Σύγκλητος ΠΑΜΑΚ: Να μη διορίζονται οι διοικήσεις των ΑΕΙ
Ζητά επίσης αύξηση των κονδυλίων για την τριτοβάθμια παιδεία
Σε ανακοίνωση της η Σύγκλητος του ΠΑΜΑΚ, διαφωνεί με τις προωθούμενες ρυθμίσεις της κυβέρνησης για το διορισμό των διοικήσεων των ΑΕΙ και ζητά να επανεξεταστεί ο σχετικός νόμος.
Όπως τονίζεται σε ανακοίνωση:
Η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, στο πλαίσιο του θεσμικού της ρόλου, ως ανώτατου συλλογικού οργάνου διοίκησης του Ιδρύματος, εξέτασε στην από 17.6.2022 συνεδρίασή της το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων με τίτλο «Νέοι Ορίζοντες στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα: Ενίσχυση της Ποιότητας, της Λειτουργικότητας και της Σύνδεσης των Α.Ε.Ι με την Κοινωνία και λοιπές διατάξεις».
Συντασσόμενη με τις θέσεις της πλειοψηφίας της Συνόδου των Πρυτάνεων της 14ης Ιουνίου 2022, κατέληξε ομόφωνα στα ακόλουθα:
Στο κατατεθέν νομοσχέδιο περιλαμβάνονται διατάξεις που κατ’ αρχήν, σε επίπεδο δηλαδή θεσμοθέτησης και στοχοθεσίας, βρίσκονται σε θετική κατεύθυνση: Είναι οι ρυθμίσεις που αυξάνουν τον βαθμό ευελιξίας στην οργάνωση των σπουδών, προπτυχιακών/μεταπτυχιακών, διεπιστημονικών και ξενόγλωσσων, αυξάνουν τις επιλογές των φοιτητών ως προς την κινητικότητά τους, ενισχύουν την εξωστρέφεια και διεθνοποίηση των Πανεπιστημίων· είναι εκείνες που βελτιώνουν τη λειτουργία των ΕΛΚΕ και προάγουν τη διασύνδεση εκπαίδευσης και έρευνας με τον κόσμο της παραγωγής και των επιχειρήσεων.
Οι προοπτικές ωστόσο εφαρμογής των θετικών αυτών ρυθμίσεων τίθενται εν αμφιβάλω, αφού προϋποθέτουν τη διάθεση αυξημένων πόρων. Συγκεκριμένα: Αν και συνιστά κοινότοπη επανάληψη, είναι απολύτως αναγκαία η διαπίστωση ότι τα Πανεπιστήμια της χώρας παραμένουν διαχρονικά υποστελεχωμένα τόσο όσον αφορά το διδακτικό όσο και το διοικητικό προσωπικό που θα κληθεί να υλοποιήσει τις όποιες μεταρρυθμίσεις.
Παρόμοια με τα λοιπά Ελληνικά Πανεπιστήμια, το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας αντιμετωπίζει πιεστικά προβλήματα στην οικονομική κάλυψη των συνεχώς αυξανόμενων δαπανών λειτουργίας του, εν μέσω μιας δυσχερούς παγκόσμιας οικονομικής συγκυρίας, που τα υποχρεώνει να χρησιμοποιούν όλο και συχνότερα ίδιους πόρους, για την κάλυψη θέσεων προσωπικού και λειτουργικών δαπανών.
Εξάλλου, η προσπάθεια αναβάθμισης του Ελληνικού Πανεπιστημίου η οποία επιχειρείται μέσω του νέου νομοσχεδίου για την Ανώτατη Εκπαίδευση, υπονομεύεται επί της αρχής και συνολικά από την εισαγωγή ενός συγκεντρωτικού, ελάχιστα δημοκρατικού και χωρίς προηγηθείσα ουσιαστική συζήτηση, συστήματος διοίκησης των Πανεπιστημίων.
Χωρίς να έχουν συζητηθεί τα αίτια τα οποία οδήγησαν στον εκφυλισμό του συστήματος διοίκησης των Πανεπιστημίων που εισήγαγε ο νόμος 4009/2011, καταργείται η αντιπροσωπευτικότητα της εκλογικής διαδικασίας για την ανάδειξη των Πρυτανικών Αρχών και θεσμοθετείται Συμβούλιο Διοίκησης, στο οποίο εκχωρείται, μεταξύ άλλων, και η τρέχουσα, καθημερινή διοίκηση του Πανεπιστημίου.
Ειδικότερα: Με το προτεινόμενο νομοσχέδιο, όλα τα όργανα διοίκησης αναδεικνύονται ουσιαστικά διά διορισμού, με εξαίρεση τα εσωτερικά μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης και τον Πρόεδρο και Αντιπρόεδρο Τμήματος. Το Συμβούλιο Διοίκησης αποκτά υπερεξουσίες, ενώ στερείται ακαδημαϊκής δημοκρατικής νομιμοποίησης, και λειτουργικής και διοικητικής αποτελεσματικότητας. Παράλληλα, δεν προβλέπονται θεσμικά αντίβαρα, με αποτέλεσμα να δημιουργείται έλλειμμα λογοδοσίας. Τα εξωτερικά μέλη του Συμβουλίου που ουσιαστικά προκύπτουν με διορισμό, δεν τεκμαίρεται ότι έχουν τη γνώση και τον χρόνο να διαχειριστούν την καθημερινή ακαδημαϊκή λειτουργία με τους πολλαπλούς περιορισμούς της και τα προβλήματα που αναδύονται. Ταυτόχρονα, η συμμετοχή συναδέλφων προερχομένων από Ιδρύματα της Αλλοδαπής εγείρει θέματα εμπιστοσύνης προς τα μέλη της οικείας Πανεπιστημιακής Κοινότητας. Αντίθετα, κρίνεται θετική η συμμετοχή μελών της επιχειρηματικής κοινότητας και ευρύτερα της κοινότητας των πολιτών.
Ο διορισμός ενός εκτελεστικού διευθυντή περιορισμένα μόνο θα συμβάλλει στην επίλυση του προβλήματος της διοικητικής αποτελεσματικότητας, αφενός λόγω της χρόνιας υποχρηματοδότησης και της ανεπάρκειας διοικητικού και διδακτικού προσωπικού που προαναφέρθηκε, αφετέρου επειδή το νομοσχέδιο με πληθωρικό τρόπο προβαίνει σε υπερρύθμιση των ακαδημαϊκών και διοικητικών λειτουργιών του Πανεπιστημίου.
Ο κατ’ ουσίαν διορισμός του Πρύτανη αποστερεί από τον θεσμό τη δημοκρατική, ακαδημαϊκή του νομιμοποίηση, ενώ η υπερσυγκέντρωση αρμοδιοτήτων στο πρόσωπό του, συμπεριλαμβανομένης της Προεδρίας τόσο του Συμβουλίου Διοίκησης όσο και της Συγκλήτου που τον καθιστά ταυτόχρονα ελεγκτή και ελεγχόμενο, επιτείνει το πρόβλημα και, σε συνδυασμό με την υποβάθμιση της Συγκλήτου, επιδεινώνει τις αρνητικές συνέπειες της ανυπαρξίας θεσμικών αντίβαρων και της έλλειψης πραγματικής λογοδοσίας.
Το πρόβλημα του υπερσυγκεντρωτισμού καθίσταται φανερό από τη μείωση έως απάλειψη διοικητικών ή και ακαδημαϊκών δικαιωμάτων από τις δυο πρώτες βαθμίδες, δηλαδή του Επίκουρου και του Αναπληρωτή Καθηγητή, ενώ όλα τα δικαιώματα διατηρούνται ή και αυξάνονται για τη βαθμίδα του πρωτοβάθμιου Καθηγητή. Η μη δυνατότητα μονιμοποίησης στη βαθμίδα του Επίκουρου Καθηγητή, όπως και η κατάργηση του δικαιώματος εκπαιδευτικής άδειας γι’ αυτή τη βαθμίδα, θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα ακαδημαϊκής λειτουργίας, δυσχεραίνοντας την εισροή ταλαντούχων νέων επιστημόνων στο Πανεπιστήμιο, ενώ αντίθετα η επανεισαγωγή της βαθμίδας του Λέκτορα θα ήταν ένα θετικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση.
Επιπρόσθετα, ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να γίνει στα παρακάτω επιμέρους άρθρα του σχεδίου νόμου, των οποίων η εφαρμογή κρίνεται ιδιαιτέρως προβληματική:
· Σύμφωνα με το άρθρο 21, η ίδρυση, συγχώνευση και κατάργηση ακαδημαϊκής μονάδας πραγματοποιείται με προεδρικό διάταγμα χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Συγκλήτου. Αυτό αντιβαίνει στην πράξη στο αυτοδιοίκητο των Πανεπιστημίων, το οποίο αποτελεί και διακηρυγμένο στόχο του νομοσχεδίου.
· Η μη συμπερίληψη στον ελάχιστο διδακτικό φόρτο της διδασκαλίας σε μεταπτυχιακό επίπεδο, οδηγεί τα Τμήματα, εμμέσως πλην σαφώς, στην ίδρυση μεταπτυχιακών με δίδακτρα.
· Η συνύπαρξη διαφορετικών ΠΠΣ με άνισες μεταξύ τους μονάδες ECTS που οδηγούν όμως στο ίδιο επίπεδο προσόντων, δεν συνάδει με τις ακαδημαϊκές αρχές.
Αξίζει να επισημανθεί ότι η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Μακεδονίας έχει κατά καιρούς και μάλιστα ομοφώνως στηρίξει πρωτοβουλίες για τον εκσυγχρονισμό και την προοδευτική μεταρρύθμιση του Ελληνικού Πανεπιστημίου, όταν αυτές προάγουν επί της ουσίας την ποιότητα και αναβάθμιση των σπουδών Ανώτατης Εκπαίδευσης.
Ενδεικτικά, αναφέρουμε τη θετική μας τοποθέτηση:
-για τη σύνδεση μέρους της χρηματοδότησης των Α.Ε.Ι. με δείκτες αξιολόγησης (απόφαση Συγκλήτου αρ. 10/30.12.2019), θεωρώντας πως η σχετική ρύθμιση κινείται στην κατεύθυνση της κοινωνικής λογοδοσίας και της διαφάνειας όσον αφορά στην κατανομή των πόρων.
-για τη θέσπιση ελάχιστης βάσης εισαγωγής και σταθμισμένων βάσεων εισαγωγής στα Πανεπιστήμια (τοποθέτηση Συγκλήτου αρ. 3/27.9.2019 και απόφαση Συγκλήτου αρ. 12/22.1.2021) που συνάδει με την πάγια θέση των Τμημάτων του Πανεπιστημίου να έχουν λόγο στον προσδιορισμό του αριθμού των εισακτέων.
– για την ανάγκη φύλαξης και την ελεγχόμενη πρόσβαση στα κτήρια διοίκησης του Πανεπιστημίου και σε χώρους με σημαντικό εξοπλισμό (απόφαση Συγκλήτου αρ. 12/22.1.2021).
– για την ανάγκη θέσπισης σύγχρονων πειθαρχικών διατάξεων και τη συγκρότηση πειθαρχικών οργάνων.
– για την ανάγκη θέσπισης ενός ανώτατου ορίου σπουδών και τη λήψη μέτρων για τη μείωση της φοιτητικής διαρροής (απόφαση Συγκλήτου αρ. 12/22.1.2021).
– Τέλος, με την τοποθέτησή της στην αρ. 3/27.9.2019 συνεδρίαση, σε απάντηση τής από 6.9.2019 επιστολής της κας Υπουργού, η Σύγκλητος είχε εκφραστεί κατ’ αρχήν θετικά για τη δημιουργία Συμβουλίων Ιδρύματος, όχι όμως Συμβουλίων Διοίκησης, με αρμοδιότητες διακριτές από της Συγκλήτου και μόνο με την προϋπόθεση της ενίσχυσης του αυτοδιοικήτου των Α.Ε.Ι. Στην ίδια Σύγκλητο είχε ζητηθεί και η επαναφορά του ενιαίου ψηφοδελτίου για την εκλογή των πρυτανικών αρχών, κάτι που ψηφίστηκε αργότερα στον ν. 4692/2020.
Σήμερα όμως, και με βάση τους παραπάνω εκτεθέντες προβληματισμούς και επιφυλάξεις, η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Μακεδονίας ως το ανώτατο όργανο ενός σύγχρονου και δημοκρατικού Πανεπιστημίου, ζητεί από την Ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας την επανεξέταση των διατάξεων που αφορούν στο νέο σύστημα διοίκησης των Α.Ε.Ι., τη συνέχιση του διαλόγου επί του συνόλου των άρθρων, καθώς και την αποδοχή των θέσεων της πλειοψηφίας της Συνόδου των Πρυτάνεων όπως αυτές διατυπώθηκαν στην τελευταία συνεδρίασή της στις 14.6.2022.
Θεσσαλονίκη, 17 Ιουνίου 2022