Περάσαμε μία μέρα με έναν ποδηλάτη στην Θεσσαλονίκη
Όσα κρύβουν 2 ρόδες!
Εικόνες: Δημήτρης Τσίπας
Η Θεσσαλονίκη δεν φημίζεται για τους δρόμους και τους οδηγούς της, και τώρα που το σκέφτομαι, δεν φημίζεται ούτε για το μοναδικό μέσο μεταφοράς της. Αναρωτήθηκες ποτέ πόσο δύσκολο είναι να περπατήσεις ή έστω να κάνεις ποδήλατο σε αυτό το χάος, γιατί ο ΟΑΣΘ δεν συνεργάστηκε και πλέον δεν έχεις και χρήματα για ταξί; Έχεις σκεφτεί πώς το βιώνει καθημερινά ένας ποδηλάτης;
Για να λύσω λοιπόν τους προβληματισμούς μου αποφάσισα να περάσω μία Κυριακή, με το ποδήλατό μου, παρέα με τον πρωταθλητή σε ευρωπαϊκό και πανελλαδικό επίπεδο, Γιάννη Κυριακίδη. Έτσι, έζησα την καθημερινότητα και την αδρεναλίνη του, τα προβλήματα και τους κινδύνους, και μπορώ να πω με βεβαιότητα πως σε αυτή την πόλη δεν υπάρχει σεβασμός.
Ξεκίνησε το ποδήλατο το 2013, με αφορμή τις διακοπές του στην Κρήτη, όταν νοίκιασε ένα mountain bike και έκανε ποδήλατο μόνος του. Απέκτησε ελευθερία μέσω του ποδηλάτου, καθώς με αυτό, επιλέγεις εσύ την διαδρομή, είσαι μέσα στην φύση και αλλάζεις εικόνες. Μετέπειτα, ξεκίνησε να το ψάχνει λίγο παραπάνω, βλέποντας αγώνες στην τηλεόραση, ενώ ήταν μεγάλο κίνητρο να βλέπει τους ποδηλάτες να αγωνίζονται κάτω από τόσο δύσκολες καιρικές συνθήκες.
Όπως αναφέρει για το ξεκίνημά του, «Όταν ξεκίνησα το ποδήλατο ήμουν έφηβος, πήγαινα σχολείο από τις 8:00 μέχρι τις 14:00. Αμέσως μετά πήγαινα για προπόνηση με το ποδήλατο, 3 ώρες. Έπρεπε μόλις τελειώσω την προπόνηση, μέσα σε 20 λεπτά να έχω ετοιμαστεί, να έχω φάει και να φύγω αμέσως φροντιστήριο. Μετά γυρνούσα σπίτι, διάβαζα, κοιμόμουν και ξανά επανάληψη. Πλέον, που είμαι φοιτητής, είναι πιο δύσκολα. Πέρασα ΤΕΦΑΑ και δυσκολεύομαι πάρα πολύ. Τα μαθήματα είναι υποχρεωτικά, γίνονται το πρωί, οπότε η προπόνηση ξεκινά το μεσημέρι και αυτό δεν είναι εύκολο, γιατί νυχτώνει νωρίς και για μένα είναι επικίνδυνο. Οπότε ή προπονούμαι το βράδυ ή κάνω προπόνηση στο σπίτι».
Η πιο δυνατή του στιγμή ήταν όταν κέρδισε την ανάβαση Καϊμακτσαλάν, στην κατηγορία Εφήβων. Ήταν ένας αγώνας με αφετηρία την Έδεσσα και τερματισμό στο Καϊμακτσαλάν και όταν ξεκίνησε ήταν ο πρώτος του στόχος να κερδίσει αυτόν τον αγώνα. «Έκανα πολλή προπόνηση, στερήθηκα πολύ φαγητό, γιατί για να πηγαίνεις γρήγορα, πρέπει να είσαι πολύ ελαφρύς. Δεν έβγαινα για να είμαι ξεκούραστος. Στην μέση του αγώνα ήμουν δεύτερος, μετά επιτέθηκα και στο τέλος του αγώνα κέρδισα και ένιωθα λες και τερμάτισα στην κορυφή του κόσμου στα 2.000 μέτρα. Αισθανόμουν αυτοπραγμάτωση».
Όλοι οι αθλητές, σε οποιοδήποτε άθλημα, σκέφτονται να πάρουν σε κάποια φάση της πορείας τους απαγορευμένες ουσίες, ενώ το τι θα γίνει μετά είναι στην ευχέρεια του καθενός. Ο Γιάννης, όπως μου είπε, το σκεφτόταν έντονα, αλλά το απέφυγε γιατί κοίταξε πώς να γίνει καλύτερος μέσω της ποδηλασίας και όχι πώς να φτάσει στην κορυφή με τον εύκολο τρόπο, κοροϊδεύοντας τον εαυτό του. Αν παίρνεις αναβολικά, το ταξίδι του αθλήματος δεν είναι και τόσο ωραίο. Η νίκη είναι γλυκιά και την χαίρεσαι όταν ξέρεις ότι έχεις δώσει το 100% των δυνάμεών σου. «Υπάρχουν φορές που νικάω και σκέφτομαι από μέσα μου, εντάξει, άλλη μια νίκη», αναφέρει.
Του ζήτησα να μου περιγράψει την πορεία του με μία φράση και μου είπε, «από το 0 στο 99». «Υπήρξαν πάρα πολλές φορές που είχα σχεδόν φτάσει στην πηγή και δεν κατάφερα να πιω νερό. Σε ένα παράλληλο σύμπαν, θα είχα γίνει επαγγελματίας, από τους καλύτερους. Αλλά από το 0, χωρίς ποδήλατο, χωρίς κανένα ψυχολογικό στήριγμα. Και στο τέλος τα κατάφερα».
«Όλοι μου λέγανε, πού πας, 83 κιλά, νομίζεις θα γίνεις επαγγελματίας; Έχασα 20 κιλά, πήρα ποδήλατο μόνος. Θυμάμαι, έβαζα 20 λεπτά την μέρα στην άκρη, πήγα σε αγώνες με τα χίλια ζόρια, παρακαλούσα τους γονείς μου για να δοκιμάσω το άθλημα. Στους πρώτους μου αγώνες, με βρήκε ένας προπονητής, με έκανε καλύτερο και μετέπειτα ή έπρεπε να φύγω στο εξωτερικό και να δοκιμάσω μόνος μου κάτι, είτε να μπω στην εθνική για να πάρω μέρος σε αγώνες και ίσως αν διακρινόμουν θα με έβλεπαν από έξω, που δεν έγινε».
«Στερήθηκα πολλές ελευθερίες για να πετύχω τον στόχο μου. Τα Χριστούγεννα και το Πάσχα, περίμενα με ανυπομονησία να έχω ελεύθερο χρόνο για να κάνω προπόνηση, οπότε επέλεγα να απέχω από τις οικογενειακές μαζώξεις. Η οικογένειά μου με υποστήριξε πάρα πολύ τεχνικά, χωρίς αυτούς τα ταξίδια που πήγα για τους αγώνες δεν θα τα είχα καταφέρει. Οι φίλοι όμως δεν ξέρουν το άθλημα και τι σημαίνει για μένα, οπότε ήταν παράλογο γι’ αυτούς».
Οι τραυματισμοί του αθλήματος δεν είναι συχνοί, αλλά όταν συμβαίνουν, είναι καθοριστικοί. «Έχω σπάσει δύο φορές την κλείδα μου, κι έχω πέσει άπειρες φορές. Δεν ξέρεις αν θα ξανασηκωθείς και εκείνη την ώρα δεν σκέφτεσαι αν θα πέσεις, σκέφτεσαι μόνο την νίκη. Τερμάτισα στον Αρχάγγελο, πάνω στο Πάικο, και παίρνω μία στροφή με μεγαλύτερη ταχύτητα από ότι θα έπρεπε. Δεν έβλεπα την έξοδο της στροφής και ήταν αντί για 90 μοίρες 180, που σημαίνει αναστροφή. Με πέταξε έξω. Έπεσα μετωπικά σε μία στοίβα με ξύλα, για ένα λεπτό χάθηκα, ωστόσο αμέσως πήρα το ποδήλατο και συνέχισα, γιατί ήθελα να βγω πρώτος, δεν σκεφτόμουν τα αίματα και τον τραυματισμό», αναφέρει.
Το πιο περίεργο πράγμα που έχει συμβεί σε προπόνηση του Γιάννη ήταν όταν κατέβαινε το Πάικο και ξαφνικά ένα αμάξι έχασε τον έλεγχο της στροφής και έφυγε με ντριφτ και προσγειώθηκε στα χωράφια δίπλα. Του έχει χαραχθεί η στιγμή πολύ έντονα στο μυαλό, ενώ σκέφτεται πόσο ευγνώμων είναι που ζει ακόμα.
«Το ποδήλατο είναι ζωή. Ζεις μέσω αυτού του ταξιδιού, μιας προπόνησης ή γενικά της πορείας σου. Βασικές αρχές ζωής είναι το ποδήλατο για μένα, δηλαδή επιμονή, προσπάθεια, αποτυχία, επιτυχία, προσήλωση. Είναι πολλά και άλλα τόσα που μου έρχονται στο μυαλό. Με το ποδήλατο, εγώ ξεχνάω τα πάντα. Κάθε αδυναμία και δύσκολη στιγμή μένει πίσω. Απλά υπάρχω, εγώ, το σώμα, η ψυχή και η διαδρομή μου».
Η αγαπημένη του διαδρομή για ποδήλατο είναι στη Νέα Παραλία, από το ύψος του Λευκού Πύργου προς το Μέγαρο Μουσικής. Ο ποδηλατόδρομος είναι πιο μεγάλος, ενώ βλέπεις τα πάρκα και τα χρώματα στον ουρανό που καθρεφτίζονται στον Θερμαϊκό και μαγεύεσαι. Μία εναλλακτική λύση είναι η Άνω Πόλη, με τις ανηφόρες και τα γραφικά στενά, αλλά ο δρόμος δεν είναι για όλους, καθώς έχει στροφές και είναι στενός.
Γενικότερα, το να κάνεις ποδήλατο στην πόλη είναι ακατόρθωτο. Αν βγεις και προσπαθήσεις να κάνεις ποδήλατο στην Λεωφόρο Νίκης, τα φανάρια δεν λειτουργούν σωστά. Τα αμάξια δεν σε βλέπουν, περνάνε στα 20 εκατοστά δίπλα από εσένα. Ο δρόμος είναι λιωμένος σαν μάρμαρο. Ειδικά όταν βρέχει, γλιστράει και είναι πολύ επικίνδυνο. Οι λακούβες άπειρες, μπορεί να μπει η ρόδα μέσα και να πέσεις. «Ο ποδηλατόδρομος στην παραλία δεν αρκεί, χρειαζόμαστε δρόμους για ποδήλατα», αναφέρει.
«Στο εξωτερικό τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Στις περισσότερες πόλεις του εξωτερικού, υπάρχουν ειδικοί και μεγάλοι ποδηλατόδρομοι, όπου μπορεί ο καθένας να απολαύσει τη βόλτα του. Οι οδηγοί έχουν υπομονή και σέβονται τους ποδηλάτες. Κατανοούν τις δυσκολίες του ποδηλάτου, δεν κορνάρουν, δεν περνάνε με κόκκινο, ούτε πατάνε τέρμα το γκάζι».
Για το τώρα σημειώνει, «Πριν λίγους μήνες, έκανα μία παύση από την ποδηλασία για να επικεντρωθώ στις σπουδές μου. Μου έχει λείψει. Είναι ακριβώς το ίδιο συναίσθημα που βιώνεις όταν αποχωρίζεσαι έναν αγαπημένο σου για να κυνηγήσεις κάτι άλλο. Όσο κι αν με στεναχωρεί, ξέρω ότι δεν γίνεται να συνεχίσω έτσι, σε αυτές τις συνθήκες, χωρίς έσοδα, να επιβαρύνω τους γονείς μου και η σχολή να περιμένει με το πτυχίο στο χέρι».