Ο εμπορικός «θάνατος» της Βασιλίσσης Όλγας

Καταστηματάρχες και φορείς εξηγούν γιατί η πάλαι ποτέ κραταιά αγορά της πόλης, διανύει μια παρατεταμένη περίοδο παρακμής

Θωμάς Καλέσης
ο-εμπορικός-θάνατος-της-βασιλίσσης-1397774
Θωμάς Καλέσης

Κάποτε, όταν αποφάσιζες να διασχίσεις περπατώντας ένα μεγάλο κομμάτι της Λεωφόρου Βασιλίσσης Όλγας, χρειαζόσουν ώρες ατελείωτες. Οι βιτρίνες των καταστημάτων μαγνήτιζαν το βλέμμα κι αν τύχαινε να μπεις και σε κανένα στενό, τότε πραγματικά η διαδρομή φαινόταν ατελείωτη.

Διότι κάθε μεγάλη κάθετος στη διαδρομή, είτε αυτή ήταν η 25ης Μαρτίου, είτε ήταν η Μπότσαρη, είτε η Παρασκευοπούλου, είχε μια δική της ξεχωριστή αγορά που εξυπηρετούσε τον κόσμο που δεν χρειαζόταν να κατέβει στο κέντρο.

Αυτά όμως κάποτε.

Γιατί, σήμερα, εμπορικά καταστήματα εξακολουθούν να υπάρχουν, αλλά είναι πλέον σαφώς πιο λίγα.

Για την ακρίβεια κάνοντας μια βόλτα κατά μήκος της λεωφόρου, διαπιστώνεις ότι τουλάχιστον 1/4 μαγαζιά έχουν βάλει λουκέτο, ενώ κάποια άλλα εναλάσσονται επιχειρήσεις που δεν κατάφεραν να αντέξουν στη σύγχρονη εποχή και κατέβασαν ρολά.

Σήμερα ιστορικές επιχειρήσεις που έμειναν ανοικτές 30 και 40 χρόνια κλείνουν χωρίς κανείς να το πάρει χαμπάρι, ενώ και οι καινούργιες προσπαθούν να αντεπεξέλθουν στις τιμολογιακές προκλήσεις που προσφέρουν μεγάλες αλυσίδες και εμπορικοί κολοσσοί, ενώ στα τρόφιμα παλιοί μανάβηδες, ιχθυοπώλες, μπακάληδες, προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα έχοντας να ανταγωνιστούν σούπερ – μάρκετ και ακρίβεια.

Την ίδια ώρα φαίνεται να έχουν αλλάξει και οι προτεραιότητες των καταναλωτών, ενώ τα ενοίκια έχουν πάει στο… Θεό, οι φορολογικές υποχρεώσεις για κάθε ελεύθερο επαγγελματία ή μικρέμπορα είναι σχεδόν δυσβάσταχτες ενώ ακόμη και η κάλυψη των λειτουργικών εξόδων που καλείται να αποπληρώσει μια μικρή επιχείρηση δείχνουν να ξεφεύγουν από κάθε έλεγχο.

Και βέβαια κανείς δεν λέει ότι πριν από 20 χρόνια δεν υπήρχαν αγωνίες για τον έμπορο. Πόσο εμπόρευμα θα μπορέσει να διαθέσει; Πόσο στοκ θα του μείνει; Πόσα χρήματα θα εξασφαλίσει για να μπορέσει να πληρώσει τους προμηθευτές. Τώρα όμως, όλα αυτά είναι πια καθημερινότητα. Για κάποιους με το που σηκώσουν τα ρολά του μαγαζιού τους.

Μέσα σε αυτό το δύσκολο τοπίο λοιπόν, η parallaxi επιχείρησε μία βόλτα στη Βασιλίσσης Όλγας και συνομίλησε με καταστηματάρχες, που διατηρούν έστω και με δυσκολίες την επιχείρησή τους.

«Περιμένουμε υπομονετικά να περάσει ο χρόνος για να βγούμε στη σύνταξη»

«Όλεθρος. Αυτό που έχει συμβεί στον εμπορικό κόσμο της Βασιλίσσης Όλγας, είναι πολύ δύσκολο να περιγραφεί. Ειδικά μετά την υγειονομική κρίση, τα πάντα δείχνουν να έχουν παγώσει. Ο κόσμος έχει αλλάξει κι εμείς απλά περιμένουμε υπομονετικά να περάσει ο χρόνος μήπως και προλάβουμε να βγούμε στη σύνταξη», τονίζει στις πρώτες μας κουβέντες ο Π. Κ., ιδιοκτήτης καταστήματος με ανδρική ένδυση.

«Θυμάμαι παλιότερα σε εκπτώσεις και γιορτές τα πράγματα ήταν πολύ καλύτερα. Κόσμος έμπαινε στο μαγαζί, μα κυρίως είχε διάθεση να ψωνίσει. Υπήρχε κι ένας υγιής ανταγωνισμός σχετικά με το ποια πλευρά της Όλγας ήταν η καλύτερη η εμπορική. Όπως την διασχίζεις με κατεύθυνση το κέντρο η δεξιά ή η αριστερή, γιατί η αρίθμησή της είναι κόντρα στην ροή των αυτοκινήτων. Τώρα πια όλα αυτά δεν παίζουν κανένα ρόλο, είτε υπάρχουν εκπτώσεις είτε όχι, είτε υπάρχουν γιορτές, είτε όχι, η κατάσταση δεν αλλάζει. Ο κόσμος έχει άλλα προβλήματα σκεφτεί. Εκείνο που τον ενδιαφέρει με τα έξοδα που υπάρχουν, δεν είναι ασφαλώς να αγοράσει ρούχα, αλλά να μπορέσει να εξασφαλίσει όσο το δυνατόν περισσότερα προϊόντα από το σούπερ μάρκετ. Άλλαξαν οι καιροί και μαζί άλλαξαν οι προτεραιότητες των καταναλωτών. Ζορίζονται κι αυτοί. Για κανέναν δεν είναι εύκολο», συμπληρώνει ο καταστηματάρχης.

Από την απέναντι πλευρά, η ιδιοκτήτρια επιχείρησης με γυναικεία είδη ένδυσης, Ε. Μ., που εδρεύει επί 40 χρόνια στην Β. Όλγας στο ύψος με Μπότσαρη, τονίζει πως όποιος αποφασίζει πλέον να ανοίξει εμπορικό κατάστημα, θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός.

«Ασφαλώς και είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα. Ασφαλώς και πλέον δεν μπορούμε να πούμε ότι ζούμε καλά και με άνεση ή ότι βάζουμε κάποια χρήματα στην άκρη. Περάσαμε και όμορφες εποχές κι ίσως και εμείς κάποτε δεν λογίζαμε ότι θα έρθουν έτσι τα πράγματα. Ίσως και εμείς να ευθυνόμαστε για κάποια πράγματα. Μα τώρα είναι πια πολύ δύσκολα. Αγωνιάς να κρατήσεις ανοικτό ένα μαγαζί, βάζεις ψυχή μέσα σε αυτό και δεν εισπράττεις. Τόσα χρόνια εδώ, υπάρχει μια στάνταρτ πελατεία που γνωρίζει τι πουλάς. Από αυτό όμως είναι πολύ δύσκολο να κρατηθείς. Πλέον όποιος ανοίγει εμπορικό κατάστημα σε οποιαδήποτε περιοχή, πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός. Να μην του φύγει το ισοζύγιο. Να μη καλύπτει έξοδα ενός μήνα με χρήματα που θα εξασφαλίσει τον επόμενο. Έτσι χάνεται η μπάλα και δυστυχώς δεν υπάρχει εύκολη επιστροφή», σημειώνει.

Φιλιππίδης: Έτσι ήρθε η παρακμή στον εμπορικό κόσμο της περιοχής

Σε μια προσπάθεια να αναζητήσουμε τις αιτίες παρακμής του πάλαι ποτέ εμπορικού δρόμου της Θεσσαλονίκης, η parallaxi απευθύνθηκε και στον επί σειρά ετών πρόεδρο του Εμπορικού Συλλόγου της πόλης, Παντελή Φιλιππίδη.

«Δεν είναι μόνο ο κεντρικός δρόμος της Βασιλίσσης Όλγας που έχει καταστήματα και επιχειρήσεις που καταστράφηκαν εντελώς είναι και αυτά των παράδρομων της κεντρικής λεωφόρου που έβαλαν λουκέτο σε μια νύχτα. Π.χ. η Παρασκευοπούλου ήταν μια οδός που έσφυζε από κόσμο και δουλειά. Εγώ προσωπικά πλήρωσα “αέρα” κάποτε για πείσω τον ιδιοκτήτη να μου δώσει το κατάστημά. Και στη Βασιλίσσης Όλγας συνέβαινε το ίδιο. Και στην Πέτρου Συνδίκα και στην Μπότσαρη. Αυτοί ήταν δρόμοι που είχαν δικές τους ξεχωριστές αγορές εκτός της κεντρικής λεωφόρου. Σήμερα, όλες αυτές οι αγορές δεν υπάρχουν. Έχουν “τελειώσει”. Κι αυτό συνέβη, διότι δυστυχώς κάποιοι, αποφασίζουν πριν από εμάς για εμάς και το αποτέλεσμα είναι η καταστροφή της αγοράς», σημείωσε αρχικά ο πρόεδρος του ΕΣΘ.

Και προσθέτει: «Σήμερα, βρισκόμαστε σε μια εποχή που τα εμπορικά καταστήματα κλείνουν ακόμη και όταν δραστηριοποιούνται στους κεντρικότερους δρόμους της Θεσσαλονίκης, όπως η Τσιμισκή, η Μητροπόλεως, Ι. Δραγούμη, η Βενιζέλου. Αυτή τη στιγμή στην Εγνατία έχουμε 87 κλειστά μαγαζιά. Και δυστυχώς δεν υπάρχει καμία μέριμνα για τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, όχι μόνο από αυτή την κυβέρνηση, αλλά εδώ και μία 25ετία. Αν έχεις ένα φυτό στο σπίτι σου και δεν το προσέξεις, δυστυχώς θα μαραθεί. Όλα αυτά έφεραν τον μαρασμό, την παρακμή σε αυτό τον ιστορικό δρόμο. Και δεν μιλάμε μόνο γι’ αυτά που βλέπει ο κόσμος γιατί είναι ορατά, αν θα μπείτε στα στενά πάνω από τη Βασιλίσσης Όλγας, υπάρχουν χιλιάδες μαγαζιά τα οποία έχουν κατεβασμένα ρολά, όχι μόνο σήμερα αλλά εδώ και πάρα πολλά χρόνια.

Κατά την άποψή μου τα χρήματα συγκεντρώθηκαν σε πολύ λίγα χέρια, σε λίγες επιχειρήσεις που συνήθως είναι πολυεθνικές, αφήνοντας τους μικροεπαγγελματίες κάθε είδους χωρίς δουλειά. Όλοι αυτοί χάθηκαν και κανένα πολιτικό αυτί δεν ίδρωσε. Δεν μίλησε ποτέ κανείς γι’ αυτό που συνέβη. Έχουμε 11 βουλευτές στην Α’ Θεσσαλονίκης και δεν ξέρω πόσους στη Β’, κανείς δεν νοιάστηκε γι’ αυτούς τους ανθρώπους, την ψήφο των οποίων ζητούν όταν πλησιάζει η μέρα των εκλογών».

Σε ερώτηση για το αν οι αυξήσεις στα ενοίκια έχουν παίξει τον δικό τους ρόλο τους στην εμπορική θνητότητα της Όλγας, αν και η συγκεκριμένη λεωφόρος δεν ήταν αυτές που αντιμετώπισε μεγάλα προβλήματα στο μεγάλο διάστημα κατασκευής του Μετρό, όπως αντιμετώπισαν άλλοι μεγάλοι δρόμοι της πόλης.

«Όχι, όχι δεν υπάρχουν αυξήσεις στα ενοίκια της περιοχής. Αυτό συμβαίνει μόνο σε όσες περιοχές έχουν πλέον σταθμούς διότι κάποιοι νομίζουν ότι μπήκαμε σε περίοδο ανάπτυξης. Η πτώση στην Βασιλίσσης Όλγας επήλθε, διότι ο κύκλος εργασιών σε όλη την Ελλάδα είναι ίδιος και δεν αλλάζει. Εάν για παράδειγμα εξασφαλίζαμε όλοι καθημερινά από 1000 ευρώ και ξαφνικά φύτρωνε μια πολυεθνική που εξασφαλίζει 50.000 ευρώ, αυτοί σημαίνει ότι 49 επιχειρήσεις πρέπει να κλείσουν. Όταν έφεραν ασύδοτα τις πολυεθνικές εταιρείες στην Ελλάδα, με τον νόμο Σημίτη περί απελευθέρωσης της επαγγελματικής στέγης το 1998, όλοι οι ιδιοκτήτες καταστημάτων, ζητούσαν τρελά χρήματα. Για παράδειγμα τότε πλήρωνες 500.000 δραχμές ενοίκιο, ξαφνικά σου ζητούσαν 2 εκατομμύρια. Αυτό άνοιξε τον δρόμο να κλείσουν μαγαζιά και στη θέση τους να “φυτρώσουν” πολυεθνικές που μπορούσαν να δώσουν 2 εκατομμύρια στον ιδιοκτήτη. Έτσι, τα πράγματα άλλαξαν και άλλαξαν ραγδαία. Δεν χρειάστηκε ούτε ένας χρόνος.

Από την άλλη πλευρά ο ανταγωνισμός που υπάρχει ανάμεσα σε μια μικρομεσαία επιχείρηση με μια πολυεθνική εταιρείας ή μιας μεγάλης αλυσίδας, είναι σαν να ζητάμε για το αν μια Ferari μπορεί να περάσει ένα Fiat Punto. Όχι μόνο γιατί μια πολυεθνική έρχεται με μεγάλα κεφάλαια, αλλά γιατί στην Ελλάδα ένα μαγαζί που δηλώνει μηδέν κέρδη το κράτος του βάζει να πληρώνει υποχρεωτικό ποσό περίπου 2 με 2.5 χιλιάδες, το οποίο εφηύρε… κάποιος σατανάς εκεί στο υπουργείο Οικονομικών και αποτελεί το τεκμαρτό εισόδημα. Αντίθετα, μια πολυεθνική εταιρεία που κάνει τζίρο 500 εκατομμύρια το χρόνο, δεν πληρώνει εφορία στην Ελλάδα, επειδή η έδρα της είναι τα Κανάρια νησιά στα οποία πληρώνει 3% φόρο.

Η αλήθεια είναι αυτή και αν δεν την αντιμετωπίσουμε δεν θα κάνουμε ποτέ τίποτα. Κοροϊδεύουν τον κόσμο και οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να αντέξουν σ’ αυτού του είδους τον ανταγωνισμό. Δεν είναι απλά ο Δαυίδ με τον Γολιάθ, αλλά ένα υπερωκεάνιο με μια βαρκούλα. Δεν φταίνε τα ενοίκια. Αυτή τη στιγμή πάνω από την Όλγας βρίσκεις μαγαζί με ενοίκιο 100 ευρώ. Αυτός που κλάπηκε πρώτος είναι ο τζίρος».

Και άραγε υπάρχει φως στην άκρη του τούνελ για τον εμπορικό κόσμο σε αυτή την περιοχή υπάρχει; «Όχι, δυστυχώς δεν υπάρχει. Και δεν υπάρχει γιατί δεν υπάρχει πολιτική βούληση. Αν υπήρχε πολιτική βούληση, θα σας έλεγα πως ναι, λύσεις υπάρχουν και είναι χιλιάδες.

Δηλαδή το πρώτο που θα έπρεπε να κάνει κάθε κυβέρνηση που σέβεται τον εαυτό της, είναι να φορολογήσει τις πολυεθνικές. Κάποια στιγμή πρέπει να πάμε σε ίσους κανόνες. Διότι πώς μπορώ να σε ανταγωνιστώ εγώ εάν εγώ περπατάω με τα πόδια κι εσύ περάσεις από δίπλα μου με ένα αμάξι μεγάλου κυβισμού; Είναι δυνατόν ποτέ να φτάσουμε ποτέ εμείς οι δύο στο ίδιο σημείο; Κάποια στιγμή θα πρέπει να σταματήσει αυτή η υποταγή των κυβερνήσεων στις τράπεζες και στις πολυεθνικές, αν θέλουν οι επαγγελματίες του εμπορίου να δουν μια άσπρη μέρα. Διαφορετικά σωτηρία δεν υπάρχει».

Αθ. Τσουλκανάκης: Παράλογες οι απαιτήσεις των ιδιοκτητών στα ενοίκια

Μία διαφορετική παράμετρο θέτει στη συζήτηση για την εμπορική παρακμή της Βασιλίσσης Όλγας έθεσε ο πρόεδρος του Συλλόγου Μεσιτών Θεσσαλονίκης, Αθανάσιος Τσουλκανάκης και η παράμετρος αυτή δεν είναι άλλη από τα υψηλά ενοίκια που ζητούν οι ιδιοκτήτες των καταστημάτων της περιοχής.

«Είναι η παράλογη αύξηση των ενοικίων από πλευράς ιδιοκτητών, την ίδια στιγμή που αυξάνονται και τα λειτουργικά έξοδα που αφορούν είτε τον τομέα της ενέργεια, είτε κάποιο άλλο στοιχείο.  Μιλάμε για νούμερα που ξεκάθαρα δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Όταν ένα νούμερο είναι σωστό, οποιοδήποτε μαγαζί μπορεί να ενοικιαστεί την ίδια ημέρα. Θα κάνουμε εμείς τα τηλέφωνα που πρέπει, θα έρθουν οι άνθρωποι που θα ενδιαφερθούν να το δουν και κάποιος θα το νοικιάσει. Εάν το νούμερο είναι λάθος, το κατάστημα θα μείνει ξενοίκιαστο για μήνες ή ακόμη και χρόνια».

Αυτή τη στιγμή στην πλειοψηφία των καταστημάτων υπάρχουν σωστά νούμερα ή λάθος;

«Τα κενά μαγαζιά που παραμένουν κενά για πάνω από δύο και τρεις μήνες είναι ξεκάθαρο ότι έχουν λάθος τιμή ενοικιάσεις. Και ξέρετε κάτι; Ό,τι κι αν λέμε εμείς, εάν δεν έρθει ο αγοραστής να αποδεχθεί αυτό που λέμε είναι μια μάταια συζήτηση. Άρα, αυτό αποδεικνύεται και δεν ισχύει βέβαια μόνο για την Β. Όλγας. Ισχύει για όλη την πόλη. Κενά μαγαζιά υπάρχουν και στη Τσιμισκή και στην Ερμού και στην Ι. Δραγούμη.

Όταν υπάρχουν δηλαδή μαγαζιά 80 τμ. από τα οποία οι ιδιοκτήτες ζητούν ενοίκιο 1.000 ευρώ πώς θα ενοικιαστεί. Αν δεν τον ρίξεις τουλάχιστον στα 600 ευρώ, δεν θα γίνει ποτέ δουλειά. Θα μου πείτε τα 400 ευρώ κάνουν τη διαφορά; Ασφαλώς και την κάνουν. Όταν κάποιος πάει να στήσει μια μικρή επιχείρηση και με το καλησπέρα καλείται να δαπανήσει ένα μεγάλο ποσό για ενοίκιο πώς θα προχωρήσει. Έτσι κυλάει αυτή η ιστορία. Με θέατρο του παραλόγου. Και το μόνο βέβαιο είναι ότι 9/10 δεν ακούν τις τιμές που τους προτείνουμε εμείς. Δεν καταλαβαίνουν δηλαδή ότι φέτος η αγορά θα κλείσει με πτώση της τάξεως του 20% με 25%» συμπληρώνει ο κ. Τσουλκανάκης.

Ο τελευταίος δε, αναφέρεται και σε μία ακόμη αιτία βάσει της οποίας υπάρχει δραματική πτώση του τζίρου στα εμπορικά καταστήματα. «Και αυτός δεν είναι άλλος από την πληθώρα, ηλεκτρονικών καταστημάτων που υπάρχουν πλέον στο διαδίκτυο και άνθισαν κυρίως μέσα στην υγειονομική κρίση. Μια λύση πολύ απλή για κάποιους που θέλουν να ασχοληθούν με το επιχειρείν και μάλιστα με μικρό κόστος, καθώς με μια ωραία αποθήκη γλιτώνουν πολλά λειτουργικά έξοδα καθώς επίσης και τη βιτρίνα. Ξέρετε πλέον υπάρχουν σαφώς πιο διάσημες ηλεκτρονικές βιτρίνες από τις κανονικές. Γι’ αυτό και ολοένα περισσότερος κόσμος προσφεύγει πλέον στη λύση των αγορών μέσω διαδικτύου» καταλήγει ο πρόεδρος του Συλλόγου Μεσιτών Θεσσαλονίκης.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα