Θεσσαλονίκη

Ο Χάρτης της πόλης: Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης

Παγκόσμια ημέρα μουσείων σήμερα και στο χάρτη της πόλης δε θα μπορούσαμε να μη σταθούμε σε ένα μουσείο που καθόρισε όχι μόνο τη Θεσσαλονίκη, αλλά και ολόκληρη την Ελλάδα. Το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα πρωτοβουλίας πολιτών, μοναδικό στον ελληνικό, εικαστικό χώρο. Η ιστορία του ξεκινά το 1978, όταν η Μάρω Λάγια […]

Νένα Καζαντζίδου
ο-χάρτης-της-πόλης-μακεδονικό-μουσείο-11328
Νένα Καζαντζίδου
dsc_1071_530x352.jpg

Παγκόσμια ημέρα μουσείων σήμερα και στο χάρτη της πόλης δε θα μπορούσαμε να μη σταθούμε σε ένα μουσείο που καθόρισε όχι μόνο τη Θεσσαλονίκη, αλλά και ολόκληρη την Ελλάδα. Το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα πρωτοβουλίας πολιτών, μοναδικό στον ελληνικό, εικαστικό χώρο. Η ιστορία του ξεκινά το 1978, όταν η Μάρω Λάγια συζητά με τον Αλέξανδρο Ιόλα για τη δημιουργία ενός κέντρου σύγχρονης τέχνης στη Θεσσαλονίκη κι εκείνος ανταποκρίνεται αμέσως λέγοντας χαρακτηριστικά «ναι βρε παιδί μου, όχι νοσοκομεία και ορφανοτροφεία, ένα κέντρο σύγχρονης τέχνης για την πόλη». Έτσι, ο τότε δημοτικός σύμβουλος Αργύρης Μαλτσίδης, με αφορμή το παράδειγμα του Μουσείου στα Σκόπια που ιδρύθηκε μετά τους σεισμούς του 1963, κάνει έκκληση προς καλλιτέχνες από διάφορες χώρες ζητώντας δωρεές και έργα τέχνης. Πρώτος που δέχεται να κάνει μια μεγάλη δωρεά (47 έργα) στο Μουσείο που επρόκειτο να δημιουργηθεί, ήταν φυσικά ο Αλέξανδρος Ιόλας.

dsc_1061_257x387-horz

Ωστόσο, χωρίς την ύπαρξη συγκεκριμένου χώρου που θα στεγάσει όλα αυτά τα έργα, η δωρεά δεν μπορεί να ολοκληρωθεί. Η αναζήτηση χώρου κρατά ως το 1982, ενώ μέχρι τότε το Μουσείο διοργανώνει εκθέσεις σε διάφορα σημεία της πόλης με την οικονομική στήριξη του Γιάννη Μπουτάρη, του πρώτου ευεργέτη του κέντρου, στην ιστορία του οποίου κατέχει σημαντικό ρόλο.

Στη δυσκολία εύρεσης χώρου τη λύση δίνει ο βιομήχανος Γιώργος Φιλίππου, που προσφέρει 850τ.μ. από το εργοστάσιό του κάτι που βοήθησε την εδραίωση του Κέντρου, αλλά και έπεισε τον Ιόλα να κάνει τη δωρεά, μιας κι επιτέλους είχε βρεθεί ένας χώρος που θα χωρούσε τα 47 έργα.

Έτσι, το 1984 με την έκθεση « Σύγχρονη Ζωγραφική Γλυπτική» δωρεά Ιόλα σε επιμέλεια του ίδιου, ξεκινά επίσημα ο πρώτος κύκλος ζωής του Κέντρου.

Αρχές του 1988, αρχίζει μια εντατικοποίηση των δραστηριοτήτων του που οδηγεί στη διοργάνωση εκθέσεων σε κάθε πιθανό εκθεσιακό χώρο της Θεσσαλονίκης, παλιό Αρχαιολογικό μουσείο, νέο Αρχαιολογικό μουσείο, Λευκός Πύργος, Αλατζά Ιμαρέτ, Λιμάνι Θεσσαλονίκης, ΔΕΘ.

Μέσα σε αυτήν τη φρενήρη εκθεσιακή ατμόσφαιρα προβάλλεται συνεχώς η ανάγκη εύρεσης μόνιμων αιθουσών και τότε επικρατεί η πρόταση της νυν προέδρου Ξανθής Σκαρπιά-Χόιπελ, που εστιάζεται στην εκμετάλλευση ενός υφιστάμενου περιπτέρου της ΔΕΘ.

Τελικά, στις 15 Μαΐου 1991, δίδεται το περίπτερο της ΔΕΘ κι έπειτα αναζητούνται τα μέσα για τη μετατροπή του περιπτέρου σε εκθεσιακό χώρο. Τότε εντάσσεται στο Β’ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης και το έργο ολοκληρώνεται με τη στήριξη των αρχιτεκτονικών σχεδίων του Πέτρου Μακρίδη.

Το περίπτερο εγκαινιάζεται το 1992 από την Υπουργό Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη, με την έκθεση «Automates et Robots», σε συνδιοργάνωση με το Γαλλικό Ινστιτούτο. Τα επόμενα χρόνια ως το 1996 σημειώνονται 22 εκθεσιακές επιτυχίες, ενώ παράλληλα εκδίδονται κατάλογοι των εκθέσεων και οργανώνονται εκδηλώσεις κι εκπαιδευτικά προγράμματα κι έτσι πλέον γίνεται απόλυτα αναγκαία η εύρεση μόνιμης στέγης για να δοθεί κι η δυνατότητα μεταφοράς της συλλογής Ιόλα από τους χώρους της Φιλκεράμ Τζόνσον. Τότε και με αφορμή τους εορτασμούς για την πολιτιστική πρωτεύουσα εγκρίνεται η παραχώρηση του οικοπέδου 250τ.μ. που βρισκόταν στη συνέχεια του υφιστάμενου περιπτέρου. Σε σχέδια του γραφείου «Τζώνος, Χόιπελ, Χόιπελ» ετοιμάζεται το τριώροφο κτίριο και κατασκευάζεται από την εταιρεία «Ανδρεάδης-Ζησιάδης, ΑΤΕ».

dsc_1067_257x387-horz

Παρά τις δυσκολίες που δημιουργήθηκαν από τα αρχαιολογικά ευρήματα (τα οποία είναι ορατά στο κοινό που επισκέπτεται το υπόγειο του μουσείου) το κτίριο εγκαινιάζεται ως το πρώτο έργο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας.

Στη συνέχεια, έγινε και τρίτη επέκταση του Μουσείου και τελικά το 2002 το κτίριο περατώνεται κι αποτελεί το πρώτο μουσείο σύγχρονης τέχνης στην Ελλάδα με συνολικό μέγεθος 4.450τ.μ., ενώ κατά τη διάρκεια των τελευταίων δέκα χρόνων απολαμβάνει της αποδοχής 160 καλλιτεχνών που δωρίζουν έργα τους και των συλλεκτών που του εμπιστεύονται τις συλλογές τους.

Το Μουσείο σήμερα στηρίζει τη σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία μένοντας σε επαφή με την ελληνική και διεθνή εικαστική πραγματικότητα, διοργανώνοντας και φιλοξενώντας επιτυχείς εκθέσεις, ενώ χαρακτηρίζεται και για το πλούσιο πρόγραμμα εκπαιδευτικών προγραμμάτων και παράλληλων εκδηλώσεων.

Σήμερα, λοιπόν, που τα μουσεία γιορτάζουν, αδράξτε την ευκαιρία να χαθείτε σε ένα από αυτά.

Διαβάστε ακόμη Ένα κι ένα κάνουν ένα

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα