Πολίχνη μου, σ’ αγαπώ!

Τέσσερις άνθρωποι της περιοχής διηγούνται τις πιο δυνατές τους αναμνήσεις, το πως μεγάλωσαν και εξηγούν τι θα μπορούσε να αλλάξει.

Νίκος Γκάγιας
πολίχνη-μου-σ-αγαπώ-929665
Νίκος Γκάγιας

Πολίχνη, που σημαίνει μικρή πόλη. Και πράγματι θα μπορούσαμε να πούμε πως όντως πρόκειται για μία αυτόνομη περιοχή στα δυτικά της πόλης που διαρκώς αναπτύσσεται, βρίσκεις τα πάντα και υπάρχει ζωή όλες τις ώρες της ημέρας.

Βέβαια την κάθε συνοικία την διαμορφώνουν οι κάτοικοι της. Έτσι μιλήσαμε με τέσσερις ανθρώπους διαφορετικών ηλικιών που γνωρίζουν καλά την Πολίχνη και μας διηγήθηκαν ιστορίες ζωής, αναμνήσεις από τα παιδικά τους χρόνια καθώς και το πως μεγάλωσαν εκεί.

Νίκος Αβραμίδης – Ιδιοκτήτης γραφείου με ασφάλειες

-Είμαι απόγονος μιας από τις τρεις μεγαλύτερες οικογένειες της Πολίχνης, από εκείνες που ήρθαν για πρώτη φορά στην περιοχή το 1914. Ο προπάππους μου μαζί με τον παππού μου ήρθαν στο μέρος όταν ακόμα λεγόταν Καρά-ισιν. Έπειτα γεννήθηκε ο πατέρας μου, ύστερα εγώ και μετά τα παιδιά μου.

-Το πατρικό μου είναι ακριβώς πίσω από το ΙΚΑ Πολίχνης. Είναι μία περιοχή που όταν ήρθε ο προπάππους μου ήταν το τελευταίο οικόπεδο. Δεν υπήρχε άλλο σπίτι πέρα από αυτό.

310923051-1843603405994580-6404541138968931096-n.jpg

 

-Δημοτικό σχολείο πήγα στο Πέτρινο. Γυμνάσιο στο 13ο Αρρένων που είναι ακριβώς απέναντι από το στρατόπεδο Καρατάσιου. Εκεί πήγαινα με τα πόδια γιατί δεν υπήρχε συγκοινωνία. Δεν υπήρχε καν γεφυράκι και περνούσαμε πατώντας στις πέτρες που υπήρχαν στο μικρό ποταμάκι.

-Από την Πολίχνη έλειψα λίγους μήνες ως στρατιώτης. Έκτοτε ζω εδώ. Οι επαγγελματικές μου δραστηριότητες είναι εδώ. Το σπίτι μου είναι σ’ ένα κομμάτι από τα χωράφια του παππού. 

-Θυμάμαι έντονα ότι η Πολίχνη είχε τρεις δρόμους ασφαλτοστρωμένους, την Αγ. Παντελεήμονος, την Αγν. Στρατιώτη και την Μαυρομιχάλη. Όλα τα υπόλοιπα ήταν κοκκινόχωμα. Οι άνθρωποι που ζούσαν πάνω από το γήπεδο όταν κατέβαιναν για να κάνουν τα ψώνια τους στα μαγαζιά, φορούσαν μπότες για την λάσπη και μέσα στη τσάντα τους είχαν ένα ζευγάρι δεύτερα παπούτσια για να φορέσουν έτσι ώστε να περπατήσουν στο κέντρο της περιοχής. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις μεγάλες αίθουσες του δημοτικού σχολείου που τον χειμώνα τις ζέσταιναν με ξυλόσομπες. Επίσης τους γαλατάδες που ήταν άνθρωποι που είχαν ακόμη ζώα πέριξ της περιοχής και μοίραζαν το γάλα με τα γκιούμια. Τέλος όταν ασφαλτοστρώνανε την Μαυρομιχάλη οι πιτσιρικάδες τρέχαμε πίσω από τα φορτηγά που ρίχνανε πίσσα. Τα πόδια μας γίνονταν μαύρα και μετά “άντε να τα καθαρίσουν οι μανάδες μας”.

-Θεωρώ ότι είναι προνομιακή περιοχή. Οι λόγοι που με κρατάνε εδώ είναι κυρίως συναισθηματικοί. Κάθε τι που βλέπω στην Πολίχνη μου θυμίζει κάτι από τα παιδικά μου χρόνια και χαίρομαι γι’ αυτό. Ακόμα αγαπώ το γεγονός ότι μπορώ να περπατάω και να χαιρετάω εγκάρδια ανθρώπους από την “Παλιά Πολίχνη” που γνωριζόμαστε από παιδιά. Εμείς ως πιτσιρίκια τους γείτονες και τους φίλους των γονιών μας τους φωνάζουμε μέχρι σήμερα θείους και θείες.

-Το σημαντικότερο πρόβλημα είναι η συγκοινωνία της. Θα ήθελα να έχουμε το μετρό. Έστω να φτάνει στη Λαγκαδά και να πηγαίνουμε εκεί για να μετακινούμαστε στο κέντρο. Τέλος, ένα από τα αρνητικά της περιοχής είναι η γεωμορφολογία της. Δεν υπάρχουν ευθείες για να αναπτυχθεί η αγορά. Ίσως η Πολίχνη έχει από τις πιο δύσκολες αγορές διότι αν κάποιος είναι στο Τρίγωνο και θέλει να πάει σε ένα από τα μαγαζιά πάνω από το Δημαρχείο θα πρέπει να ανέβει την μεγάλη ανηφόρα ή να έρθει με το αυτοκίνητο

Βασίλης Τσακλιάδης – Ιδιοκτήτης γνωστού cafe bar

-Η οικογένεια μου έφυγε από την πρώην Σοβιετική Ένωση και εγκαταστάθηκε στην Πολίχνη. Αρχικά νοικιάζαμε για χρόνια στην οδό Χρυσοστόμου Σμύρνης. Οι γονείς μου δούλευαν στα καπνά, η γιαγιά μου βοηθούσε στην εκκλησία και εγώ μεγάλωσα στα πάρκα της Πολίχνης, στη Κρύα Βρύση, στη Τζένη Καρέζη, στην πλατεία κάτω από την εκκλησία του Αγ. Παντελεήμονα πριν φτιαχτεί το πλακόστρωτο και το σιντριβάνι. Πήγα δημοτικό στο 1ο και σπούδασα για οχτώ χρόνια στο Ωδείο Πολίχνης.

-Έπειτα μετακομίσαμε στην Αγν. Στρατιώτου και έκτοτε μένουμε εκεί. Άρχισα να δουλεύω από μικρός. Στα 16 μου ξεκίνησα στο Zaza (νυν Cactus) ως σερβιτόρος. Μετά έγινα DJ στο Juego. Δούλεψα στην Καλαμαριά, έφυγα σεζόν στη Χαλκιδική. Λίγο καιρό πριν ανοίξω το δικό μου μαγαζί δούλευα στη Sfina. Εκεί έκανα καλή παρέα με τα αφεντικά ως που κάποια στιγμή δεν μας χωρούσε το μαγαζί γιατί ήταν μικρό. Έτσι πήραμε την απόφαση το 2012 να πάρουμε το τότε “Nik”. Εγώ σταμάτησα από όλα τα extra που έκανα. Δούλευα στο ίδιο μου το μαγαζί. 

310053561-760729555024946-3579707587642852408-n.jpg

 

-Μπορούσα να μετακομίσω λόγω δουλειάς αλλά δεν ήθελα. Είναι κοντά ο περιφερειακός, το κέντρο της πόλης, τα έχεις όλα εδώ. Πλέον τους γνωρίζεις όλους. Είναι μία παρέα η Πολίχνη. 

-Στο τρίγωνο γνώρισα τους μεγαλύτερους ανθρώπους αλλά και τους πολύ νεότερους. Όλοι έρχονται και στηρίζουν. Όλοι έχουμε ένα κοινό – αγαπάμε τον τόπο μας. Έτσι πιστεύω. 

-Οι δικές μου αναμνήσεις έχουν να κάνουν με τον Φοίνικα Πολίχνης, που ήταν από τις πιο δυνατές ομάδες του τοπικού. Επίσης θυμάμαι τα events που γίνονταν στο θεατράκι στην Κρύα Βρύση. Πολλοί καλλιτέχνες και μεγάλα θέατρα έρχονταν εκεί. Είδα πολλούς τραγουδιστές και ηθοποιούς που ενδεχομένως δεν θα έβλεπα. Ήμουν τυχερός και τα πρόλαβα. Αυτό μου έχει μείνει γιατί ασχολούμουν με την μουσική και μου άρεσε που πήγαινα και έβλεπα τέτοια θεάματα. 

-Αν δεν γίνει κάτι συνταρακτικό στη ζωή μου δεν θα φύγω από εδώ. Εύχομαι εδώ να κάνω τα παιδιά μου, να τα μεγαλώσω, να πάνε στα σχολεία που πήγαινα, στα ωδεία και στις ομάδες. Αυτό που αγαπάω είναι πως είμαστε ένα “χωριουδάκι” που αγαπάει τον τόπο του. 

-Θέλουμε λίγο εκσυγχρονισμό. Δεν έχουμε πράγματα να προσελκύσουν τη νεολαία. Αν και τώρα πάει κάτι να γίνει στα ΔΑΚ με καινούργια γήπεδα και χώρους που μπορούν να μαζεύονται οι νέοι. Να μην φεύγουν δηλαδή να πηγαίνουν στο κέντρο ή σε γήπεδα άλλων περιοχών για προπονήσεις. Να κρατήσουμε εδώ τη νεολαία. Ξέρω πολλούς νέους που βαριούνται την Πολίχνη. Πάλι καλά οι καφετέριες κρατάνε λίγο την κατάσταση, που και πάλι είμαστε πιο λαϊκοί και γι’ αυτό να μην έρχονται τόσο νέα παιδιά ακόμα. Θα μεγαλώσουν και πιστεύω θα εκτιμήσουν τον τόπο τους. 

Σάκης Συμεωνίδης – Μπαρμπέρης 

-Γεννήθηκα στη Σουηδία και όταν ήμουν 10χρονών ήρθαμε οικογενειακώς στη Θεσσαλονίκη. Όλα μου τα παιδικά χρόνια τα πέρασα στις γειτονιές της Πολίχνης. Έχω πολλά να θυμάμαι. Αυτό που μου έρχεται στο μυαλό πολύ έντονα είναι το πως τα παιδιά της γειτονιάς με αγκάλιασαν από την πρώτη στιγμή,  τα παιχνίδια στις αλάνες, η μπάλα τις Κυριακές , οι βόλτες στο Τρίγωνο και τα γέλια που κάναμε με την παρέα μου στον δρόμο μέχρι να γυρίσουμε στα σπίτια μας.

-Δούλεψα σε αρκετά μαγαζιά της πόλης ως κομμωτής μέχρι την στιγμή που αποφάσισα να ανοίξω την δική μου επιχείρηση. Τα τελευταία 6 χρόνια έχω το δικό μου μπαρμπέρικο το οποίο συνδυάζει την παράδοση με την σύγχρονη κομμωτική τέχνη.

noname.png

 

-Αυτό που αγαπώ στην Πολίχνη είναι το γεγονός πως τα πράγματα δεν είναι απρόσωπα. Ξέρω όλους τους πελάτες μου. Θέλω να τους γνωρίζω έναν προς έναν και να μαθαίνω τις ιστορίες τους. Ο κάθε ένας που έρχεται εδώ έχει κάτι διαφορετικό να μου πει. Επίσης λατρεύω το γεγονός πως ακόμα σε στην περιοχή, οι άνθρωποι παίρνουν τηλέφωνο για να κλείσουν ραντεβού ή έρχονται απευθείας από το μαγαζί. Μου αρέσει αυτή η άμεση επικοινωνία. Να αναγνωρίζω τις φωνές τους. Το αγαπώ αυτό και δεν θα το άλλαζα με τίποτα.

-Σίγουρα θα μπορούσαν να αλλάξουν μερικά πράγματα. Δεν υπάρχει μέρος που να’ ναι τέλειο. Αυτό που θέλω είναι τα παιδιά μου όσο είναι εφικτό να έχουν τον χώρο να παίζουν σε αλάνες, όπως έκανα εγώ. Βέβαια σε μία αστική περιοχή δεν είναι αυτό πάντα εφικτό. Επομένως αν έπρεπε να προσθέσω κάτι αυτό θα ήταν να δημιουργηθούν περισσότεροι χώροι για τα παιδιά.

Αναστασία Τανάκα – Εργαζόμενη σε cafe-bar

-Οι γονείς μου είναι από την Αλβανία. Είναι μετανάστες στην Ελλάδα. Ήρθε αρχικά ο μπαμπάς μου και μετά εγώ με την μαμά μου όταν ήμουν 9 μηνών. Αρχικά μείναμε περίπου έναν χρόνο στη Νεάπολη και μετά μετακομίσαμε στην Πολίχνη.  Έκτοτε ζω εδώ. Πήγα στο 13ο δημοτικό σχολείο, στο 3ο γυμνάσιο και πέρασα από δύο λύκεια, το 1ο και 3ο Πολίχνης. 

311888222-1093341844650729-6812459568527649129-n.jpg

-Ήμασταν μία παρέα στο πάρκο του Φωκά (πάνω από την εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα) που μέναμε στις γύρω πολυκατοικίες. Αυτό ήταν το “δικό μας” πάρκο – το κλείναμε για να κάνουμε παραστάσεις, χορευτικά. Υπήρχε ένα ύψωμα από μπετό και μαζί με άλλα τρία κορίτσια κάναμε θεατρικά δρώμενα, φτιάχναμε τα δικά μας “μαγαζιά”. Εκεί περνούσαμε τον χρόνο μας από το πρωί μέχρι το βράδυ, χωρίς να δίνουμε ραντεβού και χωρίς να συνεννοούμαστε – συναντιόμασταν διαρκώς εκεί. Ο κ. Κώστας ήταν ο φύλακας του πάρκου, ο οποίος πρόσεχε εμάς, τον χώρο αλλά και τα ποδήλατα μας, τα οποία αφήναμε εκεί πέρα. Παλιά το συγκεκριμένο πάρκο ήταν με περίφραξη, κάτι που δεν υπάρχει πια καθώς ο χώρος έχει μετατραπεί πιο πολύ σε πλατεία. Όταν λίγο μεγάλωσα λίγο άρχισα να πηγαίνω στο πάρκο της κρύας βρύσης, που ήταν η πιο καλή μας έξοδο σε αντίθεση με τα παιδιά τώρα που όλα πηγαίνουν σε καφετέριες. 

-Μου αρέσει να ζω στη Πολίχνη. Είναι μία περιοχή που είναι κοντά στο κέντρο, τα αστικά μπορεί να μην είναι συχνά αλλά βολεύουν πολύ. Είναι μία συνοικία αρκετά ήρεμη, δεν έχει φασαρία και βαβούρα από τα αυτοκίνητα. Είναι σαν ένα μικρό χωριό μέσα στην πόλη. Τα παιδιά γνωριζόμαστε τα περισσότερα μεταξύ μας. Δεν υπάρχει εγκληματικότητα σε σχέση με άλλες περιοχές κοντά μας. Θα ήθελα να μείνω εδώ ακόμα και όταν θα ζω μόνη μου.

-Ένα από τα ζητήματα που εντοπίζω και θα ήθελα να αλλάξω είναι το γεγονός πως αν και η Πολίχνη έχει πολλά μαγαζιά στο Τρίγωνο, αν ανέβεις λίγο πιο πάνω υπάρχει αρκετή ερημιά – ειδικά τα βράδια. Δεν υπάρχουν cafe-bar, φαγάδικα για να βγεις. Έχουν μείνει μόνο καταστήματα με είδη πρώτης ανάγκης. 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα