Η σκοτεινή ιστορία του εμπρησμού του συνοικισμού Κάμπελ
Κορυφαία στιγμή της αντισημιτικής και φασίζουσας δράσης της αποτελεί το πογκρόμ στο Κάμπελ αλλά και στους άλλους εβραϊκούς συνοικισμούς της πόλης στα τέλη Ιούνη του 1931
Ήταν 29, 30 Ιουνίου του 1931 όταν «γράφτηκε» ένα σκοτεινό κομμάτι της ιστορίας της Θεσσαλονίκης, που παρέμενε καλά κρυμμένο για χρόνια.
Η ιστορική μελέτη, αρχείο και λεύκωμα, του Μιχάλη Τρεμόπουλου «Τα τρία Ε (ΕΕΕ) και ο εμπρησμός του Κάμπελ», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αντιγόνη» φωτίζει με ντοκουμέντα τα όσα συνέβησαν εκείνες τις ημέρες.
Το βιβλίο «Τα τρία Ε (ΕΕΕ) και ο εμπρησμός του Κάμπελ» αναφέρεται σε ένα σημαντικό κεφάλαιο της προπολεμικής Θεσσαλονίκης, που ο συγγραφέας Μιχάλης Τρεμόπουλος κατάφερε να ερευνήσει με πληρότητα, να βρει στοιχεία και φωτογραφίες που δημοσιεύονται για πρώτη φορά και να αποκαλύψει τη σχέση πολιτείας και Τύπου με την οργάνωση «Εθνική Ένωσις Ελλάς». Ανάμεσα στα ντοκουμέντα είναι και τα πρακτικά της απαλλακτικής δίκης των εμπρηστών του Κάμπελ και των ηθικών αυτουργών, τα οποία παρουσιάζονται ενδελεχώς.
Τα φαινόμενα του εθνικισμού, του φασισμού και του αντισημιτισμού του Μεσοπολέμου έχουν μεγάλη συνάφεια με σύγχρονες καταστάσεις και πρακτικές, που πρέπει να ερμηνευτούν και να αντιμετωπιστούν.
Η εμφάνισή της οργάνωσης «Εθνική Ένωσις ‘Ελλάς’» (ΕΕΕ ή 3Ε) το 1927 στη Θεσσαλονίκη και η ανάπτυξή της είναι αντίστοιχη των εξελίξεων στην Ελλάδα -και στην Ευρώπη- κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου και της Κατοχής. Με προσφυγικές ρίζες και πολιτικές διασυνδέσεις, η ΕΕΕ θα αναδειχθεί μετά το 1929 σε σημαντική εθνικιστική, αντισημιτική και αντικομουνιστική οργάνωση, συσπειρώνοντας χιλιάδες μέλη και δημιουργώντας δεκάδες παραρτήματα σε όλη την Ελλάδα καθώς και δορυφορικές ή συνεργαζόμενες οργανώσεις.
Κορυφαία στιγμή της αντισημιτικής και φασίζουσας δράσης της αποτελεί το πογκρόμ στο Κάμπελ αλλά και στους άλλους εβραϊκούς συνοικισμούς της πόλης τον Ιούνιο του 1931. Οι επιθέσεις, οι εμπρησμοί, οι νεκροί, οι τραυματίες και ο ξεριζωμός των φτωχών εβραίων, γεγονότα που απωθήθηκαν στο συλλογικό ασυνείδητο, είχαν ανάγκη από λεπτομερή καταγραφή, όπως και η στάση του Τύπου, των πολιτικών, των κομμάτων, της Δικαιοσύνης κτλ.
Περιγράφονται με γλαφυρότητα και ιστορική τεκμηρίωση οι βιαιοπραγίες και ο εμπρησμός της εβραϊκής συνοικίας το βράδυ της 29ης Ιουνίου του 1931. Η συνοικία του Κάμπελ (στη σημερινή περιοχή του Βότση στην Καλαμαριά) ήταν μια εβραϊκή φτωχογειτονιά (παραγκούπολη) της Θεσσαλονίκης όπου διέμεναν οικογένειες εβραίων που μετακινήθηκαν εκεί μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917. Οι εβραίοι για άλλη μια φορά έγιναν τα εξιλαστήρια θύματα μιας δύσκολης περιόδου της ιστορία της πόλης.
Το βιβλίο παρουσιάζει και φωτίζει τα πρακτικά αυτής της ξεχασμένης δίκης μέσα από τα οποία γίνεται φανερό το παιχνίδι σε βάρος των εβραίων και ο τρόπος που λειτουργούσαν οι οργανώσεις και το παρακράτος της εποχής.
Διαβάστε ένα απόσπασμα από το βιβλίο που παραχώρησε ο συγγραφέας στην Parallaxi:
Ο εμπρησμός του συνοικισμού Κάμπελ
Το πρώτο θύμα της επίθεσης είναι ο χριστιανός φούρναρης του συνοικισμού, ο Λεωνίδας Παπάς, που δέχεται θανάσιμο πλήγμα από σφαίρα στο στομάχι, στην προσπάθειά του να προστατέψει τους εβραίους γείτονές του, αρνούμενος να κρύψει τη βενζίνη με την οποία στόχευαν οι εθνικιστές να πυρπολήσουν τον συνοικισμό.
«Από νωρίς φέρανε ένα βαρέλι μπενζίνα στο φούρναρη, μα αυτός δεν τη δέχτηκε. Εμείς το πληροφορηθήκαμε αργότερα και γι’ αυτό κλειστήκαμε στα σπίτια μας και περιμέναμε να τους αντιμετωπίσουμε, χωρίς να πιστεύουμε όμως ότι θα φτάναν μέχρι του σημείου να βάλουν φωτιά», θα πει ένας κάτοικος του Κάμπελ.
Μπορεί βάσιμα να υποθέσει κανείς ότι η ενέργεια αυτή είχε στόχο και το να παραδειγματιστούν όσοι χριστιανοί συνεργάζονται με τους εβραίους.
Η προμελέτη του εμπρησμού ενισχύεται από την περιγραφή της εφημερίδας «Νέα Αλήθεια», η οποία αναπαράγοντας την αστυνομική έκθεση, γράφει ότι «οι εθνικισταί, ενισχυθέντες παρά δισχιλίων περίπου ατόμων εκ των πλησίον προσφυγικών συνοικισμών (…) περιέχυσαν τας οικίας των Ισραηλιτών, θέσαντες ακολούθως πυρ εις αυτάς εκ των τεσσάρων σημείων».
Η εφημερίδα «Η Ελληνική» προσθέτει ότι ακούγονται πρώτα σφυρίγματα και μετά από την κραυγή «Βάλτε τους φωτιά!», περιχύνουν τα σπίτια του συνοικισμού και τα πυρπολούν.
Αντίθετα, για τον αστυνομικό διευθυντή και τη «Μακεδονία» η πυρκαγιά ξεκίνησε με άγνωστο τρόπο σε ένα παράπηγμα και μεταδόθηκε σε παρακείμενα. Πάντως, «το πυρ επέτεινε την σύγχυσιν ήτις έφτασε εις το κατακόρυφον με τους πυροβολισμούς οι οποίοι ερρίφθησαν αθρόοι. Το πυρ, οι πυροβολισμοί, αι κραυγαί και αι ύβρεις επροκάλεσαν τοιαύτην αναστάτωσιν ώστε ουδεμία ήτο δυνατόν να γίνει άμεσος ενέργεια προς κατάσβεσιν του πυρός το οποίον εξηπλώθη και εις τους παρακειμένους θαλάμους».
Οδοφράγματα και εφ’ όπλου λόγχη
Γιατί δεν ήταν δυνατόν να σβηστεί η φωτιά ενώ ήταν παρόντα δυο χιλιάδες άτομα;
Η εξήγηση δίνεται στο ρεπορτάζ της ίδιας της «Μακεδονίας», όπου αναφέρεται ότι οι εθνικιστές έχουν δημιουργήσει οδοφράγματα για να εμποδίσουν τη διέλευση των πυροσβεστικών αντλιών. «Ειδικόν συνεργείον πολιτών έθεσεν οδοφράγματα επί της Κεντρικής οδού διά ν’ ανακόψη επικείμενην ίσως έγκαιρον άφιξιν αντλιών», λέει και η «Ακρόπολις». Και για να κρατήσουν τα οδοφράγματα, δίνουν πραγματικές μάχες.
Τα οδοφράγματα στήνονται κοντά στο κέντρο Φλόκα, σύμφωνα με την εφημερίδα «Ακρόπολις», η οποία συμπληρώνει ότι αυτά θα καταστραφούν μόνο μετά από την επέλαση του ιππικού, που θα διαλύσει τους επιδρομείς. Εντωμεταξύ, όμως, οι επιτιθέμενοι «οχυρωθέντες όπισθεν αυτών ήρχισαν πυροβολούντες συνεχώς εις τρόπον ώστε αν οι χωροφύλακες απεπειρώντο να καταλάβουν τα οδοφράγματα θα εδοκίμαζον πολλάς απώλειας». Οι σφαίρες τους, μάλιστα, αχρηστεύουν 2 αυτοκίνητα με χωροφύλακες, που αναγκάζονται να πέσουν πρηνηδόν και να πυροβολήσουν και αυτοί στον αέρα προς εκφοβισμό.
Έτσι, «έως ότου φτάσουν αι αντλίαι αι φλόγαι περικύκλωσαν είκοσι εν όλω θαλάμους τους οποίους και απετέφρωσαν».
Μετά το σπίτι του προέδρου του συνοικισμού Μπεράχα, μπαίνουν φωτιές και σε άλλα. Καίγεται ένα συγκρότημα από δέκα θαλάμους και όλοι οι δεξιά της οδού προς το Σέδες, δηλαδή από τη μεριά της Καλαμαριάς. Καίγεται το παντοπωλείο του Γιοσέ Βρέζια, μετά το παράπηγμα του Σoλομών Βεντούρα. Μέσα σε μια ώρα καταστρέφονται 11 κτίρια, 6 μεγάλοι θάλαμοι τολ και άλλοι μεμονωμένοι οικίσκοι, όπου στεγάζονταν 54 οικογένειες, καθώς και το σχολείο, το φαρμακείο του Ισαάκ Τίβολι, η συναγωγή και οι κατοικίες του ραβίνου Α. Περές, του γιατρού Μιχαήλ Πέσσαχ και του διαχειριστή του συνοικισμού Λιάου Λευή.
Οι περιγραφές από τα ρεπορτάζ για τον εμπρησμό στο Κάμπελ είναι ανατριχιαστικές:
«Σε λίγο αναπηδούν οι πρώτες φλόγες από το κέντρο του συνοικισμού. Καίγεται η συναγωγή, το σχολείο, το φαρμακείο. Η φωτιά μεταδίδεται και εις το σπίτι του Ραββίνου και του γιατρού Μιχαήλ Πέσσα. Ενώ ο συνοικισμός παραδίδεται εις τας φλόγας, αραί και απειλαί διασταυρώνονται, σύγχυσις και πανικός.
Σε λίγο ένα καραβάνι κόσμου ορμά από ένα τμήμα του συνοικισμού προς το «Βυζάντιον» εις το οποίον το πυρ ακούγεται σε όλην την έκτασιν. Είναι 32 οικογένειες οι οποίες εγκαταλείπουν το παν για να σωθούν».
Εκτός από την παρεμπόδιση της πυροσβεστικής, ώστε να μη σβήσει τη φωτιά, οι εθνικιστές, με νέες ενισχύσεις, επιχειρούν νέα επίθεση για «να καταστρέψουν τελείως τον Ισραηλιτικόν συνοικισμόν». Τότε οι χωροφύλακες σχηματίζουν μια πρώτη γραμμή μάχης και σε λίγη απόσταση οι στρατιώτες του πεζικού, με εφ’ όπλου λόγχη, σχηματίζουν μια δεύτερη ζώνη. Οι επιδρομείς επιχειρούν νέες επιθέσεις αλλά φτάνουν μέχρι τις στρατιωτικές λόγχες και πολλοί λογχίζονται ή σχίζονται τα ρούχα τους. Τότε κάνουν άλλη επίθεση και «πλαγιοδρομούν» προς την αντίθετη πλευρά του συνοικισμού, που ήταν αφρούρητη. Ως έσχατη επιλογή, ο επιτελάρχης του Γ’ Σώματος Στρατού διατάσσει το ιππικό να εμποδίσει με επέλαση τη νέα επίθεση. Όντως οι ιππείς ορμούν και απωθούν προς τα πίσω τους επιτιθέμενους.
Είναι η στιγμή που οι πυροσβέστες βρίσκουν ευκαιρία και κατορθώνουν να μεταφέρουν εκτός του συνοικισμού όσους βρισκόταν μέσα ή ανάμεσα στα φλεγόμενα οικήματα καθώς και τους τραυματίες.
Δύο άτομα έχουν «παραπατηθεί» από το πλήθος και μεταφέρονται στο νοσοκομείο Χιρς. Στις 2 π.μ. ο Καλοχριστιανάκης αναφέρει ότι «υπάρχουν εξ τραυματίαι, εκ των οποίων οι τέσσερις εβραίοι και οι δύο χριστιανοί, μεταφερθέντες οι μεν τρεις εις το νοσοκομείον Χιρς, οι δε άλλοι τρεις εις το Δημοτικόν Νοσοκομείον». Η «Μακεδονία» αναφέρει ότι όλοι τραυματίστηκαν «εκ των ριφθέντων πυροβολισμών» και ότι οι εβραίοι «οι οποίοι είναι ελαφρότερον τραυματισμένοι είναι οι Σαλομόν Βεντούρα και Ζοζέ Φρομάνο». Το αποτέλεσμα είναι να μείνουν άστεγες περίπου 210 οικογένειες φτωχών εβραίων.
Ο υποδιευθυντής της αστυνομίας Γαβριλάκος είναι αυτός που είχε διατάξει τη διάλυση των εθνικιστών και έσπευσε για κατάσβεση της πυρκαγιάς. Ο Καλοχριστιανάκης πάντως κάνει νυχτερινή αναφορά στον Γενικό Διοικητή αλλά και στον πρωθυπουργό Βενιζέλο. Επιτόπου καταφτάνουν ο Εισαγγελέας Εφετών Γαρέζος, ο Φρούραρχος Τζαβέλλας καθώς και ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών Κωνσταντίνου, ο οποίος μετά την ποινική δίωξη κατά της «Μακαμπή» αναλαμβάνει και αυτή την υπόθεση, συνιστώντας «άκραν επιφύλαξιν εις ανακοινώσεις».