Θεσσαλονίκη

«Θα ανετίνασσον χθές την Θεσσαλονίκην» – Η ΔΕΘ που σημαδεύτηκε από απεργίες, αποχή και τρομοκρατική απειλή

Η διοργάνωση που κινδύνεψε να μη γίνει και πέρασε στην ιστορία για την επιτυχία της αλλά και τις «σπείρες εκβιαστών», την αποχή εκθετών καθώς και ένα παρ' ολίγον τρομοκρατικό χτύπημα

Ραφαήλ Γκαϊδατζής
θα-ανετίνασσον-χθές-την-θεσσαλονίκη-1370927
Ραφαήλ Γκαϊδατζής

To 1927 η ΔΕΘ έμπαινε μόλις στο δεύτερο χρόνο ζωής της, αλλά η διοργάνωση εκείνη έμελλε να γραφτεί στην ιστορία και να μνημονεύεται μέχρι και σήμερα.

Έναν χρόνο μετά την πρεμιέρα της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης με τη σφραγίδα φυσικά του ιδρυτή και πρώτου Γενικού Διευθυντή της, Νικόλαου Γερμανού, η δεύτερη διοργάνωση έλαβε χώρα από τις 18 Σεπτεμβρίου έως τις 3 Οκτωβρίου 1927. Ήταν αξιοσημείωτη τόσο σε συμμετοχές όσο και σε επισκεψιμότητα.

Είναι χαρακτηριστικό άλλωστε το γεγονός ότι οι εφημερίδες της εποχής κάνουν λόγο για «προοδευτικό άλμα της πόλης» με την Θεσσαλονίκη να ετοιμάζεται «λαμπρά και ωραία».

Ο αριθμός των κρατικών συμμετοχών στη δεύτερη ΔΕΘ αυξήθηκε σε πέντε καθώς προστέθηκαν Πολωνία, Ελβετία, Ρουμανία και Ουγγαρία, εκτός της Βουλγαρίας, που είχε ήδη συμμετάσχει από την πρώτη διοργάνωση.

Οι εκθέτες και οι επισκέπτες σχεδόν διπλασιάστηκαν σε σχέση με την πρώτη ΔΕΘ (που είχε περίπου 600 εκθέτες και 100.000 επισκέπτες). Στη 2η ΔΕΘ οι εκθέτες έφτασαν τους 1.000 και οι επισκέπτες τις 200.000 ετησίως.

Η ατμόσφαιρα ήταν εορταστική και επιτυχημένη: στο περίπτερο του Αγίου Όρους πωλούνταν αγιογραφίες, λάδια, βότανα και μπαχαρικά, ενώ οι επισκέπτες εντυπωσιάζονταν από φουστανελοφόρους στο περίπτερο της οινοποιητικής «Αχάια».

Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι δημοσιεύματα της εποχής έκαναν λόγο για σκέψεις περί παρατάσεως της διεξαγωγής της ΔΕΘ εξαιτίας της κοσμοπλημμύρας που παρουσιάζονταν.

«Από σήμερον η Μακεδονική πρωτεύουσα παρουσιάζει πανηγυρικήν όψιν. Όλα τα καταστήματα, αι οικίαι και τα επίσημα γραφεία έχουν σημαιοστολισθεί. Εξ άλλου αι κεντρικαί οδοί αι οποίαι άγουν εις τον χώρον της Εκθέσεως επισκευάζονται πυρετωδώς διά συνεργείων εργαζομένων ημέρας τε και νυκτός ίνα ετοιμασθώσι διά την σημερινήν επίσημον εγκαινίασιν της εκθέσεως» ανέφερε ο ανταποκριτής της Καθημερινής από τη Θεσσαλονίκη, Χρ. Παπανικολάου.

«Αι προετοιμασίαι εξακολουθούν με καταπληκτικήν ταχύτητα, διά να δοθή όσον το δυνατόν μεγαλυτέρα επισημότης εις τα εγκαίνια της Εκθέσεως. Εξ ίσου ζωηρά κίνησις παρατηρείται εις τον χώρον της Εκθέσεως ένθα προετοιμάζονται ή παρασκευάζονται ακόμη πλείστα εμπορικά και βιομηχανικά περίπτερα. Εν τούτοις είνε αμφίβολον αν θα έχη περατωθή πλήρως η διασκευή των διά τα εγκαίνια. Εν πάση περιπτώσει τα εγκαίνια θα γίνουν αύριον (σήμερον), μέγισται δ’ ελπίδες επιτυχίας αυτής υπάρχουν. Κατ’ ανακοίνωσιν της αρμοδίας υπηρεσίας, εις 13 μεγάλα περίπτερα εγκατεστάθησαν 152 Έλληνες εκθέται. Εις τα υπόστεγα εδόθη χώρος εις 42 ιδιωτικά περίπτερα. Εις το μέγα περίπτερον δήμων, κοινοτήτων και γεωργικών συναιτερισμών εγκατεστάθησαν 25 εκθέται».

Οι προκλήσεις της 2ης ΔΕΘ – Από απεργία και «σπείρες εκβιαστών» μέχρι και αποχή και τρομοκρατικό χτύπημα

Μπορεί να ήταν μόλις η δεύτερη διοργάνωση, όμως κόντεψε να «τιναχτεί» στον αέρα.

Η χώρα βρισκόταν σε μια τεταμένη περίοδο τόσο σε πολιτικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο, με τον πληθυσμό στα όρια της φτωχοποίησης, το βιοτικό επίπεδο των εργαζόμενων να είναι στα τάρταρα, την ανεργία και τον εξωτερικό δανεισμό να χτυπάνε κόκκινο, την ώρα που τα αποθεματικά της χώρας μειώνονταν επικίνδυνα.

«Οι εργαζόμενοι βρισκόταν σε συνεχείς απεργιακές κινητοποιήσεις που οι περισσότερες από αυτές συχνά οδηγούνταν σε σκληρές συγκρούσεις με την Αστυνομία η οποία υπερασπιζόμενη τα εργοδοτικά συμφέροντα δεν δίσταζε να χύνει αίμα εργατών στη Θεσσαλονίκη και τις άλλες πόλεις της Βόρειας Ελλάδας, όπου υπήρχε δυναμικό εργατικό κίνημα, με πρωτεργάτες τους καπνεργάτες και άλλους κλάδους εργαζομένων» σημειώνει ο Σπύρος Κουζινόπουλος σε σχετικό αφιέρωμα του στο προσωπικό του ιστολόγιο Φάρος του Θερμαϊκού.

Έτσι, η 2η ΔΕΘ κινδύνευσε να ματαιωθεί καθώς είχαν εξαγγελθεί απεργίες διαρκείας εκείνες τις ημέρες από τους σιδηροδρομικούς και τροχιοδρομικούς, δηλαδή τους εργαζόμενους στο τραμ της Θεσσαλονίκης που αποτελούσε το μοναδικό δημόσιο μεταφοράς στην πόλη.

Έτσι, χωρίς μετακίνηση θα ήταν αδύνατο να έρθουν στην πόλη εκθέτες και επισκέπτες.

Μετά από τεράστια πίεση προς τα σωματεία των εργαζομένων αποφεύχθηκε η απεργία.

«Απεφασίσθη η λήψις αυστηρών στρατιωτικών μέτρων προς άμεσον πάταξιν πάσης αποπείρας ταραχής. Δυνάμεις πεζικού και ιππικού θα είναι εις επιφυλακήν, το δε τάγμα σιδηροδρόμων και όλοι οι ειδικοί εν τω στρατώ θα είναι έτοιμοι όπως αντικαταστήσουν τους τροχιοδρομικούς και ηλεκτροτεχνίτας, εν ή περιπτώσει ήθελον ούτοι απεργήσει» σημειώνουν σχετικά τα δημοσιεύματα της εποχής.

Οι εργαζόμενοι της Εταιρίας Τροχιοδρόμων-Ηλεκτροφωτισμού Θεσσαλονίκης ζητούσαν μία προκαταβολή, ίση με έναν μισθό, που θα εξοφλούνταν σε 12 δόσεις και μάλιστα έντοκα. Η εταιρία επικαλούνταν οικονομική αδυναμία για να μην ικανοποιήσει το αίτημα, όπως όμως είχε αποκαλύψει ο Σύνδεσμος Τροχιοδρομικών και Ηλεκτροτεχνιτών Θεσσαλονίκης, η ΕΤΗΘ είχε στο ταμείο της πάνω από 16 εκατομμύρια δραχμές, ποσό τεράστιο για την εποχή.

Υπήρχε όμως και ένα ακόμη πρόβλημα με τους εμποροϋπάλληλους της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι ζητούσαν να εφαρμοστεί ο νόμος περί ωρών εργασίας και Κυριακής αργίας και να αποζημιωθούν, δεδομένου ότι τις 22 ημέρες που διαρκούσε τότε η έκθεση, με τις τρεις Κυριακές ενδιάμεσα, εργάζονταν «από πρωίας μέχρι βαθυτάτης νυκτός», καθημερινές και Κυριακές, χωρίς ωράριο και ανάπαυση.

Οι διοργανωτές της, όμως, ήρθαν αντιμέτωποι με σοβαρά προβλήματα: την αποχή των εμπόρων και των βιομηχάνων της Παλαιάς Ελλάδας και το ενδεχόμενο διοργάνωσης της ανταγωνιστικής Πανελλήνιας Έκθεσης Αθηνών, ενώ παράλληλα οι ελληνοβουλγαρικές σχέσεις ήταν τεταμένες. Μάλιστα, την 27η Σεπτεμβρίου συνελήφθησαν Βούλγαροι Κομιτατζήδες που σκόπευαν να ανατινάξουν τον εκθεσιακό χώρο, το Κυβερνείο, το Στρατηγείο και τις αποθήκες πυρομαχικών. Παρ’ όλα αυτά, η αυλαία της Έκθεσης έπεσε στις 3 Οκτωβρίου, σύμφωνα με το πρόγραμμα.

«Σπείρα εκβιαστών»

Ένα ακόμη ζήτημα που προέκυψε γύρω από τη 2η διοργάνωση της ΔΕΘ αφορούσε το κόστος της.

Όπως περιγράφει ο Σπ. Κουζινόπουλος, η διοργάνωση της 2ης ΔΕΘ κόστισε περίπου 4.000.000 δραχμές, αλλά η κρατική ενίσχυση ήταν περιορισμένη (μόνο 300.000 δρχ.). Οικονομική στήριξη πρόσφεραν τράπεζες, επιμελητήρια, δήμοι και κοινότητες, συγκεντρώνοντας μικρότερα ποσά. Ο Δήμος Θεσσαλονίκης, παρότι είχε ήδη συνεισφέρει σημαντικά στην 1η ΔΕΘ (συνολικά περίπου 1.000.000 δρχ. μαζί με έργα καλλωπισμού της πόλης), ένιωσε παραμελημένος καθώς δεν είχε εκπροσώπηση στην οργανωτική επιτροπή και εξέφρασε παράπονα για την έλλειψη σεβασμού προς τη δημοτική αρχή.

Ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Μηνάς Πατρίκιος, αν και είχε επανειλημμένα εκλεγεί με τη στήριξη του ΚΚΕ και του Εργατικού Κέντρου, βρέθηκε σε συνεχή αντιπαράθεση με το κατεστημένο και τις αρχές, που τον έθεταν σε «καραντίνα» και τον απέκλειαν από θεσμούς όπως η ΔΕΘ. Παρά τις πιέσεις, κέρδισε τις εκλογές του 1925 και επανήλθε και το 1927, αλλά απομακρύνθηκε ξανά το 1929. Ο ίδιος και ο Δήμος κατήγγειλαν τον αποκλεισμό τους από την Οργανωτική Επιτροπή της Έκθεσης, τονίζοντας ότι έτσι αγνοούνταν η φωνή του λαού. Αντίστοιχα, η εφημερίδα Το Φως κατηγόρησε την Επιτροπή ότι λειτουργούσε σαν «σπείρα εκβιαστών», επιχειρώντας να υπονομεύσει τον εκλεγμένο δήμαρχο.

Η αποχή των εμπόρων και η απειλή

Παράλληλα, οι διοργανωτές έρχονται αντιμέτωποι με την αποχή των εμπόρων και των βιομηχάνων της Παλαιάς Ελλάδας αλλά και το ενδεχόμενο διοργάνωσης της ανταγωνιστικής Πανελλήνιας Έκθεσης Αθηνών.

«Επίσης να σημειωθή ότι πλείστοι εμπορικοί και βιομηχανικοί οίκοι Αθηνών και Πειραιώς δεν αντιπροσωπεύονται καθόλου εις την έκθεσιν. Η μη πρόθυμος συμμετοχήη των ανωτέρω οίκων επροξένησεν εντύπωσιν ενταύθα και έδωσεν αφορμήν να πιστευθή ότι υπό των βιομηχανικών και εμπορικών οίκων Αθηνών και Πειραιώς επιζητείται η μεταφορά της εκθέσεως εις τας Αθήνας ή τον Πειραιά δια τα προσεχή έτη» σημείωνε ο απεσταλμένος της εφημερίδας Καθημερινή στο φύλλο της 18ης Σεπτεμβρίου 1927.

Λαμπερά τα εγκαίνια

Παρά τα όσα είχαν προηγηθεί η 2η ΔΕΘ ανοίγει τις πύλες της στις 18 Σεπτεμβρίου 1927, ήταν παρόντες οι υπουργοί της κυβέρνησης Ζαίμη, Εθνικής Οικονομίας, Νικόλαος Βελέντζας και Προνοίας, Μιχαήλ Κύρκος, ο Γεν. Διοικητής Μακεδονίας Καλεύρας, ο διοικητής του Γ΄ Σώματος Στρατού Τσιρογιάννης, ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Γεννάδιος κ.α.

Μιλώντας κατά την τελετή των εγκαινίων ο θεμελιωτής της έκθεσης, Νικόλαος Γερμανός, υπογράμμισε ότι «είχεν η Θεσσαλονίκη όλα τα δικαιώματα και όλα τα προνόμια ακόμη εξ’ όλων των πόλεων της Ελλάδος να συγκαλέσει αυτή την τοιαύτην έκθεσιν και εκ λόγων ιστορικών και εκ λόγων γεωγραφικών και εκ λόγων εθνικών».

«Από όλας τας συνοικίας και από τους πέριξ συνοικισμούς, μια ατελεύτητος κάθοδος προς το Πεδίον του Άρεως διαγράφετο. Ο σημαιοστολισμός της πόλεως, το άνοιγμα των καταστημάτων, η ιλιγγιώδης κίνησις των τροχαίων, το πλημμύρισμα των κέντρων και των τραμ, η ζωηρότης του κόσμου, όλα συνεπλήρωναν την εικόνα της εορτής» σημειώνει η εφημερίδα Μακεδονία.

Την παραμονή των εγκαινίων της 2ης ΔΕΘ, είχαν αρχίσει στο στάδιο του «Ηρακλή» πανελλήνιοι αγώνες στίβου με τη συμμετοχή αθλητών από 15 συλλόγους της χώρας, ενώ πλούσια ήταν και η καλλιτεχνική δραστηριότητα. Μεγάλο γεγονός, ήταν η εμφάνιση θιάσου της Κυβέλης, στον οποίο μετείχαν και οι δύο ηθοποιοί θυγατέρες της Αλίκη Θεοδωρίδου και Μιράντα Θεοχάρη. Επίσης, την ψυχαγωγία των επισκεπτών είχαν αναλάβει μπάντες της Φρουράς Αθηνών, της Φρουράς Θεσσαλονίκης, του Στόλου και ενός Αγγλικού πολεμικού πλοίου που μαζί με ένα Ιταλικό θωρηκτό είχαν καταπλεύσει στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης προς τιμή της Έκθεσής της.

«Θα ανετίνασσον χθές την Θεσσαλονίκην»

Και μετά λοιπόν από τα όσα επεισοδιακά είχαν σημειωθεί τις παραμονές της ΔΕΘ ήρθε ένα ακόμη σοβαρό περιστατικό να σημαδέψει την δεύτερη εκείνη διοργάνωση.

Στις 27 Σεπτεμβρίου 1927 σημειώνεται μια ξαφνική διακοπή ρεύματος, η οποία βύθισε τη μισή ΔΕΘ στο σκοτάδι.

Την επόμενη μέρα, εφημερίδες όπως η «Φως», επικαλούμενες ανακοίνωση του Γ’ Σώματος Στρατού, αποκάλυψαν ότι είχε αποτραπεί σχέδιο τρομοκρατικής επίθεσης από ομάδα κομιτατζήδων.

Στο στόχαστρο είχαν μπει οι εγκαταστάσεις της ΔΕΘ, σερβικά ιδρύματα, το κυβερνείο, το στρατηγείο, ακόμα και αποθήκες πυρομαχικών.

«Όργανα του Βουλγαρικού Κομιτάτου θα ανετίνασσον χθές την Θεσσαλονίκην. Τεράστιαι βόμβαι κατασχέθησαν» έγραφε στην πρώτη σελίδα της η Μακεδονία.

«Η Θεσσαλονίκη διέτρεξε τον μαγαλύτερον των κινδύνων», συμπληρώνει η εφημερίδα το ΦΩΣ.

Η ιστοσελίδα iospress.gr φιλοξενεί ένα μεγάλο αφιέρωμα γύρω από τους «Βομβιστές της ΔΕΘ»

Το φθινόπωρο του 1927, η βαλκανική χερσόνησος γνωρίζει σχετική ύφεση μετά από πολέμους και πληθυσμιακές ανακατατάξεις, γεγονός που αποτυπώνεται και στη διεθνή συμμετοχή στη ΔΕΘ της Θεσσαλονίκης. Ωστόσο, η Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΕΟ) επιδιώκει να ανατρέψει αυτή τη σταθεροποίηση με επιθέσεις στη Γιουγκοσλαβική Μακεδονία και μικρές διεισδύσεις στην Ελλάδα, φτάνοντας μέχρι και σε χτυπήματα κατά της ΔΕΘ και του σερβικού προξενείου, ως ένδειξη κλιμάκωσης της δράσης της.

Το Γ’ Σώμα Στρατού στο σχετικό ανακοινωθέν του αναφέρει:

«Η υπηρεσία πληροφοριών του Γ’ ΣΣ” ευρισκομένη από ημερών επί τα ίχνη υπόπτων κινήσεων διαφόρων υπόπτων πρόσωπων καταφυγόντων εις Θεσ/νίκην, ίσως επ’ ευκαιρία της Εκθέσεως, κατώρθωσε να συλλάβη χθές την εσπέραν δύο εκ τούτων, τον Βασίλειον Νανώφ όστις μέχρις εσχάτων υπηρέτη ως ανθυπασπιστής της βουλγαρικής τελωνειακής υπηρεσίας και τον ιδιώτην Νικόλαον Παντελήν εκ Σόφιας, περί μεσονύκτιον δε συνελήφθη εις το 20ον χιλιόμετρον της οδού προς Σέρρας παρά της Υπηρεσίας Ασφαλείας Στρατού και τρίτος ονόματι Κούλελιτς Γεώργιος, όστις μετέφερεν επ’ αυτοκινήτου βόμβας, περίστροφα και φυσίγγια. Ως δε προκύπτει εκ των μέχρι τούδε γενομένων ανακρίσεων, ούτοι είναι απεσταλμένοι του Βουλγαρικού Μακεδονικού Κομιτάτου, είχον δε αποστολήν να ανατινάξωσι δια βομβών την Σέρβο-γαλλικήν Τράπεζαν, το Σερβικόν Προξενείον, την Σερβικήν Ελευθέραν Ζώνην και την Δ.Εκθεσιν. Αι ανακρίσεις συνεχίζονται. Λαμβάνεται ταυτοχρόνως πάν μέτρον προς τήρησιν της τάξεως και ασφαλείας”.

Τα δημοσιεύματα της εποχής αποκάλυψε λεπτομέρειες για τη σύλληψη των τριών κομιτατζήδων στη Θεσσαλονίκη το 1927. Οι Βασίλ Νανώφ και Νίκολα Πάντεφ, Βούλγαροι πολίτες από τη γιουγκοσλαβική Μακεδονία, μπήκαν νόμιμα στην Ελλάδα με το πρόσχημα επίσημων υποθέσεων, ενώ ο τρίτος, ο σλαβόφωνος γεωργός Γεώργιος Κούλελης από τις Σέρρες, μετέφερε όπλα και βόμβες για λογαριασμό της ΕΜΕΟ. Συνελήφθη σε μπλόκο με τα παιδιά του και τυχαίους συνεπιβάτες, παραδόθηκε αμαχητί και ομολόγησε. Ο τύπος υπαινίχθηκε ότι είχε κατά καιρούς συνεργαστεί με τις ελληνικές αρχές, γεγονός που τον εμφάνιζε ως άτομο με ρευστή και συμφεροντολογική ταυτότητα.

Η εξάρθρωση της ομάδας της ΕΜΕΟ το 1927 φαίνεται πως οφείλεται σε προδοσία από μέλος που είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη της οργάνωσης αλλά δρούσε υπέρ της Ελλάδας. Ο εισαγγελέας αργότερα απάλλαξε τον Πάντεφ, ενώ οι άλλοι κατηγορούμενοι παραπέμφθηκαν για εσχάτη προδοσία. Τα κίνητρα της κατάδοσης παραμένουν ασαφή: άλλοι τα αποδίδουν σε προσωπικούς-συναισθηματικούς λόγους, ενώ απόρρητα αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών δείχνουν ότι επρόκειτο για χρηματική αμοιβή 50.000 δραχμών, στο πλαίσιο στρατολόγησης πρακτόρων μέσα στην ΕΜΕΟ.

Οι Νανώφ και Κούλελης καταδικάστηκαν στις 22.11.1927 σε θάνατο · η αίτησή τους για χάρη απορρίφθηκε τον επόμενο Μάρτιο και τουφεκίστηκαν πίσω από τις φυλακές του Επταπυργίου το πρωί της 7ης Μαίου 1928.

«Ο Νίκολας πουλάει και στη Θεσσαλονίκη ψιλικά όπως και στη Σόφια», σημειώνει στο τέλος του διηγήματός του το 1939 ο Μόδης. Κάπως διαφορετικά χρωματισμένη, η ίδια πληροφορία επιβεβαιώνεται και από το γνωστό συγγραφέα της συμπρωτεύουσας Κώστα Τομανά («Χρονικό της Θεσσαλονίκης, 1921-44», Θεσ/νίκη 1996, σ.114): «Ο βούλγαρος καταδότης πήρε άδεια μικροπωλητή. Γύριζε στην αγορά και πουλούσε χτένες, φωνάζοντας με σλαβική προφορά: Πάρτι τσα-τσα-τσάρες…»

Η δίκη των Κούλελη και Νανώφ για την υπόθεση των κομιτατζήδων έγινε στη Θεσσαλονίκη τον Νοέμβριο του 1927, με τεράστιο ενδιαφέρον από το κοινό. Οι δύο κατηγορούμενοι κρίθηκαν ένοχοι για εσχάτη προδοσία και καταδικάστηκαν σε θάνατο, με βασικό αποδεικτικό στοιχείο τις βόμβες που βρέθηκαν στις βαλίτσες τους. Οι λεπτομερείς περιγραφές των εφημερίδων της εποχής για τα εκρηκτικά και οι καταθέσεις ειδικών χημικών και στρατιωτικών προκάλεσαν ανησυχία στην αίθουσα, καθώς οι δικαστές και οι ένορκοι φοβούνταν μήπως τα εκρηκτικά ανατιναχθούν επιτόπου. Τελικά, οι ειδικοί επιβεβαίωσαν ότι δεν υπήρχε κίνδυνος, αν και το κλίμα παρέμεινε τεταμένο.

Η επιλογή σερβικών στόχων στη βομβιστική απόπειρα της ΔΕΘ συνδέεται με τη διαρκή δράση της ΕΜΕΟ στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία μετά το 1919, όπου έβρισκε στήριξη από τον πρώην εξαρχικό πληθυσμό. Σύμφωνα με γιουγκοσλαβικά στοιχεία, την περίοδο 1919–1934 σημειώθηκαν 467 επιθέσεις της οργάνωσης, με βαριές απώλειες τόσο σε αξιωματούχους όσο και σε αμάχους.

Η απόπειρα βομβιστικής επίθεσης στη ΔΕΘ το 1927 εμπνεύστηκε από το Βουλγαρικό Κομιτάτο και σχετίζεται με τις συνεχιζόμενες εντάσεις στη Μακεδονία και την παρουσία των Βουλγαρομακεδόνων κομιτατζήδων. Το λογοτεχνικό έργο του Γεώργιου Μόδη, Πάντεφ ο δυναμιτιστής, αναπαράγει την ιστορία με διδακτικό και εθνικοφρονέστερο τόνο, παρουσιάζοντας τον Πάντεφ σε συναισθηματική σύγκρουση με την αποστολή του. Τα διεθνή ΜΜΕ και η ελληνική διπλωματία αξιοποίησαν τα γεγονότα για να αποποιηθούν ευθύνες και να καταδείξουν τις ενέργειες των κομιτατζήδων ως παράνομες και ανεξάρτητες από την κυβέρνηση της Βουλγαρίας. Ο τύπος της εποχής ανέφερε αλλεπάλληλες συλλήψεις υπόπτων και προέτρεπε σε μέτρα ασφαλείας, ενώ παράλληλα υπήρξαν διαφοροποιήσεις και κριτικές για την αξιοπιστία και την ηθική των εμπλεκόμενων, κυρίως του Γ. Κούλελη.

Παρ’ όλα αυτά τα προβλήματα, τις δυσκολίες και τις περιπέτειες εκείνη η 2η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης ήταν απόλυτα επιτυχημένη.

Πηγές:

Αρχείο Εφημερίδων: ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, ΦΩΣ, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Φάρος του Θερμαϊκού, Σπ. Κουζινόπουλος

Οι βομβιστές της ΔΕΘ – iospress.gr

#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα