μαθημάτων, στεγάζεται και εκτίθεται σπάνιο αρχειακό υλικό (φωτογραφίες, έγγραφα, χειρόγραφα, έργα ζωγραφικής και γλυπτικής, φιγούρες του θεάτρου σκιών), αλλά και αντικείμενα και έπιπλα που σχετίζονται με την ιστορία του συγκεκριμένου Μουσείου και με την ιστορία του ΑΠΘ, ενώ στο Σπουδαστήριο Λαογραφίας (αίθ. 104-104 ΠΚ της Φιλοσοφικής) εκτίθεται και μια μικρή συλλογή μουσικών οργάνων.
*Αίθουσα 8 Παλαιού Κτιρίου Φιλοσοφικής Σχολής. Ωρές Λειτουργίας Εαρινού Εξαμήνου 2016-2017: Τρίτη και Πέμπτη- 09.00-14.30. Ξεναγήσεις ομάδων γίνονται κατόπιν συνεννόησης. Τηλέφωνο: 2310-99.7899, 99.7288.
Βιβλικό Μουσείο
Η δημιουργία του Βιβλικού Μουσείου της Θεολογικής Σχολής είναι η υλοποίηση ενός παλιού ονείρου του αείμνηστου ομότιμου καθηγητή Δαμιανού Δόϊκου. Μετά από αγώνες και προσπάθειες πολλών χρόνων, το Σεπτέμβριο του 1986, η Σύγκλητος του Α.Π.Θ. ενέκρινε το σχετικό πρόγραμμα. Η αλληλογραφία με τα μουσεία της Ευρώπης και η μάχη με τα γραφειοκρατικά εμπόδια μόλις είχε αρχίσει. Τα πρώτα ομοιώματα έφθασαν από το μουσείο του Λούβρου μετά δύο χρόνια (1988). Λίγο αργότερα ακολούθησε το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης και, τέλος, το Βρετανικό Μουσείο (1990). Αν και εξακολουθεί να παρουσιάζει ελλείψεις, ο χώρος του μουσείου αποτελεί ένα πραγματικό κόσμημα για τη Θεολογική Σχολή, αλλά και για το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, γενικότερα. Σήμερα, ο επισκέπτης του μουσείου, διαπιστώνει με έκπληξη πως τα περισσότερα από τα εκθέματα δεν έχουν άμεση σχέση με τη Βίβλο. Αυτό συμβαίνει επειδή ο βασικός σκοπός του μουσείου δεν είναι η στήριξη της βιβλικής αλήθειας, δεν είναι δηλαδή απολογητικός, αλλά η παρουσίαση μιας κατά το δυνατόν ολοκληρωμένης εικόνας του ευρύτερου ιστορικού, γεωγραφικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος της εγγύς Ανατολής, μέσα στο οποίο γεννήθηκε η Βίβλος.
*3ος Όροφος Θεολογικής Σχολής.
Μουσείο Γεωλογίας – Παλαιοντολογίας
Το Μουσείο Γεωλογίας – Παλαιοντολογίας του Τμήματος Γεωλογίας Α.Π.Θ. ιδρύθηκε το 1927 και βρίσκεται στη δεξιά πτέρυγα του ισόγειου του παλαιού κτιρίου της Σχολής Θετικών Επιστημών. Πρόκειται για ένα χώρο στον οποίο φυλάσσονται οι συλλογές του εργαστηρίου, προϊόν της ερευνητικής δρατηριότητας των μελών του, και αφετέρου εκτίθενται αντιπροσωπευτικά δείγματα γεωλογικού – παλαιοντολογικού ενδιαφέροντος του ελληνικού χώρου. Τα εκθέματα του Μουσείου διακρίνονται σε τρεις βασικές συλλογές. Τα Ορυκτά και πετρώματα του ελληνικού χώρου, η οποία περιλαμβάνει μία πετρογραφική συλλογή της διάρθρωσης και εξέλιξης της γεωλογίας της Ελλάδας, μία συλλογή ορυκτών από τα ορυχεία Στρατωνίου Χαλκιδικής και Λαυρίου, εμπλουτισμένη και με χαρακτηριστικά ορυκτά της Ευρώπης, μία συλλογή μαρμάρων του ελληνικού χώρου και μία συλλογή γαιανθράκων της Ελλάδας. Την Παλαιοντολογική συλλογή ασπόνδυλων οργανισμών, η οποία αναφέρεται στην εξέλιξη των ασπόνδυλων οργανισμών στο βάθος του γεωλογικού χρόνου (600 εκατομμύρια χρόνια έως σήμερα) και περιλαμβάνει δείγματα από την Ελλάδα και την Ευρώπη, μεταξύ των οποίων Τριλοβίτες, Αμμωνίτες, Ιππουρίτες κ.ά. Και τέλος, την Παλαιοντολογική συλλογή σπονδυλωτών οργανισμών, η οποία αναφέρεται κυρίως στην εξέλιξη των θηλαστικών, τομέα στον οποίο το εργαστήριο αναπτύσσει εκτεταμένη ερευνητική δραστηριότητα. Η συλλογή περιλαμβάνει απολιθωμένα λείψανα θηλαστικών από διάφορες θέσεις της Ελλάδας (κοιλάδα Αξιού, Μυγδονία λεκάνη, λεκάνη Γρεβενών, Θεσσαλία, Πετράλωνα, Νικήτη Χαλκιδικής κ.ά.) και παρουσιάζει κρανία και οστά αντιλοπών, ιπποειδών, καμηλοπαρδάλεων, σαρκοφάγων, ρινοκέρων και προβοσκιδωτών, που έζησαν στον ελλαδικό χώρο τα τελευταία 10 εκατομμύρια χρόνια.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η παλαιοανθρωπολογική συλλογή στην οποία παρουσιάζεται η εξέλιξη του ανθρώπινου γένους μέσω εκμαγείων πρωτόγονων πρωτευόντων και ανθρωπίδων απ’ όλο τον κόσμο. Σημαντική θέση στη συλλογή καταλαμβάνουν και δύο από τα πιο ενδιαφέροντα παγκοσμίως δείγματα από τον ελληνικό χώρο, τα οποία φυλάσσονται στο μουσείο, το τμήμα κρανίου του Ouranopithecus macedoniensis, ηλικίας 9,5 εκατομμυρίων ετών, το οποίο βρέθηκε στην περιοχή του Αξιού ποταμού και το κρανίο του «Ανθρώπου των Πετραλώνων», ηλικίας περίπου 200.000 ετών, το οποίο θεωρείται ότι ανήκει σε ένα τελικό στάδιο του Homo erectus και αποτελεί σταθμό στην πορεία προς το σύγχρονο άνθρωπο.
*Δεξιά πτέρυγα του ισόγειου του παλαιού κτιρίου της Σχολής Θετικών Επιστημών (πρώην ΦΜΣ), εντός του Εργαστηρίου Γεωλογίας – Παλαιοντολογίας. Το μουσείο είναι επισκέψιμο κάθε Πέμπτη πρωί, εκτός αργιών, σε ομάδες σχολείων ή ενηλίκων (μεγαλύτερες των 10 ατόμων), κατόπιν προσυνεννοήσεως. Τηλ. επικοινωνίας: 2310.99.8540, ∆. Κωστόπουλος.
Μουσείο Ζωολογίας
Ο μουσειακός χώρος του Τμήματος Βιολογίας φιλοξενεί συλλογές ταριχευμένων ζώων από διάφορες τροπικές και εύκρατες περιοχές του πλανήτη. Αρχή της δημιουργίας του αποτέλεσε μια συλλογή ταριχευμένων ζώων που αγοράσθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1930 από τον τότε καθηγητή του Εργαστηρίου Ζωολογίας Γ. Αθανασόπουλο. Η συλλογή αυτή ανήκε στον ρωσικής καταγωγής μετανάστη Poduskin, ο οποίος ήταν ειδικευμένος ταριχευτής. Μάλιστα, ο Poduskin είχε αναλάβει την ταρίχευση και πολλών άλλων ζώων του ελλαδικού χώρου για λογαριασμό του Εργαστηρίου Ζωολογίας. Έκτοτε, οι συλλογές του μουσείου εμπλουτίσθηκαν από άλλα δείγματα που είτε συνέλεξε και συντήρησε το προσωπικό του Εργαστηρίου είτε αγοράσθηκαν. Σήμερα, τα δείγματα που φιλοξενούνται στο μουσείο ανέρχονται σε 407. Από αυτά τα 42 ανήκουν σε διάφορα είδη θηλαστικών και τα υπόλοιπα 365 σε διάφορα είδη πτηνών.
Εκτός από τις συλλογές των ταριχευμένων ζώων, το Εργαστήριο Ζωολογίας διαθέτει μια ανεκτίμητη συλλογή νωπού ζωολογικού υλικού που συλλέχθηκε στο πλαίσιο των ερευνητικών δραστηριοτήτων των μελών του. Οι συλλογές αυτές χρονολογούνται από την εποχή του καθηγητή Γ. Αθανασόπουλου, αλλά το μεγαλύτερο τμήμα τους συγκεντρώθηκε τα τελευταία 40 χρόνια. Στις συλλογές αυτές περιλαμβάνονται δείγματα ασπόνδυλων (σπόγγοι, κοράλλια, δακτυλιοσκώληκες, καρκινοειδή, κ.ά.) και σπονδυλωτών, κυρίως ψαριών. Μεγάλο μέρος του υλικού αυτού έχει προσδιορισθεί και ταξινομηθεί. Μεταξύ των δειγμάτων που έχουν προσδιορισθεί, πολλά αντιστοιχούν σε σπάνια είδη, ενώ ορισμένα σε νέα για την επιστήμη είδη. Όσον αφορά τα ταριχευμένα ζώα, μεγάλο μέρος της συλλογής εκτίθεται στο διάδρομο του Εργαστηρίου Ζωολογίας. Είναι προσβάσιμη στο κοινό και την έχουν επισκεφθεί μαθητές από πολλά σχολεία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Το υπόλοιπο μέρος της συλλογής φυλάσσεται σε ειδικές προθήκες, σε αίθουσα που επί του παρόντος είναι κλειστή για το κοινό. Όσον αφορά τις συλλογές νωπού υλικού, είναι διαθέσιμες για ερευνητικούς σκοπούς σε ειδικούς επιστήμονες από την Ελλάδα και το εξωτερικό. ∆υστυχώς, λόγω έλλειψης πόρων, δεν υπάρχει η απαραίτητη μουσειακή υποδομή και γι’ αυτό οι συλλογές αυτές δεν είναι ανοιχτές στο ευρύ κοινό.
*6ος Όροφος Κτιρίου Τμήματος Βιολογίας.
Μουσείο Άγριας Πανίδας
Η Σχολή ∆ασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του Α.Π.Θ. και ειδικότερα το Εργαστήριο Άγριας Πανίδας και Ιχθυοπονίας Γλυκέων Υδάτων, με σκοπό την ευαισθητοποίηση και τον προβληματισμό του κοινού αναφορικά με την προστασία της πλούσιας, απειλούμενης ωστόσο, φυσικής κληρονομιάς της χώρας μας, προέβη στη δημιουργία και λειτουργία ενός πρότυπου Μουσείου Άγριας Πανίδας στις νέες κτιριακές εγκαταστάσεις της Σχολής στο Φοίνικα. Στο μουσείο αυτό, το οποίο συμπληρώνει επίσημα 10 χρόνια λειτουργία και εκτίθενται περίπου διακόσια είδη άγριων θηλαστικών και πουλιών της ενδημικής πανίδας της χώρας μας, καθώς και είδη που εμφανίζονται στη χώρα μας κατά τη διάρκεια των μεταναστευτικών τους μετακινήσεων. Ορισμένα από τα εκθέματα ανήκουν σε είδη που έχουν ήδη εξαφανισθεί ή βρίσκονται σε άμεσο κίνδυνο εξαφάνισης.
Η συλλογή των εκθεμάτων του μουσείου ξεκίνησε κατά τη δεκαετία του 1950 από τον αείμνηστο καθηγητή Ι. Παπαϊωάννου, ο οποίος, αν και καθηγητής της δασικής βοτανικής, είχε την έμπνευση της αναγκαιότητας για δημιουργία μιας συλλογής ταριχευμένων ζώων, με σκοπό την κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών των φοιτητών του τότε Τμήματος ∆ασολογίας. Οι διαρκείς προσπάθειές του συνέβαλαν ώστε πολλά είδη ταριχευμένων ζώων, που ήταν στην κατοχή ιδιωτών συλλεκτών, να μεταφερθούν στη νυν Σχολή ∆ασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος. Επίσης, ο Χρήστος Γκούτνερ εμπλούτισε τη συλλογή αυτή με ταριχευμένα είδη που παραχώρησε στο τμήμα το 1970. Στόχος του μουσείου είναι η ευαισθητοποίηση των επισκεπτών και η ως εκ τούτου εξασφάλιση της θετικής τους ανταπόκρισης στην πρόσκληση για προστασία της φύσης και της αναγκαιότητας για αρμονική συνύπαρξη ανθρώπου και φύσης. Η λειτουργία του μουσείου, πέρα από την κάλυψη των εκπαιδευτικών και ερευνητικών αναγκών των φοιτητών και των ειδικών επιστημόνων, αποτελεί και ένα σημαντικό πόλο έλξης για ενημέρωση της μαθητιώσας νεολαίας στα σύγχρονα περιβαλλοντικά προβλήματα της χώρας μας. Αυτό συμβάλλει στην ευαισθητοποίησή τους σε θέματα προστασίας του περιβάλλοντος και κυρίως στην ανάπτυξη τρόπων σκέψης για ορθότερη διαχείριση των φυσικών πόρων και προστασία της φυσικής μας κληρονομιάς.
*Σχολή Δασολογίας. Τμήμα Φοίνικα- Κτίριο Α’. Τηλ: 2310/99.2349.
Βοτανικό Μουσείο
Το Βοτανικό Μουσείο του Τμήματος Βιολογίας φιλοξενεί περισσότερα από 30.000 αποξηραμένα δείγματα φυτών. Είναι καταχωρισμένο στο διεθνή κατάλογο βοτανικών μουσείων που διατηρούν βοτανικές συλλογές (Herbaria), ως TAU (Thessaloniki Aristotle University). Τα αποξηράμενα δείγματα φυτών που φυλάσσονται στα παλαιά και νέα ερμάριά του, προέρχονται από συλλογές σύγχρονων αλλά και παλαιότερων Ελλήνων και Ευρωπαίων ερευνητών της ελληνικής χλωρίδας. Τα δείγματα των φυτών είναι ταξινομικά προσδιορισμένα (διαδικασία σε μόνιμη αναθεώρηση) και είναι καταχωρισμένα στα ερμάρια κατά οικογένειες και γένη. Σε κάθε δείγμα εκτός από το επιστημονικό (λατινικό) όνομα, αναφέρεται η γεωγραφική περιοχή και η χρονολογία συλλογής του καθώς και το όνομα του συλλέκτη ή των συλλεκτών. Το παλαιό τμήμα του Βοτανικού Μουσείου φιλοξενεί τις γενικές συλλογές με δείγματα φυτών που συλλέχθηκαν από διάφορες περιοχές της Ελλάδας κατά την περίοδο 1800 – 1950.
Οι συλλογές του Βοτανικού Μουσείου αποτελούν σημείο αναφοράς για τους ερευνητές της ελληνικής χλωρίδας, που ανατρέχουν σε αυτές για σύγκριση και ορθή ταξινόμηση των φυτών που συλλέγουν. Ακόμη παρέχουν πληροφορίες που επιτρέπουν τη σύγκριση της σημερινής με την παλαιότερη εξάπλωση ειδών και την εκτίμηση της μεταβολής της φυτοποικιλότητας, αναδεικνύοντας πιθανά απειλούμενα είδη. Σημαντικό ερευνητικό ενδιαφέρον έχουν επίσης οι ονοματολογικοί τύποι (type specimens), δηλ. τα δείγματα φυτών από τα οποία περιγράφηκε για πρώτη φορά μία ταξινομική ομάδα. Οι ερευνητές εμπλουτίζουν συνεχώς το Βοτανικό Μουσείο με τις συλλογές τους, καθώς προστίθενται 2000 – 3000 δείγματα ετησίως.
*8oς ‘Οροφος Κτιρίου Βιολογίας.
Εγκληματολογικό Μουσείο
Το εγκληματολογικό μουσείο του Εργαστηρίου Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας του Α.Π.Θ. άρχισε να συγκροτείται το 1944, με την έναρξη της λειτουργίας του εργαστηρίου. Οφείλει τη δημιουργία του στις προσπάθειες του πρώτου συλλέκτη των πειστηρίων, καθηγητή Ηλιακή (1944 – 1954), ο οποίος συγκέντρωσε και καταχώρησε εκθέματα, θέτοντας έτσι τις βάσεις για τη δημιουργία του μουσείου.Για τη δημιουργία και ανάπτυξη του εγκληματολογικού μουσείου συνέβαλαν και άλλοι καθηγητές, που διετέλεσαν διευθυντές του εργαστηρίου, η πλειονότητα των οποίων ήταν ιατροδικαστές. To 1990 ο αείμνηστος αναπληρωτής καθηγητής της ιατροδικαστικής Παναγιώτης Επιβατιανός διαπνεόμενος από την ίδια αγάπη για το μουσείο με τους προκατόχους του, διαμόρφωσε χώρο στο υπόγειο του Εργαστηρίου της Ιατροδικαστικής δίπλα από το νεκροτομείο, όπου και μεταφέρθηκαν όλα τα εκθέματα, τα οποία είχαν φυλαχτεί προχείρως.
Το μουσείο παρέμεινε στο χώρο αυτό μέχρι το 2004. Το ίδιο έτος ανακαινίστηκε το ισόγειο του εργαστηρίου, δηλαδή το νεκροτομείο, το μουσείο, οι αποθήκες, το εμφανιστήριο και η αίθουσα αναμονής. Ο παλαιός χώρος του μουσείου θα λειτουργήσει ως Εργαστήριο Ιατροδικαστικής ανάλυσης DNA και το μουσείο θα μεταφερθεί στο β΄ όροφο. Σήμερα τα εκθέματα του μουσείου βρίσκονται σε διάφορους χώρους του εργαστηρίου, μέχρι να ετοιμαστεί ο χώρος που θα τα φιλοξενήσει.
*Ισόγειο Εργαστηρίου Ιατροδικαστικής Β’ Όροφος.