Rock 100, ο θρύλος της Παύλου Μελά
Αυτό το δισκάδικο έγραψε τη δική του ιστορία στη Θεσσαλονίκη. Ακούστε την από τους πρωταγωνιστές του.
Υπάρχουν μερικά δισκάδικα που έγραψαν τη δική τους ιστορία στη Θεσσαλονίκη. Το Rock 100, το ισόγειο και υπόγειο της Παύλου Μελά 15 αποτέλεσε όχι ένα απλό δισκάδικο αλλά ένα τόπο συνάντησης ανθρώπων. Η ιστορία του ξεκινά το 1980 όταν ο Νίκος Θεοδωράκης έρχεται στη Θεσσαλονίκη. Με εμπλοκή στο χώρο της μουσικής από τη δεκαετία του 60 ακόμα, σε μπάντες στην Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό, αλλά και εργασία εξειδικευμένη ως δημοσιογράφος σε ιστορικά περιοδικά της εποχής (Ταχυδρόμος – Αθηνόραμα – Ντέφι).
Ο ίδιος θυμάται σήμερα: Το μπλέξιμο με τους δίσκους και το εμπόριο ξεκινά το 1979 όταν αρχίζω να φέρνω δίσκους εισαγωγής για τα μαγαζιά της Αθήνας
( Maxi Singles 12 για μπαράκια και ντισκοτέκ) καθώς και ξεχωριστά L.P με μουσική Τζαζ και σάουντρακ από σπάνιες ταινίες. Κάπως έτσι ξεκίνησε και η περιπέτεια στο αρχικό ROCK 100 που είναι στο πατάρι της Τσιμισκη 100.
Το 1984 το δισκάδικο μετακομίζει στην Παύλου Μελά και κει θα γράψει τη δική του ιστορία μέχρι το 2000. Θα ακολουθήσουν 20 χρόνια μουσικής και δισκογραφίας, που θα συστήσουν στη Θεσσαλονίκη πολλά είδη ωραίας μουσικής. Η βιτρίνα του δεν είχε να ζηλέψει τίποτε από των αντίστοιχων ευρωπαϊκών. Εκεί στεκόταν άνθρωποι όλων των ηλικιών και έβλεπαν τις νέες κυκλοφορίες.
Η δουλειά γινόταν με απόλυτα επαγγελματικό τρόπο. Ο Νίκος ξεχωρίζει στιγμές: Ξεχωρίζω τα ταξίδια στο MIDEM κάθε χρόνο στη Γαλλία για να βρούμε υλικό , το δίσκο που με βοήθησε στη Θεσσαλονίκη «Τα παιδιά της Πάτρας» που μου έδωσε ο Τάσος Φαληρεας για διανομή στη Θεσσαλονίκη ( Πάνω από 20000 Τεμ πωλήσεων ). Ο δίσκος του Γκοραν Μπρεγκοβιτς «Ο Καιρός των Τσιγγάνων» 1988 – στην πρώτη εκτέλεση που έφερα από την τότε Γιουγκοσλαβία ( 5.000 )! Ιδιαίτερη τιμή για το Rock 100 η ανάθεση από αξιόλογους ραδιοφωνικούς σταθμούς για τον εξοπλισμό τους ( F.M 102 – 95.8 – Μύλος 88.5 – Ράδιο Παρατηρητής – ) και φυσικά το ότι μεγαλώσαμε όλα τα παιδιά (Αγόρια και Κορίτσια ) που και σήμερα ξεχωρίζουν για τις μουσικές τους απόψεις.
Το δισκάδικο γίνεται στέκι για όλα τα ψαγμένα παιδιά των μαγαζιών και των ραδιοφωνικών σταθμών της πόλης. Περνούν από κει και ψάχνουν στα ράφια του ακούσματα καινούργια ή κλασικά και κουβεντιάζουν με το Νίκο που μεταδίδει τις γνώσεις του στη τζαζ.
Εντός του εργάστηκαν άνθρωποι ιδιαίτερα γνωστοί ως dj ή ραδιοφωνικοί παραγωγοί. Η Βάσω Μιδούχα, ο Γιώτης Μπάγκαλας, ο Δημήτρης Πινίκας.
Οι κακές εποχές, όπως και για τα περισσότερα δισκάδικα της χώρας ήταν όταν ξεκίνησε η πτώση της δισκογραφίας. Τότε ήρθε και το τέλος: Οι στιγμές αυτές μας έστειλαν σπίτι μας. Αφού πρώτα έσπασα, για να γλυτώσω την εφορία, πάνω από 15.000 δίσκους, λέει συνοψίζοντας ο Νίκος.
Δυο άνθρωποι που πέρασαν χρόνια από τη ζωή της εντός του Rock 100 θυμούνται.
Λέξεις: Βάσω Μιδούχα
Άλλη πλευρά;
Αυτό ήταν το διστακτικό παρακαλητό ή προσταγή (ανάλογα με την ευγένεια και το ήθος του καθενός), γιατί … έψαχνες το σπάνιο remix ,την dub εκτέλεση που ήταν πάντα στην δεύτερη πλευρά του «αμερικάνικου» maxi single, γαιτί … δεν είχες πειστεί ακόμη οτι είναι «γαμάτος ο δίσκος», γιατί …περίμενες να ανακαλύψεις το νέο σου «κόλλημα» στο επόμενο αυλάκι…
Κι ενέδιδες. Κι έφερνες «τούμπα» το βινύλιο και πήγαινες τη βελόνα στο επόμενο, στο επόμενο, μέχρι ο πελάτης, να πει ΟΚ, θα το πάρω / κράτησέ μου το… Και το έκρυβες πίσω από τη μαύρη κουρτίνα της αποθηκούλας (και «γκρίνιαζε» ο κύριος Θεοδωράκης..), το ξεχώριζες από τη στίβα με όσα είχες συγκεντρώσει, είχες προτείνει να ακούσει ο DJ του μαγαζιού, ο ραδιοφωνικός παραγωγός ενώ, δίπλα το «αφεντικό» μετρούσε τα χιλιάρικα, ή έκοβε την επιταγή…
Υπήρχαν κι αυτοί που έρχονταν συστημένοι, διαβασμένοι, είχαν σημειώσει τί ήθελαν, γιατί το άκουσαν στον Γιάννη Πετρίδη, το διάβασαν στο ΠΟΠ και ΡΟΚ, στο γερμανικό BRAVO, και ας μην ήξεραν τη γλώσσα, όπως εγώ – το αγοράζαμε για τα αυτόγραφα!!!
Στο ενδιάμεσο, τα ξεσκόνιζες με πανί αλλά και με εκείνο το μπλε υγρό που άφηνες να τρέξει στα αυλάκια του βινύλιου, για να παραμείνει «γυαλιστερό». Κολλούσες το χάρτινο εξώφυλλο που ειχε σχιστεί και το αυτοκόλλητο του δισκάδικου, «σφραγίδα» στη μνήμη για το από πού το αγόρασες! Και φυσικά στους καλούς φίλους/πελάτες, τα περιέβαλες και με το προστατευτικό πλαστικό, με το logo του ROCK 100.
Σ αυτούς τους φίλους με το «πλαστικό», τους έκανες και καφέ, σε κούπα γυάλινη, τρώγατε μαζί σοκολάτες από το περίπτερο, μιλούσατε για τη χτεσινή συναυλία, για την ταινία που πρέπει να δεις και τους έπειθες βάζοντας να παίζει το soundtrack του «Καιρού των Τσιγγάνων», της «Κοιλιάς του Αρχιτέκτονα», του «Top Gun».
Περίμενες το πρωί τον πωλητή της δισκογραφικής να σε ενημερώσει για τις νέες κυκλοφορίες, να τον μετα-πείσεις να φέρει σε σένα τον προωθητικό «χάρτινο» Μichael Jackson, να τον βάλεις «κράχτη» στη βιτρίνα. Να πάρεις σπίτι σου το stand, όταν περάσει το «Thriller».
Περίμενες να κουδουνίσει το fax και στο ρολό χαρτιού με τις νέες κυκλοφορίες της δισκογραφικής να βάλεις παραγγελίες … στα κουτουρού! Ποντάροντας στο label, το όνομα, καθώς δεν είχες ενημέρωση από το διαδίκτυο.
Περίμεναν μαζί σου οι «βινυλιοφάγοι» ν’ ανοίξεις με το κοπίδι το χαρτοκιβώτιο με τις νέες παραλαβές και τις ..«ελλειψεις».. όσα είχαν εξαντληθεί αλλά άξιζαν να τα ξαναπροτείνεις και σε άλλα αυτιά.
Τα hits τα άκουγες το καλοκαίρι στη Μύκονο κι έπαιρνες άγρυπνη από το Cavo Paradiso κι έλεγες «Στάθη, παρήγγειλε αυτό 100 κομμάτια…». Κι ο φόβος της μεγάλης ποσότητας, μη μείνει στοκ, γινόταν χαμόγελο, όταν γινόταν μεγάλο hit. Το είχες προωθήσει επιλεκτικά, το είχες δώσει χέρι χέρι στους φίλους, το κομμάτι που θα τους αποθέωνε, στο club, στο ραδιόφωνο. Και θα έφερνε την επομένη τους «εθισμένους» στο δισκοπωλειο να στο ζητάνε, με στερητικό σύνδρομο, με αγωνία «Πότε θα το φέρετε;».
Χριστούγεννα και Πάσχα, βοηθήσουμε όλοι τότε, ΠΑΝΩ στο ταμείο «έναν δίσκο του Πάριου, μια διπλή κασέτα με τις επιτυχίες, τυλίξτε τα με κάρτα αλλαγής».
Άλλαξαν πολλά από τότε στο ROCK 100. Υπάρχει η «άλλη πλευρά», η φηφιακή ενημέρωση, η ψηφιακή αγορά, η ψηφιακή μοιρασιά….
Υπάρχουν όμως όλα τα όμορφα που μοιράστηκα με το Νίκο, το Στάθη, το Δημήτρη, το Γιώτη, τη Μαργαρίτα, στο ROCK 100 της Διαγωνίου και είναι «Recorded» στα αυλάκια της καρδιάς μου.
Λέξεις: Γιώτης Μπάνγκαλας
Έχοντας μια εμπειρία απο το δισκάδικο POP-SEVEN του Χρ. Κουτρουβίτση (στην οδό Παύλου Μελά), γύρω στα 1985 άρχισα να δουλεύω DJ στο BEL-AIR CAFE… Ψάχνοντας για μουσικές στα δισκάδικα ανακάλυψα ένα νέο δισκάδικο, το ROCK 100 επί της Παύλου Μελά κοντά στη Διαγώνιο… Το είχε ο Νίκος Θεοδωράκης, αγοράζοντας μερικούς δίσκους και συζητώντας με τον Νίκο μου πρότεινε αν θέλω να δουλέψω στο ROCK 100. Κι έτσι άρχισε η συνεργασία μας… Στο δισκάδικο δουλεύανε κι άλλοι, ο Στάθης, η Μαργαρίτα, ο Δημήτρης, η Βάσω. Καθένας είχε τον τομέα του, κι εγώ ήμουν στην κλασσική υπόγα που μόλις κατέβαινες σου ερχόταν το άρωμα του βυνιλίου. Ωραία διακόσμηση με posters στους τοίχους, διάφορα χάρτινα ομοιώματα καλλιτεχνών κλπ. Εγώ ήμουν στο Rock, Pop, Blues, Funk, Jazz, Ethnic ρεπερτόριο, ήξερα πολλές φορές για κάθε πελάτη τι ήθελε να του δώσω για να γουστάρει, μου είχαν πολύ εμπιστοσυύνη σε αυτό που τους πουλούσα… Είχα κι ένα πρωτότυπο τρόπο πώλησης με την μουσική ενημέρωση των νέων δίσκων και cd… Και πολύ χιούμορ… Ο Στάθης ήταν στα 12′ maxi στα Sountracks, θυμάμαι μερικά ήταν και σπάνια να τα βρούμε. Ο ΕΡΑΣΤΗΣ ΤΗΣ ΚΟΜΜΩΤΡΙΑΣ, KAOS NICOLA PIOVANI το EL SUR (O ΝΟΤΟΣ ΤΟΥ ΣΟΛΑΝΑΣ ΑΡΓΕΝΤΙΝΟΥ ΣΚΗΝΟΥ) και πολλά άλλα. Πάρα πολύ ενδιαφέρον και γιατι αυτό; Γιατιί ήταν κοντά το DEFACTO CAFE και είχαμε πολύ καλές φιλίες με πελάτες που ήταν μουσικοί, ηθοποιοί, πολιτικοί, και πολλοί άλλοι, όλοι περνούσαν από το ROCK 100. Την περίοδο 1985-2000 πέρασαν πολλές νέες μουσικές και μουσικά ονόματα και groups δυνατά, που τα ανακάλυψε η ομάδα του ROCK100, Cesaria Evora, Bregovic… Θυμάμαι ο Νίκος είχε πάει στη Γιουγκοσλαβία για να τον συναντήσει…. Όπως έκανα εγώ με τη Nico και τον Jeff Beck. Και όχι ότι τα άλλα δισκάδικα στην πόλη μας δεν είχαν ικανούς πωλητές, απλώς δούλευαν άλλο είδος μουσικής πιο πολύ, Heavy, Indie, New Wave, Techno, Punk. Όταν άρχισαν οι εισβολείς στην πόλη μας και οι τιμές στους δίσκους και τα cd να παίζουν περίεργα, για πολλούς επιχειρηματίες ήταν δύσκολο να αντέξουν. Έτσι, το ROCK 100 δεν μπόρεσε να αντέξει… Άφησε τις καλύτερες αναμνήσεις σε πάρα πολύ κόσμο, μέχρι και σήμερα πολλοί με σταματούν και μου λένε την ιστορία της πώλησης του δίσκου. Εγώ πάντως τράβηξα ένα βίντεο πως πήγαινα κάθε μέρα στο ROCK 100, το άνοιγα, σκούπιζα πάνω κάτω το μαγαζί, μουσικές, καφέ, μετά μουχαμπέτια με τη γριά του περιπτερου και με περαστικούς… Ότι καλυτερο ντοκουμέντο. That’s life…