Οι Θεσσαλονικείς: Πελαγία Ζήτη
Ένα ταξίδι αναμνήσεων στη Θεσσαλονίκη των προηγούμενων δεκαετιών και στο θεαματικό τρόπο με τον οποίον άλλαξαν οι εκδόσεις στο πέρασμα των χρόνων
Κάποιοι έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει στην Θεσσαλονίκη. Άλλοι απλά την επέλεξαν ή μετοίκησαν σε αυτήν ως εργασιακοί ή ερωτικοί μετανάστες.
Ο καθένας και η καθεμία έχουν και από μια ιστορία ή μια ανάμνηση να αφηγηθούν με φόντο την πόλη. Είναι οι άνθρωποι που είδαν και έζησαν όλες τις αλλαγές της στο πέρασμα των χρόνων.
Είναι οι Θεσσαλονικείς.
Πελαγία Ζήτη
Γεννήθηκα στην Δράμα στις 1 Οκτωβρίου του 1940. Ο πατέρας μου Γεώργιος Γουσίδης ήταν λογιστής στην καπνεμπορική εταιρία του Hermann Spierer που απασχολούσε χιλιάδες εργάτες εκείνη την εποχή. Το κτήριο μετατράπηκε και λειτουργεί σήμερα ως πεντάστερο ξενοδοχείο. Η Τζαμίλα η μητέρα μου ήταν από εβραϊκή οικογένεια.
Κλεφτήκανε, πήγανε σε ένα χωριό στο Φαλακρό όρος, η μητέρα μου βαφτίστηκε και παντρεύτηκαν το 1935. Από την Δράμα φύγαμε όταν ήμουν 3 ετών ως εσωτερικοί μετανάστες. Φοβόταν η μητέρα μου μην την πιάσουν οι Γερμανοί γιατί στην γειτονιά την γνώριζαν ως εβραία ασχέτως αν βαφτίστηκε.
Από τους συγγενείς τη κανείς δεν σώθηκε. Όσους εβραίους πήρανε από Δράμα, Καβάλα, Ξάνθη τους μεταφέρανε στην Τσεχία και τους κάψανε. Η μητέρα μου άλλαξε το όνομα της παντρεύτηκε αλλά το παρελθόν της ήταν γνωστό. Προτίμησαν να έρθουν στην Θεσσαλονίκη που δεν την γνώριζε κανείς. Όπως είναι σήμερα οι μετανάστες έτσι ήμασταν και εμείς.
Νοικιάσαμε ένα μικρό σπίτι πίσω από τα Ηλύσια δίπλα στην εκκλησία της Νέας Παναγίας. Στην κατοχή κατεβαίναμε στο ημιυπόγειο διαμέρισμα της γειτόνισσας μας να κρυφτούμε ενώ ο πατέρας μου ανέβαινε στην ταράτσα για να δει τις αερομαχίες. Όταν έφυγαν οι Γερμανοί αφήσαν τα σπίτια που είχαν επιτάξει. Ο κόσμος έμπαινε και έκανε πλιάτσικο, έπαιρνε ότι έβρισκε ντουλάπες, υφάσματα.
Είχαμε πάρει κουβέρτες από το μεγάλο κτήριο στην γωνία της πλατείας Φαναριωτών και η μητέρα μου μας έκανε με αυτές παλτό. Ο πατέρας μου μέχρι να τελειώσει η κατοχή πουλούσε ξηρούς καρπούς έξω από τον κινηματογράφο Ηλύσια. Από το 1952 που άνοιξαν και πάλι οι εταιρίες δούλεψε στην καπνεμπορική του Γεωργιάδη που βρισκόταν στην πλατεία Αντιγονιδών και η μητέρα μου προϊσταμένη στην διαλογή καπνών στο εργοστάσιο.
Τελείωσα το Ιωαννίδειο δημοτικό που βρίσκεται στην συμβολή των οδών Μανουσογιαννάκη και Φιλικής Εταιρίας, το πρώτο ελληνικό δημοτικό σχολείο που ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη. Το 1952 μετακομίσαμε στην περιοχή της Ανθέων με τις όμορφες μονοκατοικίες και τις βίλες. Το 1954 βρεθήκαμε στην Αντιγονιδών για να είμαστε κοντά στην δουλειά του πατέρα μου. Το 1960 πήραμε ένα σπίτι στις εργατικές κατοικίες του Βότση. Πέρασα ωραία παιδικά χρόνια, παίζαμε στην Νέα Παναγία στην πλατεία Φαναριώτων, στην Ιπποδρομίου.
Οι κάτοικοί ήταν κυρίως της αστικής τάξης και ευκατάστατοι. Ήμουν η πιο φτωχούλα από τις συμμαθήτριες μου. Γυμνάσιο πήγα στο 2ο στην οδό Αλεξανδρείας γιατί το 5ο και το 2ο θεωρούνταν λόγο του ότι ήταν πειραματικά τα καλύτερα σχολεία. Το 1959 σπούδασα λογιστικά και βιομηχανική λογιστική στην ιδιωτική σχολή στου Τσάκαλου πίσω από την εκκλησία της Αγίας Σοφίας που θεωρούταν κάτι σαν τα σημερινά Τ.Ε.Ι.
Τα χρόνια εκείνα κάναμε βόλτες, το χειμώνα στην Τσιμισκή, το καλοκαίρι στην παραλία, πάρτι σε σπίτια με το ροκ εν ρολ που ήταν τότε στην μόδα με το βερμούτ και τα φρούτα μας.
Πηγαίναμε σε γαλακτοπωλεία, ταβέρνες και στα κοσμικά κέντρα διασκέδασης. Στου Φλόκα και το καλοκαίρι στα αναψυκτήρια του Λευκού Πύργου και του Βασιλικού θεάτρου. Οι γονείς μου ήταν του χορού. Πηγαίναμε στην Ρέμβη και στο Λουξεμβούργο που ήταν τα πιο ξακουστά. Περισσότερο κάναμε τα νεανικά πάρτι από σπίτια σε σπίτια. Το καλοκαίρι μπάνιο στο Καραμπουρνάκη και Σαββατοκύριακα Περαία και Ν. Επιβάτες.
Το 1959 γνωρίζω τον άντρα μου που ήταν έφεδρος αξιωματικός στην Θεσσαλονίκη με καταγωγή από το Βόλο. Δούλευε ως λινοτύπης στην εφημερίδα Θεσσαλία. Παντρευτήκαμε στην εκκλησία του Αγίου Μηνά 17 Σεπτεμβρίου του 1961. Δούλευα σε ένα λιθογραφείο του Κωσταρόπουλου στα Λαδάδικα, κρατούσα τα λογιστικά και ειδικεύτηκα στην Verityper μια μηχανή με μαθηματικά σύμβολα από το οποίο βγάζαμε τα πρώτα μαθηματικά βιβλία. Ο άντρας μου προσπαθούσε να βρει δουλειά ως λινοτύπης. Τότε κυριαρχούσαν τα Συνδικάτα των εφημερίδων.
Δεν ήταν εύκολο να βρεις δουλειά αν δεν ήσουν εγγεγραμμένος η δεν δούλευες για κάποια εφημερίδα. Ένας φίλος του από την εφημερίδα Μακεδονία τον ενημέρωσε ότι θα άνοιγε μια καινούργια εφημερίδα η «Δράση» που ήταν Δευτεριάτικη και ο «Ελεύθερος τύπος» στην οδό Καλαποθάκη και έψαχναν λινοτύπες. Τον ενημέρωσαν ημέρα Πέμπτη, Κυριακή παντρευόμασταν και Δευτέρα πρωί έπρεπε να πάει στην δουλειά. Όλα τα έπιπλα και τα πράγματα μας τα είχαμε στείλει στο Βόλο αλλά τελικά μείναμε στην Θεσσαλονίκη.
Το 1963 γεννήθηκε ο γιός μου ο Νίκος και το 1964 μείναμε στην οδό Ανδρεοπούλου. Ο σύζυγος μου δούλευε και έβγαζε καλά χρήματα, εγώ σταμάτησα να πηγαίνω στην εταιρία στα Λαδάδικα αλλά με ζητούσαν οι συγγραφείς, οι καθηγητές πανεπιστημίου ειδικά του Πολυτεχνείου επειδή είχα ειδικευτεί στην Verityper οπότε αναγκάστηκε το αφεντικό μου την έδωσε και δούλευα από το σπίτι. Η στοιχειοθετική μηχανή Verityper ήταν μια πρωτοποριακή αμερικανικού τύπου μηχανή με μαθηματικά σύμβολά και ελληνικά στοιχεία. Έγραφα συγγράμματα για το Πολυτεχνείο και το μαθηματικό.
Έχω εκδώσει δύσκολα βιβλία μεγάλων καθηγητών. Για πρώτη φορά ήρθε αυτή η μηχανή από Αμερική και άλλαξε ο τρόπος που έβγαιναν τα βιβλία. Μέχρι τότε ήταν γραμμένα στο χέρι σε σινική, σε διαφάνεια, τα κάνανε τσίγκο και τα τυπώνανε. Με αυτή την μηχανή έχουν εκδοθεί σειρές συγγραμμάτων αείμνηστων καθηγητών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου όπως ο Γεώργιος Νισιώτας, Γιάννης Αναστασιάδης, Βασίλης Κυριαζόπουλος, Δημήτρης Δασκαλόπουλος, Μαρία Μαρκέτου Πυλαρινού.
Το 1969 χάλασε η μηχανή. Το αφεντικό μου δεν ήθελε να πάρει καινούργια. Τότε κόστιζε όσο ένα μικρό διαμέρισμα. Αποφασίσαμε με τον άντρα μου να πάρουμε μόνοι μας μια Verityper. Πήρα βιοτεχνικό δάνειο, έβαλα υποθήκη το σπίτι μας και ξεκινήσαμε. Στην αρχή έστησα την μηχανή στο ημιυπόγειο του σπιτιού, νοίκιασα ένα χώρο, ο άντρας μου με βοηθούσε στις διορθώσεις.
Συνέχιζε να δουλεύει στην απογευματινή εφημερίδα Θεσσαλονίκη από το 1961 αφού έκλεισε η “Δράση” και ο “Ελεύθερος τύπος” ως και το 1972 που πήραμε μια λινοτυπική μηχανή και μεταφέραμε την επιχείρηση στην Σόλωνος. Το 1984 αποφασίζουμε να κάνουμε τις εκδόσεις. Μπήκαμε στο εμπορικό τμήμα. Είχε μεγάλη επιτυχία το σχολικό βοήθημα κυρίως τα μαθηματικά αλλά και το πανεπιστημιακό βιβλίο.
Την εποχή εκείνη τα βιβλία των θετικών επιστημών ήταν ελάχιστα. Γράφονταν στο χέρι η με κοινή γραφομηχανή ΙΒΜ, εκτυπώνονταν σε μηχανές offset και υστερούσαν σε αισθητικό και τυπογραφικό αποτέλεσμα. Με δοκιμές και δικές μας τεχνικές συνδυάζοντας την λινοτυπία και την Varityper μαζί με ότι άλλο έβγαινε στην αγορά αξιοποιήσαμε τις τεχνικές μας με στόχο να παράγουμε οικονομικά και καλαίσθητα βιβλία. Από τις εκδόσεις Ζήτη κυκλοφόρησαν εγκεκριμένα από το Παιδαγωγικό ινστιτούτο σχολικά βοηθήματα καθώς και εκδόσεις Φροντιστηρίων. Το 1979 εισάγαμε το imagesetter εκτυπωτή υψηλής ανάλυσης που τύπωνε σε φίλμ. Καταργήθηκαν τα μέταλλα και οι στοιχειοθετικές μηχανές και μπήκαμε στην εποχή της φωτοσύνθεσης.
Το 1984 απολύθηκε ο γιός μου ο Νίκος από το στρατό και μπήκε στην επιχείρηση φέρνοντας την ηλεκτρονική επεξεργασία και τα κομπιούτερ. Ο Νίκος είπε πως πρέπει να κάνουμε το εκδοτικό. Από αυτόν ξεκίνησε. Πήγε και παρακολούθησε σεμινάρια και πολλές εκθέσεις στο εξωτερικό και έφερε νέες ιδέες στην επιχείρηση. Το 1984 κάνει την εμφάνιση του ο υπολογιστής macintosh δεν είχε τότε ελληνική γραμματοσειρά και μαζί με τους υπολογιστές φέρνουμε το 1989 έναν υπολογιστή Mac, εικονοθέτη postscript φιλμ Linotronic , καθώς και εκτυπωτή λέιζερ.
Το 1986 ανοίξαμε το βιβλιοπωλείο στην οδό Αρμενοπούλου για την λιανική μας πώληση. Το 1996 η Ένωση Εκδοτών Βιβλίου Θεσσαλονίκης δημιούργησε το βιβλιοπωλείο στην Στοά του βιβλίου στην Αθήνα όπου διατίθενται όλα τα βιβλία των εκδόσεων μας. Το 1997 μεταφρερθήκαμε από τη Σόλωνος στο εργοστάσιο στο 18οχλμ Θεσσαλονίκης–Περαίας. Το 2008 δημιουργούμε μια μονάδα βιβλιοδεσίας και πλέον ολοκληρώνεται η παραγωγή μας.
Ήμουν πολύ καλή στην δουλειά μου και δραστήρια σε πολλούς τομείς γ αυτό και με βραβεύσαν για την συμβολή μου στην γυναικεία επιχειρηματικότητα. Υπήρξα από τα ιδρυτικά μέλη συλλόγων όπως «Εκδοτών βιβλίου Θεσσαλονίκης», «Επιστημονικού βιβλίου», με άλλους Αθηναίους εκδότες ιδρύσαμε δύο συλλόγους στον τομέα μας.
Δουλεύαμε πολύ και εγώ και ο άντρας μου για πολλά χρόνια. Μια περίοδο έπαιρνα κάθε εβδομάδα το αεροπλάνο για Αθήνα το πρωί και γυρνούσα το βράδυ για να διεκπεραιώνω τις δουλειές μας στην πρωτεύουσα αλλά και για το στήσιμο του βιβλιοπωλείου της Στοάς του βιβλίου.
Εκεί είχα την ευκαιρία να συναντήσω σπουδαίους ανθρώπους των γραμμάτων που περνούσαν από τους εκδοτικούς οίκους. Ήμασταν 2-3 οι γυναίκες εκδότριες όχι πολλές αλλά δεν αντιμετωπίσαμε πρόβλημα από συναδέλφους του χώρου, μας σεβόταν, μας εκτιμούσαν, συμμετείχαμε σε κάθε συνάντηση σε κάθε δράση.
Είχα πελάτες τους γνωστότερους καθηγητές της Πολυτεχνικής σχολής. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε το e mail και το διαδίκτυο, είχαμε προσωπική επαφή, ερχόταν κάναμε μαζί τις διορθώσεις αναπτύξαμε σχέσεις φιλικές και κινούμασταν σε ένα κύκλο διανοουμένων και επιστημόνων. Τώρα δεν βλέπεις καθηγητές όλα γίνονται από απόσταση εντελώς απρόσωπα.
Από το 1984 μέχρι το 2008 υπήρξε άνοδος και ανάπτυξη στον εκδοτικό χώρο. Τα πράγματα σήμερα είναι δύσκολα. Έχουν πέσει οι πωλήσεις ο κόσμος δεν διαβάζει πλέον πολύ. Υπάρχει το διαδίκτυο και άλλες πηγές. Θα επιβιώσει όμως το βιβλίο θέλω να πιστεύω ότι δεν θα χαθεί απλά ελαττώνεται η πώληση του και είναι χτυπημένο από την κρίση, από τον κορονοϊό από όλα τα γεγονότα και τις εξελίξεις στον κόσμο.