Όσα μάθαμε για το μελλοντικό μουσείο Εθνικής Αντίστασης στη Θεσσαλονίκη
Οι ενδιαφέρουσες τοποθετήσεις στη σχετική ημερίδα που πραγματοποιήθηκε χθες.
Χθες, Πέμπτη 18 Απριλίου, πραγματοποιήθηκε ημερίδα με θέμα «το νέο μουσείο Εθνικής Αντίστασης στο κτήριο Α2 του Μητροπολιτικού πάρκου Παύλου Μελά και τη συλλογική μνήμη της πόλης», στο Δημοτικό θέατρο Παύλου Μελά «Χρήστος Τσακίρης», στη Σταυρούπολη.
Η ημερίδα είχε ως σκοπό, όχι μόνο να καλύψει το σπουδαίο αυτό εγχείρημα, αλλά και να δώσει στους πολίτες την ολοκληρωμένη και σφαιρική γνώση γύρω από την ιστορική σημασία του πρώην στρατοπέδου Παύλου Μελά.
Η σημαντική εκδήλωση ξεκίνησε με τους χαιρετισμούς και τις παρεμβάσεις θεσμικών φορέων από τον δήμο Παύλου Μελά, το υπουργείο Μακεδονίας Θράκης, την Περιφέρεια και το υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης, οι οποίοι διαβεβαίωσαν τους πολίτες πως η υλοποίηση των σχεδίων για το μουσείο Εθνικής Αντίστασης και το Μητροπολιτικό πάρκο εν γένει, βρίσκεται σε πολύ καλό δρόμο, καθώς έχει βρεθεί η χρηματοδότηση που απαιτείται.
Έπειτα, πήρε το λόγο ο πρόξενος της Γερμανίας στη Θεσσαλονίκη, Carsten Muller. Έκανε μια ιστορική αναδρομή στην τραγωδία του Β’ παγκοσμίου πολέμου και αναφέρθηκε στους τόπους μνήμης στη Γερμανία, στους οποίους ο επισκέπτης, ακόμα και σήμερα, νιώθει την εφιαλτική ατμόσφαιρα του κοντινού παρελθόντος. Σύμφωνα με τον ίδιο, η εμπλοκή των νέων είναι αυτό που δίνει ζωή σε αυτά τα μουσεία και ευχήθηκε να συμβεί το ίδιο με το μουσείο Εθνικής Αντίστασης.
Ακολούθησαν οι εξαιρετικές ομιλίες από ειδικούς επιστήμονες, οι οποίες κινήθηκαν γύρω από το παρελθόν και το μέλλον του πρώην στρατοπέδου, που ταυτίζεται με την ιστορία της Θεσσαλονίκης του Β’ παγκοσμίου πολέμου και όχι μόνο. Ξεκινώντας, ο αρχαιολόγος, Νίκος Βαλασιάδης, επικεντρώθηκε στην τοπογραφία του στρατοπέδου κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Το πρώην στρατόπεδο Παύλου Μελά ήταν μέρος φυλακίσεων, βασανιστηρίων και εκτελέσεων κατά τη διάρκεια του πολέμου και διοικούνταν από τον γερμανικό στρατό. Έγιναν, λοιπόν, περιγραφές των χώρων το στρατοπέδου, το οποίο ήταν ακόμα μεγαλύτερο από ό,τι σήμερα. Επίσης, προβλήθηκαν συγκλονιστικές φωτογραφίες – ντοκουμέντα και αεροφωτογραφίες της εποχής.
Ο Στράτος Δορδανάς, ιστορικός, έδωσε περαιτέρω ιστορικά στοιχεία για την αναγκαιότητα του στρατοπέδου για τον γερμανικό στρατό, αλλά και αργότερα, για τον ρόλο του στον εμφύλιο. «Ένα μουσείο οφείλει να λέει την αλήθεια», είπε αναφερόμενος στην ανάγκη για ενδελεχή έρευνα, η οποία είναι εφικτή, όπως διαβεβαίωσε το κοινό, αφού οι πηγές για την εποχή είναι πλούσιες. Πιστεύει ότι το μουσείο Εθνικής Αντίστασης θα πρέπει να συμπορευτεί μαζί με κέντρο έρευνας και τεκμηρίωσης και να συνεργάζεται με άλλες βαθμίδες εκπαίδευσης. Συμπλήρωσε ότι η κατασκευή του μουσείου θα είναι μια πρόκληση, διότι απαιτεί ωριμότητα στην κοινωνική πρόσληψη.
Ο επικεφαλής της ομάδας των ερευνητών είναι ο ιστορικός, Γιώργος Αντωνίου. Έκανε λόγο για την ιστορική λήθη, την βεβήλωση μνημείων και για τη σπουδαιότητα του μουσείου που πρόκειται να χτιστεί αλλά και άλλων πρωτοβουλιών για την μνήμη του πολέμου, όπως είναι το μουσείο του Ολοκαυτώματος και την ανάπλαση της πλατείας Ελευθερίας. Για τα έργα αυτά δήλωσε πως «αποτελούν μια μοναδική ευκαιρία για την ανάδειξη της πόλης ως μια κατεξοχήν μαρτυρική πόλη της Ευρώπης, ως μια πόλη που μπορεί να αποτελέσει πρότυπο στη δημιουργία ενός πλέγματος μνημονικών τόπων και εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων σε σχέση με τον αντιφασιστικό αγώνα, συντελώντας με αυτό τον τρόπο στην διαδικασία εκπαίδευσης και επιμόρφωσης των νέων γενιών αλλά και των επισκεπτών».
Τέλος, η ιστορικός τέχνης και μουσειολόγος, Ηρώ Κατσαρίδου ασχολήθηκε με την μουσειολογική προσέγγιση και αναφέρθηκε στο ενδιαφέρον πρότυπο της Γαλλίας και στο δίκτυο Αντιστασιακών μουσείων εκεί. «Ο στόχος του μουσείου Εθνικής Αντίστασης θα είναι διττός», είπε. «Από τη μία το νέο μουσείο θα πρέπει να αφηγηθεί την ιστορία της Εθνικής Αντίστασης σε τοπικό επίπεδο και πιο συγκεκριμένα, δίνοντας έμφαση στη Θεσσαλονίκη και την ευρύτερη περιοχή της. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, θεωρούμε ότι η φιλοδοξία του νέου φορέα θα πρέπει να είναι η σύνδεση των διαφορετικών ιστοριών της Αντίστασης με τη συνεπακόλουθη εγγραφή του μουσείου Εθνικής Αντίστασης, στον ευρύτερο λόγο για την αντίσταση, στην Ευρώπη, κατά του ναζισμού και αυτό συνιστά και την δική μας πρόθεση».
Ένα μουσείο Εθνικής Αντίστασης, λοιπόν, θα χτιστεί ακριβώς στον τόπο που έχουν λάβει χώρα κάποια από τα χειρότερα εγκλήματα του Β’ παγκοσμίου πολέμου στη χώρα μας. Θα είναι ένας ζωντανός οργανισμός, ο οποίος θα προωθεί την έρευνα και την εκπαίδευση, με τεράστια συμβολική σημασία.