Θεσσαλονίκη: Ημερολόγιο παρακμής

Σκέψεις με αφορμή μια Σαββατιάτικη οικογενειακή βόλτα στο κέντρο που κατέληξε σε «τραγωδία».

Parallaxi
θεσσαλονίκη-ημερολόγιο-παρακμής-312844
Parallaxi
Eικόνα: Αχιλλέας Αρσλάνογλου

Λέξεις: Κατερίνα Μαστροθύμιου – Δημήτρης Αβραμίδης

Όταν μια Σαββατιάτικη οικογενειακή βόλτα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης σε αναγκάζει να νιώθεις πολίτης Β’ Κατηγορίας και ότι ζεις από τύχη, τότε σίγουρα κάτι έχει πάει στραβά.

Τα τελευταία δύο χρόνια δεν προτιμούμε το κέντρο της πόλης, ειδικά τα Σαββατοκύριακα, στα πλαίσια της αποφυγής συνωστισμού. Το Σάββατο 12/02, γύρω στις 19:00, αποφασίσαμε να κάνουμε μια βόλτα μαζί με τις 6 και 4 ετών κόρες μας. Ακολουθήσαμε μια κλασική “τουριστική” διαδρομή, Λευκός Πύργος – Αγίας Σοφίας – Πλατεία Αριστοτέλους, με στόχο διπλό: να κρατήσουμε το ενδιαφέρον των παιδιών και την ανάγκη τους για εξερεύνηση και παιχνίδι, αλλά ταυτόχρονα και να μεριμνήσουμε για την ασφάλειά τους, επιλέγοντας πεζόδρομους και πλατείες.

Η κατάσταση στον πεζόδρομο της Αγίας Σοφίας είναι γνωστή. Τα δίτροχα διασχίζουν ανενόχλητα τον πεζόδρομο όπου παιδάκια κάνουν πατίνι ή τρέχουν “αμέριμνα”. Αποφασίσαμε γρήγορα να φύγουμε προς την πλατεία Αριστοτέλους για να τις αφήσουμε λίγο πιο ελεύθερες, γιατί η δυσαρέσκειά τους από τα συνεχή “πρόσεχε, μηχανάκι” και “μην απομακρύνεσαι” ήταν πλέον έκδηλη και η νοσταλγία για τις μοναχικές μας βόλτες στη φύση, στο βουνό ή στη θάλασσα είχε αρχίσει να διαγράφεται ξεκάθαρα στα βλέμματά τους.

5 λεπτά κράτησε η χαρά. Ξαφνικά, ένα μηχανάκι με δύο επιβάτες, μπήκε στην πλατεία από την πλευρά της Μητροπόλεως και ο ήχος της εξάτμισης ενστικωδώς μας οδήγησε για άλλη μια φορά να αρπάξουμε τα χέρια των παιδιών μας. Η εξάχρονη κόρη μας όμως, πρόλαβε να τρέξει 3-4 μέτρα μακρυά μας, ενώ το μηχανάκι με μεγάλη ταχύτητα κατευθυνόταν καταπάνω της. Η τσιρίδα μας, που έκανε μέχρι και τον Αριστοτέλη να σηκωθεί, κοκκάλωσε το παιδί 30 εκατοστά από το μηχανάκι που συνέχισε την πορεία του αυξάνοντας ταχύτητα, ανάμεσα σε πεζούς που τραβούσαν ο ένας τον άλλον στην προσπάθειά τους να φυλαχτούν. Εξαιτίας του σοκ, αργήσαμε να τρέξουμε πίσω τους, αδυνατώντας ακόμα και να δούμε την πινακίδα. Πεζοί που μας πλησίασαν, παρακολουθώντας όλο το σκηνικό, επίσης δεν κατάφεραν να συγκρατήσουν την πινακίδα τους.

Με κομμένα τα γόνατα, παίζοντας την σκηνή ξανά και ξανά στο μυαλό μας και το πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί μια Σαββατιάτικη βόλτα στην κεντρικότερη πλατεία-σύμβολο της πόλης μας, πήραμε αμίλητοι τον δρόμο του γυρισμού, κρατώντας σφιχτά τα χέρια των παιδιών μας.

Το αρχικό σοκ διαδέχτηκε η οργή, ο θυμός, η προβολή για το πώς είναι να ζεις σε πόλεις που σέβονται τους ανθρώπους, τις οικογένειες, τα παιδιά. Πόλεις όπου τηρούνται οι κανόνες, που παρέχουν ασφάλεια, που οι πολίτες τους δεν παλεύουν για τα αυτονόητα. Η πόλη αυτή, που είναι η γενέτειρά μας, δεν ήταν ποτέ τόσο σκοτεινή, τόσο αφιλόξενη, τόσο άναρχη. Αν παραπονιόμασταν στο παρελθόν ότι η Θεσσαλονίκη παρέμενε “στάσιμη”, η “στασιμότητα” αυτή στις μέρες μας θα ήταν πρόοδος.

Στο σπίτι πλέον, γράφοντας αυτές τις λέξεις, κυριαρχεί η στεναχώρια για μια πόλη που αυτοκαταστρέφεται, που αδυνατεί να βρει τη φωνή της και να κοιτάξει κατάματα τα προβλήματά της, μήπως και σώσει κάτι από την αξία της.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα