παππούς-ευαγγελίδης-οι-άνθρωποι-που-991653

Θεσσαλονίκη

Παππούς – Ευαγγελίδης: Οι άνθρωποι που φωτογράφησαν θεούς και δαίμονες

Το πιο γνωστό φωτογραφικό δίδυμο της πόλης μπαίνει στον σκοτεινό θάλαμο των αναμνήσεών του και ανασύρει ιστορίες που έζησε

Σόνια Ταλαντινού
Σόνια Ταλαντινού

Εικόνες: Αρχείο Παππού-Ευαγγελίδη

Ο Μιχάλης Παππούς και ο Κώστας Ευαγγελίδης ανοίγοντας το διάφραγμα της μηχανής τους, φωτίζουν δεκαετίες τώρα τα σημαντικότερα γεγονότα της Θεσσαλονίκης. Το πιο γνωστό φωτογραφικό δίδυμο της πόλης μπαίνει στον σκοτεινό θάλαμο των αναμνήσεών του και ανασύρει ιστορίες που έζησε.

Ο Ελβετός φωτογράφος και ντοκιμαντερίστας Rómpert Frank είχε πει: «Υπάρχει – ένα πράγμα που πρέπει να περιέχει κάθε φωτογραφία: την ανθρωπιά της στιγμής».

Κάτι που δεν μπορείς να αμφισβητήσεις στους δύο επαγγελματίες, που αγάπησαν βαθιά την τέχνη της φωτογραφίας, την υπηρέτησαν σε διάφορες μορφές της και της αφιερώθηκαν ολοκληρωτικά. Κι αυτή, όμως, τους γήτεψε από τα νεανικά τους χρόνια και τους πρόσφερε τη μαγεία της∙ να καταγράφουν τον κόσμο με τη δική τους ματιά και να παγώσουν τον χρόνο.

Αν η Θεσσαλονίκη καυχιόταν κάποτε για τις προσωπικότητες που αναδείκνυε και το πόσο πρωτοπόρα υπήρξε σε διάφορους τομείς, όπως ο πολιτισμός, τα media, η διασκέδαση, σίγουρα από τον μακρύ κατάλογο δε θα μπορούσαμε να εξαιρέσουμε τον Μιχάλη Παππού και τον Κώστα Ευαγγελίδη.

Ο πρώτος, ξεκινάει τη σχέση του με τη φωτογραφία τα δύσκολα χρόνια της δεκαετίας του 60’, χάρη στην πρώτη του επίσκεψη σε σκοτεινό θάλαμο, που τον συγκλονίζει. Η επαγγελματική του πορεία είναι μονόδρομος και γράφει ιστορία με τις iconic λήψεις του στο φωτορεπορτάζ. Μάλιστα, φωτογραφίζει και τον -μετέπειτα συνεργάτη του- Κώστα Ευαγγελίδη στην αποφοίτηση του από το σχολείο, χωρίς καν να γνωρίζονται!

Ο δεύτερος, με τη φωτογραφία ως κυρίαρχο χόμπι της εφηβείας του, δεν ανοίγει ποτέ το οδοντιατρείο του και κάνει το προσωπικό του plot twist, ξεκινώντας ερασιτεχνικά τις πρώτες φωτογραφίσεις. Η συνάντησή τους αποδεικνύεται όντως καρμική.

Αποφασίζουν να ενώσουν τις δημιουργικές τους δυνάμεις και ανησυχίες και να συνεργαστούν για σχεδόν τέσσερις δεκαετίες.

Μιχάλης Παππούς

Σερραίος στην καταγωγή, μεγαλώνει στα Κάτω Καμενίκια. Τότε, τα παιδιά των εργατών εργάζονταν τα καλοκαίρια -γνωστά ως «τσιράκια».

Ο μέντορας και αδερφός του, Θεμιστοκλής, που εργάζεται σε βιβλιοπωλείο και τις Κυριακές κάνει τον φωτογράφο, τον οδηγεί σ’ ένα κουρείο προκειμένου να ξεσκονίζει και να μαζεύει τις τρίχες, για ένα χαρτζιλίκι. Αργότερα, τον συστήνει στο ιστορικό φωτογραφείο «Φώτο Πένα» -είχε ανοίξει το 1918. «Μπήκα για πρώτη φορά στον σκοτεινό θάλαμο. Συγκλονίστηκα κι έβαλα τα κλάματα -ήμουν περίπου 10 ετών». Η φωτογραφία εκείνα τα χρόνια έχει τεράστια ζήτηση και το προσωπικό στο φωτογραφείο εργάζονται πυρετωδώς. Εκείνο το καλοκαίρι, εργάζεται και ο ίδιος ως φωτογράφος και στο κλείσιμο της σεζόν, το αφεντικό του, γνωρίζοντας την ιστορία του, τού προτείνει να τρώει τα μεσημέρια σπίτι του, να πηγαίνει στο φωτογραφείο και παράλληλα να διαβάζει. Κάπως έτσι πορεύεται μέχρι την Α’ Γυμνασίου. Όσο ο αδερφός του υπηρετεί τη θητεία του στην Αθήνα, ο ίδιος τελειώνει τη Β’ Γυμνασίου και όντας παθιασμένος με τη φωτογραφία, δηλώνει ότι εγκαταλείπει το σχολείο, απόφαση την οποία ούτε ο αδερφός του καταφέρνει να ανατρέψει. «Είχα ήδη προδιαγράψει την πορεία μου. Το αφεντικό μου με ήθελε για τον σκοτεινό θάλαμο, τύπωνα πολλές φωτογραφίες και ήμουν ιδιαίτερα παραγωγικός», θυμάται με ικανοποίηση.

Ο αδελφός του στο μεταξύ εργάζεται σ’ ένα φωτογραφείο. Έχει μάθει καλά τη δουλειά και μαζί με τον Θεοφάνη Τσεσμετζή ανοίγουν, το 1963, το θρυλικό Photo Krystal στη Χαριλάου, όπου τον προσλαμβάνουν ως βοηθό και υπηρεσιακό συνέταιρό τους. Θα μείνει μαζί τους μέχρι τον Απρίλιο του ‘65, οπότε ξεκινάει τη θητεία του.

Η «Αρκούδα» κι ένας έρωτας

Στα τέλη του ’50 με αρχές ‘60, ξεκίνησα να φωτογραφίζω στα νυχτερινά κέντρα, στα ουζερί και τις οικογενειακές ταβέρνες της πόλης. Ήμουν πλανόδιος. Πηγαίναμε στα νοσοκομεία και φωτογραφίζαμε τους αρρώστους και τους ευδιάθετους ασθενείς με τις οικογένειές τους.

Τους πουλούσαμε τις φωτογραφίες, καθώς αυτοί δεν είχαν τρόπο να φωτογραφηθούν. Μετά τον Στρατό, επέστρεψα στο Krystal. Τότε, άκουγα συνεχώς το όνομα Κυριακίδης -το παρατσούκλι του ήταν Αρκούδα-, τον οποίο έτυχε να συναντήσω μια φορά στη Φράγκων, όπου ήταν ανεβασμένος σε σκάλα πυροσβεστών για να φωτογραφίσει. Εντυπωσιάστηκα βλέποντάς τον. Κατάφερε να μ’ επηρεάσει. Εγώ ήμουν φωτογράφος περισσότερο του έξω παρά του μέσα. Κάπως έτσι αναπτύξαμε σχέσεις. Με έστελνε σε διάφορες δουλειές. Δεν μπορώ να πω πως είχαμε ιδιαίτερη συμπάθεια μεταξύ μας. Ένιωθα ότι συμβιβαζόμουν απέναντί του, έκανα αυτό που μου έλεγε. Ο Κυριακίδης με τη σύζυγό του μου έκαναν πρόταση να δουλέψω σε αυτούς, αλλά τελικά δε συνεργαστήκαμε. Έτσι, ξεκίνησα τη δική μου πορεία. Γνώρισα την Καλλιόπη και από τότε χαράξαμε κοινούς δρόμους στη ζωή και τη φωτογραφία -ανοίξαμε το γραφείο στην Τσιμισκή 70 τον Νοέμβριο του ‘69-, ώσπου γεννήθηκε η Καρολίνα -είχαμε ήδη δύο αγόρια. Και η Καλλιόπη, φυσικά, δεν μπορούσε πλέον να με βοηθάει…

Η αναγνώριση

Πήγαινα παντού προκειμένου να φωτογραφίσω. Ήμουν φωτορεπόρτερ. Έδινα το υλικό μου στις εφημερίδες κι όταν δεν είχα ρεπορτάζ πήγαινα στις ορκομωσίες του Πανεπιστημίου. Δεν έλειπα από παρελάσεις, εγκλήματα, δυστυχήματα… Θυμάμαι το ‘71, κάποιος Θαλασσινός σκότωσε μια γυναίκα στην περιοχή του Μύλου. Στη συνέχεια, πήγε στη Φιλοσοφική και απειλούσε ότι θα πέσει από το κτίριο. Το συγκεκριμένο φωτορεπορτάζ ήταν χωρισμένο σε δύο σημεία: τον Κυριακίδη τον έστειλαν στο γραφείο κι εμένα στο Πανεπιστήμιο. Τελικά, απαθανάτισα την πτώση μ’ έναν μεγάλο τηλεφακό. Ήμουν συγκλονισμένος με αυτήν τη λήψη. Όταν την τύπωνα, έκλαιγα. Αυτή ήταν η δεύτερη φορά που έκλαψα στην καριέρα μου.

Η πρώτη ήταν σ’ εκείνον τον σκοτεινό θάλαμο, όταν ήμουν παιδί. Έδωσα τη φωτογραφία μου στον διευθυντή της εφημερίδας «Θεσσαλονίκη», Αντώνη Κούρτη, κι εκείνος την έβαλε στο πρωτοσέλιδο. Η εφημερίδα σημείωσε ρεκόρ πωλήσεων κι έτσι έχτισα όνομα. Αυτή η φωτογραφία πέρασε από τη Θεσσαλονίκη στον διεθνή Τύπο. Δεν έβγαλα λεφτά από αυτήν, μόνο δόξα. Σταδιακά, η εμπειρία μου πίσω από τον φακό μ’ έκανε πιο σκληρό και ψύχραιμο. Έχω βρεθεί πολλές φορές μπροστά σε σκληρά περιστατικά. Έμαθα να μην επηρεάζομαι εύκολα συναισθηματικά. Ο πόνος και το αίμα πάντα «πουλάνε», απλώς αλλάζει το μέσο διάδοσης.

…Πότε Κούδας

Ήμουν 28 ετών, όταν παρατηρούσα τους φωτογράφους του εξωτερικού, τον τρόπο που αντιμετώπιζαν φωτογραφικά το ποδόσφαιρο και τον εξοπλισμό τους. Τότε σκέφτηκα ότι κάτι πρέπει να κάνουμε κι εμείς ως έλληνες φωτογράφοι. Αγόρασα μια μηχανή με τηλεφακό. Κάπως έτσι φωτογράφισα και τον Γιώργο Κούδα, με τον οποίο γίναμε μετέπειτα φίλοι. Σε αυτήν την πετυχημένη λήψη έπαιξε ρόλο η τύχη και η τεχνική, παρά το γεγονός πως τότε τα γήπεδα δεν είχαν επαρκή φωτισμό. Όταν καταφέρνεις με το κλικ σου να αποτυπώσεις μια μεγάλη στιγμή χαράς, εισπράττεις κι εσύ ο ίδιος χαρά. Ειδικά, όταν βλέπεις τη δουλειά σου να δημοσιοποιείται. Αισθάνεσαι μια δικαίωση. Φέτος, γιορτάζουμε τα 50 χρόνια από εκείνη τη φωτογραφία στο γήπεδο, στις 18 Απριλίου του 1973. Με αφορμή την επέτειο, ο Κώστας Μπλιάτκας πρότεινε να στήσουμε μια έκθεση, τοποθετώντας κι άλλες φωτογραφίες απ’ όλες τις ομάδες της Θεσσαλονίκης και στο πλαίσιο του Fair Play να κάνουμε μια εκδήλωση, προσκαλώντας και τον Άνθιμο Καψή. Με αυτόν τον τρόπο θα περάσουμε μηνύματα και με αφορμή τον θάνατο του Άλκη.

Εκτός από τη Θύρα 4 του ΠΑΟΚ, εκείνα τα χρόνια οι φίλαθλοι προκαλούσαν ο ένας τον άλλον, δεν υπήρχαν, όμως, έντονες αντιπαλότητες, βία και φονικά. Φωτογραφικά, μ’ ενδιέφεραν περισσότερο τα εγκλήματα, τα δυστυχήματα, τα πολιτιστικά και οι εκθέσεις, όχι τόσο τα γήπεδα. Ο ΠΑΟΚ, όμως, τότε πρωταγωνιστούσε στα γήπεδα γι’ αυτό και είχα φωτογραφίσει πολλούς από τους θρυλικούς παίκτες του.

Παππούς – Ευαγγελίδης

Ο Κώστας Ευαγγελίδης ήταν φίλος μου κι ερασιτέχνης φωτογράφος. Εγώ φωτογράφισα την ορκομωσία του ως οδοντίατρος το ‘77. Τον φωτογράφισα και το 1971 ως απόφοιτο του Δελασάλ, χωρίς να γνωριζόμαστε! Η σχέση μας ξεκίνησε από το ενδιαφέρον που έδειξε ο ίδιος για τη φωτογραφία. Από το ’80, γίναμε συνεργάτες. Ξεκινήσαμε στις εγκαταστάσεις του Κώστα και στη συνέχεια, μετακομίσαμε Αγίας Σοφίας 24. Η κοινή επαγγελματική μας πορεία ήταν πάντα πάρα πολύ καλή -καθένας ήθελε να δουλεύει περισσότερο από τον άλλον και υπήρχε απόλυτη εμπιστοσύνη μεταξύ μας. Υπήρχαν φορές που τσακωνόμασταν για το πού θα πρωτοπάει ο καθένας! Οι αντιπαραθέσεις μας είχαν να κάνουν με το ποιος θα δουλέψει περισσότερο.

Goldies!

Πριν το ’90, όταν δεν υπήρχε υψηλή εγκληματικότητα στην Ελλάδα, θυμάμαι να φωτογραφίζω τους τυχερούς των λαχείων, προκειμένου να προβληθούν τηλεοπτικά, αλλά και στον Τύπο. Ακόμη και οι τράπεζες προσέφεραν χρήματα προκειμένου οι τυχεροί να φωτογραφηθούν στο γκισέ με το ποσό που είχαν κερδίσει. Από το ‘80 και μετά, ξεκίνησα να ασχολούμαι και με την κοσμική Θεσσαλονίκη. Θυμάμαι την αίγλη που είχε ο χορός αποφοίτων του Ανατόλια στο Shark. Επίσης, οι εκδηλώσεις που διοργάνωνε η Τίμη Μπακατσέλου ήταν ενδιαφέρουσες και καλά οργανωμένες. Τότε ήταν πολύ καλά τα χρόνια για τους φωτογράφους, αρκεί να είχες όρεξη για δουλειά.

Όσον αφορά στις παρέες τις δημοσιογραφικές, όλους τους θεωρούσα αδέρφια μου. Η «Αρκούδα» ήταν πρωταγωνιστής της πλάκας, ο Παναγιώτης Σπύρου ήταν ο «μέγας χειρουργός»… Ήταν πολλοί οι δημοσιογράφοι της Θεσσαλονίκης που γνώρισα και πορευθήκαμε μαζί, όπως ο Γουσίδης, ο Κλέαρχος Τσαουσίδης κ.ά. Ο Αρκούδας ήταν τοπ φωτογράφος -εγώ έκανα μια καριέρα με μερικές καλές φωτογραφίες, αλλά εκείνος έκανε καριέρα γιατί ήταν “show photographer”, με ποιότητα και γνώσεις. Εξίσου καλός φωτογράφος είναι και ο Ευαγγελίδης.

Ειδικά, τώρα με την τεχνολογία, κατάφερε να μπει στο νόημα, ψάχνει τη συνέχεια κι εξελίσσεται.

Και λίγη πολιτική(οί)

Πολλές φορές, ως φωτογράφοι αντιμετωπίζαμε τα αυστηρά μέτρα της αστυνομίας, ιδιαίτερα στην περίπτωση του Καραμανλή. Η ασφάλειά του δεν ήθελε να διαρρεύσουν πολλές φωτογραφίες του. Παρόλ’ αυτά, υπήρξαν πολλές στιγμές που πήρα χαρά μέσα από τις λήψεις μου. Με τον Καραμανλή είμαστε συμπατριώτες. Του το γνωστοποίησα όταν είχε έρθει στις Σέρρες, μετά την 21η Απριλίου. Από τότε ήμουν κοντά του, αλλά από σεβασμό δεν τον ενοχλούσα. Έπαιζε γκολφ στον Καρρά και πηγαίναμε να τον δούμε μαζί με τη γυναίκα μου. Βγάζαμε και φωτογραφίες. Το χιούμορ του ήταν ανεπανάληπτο.

Ο Παπανδρέου, από την άλλη, έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη φωτογραφία. Είχε τύχει να τον φωτογραφίσω με τη Δήμητρα Λιάνη μετά την εγχείρηση στο Harefield, πριν επισημοποιήσουν τον γάμο τους. Δεν έχω φωτογραφία, αλλά ήμουν μπροστά στο ιστορικό νεύμα του στη σκάλα του αεροπλάνου. Πριν από αυτό, η ίδια προσπαθούσε να τον «ζωντανέψει» λίγο μέσα στο αεροπλάνο, καθώς ήταν ιδιαίτερα καταπονημένος.

Αγαπημένα κάδρα

Θυμάμαι, μια αξέχαστη φωτογραφία που τραβήξαμε με τον Γιώργο Λιάνη το ’71, σε στολισμό του επιταφίου -τότε, οι εφημερίδες προκειμένου να πουλήσουν φύλλα, «πήγαιναν» εκεί όπου υπήρχε κόσμος. Μια «επικίνδυνη» στιγμή που έζησα ήταν το 1971, με τον δημοσιογράφο Κώστα Τσαρούχα. Θέλαμε να κάνουμε ρεπορτάζ στη Μονή Εσφιγμένου και χάσαμε τον δρόμο. Είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει και είχαμε την αίσθηση ότι κάτι κακό θα συμβεί, με αποτέλεσμα να περπατάμε σχεδόν έρποντας και να βρεθούμε σε λάθος μονή. Εκείνη την ήμερα κινδυνεύσαμε αληθινά… Στην εκκλησία των Ταξιαρχών, έβγαλα το ωραιότερο πορτρέτο της ζωής μου. Ήταν ένας τύπος -πρώην ψαράς-, ζητιάνος, έξω από την εκκλησία και φορούσε ναυτικό καπέλο. Μια φοβερή φωτογραφία που έχω αγαπήσει όσο λίγες στην επαγγελματική μου πορεία.

Αντί επίλογου

Η Θεσσαλονίκη δεν έχει αλλάξει πολύ. Οι πολιτικοί της θεωρώ πως έπρεπε να δουλέψουν λίγο παραπάνω και να διεκδικήσουν περισσότερα. Το επάγγελμα του φωτογράφου δεν υπάρχει πια. Τότε, δουλεύαμε μια λήψη επί 5 ώρες και άλλες 15 στον σκοτεινό θάλαμο. Ο χώρος ήταν πιο κοπιαστικός, αλλά δημιουργικός. Όλη μου την πορεία, όμως, την οφείλω στη σύζυγό μου, Καλλιόπη Παππού, που παρά την τετραπλή ιδιότητά της, θυσίασε τη δική της καριέρα για να μεγαλώσει τα τέσσερα παιδιά μας. Τον Μάρτιο κλείνω τρία χρόνια που αποσύρθηκα από τον χώρο. Πλέον, ζούμε στη Χαλκιδική και ασχολούμαι ερασιτεχνικά με την παραγωγή, γίνομαι ένα με τη φύση. Μπήκαμε σε μια άλλη φάση ζωής…

Κώστας Ευαγγελίδης

Γέννημα-θρέμμα του κέντρου της Θεσσαλονίκης. Οι γονείς του διατηρούν εμπορικό κατάστημα με κρύσταλλα και είδη οικιακής χρήσης. Τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα περιγράφει ως ανέμελα και πολύ ευτυχισμένα. Οι πρώτες του σκέψεις για το επαγγελματικό του μέλλον προσανατολίζονται στο εμπόριο, ως συνέχεια της οικογενειακής επιχείρησης. Προκύπτει, όμως, η Ιατρική ως απόρροια της έφεσής του στο διάβασμα και των καλών του επιδόσεων. Κι έτσι αποφοιτά από την Οδοντιατρική του Α.Π.Θ. Παράλληλα, ασχολείται ερασιτεχνικά με τη φωτογραφία και αποφασίζει να δώσει λίγο ακόμα χώρο στη ζωή του σ’ αυτήν μέχρι να ανοίξει το ιατρείο του. Τελικά, ουδέν μονιμότερο του προσωρινού. Η σχέση του με τη φωτογραφία αποδεικνύεται πιο δυνατή. Μια σχέση που ξεκινάει από τα γυμνασιακά του χρόνια, αφού η επίσκεψη σε σκοτεινό θάλαμο ως μαθητής λυκείου θα τον καθορίσει. «Ο σκοτεινός θάλαμος δεν έχει καμία σχέση με τις τωρινές διαδικασίες.

Ήταν κάτι που δεν μπορούσε να το κάνει ο καθένας. Ήταν δύσκολο και απαιτούσε τεχνική και χρόνο για να το μάθεις. Ήταν, όμως, πιο δημιουργικό. Πλέον, με τη βοήθεια της τεχνολογίας, ο καθένας αποκαλείται φωτογράφος». Έχοντας τη δυνατότητα να διαθέτει πάντα πολύ καλό εξοπλισμό -τότε, τα φιλμ στοίχιζαν πολύ, όπως και οι εκτυπώσεις, ξεκίνησε ως ερασιτέχνης: «Πολλές φορές οι ερασιτέχνες είναι καλύτεροι από τους επαγγελματίες, γιατί ρωτάνε, διαβάζουν, ενημερώνονται. Κάπως έτσι ξεκίνησα κι εγώ μόνος μου».

Ζουμ στη σέντρα

Η καθημερινότητά μας την εποχή του έντυπου τύπου ήταν πραγματικά μαγική, γιατί μπορούσες σε μία μέρα να ασχοληθείς και να φωτογραφίσεις αρχηγούς κρατών, υπουργούς, μεγάλους αθλητές και καλλιτέχνες, αλλά ταυτόχρονα και στυγερούς δολοφόνους, μεγάλες τραγωδίες και καταστροφές. Το πιο εύκολο κομμάτι για να ξεκινήσεις την καριέρα σου στο φωτορεπορτάζ είναι το αθλητικό γιατί γνωρίζεις την ώρα και το μέρος που θα διεξαχθεί ένας αγώνας και δε χρειάζεται να έχεις διασυνδέσεις για να μαθαίνεις τις εξελίξεις την ώρα που αυτές συμβαίνουν. Εδώ, πρέπει να σας θυμίσω ότι τις δεκαετίες του ‘80 & του ’90, οπότε δεν υπήρχαν οι νόμοι για τα προσωπικά δεδομένα, στις εφημερίδες, και ειδικά με την επικράτηση των ταμπλόιντ, η φωτογραφική κάλυψη των γεγονότων ήταν πολύ διαφορετική από τη σημερινή.

Ως ερασιτέχνης η πρώτη μου δουλειά ήταν μια διαδήλωση των οπαδών του Ηρακλή, σε μια φάση που η ομάδα είχε υποβιβαστεί. Έτυχε, λοιπόν, να φωτογραφίσω αυτήν τη διαδήλωση πριν από πολλά χρόνια και μου είχε κάνει εντύπωση το γεγονός πως κανένας επαγγελματίας δεν την είχε καλύψει.

Το πιο επικίνδυνο πράγμα στη δουλειά μας είναι ο όχλος γιατί μπορεί να παρασυρθεί από κάποιον ανεγκέφαλο και να βρεθείς μπλεγμένος. Είσαι γενικά εκτεθειμένος όταν φωτογραφίζεις ομάδες του κέντρου σε γήπεδα της περιφέρειας. Θυμάμαι έναν τέτοιο αγώνα στη Λάρισα με τον Ολυμπιακό ή πριν λίγα χρόνια με το οξυμένο προσφυγικό και τους εξαγριωμένους «μετανάστες» να μας κυνηγούν…

Παππούς – Ευαγγελίδης

Είχαν αρχίσει να με παίρνουν τηλέφωνο οι εφημερίδες κι εγώ δεν πίστευα στα αφτιά μου. Μια μέρα, 30 φωτογραφίες μου υπήρχαν στις εφημερίδες! Τότε είχα αρχίσει να μπαίνω σε αυτήν την «κλίκα» και στο μεταξύ, είχα γνωρίσει και τον Παππού, είχε γίνει φίλος μου. Άνοιξα το γραφείο μου στην Παλαιών Πατρών, αρχικά, και μετά από μια διετία συνεργάστηκα με τον Μιχάλη, και από τότε είμαστε μαζί -αν και πλέον έχει αποσυρθεί. Εγώ, προσωπικά, φοβάμαι την ημέρα που θα πρέπει να σταματήσω. Μου αρέσει πολύ αυτό που κάνω. Με τον Μιχάλη είχαμε γνωριστεί πολύ πριν αρχίσω την επαγγελματική μου ενασχόληση με τη φωτογραφία κι όταν ξεκίνησα να δουλεύω επαγγελματικά αποφασίσαμε να δουλέψουμε μαζί. Η συνεργασία μας ήταν πάντα γόνιμη και υποδειγματική. Ήταν κάτι σαν σχολείο για μένα, καθώς είχε μεγαλύτερη εμπειρία. Έχουμε καλύψει φωτογραφικά όλες τις μεγάλες εκδηλώσεις όχι μόνο στην πόλη μας, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή.

Τα τελευταία 40 χρόνια, ό,τι σημαντικό έχει συμβεί το έχουμε αποτυπώσει φωτογραφικά. Μεγάλες πυρκαγιές στην Καβάλα και στη Θάσο, η δίκη του Παπαχρόνη, μεγάλες προεκλογικές ομιλίες, εγκλήματα πάθους…

Ορόσημα

Θυμάμαι τις τεράστιες πυρκαγιές στην Καβάλα και στη Θάσο τη δεκαετία του ’90 – ήταν ίσως η μεγαλύτερη φωτιά που έγινε ποτέ κι έκαιγε για 15-20 μέρες. Σε όλες αυτές τις καταστάσεις, όταν θέλεις να είσαι επίκαιρος, θα μπεις και μέσα στη φωτιά, θα σε κυνηγήσουν για να μην πας. Είναι κάτι που δεν μπορείς να το αποφύγεις. Εάν κάτσεις στην άκρη και βλέπεις τη φωτιά από μακριά, δεν μπορείς να έχεις την εικόνα που πρέπει. Αυτές είναι «επικίνδυνες αποστολές».

Θυμάμαι, επίσης, τη δίκη του Παπαχρόνη στο στρατοδικείο Θεσσαλονίκης, που κατηγορούνταν για τη δολοφονία πολλών γυναικών. Αυτή η δίκη ήταν ίσως η μεγαλύτερη στην Ελλάδα, δεν υπήρχε άλλη με περισσότερη δημοσιότητα. Ήμουν 50 πόντους μακριά από τον Παπαχρόνη και τον φωτογράφιζα συνεχώς. Ήταν επικοινωνιακός, μιλούσε συνέχεια και είχε κάνει φίλους του δεσμοφύλακές του!

Μία από τις πιο συγκλονιστικές εμπειρίες μου, όμως, ήταν όταν καταφέραμε να πάρουμε άδεια από το υπουργείο Δικαιοσύνης για να ζήσουμε -σαν φυλακισμένοι- για 24 ώρες στις αγροτικές φυλακές Κασσάνδρας, μαζί με τον φίλο και δημοσιογράφο Νίκο Δημαρά από την εφημερίδα «Μακεδονία», και να φωτογραφίσουμε δεσμοφύλακες και τρόφιμους στις καθημερινές δραστηριότητές τους. Υπήρχαν στη φυλακή οι «λογοτιμητές», αυτοί δηλαδή που δίνουν λόγο τιμής να μην αποδράσουν κι έχουν μια σχετική ελευθερία. Επισκεφτήκαμε, λοιπόν, έναν στον κελί του, ο οποίος είχε σκοτώσει τη γυναίκα του. Κι εκεί, δίπλα στο κρεβάτι του, είδα μια φωτογραφία της γυναίκας του. Μου είχε φανεί τόσο περίεργο. Αυτό που με σόκαρε, βέβαια, ανέκαθεν ήταν οι γιαγιάδες και οι μαμάδες που κλαίνε για τα παιδιά τους -αν και τις είχα συνηθίσει κάπως τέτοιες εικόνες. Πηγαίναμε στα σπίτια θυμάτων και φωτογραφίζαμε τους νεκρούς. Πουλούσαν τότε αυτές οι λήψεις, ειδικά στα πρωτοσέλιδα!

Πόζες με ονοματεπώνυμο

Τι να πρωτοθυμηθώ από προσωπικότητες που πόζαραν στον φακό μου: Θόδωρος Αγγελόπουλος, Αλίκη Βουγιουκλάκη, Βίκυ Μοσχολιού, Χατζηπαναγής, Γκάλης, Νετανιάχου, Κατερίνα Βελλίδου, Γουίλεμ Νταφόε, Κατρίν Ντενέβ, Κόλιν Φάρελ και πολλοί ακόμα. Φωτογράφιζα την Αλίκη Βουγιουκλάκη για το εξώφυλλο ενός περιοδικού. Σε κάποια φάση, η ίδια συνειδητοποιεί ότι δεν έχω βάλει το «τούλι» -φως που μαλακώνει τα χαρακτηριστικά του προσώπου- και αποφασίζει να πάμε όλη τη φωτογράφιση ξανά από την αρχή! Σοβαρή επαγγελματίας και, μάλιστα, είχαμε την τύχη να τη φωτογραφίσουμε και στην τελευταία της παράσταση, στο Ράδιο Σίτυ.

Από το ’90 και μέχρι το 2010 περίπου, ξεκίνησα να φωτογραφίζω την κοσμική Θεσσαλονίκη -ήταν 20 καλά χρόνια. Ο κόσμος έκανε περισσότερα καλέσματα, ιδίως στα μεγάλα σπίτια. Πλέον, δε γίνονται αυτά. Ακόμα και τα μαγαζιά με τα ακριβά ρούχα απ’ όπου ψώνιζαν οι κυρίες έχουν κλείσει. Τον Δεκέμβριο ειδικά, δεν υπήρχε μέρα που να μη γίνεται ένα κάλεσμα. Νιώθαμε άνετα σε αυτά τα σπίτια, δεν ήταν μια σχέση πελάτη-εργαζόμενου. Όλο αυτό το ξεκίνησε η εφημερίδα Μακεδονία, με τη στήλη της με κοσμικά. Οι περισσότεροι, βέβαια, πλήρωναν για να μπουν στις εφημερίδες και τα περιοδικά.

Αντί επίλογου

Έχω συνεργαστεί και με όλα τα ιερά τέρατα της δημοσιογραφίας, τόσο στην πόλη μας όσο και στην Αθήνα. Μεγάλος μου δάσκαλος στη Δημοσιογραφία ήταν ο ιστορικός διευθυντής της Μακεδονίας, Κώστας Δημάδης, αλλά και οι Αντώνης Κούρτης και Νίκος Μέρτζος. Αυτοί οι άνθρωποι έπιαναν δουλειά στις 4-5 το πρωί και τελείωναν στις 2-3 το βράδυ -δε σήκωναν κεφάλι. Είχαμε με τον Κώστα κάθε μέρα βάρδια, είτε εγώ είτε ο Μιχάλης. Ξυπνούσαμε το βράδυ, τουλάχιστον 2-3 φορές την εβδομάδα, για αποστολές. Η φωτογραφία πλέον δεν έχει καμία σχέση με αυτήν όταν ξεκινήσαμε να δουλεύουμε. Τώρα, ο καθένας με ένα αξιοπρεπές κινητό τηλέφωνο γίνεται «φωτορεπόρτερ». Πολλά ενημερωτικά sites προτρέπουν τους αναγνώστες τους να τους στέλνουν εικόνες και βίντεο, που στη συνέχεια ανεβάζουν. Οι φωτογραφίες αυτές σίγουρα δεν είναι οι καλύτερες, αλλά στον βωμό της γρήγορης ενημέρωσης, όλα είναι αποδεκτά. Εμείς, σε πείσμα των νέων δεδομένων, ενημερωνόμαστε κι εκσυγχρονιζόμαστε, διατηρώντας τη διαχρονική μας ποιότητα.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα