Όταν ο ΕΛΑΣ έσωζε τις υποδομές της Θεσσαλονίκης
80 χρόνια απελευθέρωσης της πόλης από τους Ναζί
Λέξεις: Σπύρος Κουζινόπουλος
Μία τεράστια συνεισφορά των δυνάμεων του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ προς τη Θεσσαλονίκη, ήταν η συντονισμένη προσπάθεια που κατέβαλαν οι ανταρτικές δυνάμεις για να αποτραπεί η καταστροφή των βασικών υποδομών της πόλης. Δεδομένου ότι οι Γερμανοί κατακτητές τις είχαν υπονομεύσει με μεγάλες ποσότητες εκρηκτικών για να τις ανατινάξουν, κατά την αποχώρησή τους από την πρωτεύουσα του Μακεδονικού Ελληνισμού.
Εάν υλοποιούνταν τα προγραμματισμένα σχέδια των Ναζί για τις ανατινάξεις των υποδομών της Θεσσαλονίκης, αυτό θα σήμαινε ότι για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα η πόλη θα έμενε χωρίς νερό (με την καταστροφή του μοναδικού υδραγωγείου της στην περιοχή της Παναγίας Φανερωμένης), χωρίς ψωμί (με την ανατίναξη των μύλων Αλλατίνι), χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα (με την καταστροφή των παγιδευμένων με εκρηκτικά δύο εργοστασίων ηλεκτρικού ρεύματος στην αρχή της οδού Αγίου Δημητρίου και στην περιοχή απέναντι από το σημερινό δημαρχείο) και τέλος χωρίς συγκοινωνία, δεδομένου ότι το μόνο μέσο μαζικής μεταφοράς ήταν την εποχή εκείνη τα ηλεκτροκίνητα τραμ, τα οποία δίχως ηλεκτρικό ρεύμα θα ακινητοποιούνταν.
Η αντίσταση των Θεσσαλονικέων στους κατακτητές
Είναι γνωστό ότι ο περήφανος λαός της Θεσσαλονίκης, από την πρώτη στιγμή της εισόδου των χιτλερικών στην πόλη, στις 9 Απριλίου 1941, αψηφώντας το όργιο εκτελέσεων και την τρομοκρατία, ορθός, οργισμένος, δεν έσκυψε το κεφάλι, αλλά πύκνωνε τις γραμμές του αγώνα, τραγουδώντας από τη μία το «πέσατε θύματα αδέλφια εσείς» και από την άλλη «Στ’ άρματα, στ’ άρματα για τη χιλιάκριβη τη λευτεριά». Θα απαιτούνταν τόμοι ολόκληροι για να περιγραφούν αναλυτικά τα δεινά που υπέστη η Θεσσαλονίκη στα χρόνια της Κατοχής, αλλά και τις ηρωϊκές σελίδες που με το αίμα τους πολλές φορές έγραψαν σ΄αυτή την πόλη οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης. Με τις ανεπανάληπτες μαχητικές αντικατοχικές διαδηλώσεις στους δρόμους της Θεσσαλονίκης χιλιάδων νέων, για να τιμήσουν το 1942, το 1943 και το 1944 την Εθνεγερσία της 25ης Μαρτίου. Αψηφώντας το γεγονός ότι ήταν στραμμένες κατά πάνω τους οι κάννες των γερμανικών όπλων.
Επίσης, με τη συγκλονιστική κινητοποίηση της 16ης Απριλίου 1943 κατά της πολιτικής επιστράτευσης. Και τον ξεσηκωμό του λαού της Θεσσαλονίκης, τρεις μήνες αργότερα, στις 10 Ιουλίου 1943, κατά της επέκτασης της βουλγαρικής κατοχής στη Μακεδονία. Έναν ξεσηκωμό, που έκανε τους κατακτητές να τρομάξουν και να ακυρώσουν τα σχέδια των συμμάχων τους Βουλγάρων φασιστών.
Ο ΕΛΑΣ δημιουργεί κλοιό γύρω από τους Ναζί
Πέρα όμως από την κινητοποίηση των Θεσσαλονικέων και την ανάπτυξη του αντιστασιακού κινήματος, με πρωτεργάτη το ηρωϊκό ΕΑΜ, στα γύρω βουνά αναπτύσσονταν ένοπλα ανταρτικά τμήματα, με σημαντικότερο το 31ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ, που δρούσε στον ορεινό όγκο του Χορτιάτη και προς τη Χαλκιδική.
Οι δυνάμεις του 31ου Συντάγματος, από την άνοιξη του 1944 είχαν αρχίσει να περισφίγγουν τον κλοιό γύρω από τη Θεσσαλονίκη, μαζί με το 19ο Σύνταγμα Νιγρίτας, που κάλυπτε τον βορειανατολικό τομέα μέχρι το Επταπύργιο και το 13οΣύνταγμα Κιλκίς, που κάλυπτε τη δυτική περιοχή μέχρι και την οδό Λαγκαδά. Παράλληλα, στη νοτιοδυτική πλευρά της πόλης, είχαν αναπτυχθεί τμήματα του 50ου και του 16ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ.
Στα μέσα Οκτωβρίου, κι ενώ οι γερμανικές δυνάμεις αρχίζουν να συμπτύσσονται, οι μονάδες του ΕΛΑΣ παίρνουν διαταγή από την Ομάδα Μεραρχιών Μακεδονίας στην οποία ήταν στρατιωτικός αρχηγός ο στρατηγός Ευριπίδης Μπακιρτζής και καπετάνιος ο Μάρκος Βαφειάδης, να κατευθυνθούν προς τη Θεσσαλονίκη.
Οι μάχες που δίνονται είναι σκληρές με συνέπεια να υπάρχουν απώλειες και από τις δύο πλευρές. Μόνο στη μάχη για την κατάληψη του αεροδρομίου του Σέδες, οι αντάρτες είχαν δύο νεκρούς.
Τα τμήματα των ανταρτών, συνεπικουρούμενα από τον εφεδρικό ΕΛΑΣ αρχίζουν να κυριαρχούν στην Άνω Πόλη, η οποία, σύμφωνα με την αφήγηση του Γιώργου Ιωάννου, είχε απελευθερωθεί ακόμη από την ημέρα της εορτής του Αγίου Δημητρίου. Μάλιστα ο Ιωάννου, περιέγραφε τον ηθοποιό Μάνο Κατράκη, που εκείνο το διάστημα βρισκότανε στη Θεσσαλονίκη, να είναι ανεβασμένος επάνω σ’ έναν τοίχο, στο Κουλέ-Καφέ και να απαγγέλει πατριωτικά θούρια με την ενθουσιώδη φωνή του, προκαλώντας ρίγη συγκίνησης αλλά και ενθουσιασμό στο πλήθος.
Οι Γερμανοί ναρκοθετούν ζωτικούς χώρους
Οι γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις που βλέπουν πλέον ότι είναι αδύνατη η παραμονή τους στη Θεσσαλονίκη, πριν υποχωρήσουν από την πόλη, ναρκοθετούν ζωτικούς χώρους της για να προκαλέσουν τη γενική παράλυση της ζωής της πόλης.
Με τη γλαφυρή του πένα ο Γιώργος Βαφόπουλος μας άφησε μια συγκλονιστική περιγραφή για το πώς η Θεσσαλονίκη κινδύνευσε να τιναχτεί στον αέρα κατά την αποχώρηση των ναζί κατακτητών. Όπως έγραψε ο μεγάλος ποιητής της Μακεδονίας για τις τελευταίες ώρες των κατακτητών στη Θεσσαλονίκη:
«…Οι Γερμανοί υπονόμευαν την παραλιακή λεωφόρο, σκάβανε λαγούμια και τα γεμίζανε με εκρηκτικές ύλες, βάζανε στις προβλήτες του λιμανιού δυναμίτιδα, ετοιμαζόντανε να τινάξουν στον αέρα τις σιδηροδρομικές εγκαταστάσεις, τις γέφυρες του Γαλλικού και του Αξιού, τα μεγάλα αεροδρόμια του Σέδες και της Μίκρας.
Η απόγνωση και η προσδοκία της λευτεριάς, είχαν ταυτισθεί στο πρόσωπο του κόσμου, που περίμενε από στιγμή σε στιγμή τις φοβερές ανατινάξεις. Ενώ παρακολουθούσε με τρόμο πίσω από τις γρίλιες των παραθύρων την αποχώρηση του Γερμανικού στρατού και κρατούσε βαθιά την αναπνοή του, μήπως δώσει κάποιαν αφορμή κι’ αδειάσουν τα πολυβόλα του πάνω στο πληγωμένο κορμί τούτης της ταλαίπωρης πόλης.
Η αγωνία είχε κορυφωθεί, όταν άρχισαν να ακούγονται οι μακρινές εκρήξεις, όταν τινάζονταν οι αποβάθρες του λιμανιού. Ευτυχώς τα λαγούμια των δρόμων δεν είχαν εκραγεί. Η παραλιακή λεωφόρος είχε σωθεί», κατέληγε ο Βαφόπουλος.
«Θα κάψω τη Θεσσαλονίκη»
Σύμφωνα με την περιγραφή ενός από τους παλιούς καλούς δημοσιογράφους της Θεσσαλονίκης, του Περικλή Αγγελόπουλου, που δημοσιεύθηκε λίγους μήνες μετά την απελευθέρωση στην απογευματινή εφημερίδα «Δημοκρατία», ο τελευταίος Γερμανός στρατιωτικός διοικητής της Θεσσαλονίκης, Συνταγματάρχης Μίλερ Όστεν ήταν αποφασισμένος να την τινάξει στον αέρα.
Όταν τις προηγούμενες ημέρες τον είχαν επισκεφθεί δύο φορές στο γραφείο του, ο εντεταλμένος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, Βέγγερ και ο γιατρός Γεώργιος Ζουράρις ζητώντας την αναίμακτη αποχώρηση των κατακτητών από τη Θεσσαλονίκη, βρήκαν τον Όστεν σε έξαλλη κατάσταση να ωρύεται: «Θα κάψω τη Θεσσαλονίκη», «θα βάλω φωτιά στην πόλη», «δεν θα αφήσω τίποτα όρθιο» και άλλα τέτοια.
Η σωτήρια επέμβαση του ΕΛΑΣ
Η επέμβαση των ανταρτών του ΕΛΑΣ για να αποτραπεί η καταστροφή των υποδομών της Θεσσαλονίκης, ήταν σωτήρια. Με μία τολμηρή επιχείρηση, ματαίωσαν το πρωί της 30ης του Οκτωβρίου την καταστροφή από τους κατακτητές του εργοστασίου ηλεκτροφωτισμού της Αγίου Δημητρίου, όπου είχε τοποθετηθεί δυναμίτης, καθώς και του κεντρικού εργοστασίου της Ηλεκτρικής Εταιρείας, που βρισκόταν στο Πεδίο του Άρεως.
Σύμφωνα με τον Νίκο Μπακόλα στην αποτροπή ανατίναξης αυτού του τελευταίου εργοστασίου, στο οποίο δούλευε και ο πατέρας του, συνέβαλαν, εκτός των ανταρτών και λίγες λίρες που συγκέντρωσαν οι εργαζόμενοι στην ηλεκτρική.
Οι Γερμανοί κατακτητές, επιχειρούν να ανατινάξουν και το παγιδευμένο με εκρηκτικά κεντρικό υδραγωγείο της πόλης, στην περιοχή της Παναγίας Φανερωμένης. Τους προλαβαίνει όμως τμήμα του 13ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ και τους τρέπει σε φυγή, σώζοντας έτσι το υδραγωγείο, τυχόν καταστροφή του οποίου θα καταδίκαζε σε δίψα τον πληθυσμό της Θεσσαλονίκης.
Στην προσπάθεια να αποτραπεί η ανατίναξη του κεντρικού υδραγωγείου της Θεσσαλονίκης, είχε πάρει μέρος και ο επικεφαλής της διμοιρίας πολυβόλων του 3ου τάγματος του 13ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, Γιάννης Πατσακίδης. Όπως μας είχε περιγράψει εκείνο το γεγονός, είχαν πάρει εντολή δύο λόχοι να μπούνε μέσα στην πόλη σε διάταξη μάχης. Κάποια στιγμή το τμήμα του αντιλαμβάνεται μία μικρή δύναμη τεσσάρων Γερμανών με τις μοτοσυκλέτες τους, νε βρίσκονται κοντά στο υδραγωγείο για να πυροδοτήσουν τα εκρηκτικά που νωρίτερα είχαν τοποθετηθεί εκεί.
«Έγινε σύντομη μάχη, πέσανε πυροβολισμοί και οι Γερμανοί αναγκάστηκαν να φύγουν, ματαιώνοντας το σχέδιό τους. Πιστεύω δε ότι αν δεν πρόφταινε η διμοιρία που πήγαινε προς το υδραγωγείο, θα το ανατίναζαν.. Έχοντας δε υπόψη ότι τότε εκείνο ήταν για τη Θεσσαλονίκη το κύριο υδραγωγείο, θα έμενε η πόλη για πολύ καιρό χωρίς νερό», μας είχε αφηγηθεί ο Πατσακίδης, ο οποίος για πολλά χρόνια, πριν το θάνατό του, υπήρξε πρόεδρος της «Πανελλήνιας Ένωσης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης» Μακεδονίας.
Οι μύλοι Αλλατίνη
Με ανάλογη επιχείρηση, σώθηκε από τμήμα ανταρτών και η αλευροβιομηχανία «Αλλατίνη» που επίσης την είχαν υπονομεύσει οι Ναζί για να την ανατινάξουν.
Τέλος, χρειάστηκε να δοθεί σκληρή μάχη με μονάδα Ουζμπέκων στρατιωτών του Γερμανικού στρατού, κατά την οποία υπήρξαν τουλάχιστον δέκα νεκροί, για να αποτραπεί η ανατίναξη του υπονομευμένου με εκρηκτικά Σιδηροδρομικού Σταθμού. Η επέμβαση εκείνη, υπήρξε σωτήρια για την πόλη. Έτσι μπόρεσαν όλο το Νοέμβριο του 1944 να καταφθάνουν συρμοί, με τους οποίους το ΕΑΜ Σερρών έστελνε κάρβουνο από τα λιγνιτωρυχεία Παπαντωνίου, Περδικάρη και Χατζηδήμου, για να εφοδιάζονται με καύσιμη ύλη τα εργοστάσια της Θεσσαλονίκης και να ζεσταθούν το χειμώνα οι κάτοικοι της πόλης μας.
Την είσοδο των πρώτων ανταρτών του 31ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ από τα ανατολικά, που βάδιζαν τη σημερινή λεωφόρο Εθνικής Αντίστασης, κρατώντας την ελληνική σημαία, την περιέγραψε ως εξής ο Νίκος Μπακόλας:
«Το απόγευμα, άρχισαν να μπαίνουν οι πρώτες μονάδες ανταρτών από την περιοχή της Γεωργικής Σχολής. Θυμάμαι πάρα πολύ καλά την πρώτη ομάδα. Ήτανε καμιά δεκαριά άνθρωποι, κατάκοποι θα έλεγα, αλλά γελαστοί. Ο κόσμος έτρεχε και τους φιλούσε. Είχαν μια ελληνική σημαία μπροστά και προχωρούσαν».
Η Θεσσαλονίκη μετά από 1.296 μαύρες μέρες κατοχής, είναι πλέον ελεύθερη. Ο λαός της που βρίσκεται στο πόδι, υποδέχεται τους αντάρτες του ελευθερωτή ΕΛΑΣ με αφάνταστο ενθουσιασμό. Σε ολόκληρη την πόλη στήνεται ένα πανηγύρι χαράς, αγαλλίασης, ανακούφισης και εθνικού μεγαλείου.