Στο δρόμο βρίσκεται το δικό τους γραφείο
Εννιά πλανόδιοι πωλητές μιλούν για τη ζωή τους στην Parallaxi.
Λέξεις: Στέλλα Παϊσανίδη
Εικόνες: Σοφία Λαμπρινοπούλου
Καθώς οι εξελίξεις «τρέχουν» με τα αναγνωρίσιμα πρόσωπα να μονοπωλούν το δημόσιο ενδιαφέρον η συντακτική ομάδα της Parallaxi αποφασίζει σήμερα να δώσει βήμα σε άγνωστες φιγούρες, τους πλανόδιους πωλητές αυτής της πόλης. Μιλήσαμε με αρκετούς εργαζόμενους που συναντήσαμε στους δρόμους της Θεσσαλονίκης και σας τους παρουσιάζουμε έναν προς έναν. Ο καθένας έχει να πει τη δική του ιστορία.
«Στην Ελλάδα ο Έλληνας κάνει διαπραγματεύσεις με το βρακί του»
Η Σταματία Μιχαηλίδου, γλυκιά και καλοσυνάτη, είναι η πρώτη που βρέθηκε στο δρόμο μας. Στα 70 της πια, δε διστάζει να μοιραστεί χωρίς κανέναν ενδοιασμό τις σκέψεις της μαζί μας.
Σε ηλικία 12 ετών, ξεκίνησε να εργάζεται σε βιοτεχνίες και έμαθε καλά την τέχνη της ραφής. Όπως, όμως, λέει «στην Ελλάδα ο Έλληνας κάνει διαπραγματεύσεις με το βρακί του», κάτι με το οποίο δεν συμβιβάστηκε ποτέ. Από πρώτη μοδίστρα, καθαρίστρια σε διάφορα σπίτια και τελικά στα 62 της πωλήτρια κουλουριών στην Πλατεία Αριστοτέλους.
«Κάποτε απ’ το κουλούρι έχτιζαν σπίτια, σήμερα το μεροκάματο έπαψε να βγαίνει» δηλώνει και παραπονιέται για τα 10.000 ευρώ πρόστιμο που της χρεώθηκαν λόγω άδειας που δεν κατάφερε να ανανεώσει για μόλις τρεις μέρες αφού «χρειαζόταν εκείνα τα μεροκάματα».
Σήμερα, δεν θα πρότεινε σε καμία περίπτωση σε κάποιον νέο να ασχοληθεί με το κουλούρι αλλά θα πρότεινε ανεπιφύλακτα σε όλους να φύγουν στο εξωτερικό εφόσον έχουν τη δυνατότητα.
«Ζω χωρίς φως και νερό σε σπίτι που μου παραχώρησε ο Δήμος»
Τον Χρήστο Μουμίνογλου θα τον συναντήσει κανείς καθημερινά στην Πλατεία Αριστοτέλους αφού βρίσκεται εκεί χειμώνα- καλοκαίρι 18 περίπου ώρες ημερησίως.
Ο Χρήστος θυμάται πάντα τον εαυτό του στο δρόμο είτε πουλώντας κάστανα, είτε καλαμπόκι. Παρ’ όλα αυτά ακόμη και ο ίδιος ξεχνά πόσα χρόνια τώρα κάνει αυτή τη δουλειά.
Στις μεγαλύτερες δυσκολίες της δουλειάς συμπεριλαμβάνει όχι τόσο τις καιρικές συνθήκες όσο τους χρήστες ουσιών που όπως λέει τον προσεγγίζουν καθημερινά και απαιτούν από αυτόν να τους δώσει δωρεάν σαλέπι.
Όσο για τις πωλήσεις, λέει ότι «ο κόσμος διαλέγει πλέον πάντα το φθηνότερο ακόμα κι αν η ποσότητα είναι πολύ μικρή».
Αυτή τη στιγμή ζει χωρίς ρεύμα και χωρίς νερό σε οίκημα που του έχει παραχωρήσει ο Δήμος λόγω ασθένειας.
Για σχέδια δεν κάνει ούτε λόγο, ωστόσο, σχολιάζει και αυτός ότι αν ήταν 18 χρόνια νεότερος θα έφευγε οπωσδήποτε στο εξωτερικό.
«Σε μία εβδομάδα μπορεί να βγάλω μόνο έξι ευρώ»
Ο Θεόδωρος Λαζαρίδης ξεκίνησε να εργάζεται πριν από 25-30 χρόνια ως πωλητής λαϊκών λαχείων. Τα τελευταία 15 χρόνια αναγκάστηκε λόγω της κρίσης να πουλάει παιχνίδια ως πλανόδιος πωλητής.
Μια συνηθισμένη ημέρα ξεκινά γι’ αυτόν στην περιοχή των Αμπελοκήπων, όπου προωθεί τα παιχνίδια σε όσους πιστεύει ότι θα αγοράσουν. Στη συνέχεια, μεταφέρεται στην Πολίχνη και τέλος σε κεντρικές πλατείες όπως την Αριστοτέλους και την Αγίας Σοφίας.
Παρότι λαμβάνει σύνταξη, αυτή όπως λέει δεν επαρκεί σε καμία περίπτωση για τα καθημερινά οικογενειακά έξοδα. Αλλά και η δουλειά τελευταία σχολιάζει ότι έχει πέσει τόσο ώστε είναι δυνατόν να βγάλει μέσα σε μία εβδομάδα μόλις έξι ευρώ.
«Μακάρι κάθε παιδί να ζωγραφίζει στο δρόμο»
Ο Ανδρέας Καντίλης εργάζεται ως ζωγράφος στην Πλατεία Αριστοτέλους τα τελευταία 26 χρόνια. Πρόκειται για το μοναδικό επάγγελμα, με το οποίο ασχολήθηκε στη ζωή του πάντα στους δρόμους της Θεσσαλονίκης.
Εργάζεται σε καθημερινή βάση για 9,5 ώρες και δημιουργεί ό,τι κάθε φορά του έρχεται στο μυαλό ή κεντρίζει το ενδιαφέρον του.
Σήμερα, ο κόσμος λέει ότι αγοράζει σπάνια πίνακες, ωστόσο, στα 55 του χρόνια δε σκέφτεται σε καμία περίπτωση να αλλάξει επάγγελμα.
Στη δουλειά του θεωρεί ότι δεν υπάρχουν δυσκολίες και αυτό γιατί την αγαπά ιδιαίτερα.
Στόχος του είναι να μπορεί και στο μέλλον να συνεχίσει να κάνει κάθε μέρα την ίδια δουλειά, στο ίδιο σημείο ενώ όνειρό του είναι κάθε παιδί να βγει στο δρόμο και να ζωγραφίζει.
«Η δουλειά αυτή έχει ακόμα καλά λεφτά»
Φυσικά, θα ήταν απίθανο να μη συναντούσαμε στο δρόμο μας το διάσημο καστανά! Ο Γεώργιος Δήμου, άνετος και εξαιρετικά κοινωνικός μας υποδέχεται και μιλά με χαρά για τη δουλειά του.
Πωλητής κάστανων τα τελευταία 30 χρόνια, ο Γεώργιος Δήμου, δηλώνει ότι λατρεύει τη δουλειά του και δεν θα την άλλαζε με τίποτα. Γι’ αυτό παροτρύνει κάθε νέο να βγει στο δρόμο και να πουλήσει κάστανα μιας και η δουλειά «έχει ακόμα λεφτά».
Ο ίδιος δεν κάνει σχέδια αφού όπως λέει «τα σχέδια είναι για τη νεολαία».
«Η δουλειά είναι ευχάριστη και μ’ αρέσει να μαθαίνω νέα πράγματα»
Η Χριστίνα Σκενδέρη είναι μόλις 18 ετών και εργάζεται τους τελευταίους πέντε μήνες ως εξωτερική πωλήτρια καρτών κινητής τηλεφωνίας. Παράλληλα, σπουδάζει παιδαγωγικά.
Έως τώρα δηλώνει πολύ ευχαριστημένη με τη δουλειά καθώς της αρέσει να μαθαίνει νέα πράγματα ενώ χαίρεται ιδιαιτέρως όταν ηλικιωμένοι κύριοι και κυρίες την επιβραβεύουν για την προσπάθειά της.
Στις δυσκολίες του επαγγέλματος συμπεριλαμβάνει το καμάκι από διάφορους νεαρούς ή μεγαλύτερους σε ηλικία, κάτι που όπως δηλώνει την ενοχλεί απίστευτα αλλά και το φόβο για κλοπή των αντικειμένων και των χρημάτων που είναι υποχρεωμένη να κουβαλά μαζί της καθημερινά στη δουλειά.
Τα σχέδιά της περιλαμβάνουν μόνο ό,τι έχει να κάνει με τη σχολή της ενώ οπωσδήποτε σκέφτεται να αφήσει στο μέλλον τη συγκεκριμένη δουλειά.
Θα πρότεινε σε κάποιον να κάνει την ίδια ή αντίστοιχη δουλειά προκειμένου να εξοικειωθεί με την επαφή με τον κόσμο και εφόσον έχει μεγάλη ανάγκη τα χρήματα.
«Πρέπει μονίμως να ελπίζουμε αλλιώς τη βάψαμε»
Ο Ιωάννης Λούσιο είναι καθηγητής Αγγλικών και εκπαιδευτής Kite Surfing. Παράλληλα, εργάζεται ως πλανόδιος πωλητής χειροποίητων κοσμημάτων στην Πλατεία Αγίας Σοφίας. Ο Ιωάννης πιστεύει ότι «θα πρέπει να αρπάζουμε κάθε ευκαιρία για εργασία που μας δίνεται ειδικά σε περίοδο κρίσης».
Ως πλανόδιος πωλητής, ο Ιωάννης, εργάζεται καθημερινά 10 ώρες την ημέρα. Η δυσκολία του συγκεκριμένου επαγγέλματος εντοπίζεται όπως λέει στο «να αποκτήσεις spot ή πόστο». Αυτό σημαίνει ότι εάν κάποιος λείψει ένα διάστημα για οποιονδήποτε λόγο, τότε υπάρχει περίπτωση κάποιος άλλος να καταλάβει τη θέση του. Πρόκειται για μία νομική εκκρεμότητα που όπως μας πληροφορεί θα διευθετηθεί από τον Μάρτιο και έπειτα. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, στις δυσκολίες εντάσσει τις καιρικές συνθήκες καθώς όπως λέει «σε αυτό το επάγγελμα είσαι έξω 100%».
Αυτή τη στιγμή σκέφτεται να σχεδιάσει τη δική του επιχείρηση σε κάποιο νησί χαμηλού προφίλ, όπως η Λήμνος, όπου θα μπορούν όλα τα μέλη της οικογένειας να ασχοληθούν ο καθένας ξεχωριστά με το αντικείμενό του.
Ο Ιωάννης θα πρότεινε με μεγάλη επιφύλαξη σε κάποιον να ασχοληθεί με το χειροποίητο κόσμημα και αυτό γιατί λαμβάνοντας υπόψιν τις ώρες που απαιτούνται για την κατασκευή των κοσμημάτων τελικώς αποτελεί ένα επάγγελμα εξαιρετικά χρονοβόρο.
«Ο χώρος του αρώματος έχει δυστυχώς μετατραπεί σε επιθετική μορφή πώλησης»
Και ποιος δεν έχει συναντήσει στο δρόμο του την Ειρήνη Νυκτερίδου. Για όσους δεν την ξέρουν, η κυρία Νυκτερίδου δραστηριοποιείται ως πωλήτρια στο χώρο του αρώματος τα τελευταία 18 χρόνια και σήμερα μας μιλά ανοικτά για το πολυσυζητημένο επάγγελμα του να αρωματίζεις τους περαστικούς.
Όπως λέει, πρόκειται για τα τελευταία τέσσερα χρόνια που «ο χώρος του αρώματος μετατράπηκε σε επιθετική μορφή πώλησης». Ο ανταγωνισμός είναι, όπως συνεχίζει τέτοιος ώστε δεν υπάρχουν περιθώρια για υιοθέτηση διαφορετικών τακτικών.
Η ίδια εργάζεται τρεις ώρες ημερησίως. Η μέρα κυλάει γι’ αυτήν άλλοτε εύκολα και άλλοτε δύσκολα ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες.
Ωστόσο, ο κόσμος ανταποκρίνεται στο κάλεσμά της σε ποσοστό 80% ενώ ένα ποσοστό 20% θεωρεί κουραστική την προσέγγισή της. Τελικώς, όμως, ο κόσμος επανέρχεται στην ίδια και μάλιστα με τους καταλόγους που η ίδια τους είχε παραθέσει.
Η Ειρήνη, λέει ότι δύσκολα θα πρότεινε σε κάποιον να κάνει τη δουλειά μιας και όπως τονίζει «απαιτεί ένα ευγενικό θράσος».
«Έχω μαλώσει με κάμποσες πελάτισσες»
Στα πλακόστρωτα δρομάκια της αγοράς του ιστορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης Καπάνι, οι δυνατές φωνές που διαλαλούν τη φρέσκια πραμάτεια και οι έντονες μυρωδιές μας οδηγούν στην τελευταία μας στάση, τον πάγκο του Γιάννη Κατραμάδα. Ο Γιάννης, 47 ετών, ασχολείται τα τελευταία 22 χρόνια με το εμπόριο ψαριών. Ευγενικός και προσεγγίσιμος, ο Γιάννης, μοιράζει χαμόγελα στους περαστικούς για δέκα με δώδεκα ώρες την ημέρα.
Από τα μεσάνυχτα στην ιχθυόσκαλα για την εξασφάλιση του εμπορεύματος, στη συνέχεια εξυπηρέτηση του κόσμου, καθαριότητα και κλείσιμο αργά το απόγευμα. Όλα αυτά καθιστούν μια συνηθισμένη ημέρα για εκείνον κάθε άλλο παρά εύκολη.
Στις δυσκολίες του επαγγέλματος ο ίδιος συμπεριλαμβάνει το κρύο, την υγρασία, τη ρουτίνα, την καθημερινή συναναστροφή με τον κόσμο αλλά και τον παράγοντα οικονομική κρίση. Περισσότερο, βέβαια, δηλώνει ότι τον φοβίζει η γκρίνια της γυναίκας του σε καθημερινή βάση για τη μυρωδιά του ψαριού.
Στα 22 χρόνια εργασίας του έχει μαλώσει με κάμποσες πελάτισσες με αφορμή τις απαιτήσεις τους.
Προτείνει ανεπιφύλακτα σε κάθε νέο, ακόμη και απόφοιτο πανεπιστημίου να εργαστεί έστω και περιστασιακά στο Καπάνι ώστε να αποκτήσει μια εμπειρία ζωής ενώ δηλώνει ότι μοναδικό όνειρό του πλέον αποτελεί η συνταξιοδότησή του.