Θεσσαλονίκη: Οι κρήνες της Άνω Πόλης ως πεζοδρομική – πολιτιστική διαδρομή
Μια συμβολή στον πολεοδομικό στρατηγικό σχεδιασμό βιώσιμης τοπικής ανάπτυξης στην Άνω Πόλη Θεσσαλονίκης
Λέξεις: Ευάγγελος Π. Δημητριάδης, Δημήτρης Π. Δρακούλης
Από τον 18ο αι. μέχρι τις αρχές του 20ού αι. η διάρθρωση των συνοικιών (ενοριών) στην Άνω Πόλη έμεινε σχεδόν σταθερή με χαρακτηριστικό την υψηλή συγκέντρωση τουρκικού πληθυσμού (Δημητριάδης 1983).
Περί το 1906 η Άνω Πόλη οριοθετείται σε περιοχές (districts) με όρια (edges) προς την Δ-Β-Α περίκλειστη θέση των τειχών και προς τα νότια από την οδό Κασσάνδρου.
Η κοινωνικο-χωρική αυτή δομή μπορεί να ομαδοποιηθεί σε τρεις κύριες οικιστικές ζώνες :
Α. Μία βόρεια οικιστική ζώνη που γειτνιάζει με τα τείχη (10 συνοικίες) Β. Μία ζώνη γύρω και βόρεια από τον άξονα Ολυμπιάδος (5 συνοικίες) Γ. Μία ζώνη γύρω από την οδό Κασσάνδρου (4 συνοικίες)
Μας ενδιαφέρει η ζώνη Α. Η ζώνη αυτή είχε εννέα τουρκικές συνοικίες και μία χριστιανική (Ελληνική): Hacı Memi ή Köşk, Suluca, Mesud Hasan, Iki Serife, Astarci (δεν υπάρχουν στοιχεία), Tarakei, Muid Alaeddin, Musa Baba, Yakup Pasa και την χριστιανική συνοικία της Μονής Βλατάδων (Çavuş Manastır). Σχετικά με τις τότε υπάρχουσες χρήσεις σημειώνουμε τα ακόλουθα: 1.898 σπίτια, 1 χάνι, 104 καταστήματα, 4 εργαστήρια, 19 τζαμιά (αφορά αλλαγή λειτουργίας των χριστιανικών ναών σε τζαμιά) και 1 χριστιανική εκκλησία, 10 εκπαιδευτήρια, 13 καφενεία και κάτι θετικό για τη μελέτη μας 23 βρύσες (κρήνες)
Σε μια πρόσφατη μελέτη στρατηγικού προγραμματισμού της Άνω Πόλης μέρος της οποίας δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Parallaxi» τεύχος 281 σελ. 45-47, η περιοχή αποτελείται από έξι (I-VI) συνοικίες-ενότητες με βάση πολεοδομικά και άλλα κριτήρια όπως: πολεοδομικά- μορφολογικά, κυκλοφοριακά, φυσικά, τοπογραφικά, κοινωνικοοικονομικά και ιστορικά. Η εν λόγω περιοχή ταυτίζεται γεωγραφικά σχεδόν με τη βόρεια οθωμανική οικιστική ζώνη Α της προηγούμενης δομής.
Από τις αναλυτικές μετρήσεις προέκυψαν οι ακόλουθοι δείκτες της περιοχής:

Όσον αφορά τις υφιστάμενες χρήσεις συγκεντρωτικά έχουμε: λιανικό εμπόριο 7.426 τ.μ., με πολλά κενά καταστήματα 8.158 τ.μ., εκπαίδευση 6.417 εκ των οποίων το γυμνάσιο στον VI τομέα (5.385 τ.μ.), αναψυχή 4.328 τ.μ., βιοτεχνίες (4.169 τ.μ.) και ακολουθούν σε απόσταση άλλες κατηγορίες χρήσεων. Υπάρχει η τάση χωροθέτησης προς την οδό Ολυμπιάδος και στους εσωτερικούς άξονες οδούς Κλειούς (δυτικά) και (Ηροδότου – Αποστόλου Παύλου ανατολικά).
Συμπερασματικά, την τελευταία εκατονταετία στην Άνω Πόλη είχαμε ριζικές αλλαγές στην κοινωνική και χωρική δομή της. Από τουρκική (μουσουλμανική) mahalle σε ελληνική (χριστιανική) συνοικία. Ο σταθερός γεωγραφικός χώρος (τοπίο) δέχθηκε ποικίλες παρεμβάσεις ως προς τη ρυμοτομία, κυκλοφορία, δίκτυα αλλά και τον κτισμένο χώρο των οικοδομικών τετραγώνων.
Δημιουργήθηκαν νέοι κόμβοι (πλατείες – nodes) και αξιοποιήθηκε ο μνημειακός χώρος (τοπόσημα – landmarks). Επίσης διασώθηκε ένα δίκτυο κρηνών που μελετήθηκε και παραμένει προς χρήση. Θα πρέπει να σχεδιαστούν νέες διαδρομές (paths), που θα αξιοποιήσουν τα νέα δεδομένα που στοχεύουν στην ανάδειξη του genius loci της περιοχής.
II. Στρατηγικός πολεοδομικός σχεδιασμός τοπικής ανάπτυξης στην Άνω Πόλη Θεσσαλονίκης (γειτονιές-πλατείες-προγραμματισμός-πυλώνες)
Προτείνεται ένα γενικό διάγραμμα θεσμικών και μελετητικών δράσεων που διεκπεραιώνεται χρονικά σε τέσσερις φάσεις. Στην Α΄ φάση εξετάζεται η δυνατότητα υλοποίησης ενός «Φορέα Διαχείρισης» ως συστημικού εργαλείου προγραμματισμού. Στη Β΄ φάση διατυπώνονται οι πυλώνες ή προγράμματα ανάπτυξης με την εγγραφή τους στο γεωγραφικό χώρο, υπό μορφή λειτουργικών δράσεων. Ακολουθούν οι Γ΄- Δ΄ φάσεις αναφορικά τόσο με τον σχεδιασμό όσο και την υλοποίηση του έργου. Ο επιμερισμός της Α.Π. σε έξι ενότητες-γειτονιές (μη θεσμοθετημένες), με βάση σειρά κριτηρίων, είναι δομικής φύσεως για την πρόταση. Κάθε ενότητα-γειτονιά φέρει μία πλατεία (αγορά) σε συνδυασμό με ένα ιστορικό μνημείο, ώστε να συνδυάζονται στο τοπόσημο οι λειτουργίες της οικονομίας και του πολιτισμού (δίπολο) που έχουν ιστορική διάρκεια στην Ελλάδα (Βλ. Χάρτη 1).


Τα επιμέρους προγράμματα (πυλώνες) της πολεοδομικής επέμβασης ενοποιούνται με βάση την χωρική τους συγγένεια, αλλά και τον ευκολότερο χειρισμό σε τρία κεντρικά συστήματα που φέρουν τους επιμέρους άξονες ως ακολούθως:
Το 1ο σύστημα περιλαμβάνει τη θεσμική κατοχύρωση του Φορέα Διαχείρισης, ενώ στοχεύει και στη στήριξη του διπόλου της οικονομικής λειτουργίας (πλατεία) και της πολιτιστικής (μνημείο).
Το 2ο σύστημα αναφέρεται στον οικιστικό χώρο και στα επιμέρους δίκτυά του, όπως συγκοινωνιακό (στάθμευση), πεζοδρομικό, εξυπηρέτηση κοινού (π.χ. ΔΕΗ, ΟΥΘ κ.ά.), ατόμων με ειδικές ανάγκες στο πλαίσιο της βιώσιμης κινητικότητας.
Το 3ο σύστημα συνδυάζει τη σχέση Φυσικού και Πολιτιστικού περιβάλλοντος, καθώς και την προβολή των σημαντικών αυτών πόρων της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Η νέα πρόταση πεζοδρομικών-πολιτιστικών διαδρομών κάνει χρήση στοιχείων των τριών συστημάτων ανάλυσης, ενώ συνιστά και τον συνδετικό κρίκο του πολεοδομικού προγραμματισμού της περιοχής, ενοποιώντας τις υπάρχουσες πέντε πλατείες της Άνω Πόλης. Βέβαια, παραμένει σταθερός ο στόχος της ύπαρξης του Φορέα Διαχείρισης συνεπικουρούμενος από το τοπικό Συμβούλιο και τον Δήμο Θεσσαλονίκης αλλά και το συμβούλιο Πολιτών της Άνω Πόλης (Επιτροπή Γειτονιάς)
ΙΙΙ. Βασικό πεζοδρομικό–πολιτιστικό δίκτυο σύνδεσης των κύριων τοποσήμων – Κρήνες – Βιώσιμη κινητικότητα
α) 1η πεζοδρομική (πολιτιστική) διαδρομή με κατεύθυνση από Α προς Δ
Είναι ο οριζόντιος πεζόδρομος με κατεύθυνση από Α→Δ με αφετηρία την Πλ. Καλλιθέας και τον ναό του Αγίου Νικολάου Ορφανού (14 ος αι.) , όπου σε κεντρικό σημείο υπήρχε παλαιά κρήνη.

Μικρή παράκαμψη νότια προς την οδό Αποστόλου Παύλου και Αθηνάς μας οδηγεί σε λίθινο ίχνος παλαιάς κρήνης.

Η πορεία οδού Ηροδότου και οδών Κόδρου και Μωρέας δείχνει την επόμενη παλαιά κρήνη.
Στην οδό Ηροδότου 17 βρίσκεται το διατηρητέο κτίριο (19 ος αι.) όπου στεγάζεται η Εφορία Νεότερων Μνημείων Κεντρικής Μακεδονίας.
Μέσω της οδού Αιόλου καταλήγουμε στην Πλ. Ρομφέης, όπου και το μοναδικό δημόσιο βυζαντινό λουτρό (13 ος αι.) ορθογωνικής κάτοψης μικρών διαστάσεων.
Στην ίδια πλατεία έχουμε και ένα δείγμα Βαλκανικής αρχιτεκτονικής (1897- 1905), με πλατυμέτωπη όψη και καμπύλα σαχνισιά, που στεγάζει τη σημερινή βιβλιοθήκη της Άνω Πόλης.

Στη συνέχεια επί της οδού Θεοφίλου διακρίνουμε δύο δείγματα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής. Το πρώτο στεγάζει την Αντιδημαρχία Πολιτισμού και το δεύτερο με τις χαρακτηριστικές αετωματικές απολήξεις πάνω από σαχνισιά, ανήκει στην Εταιρεία Διάσωσης Ιστορικών Αρχείων.
Ανηφορίζοντας την οδό Επιμενίδου, με παράκαμψη, φτάνουμε στην Πλ. Τερψιθέας, όπου και το θολοσκέπαστο, οθωμανικό ταφικό μνημείο (τουρμπές), οκταγωνικής κάτοψης του Μουσά Μπάμπα (16 ος αι.).
Η κατεύθυνση επί των οδών Πηλέως – Κλειούς – Παπαδοπούλου οδηγεί στη γνωστή κρήνη στο Τσινάρι που ανακατασκευάστηκε.
Με δυτική κατεύθυνση επί των οδών Κλειούς – Οιδίποδα οδηγούμαστε στο Ναό της Αγίας Αικατερίνης (τέλη 13 ου –αρχές 14 ου αι.), που είναι το καθολικό βυζαντινής μονής.
Η διάρθρωση των όψεων με βαθμιδωτά αψιδώματα και τόξα, καθώς και τα περίτεχνα κεραμοπλαστικά αποτελούν εξαιρετικό δείγμα της παλαιολόγιας αρχιτεκτονικής. Η διαδρομή μέσω της οδού Σαχίνη καταλήγει στην Πλ. Μουσχουντή, όπου διασώζεται η μνήμη παλαιάς κρήνης στη συμβολή των οδών Ολυμπιάδος και Κασσάνδρου με την ονομασία Horhor Su, από όπου κατά την ζώσα παράδοση ξεκίνησε η πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης το 1917.
β) 2η πεζοδρομική (πολιτιστική) διαδρομή με κατεύθυνση από Β προς Ν
Ακολουθεί την κατεύθυνση από Β→Ν και συγκεκριμένα προς την Πλ. Αριστοτέλους από τη Μονή Βλατάδων Επταπυργίου (14 ος αι.).
Είναι Πατριαρχική και σταυροπηγιακή μονή, που λειτουργεί ως μοναστήρι μέχρι σήμερα. Στον αυλόγυρο της μονής υπήρχε η κρήνη.
Ακολουθώντας προς νότο τις οδούς Δημάδη – Πολιορκητού συναντάμε πρώτα την Πλ. Τσιτσάνη και μετά βρίσκουμε τον ναό του Οσίου Δαβίδ (5 ος αι.), καθολικό της μονής του Χριστού Σωτήρα του Λατόμου (ή Λατόμων), με το γνωστό ψηφιδωτό του οράματος του Προφήτη Ιεζεκιήλ.
Η κατηφορική οδός Επιμενίδου, αφού διασταυρωθεί με την οριζόντια 1 η διαδρομή μέσω των οδών Ελευσίνας και Ολυμπιάδος, όπου και η κρήνη, μας οδηγεί στον Ναό του Προφήτη Ηλία, καθολικό της παλαιάς μονής Ακαπνίου.
Ο ναός έχει ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική μορφή, αντιπροσωπευτική της τελευταίας παλαιολόγιας φάσης με παράσταση της Βρεφοκτονίας. Νοτίως του ναού σε κοντινή απόσταση είναι η θέση της ομώνυμης κρήνης που υπήρχε.
Συνεχίζοντας νοτίως μέσω των οδών Περσεφόνης, Γρανικού και Δημητρίων, καταλήγουμε στο Αλατζά Ιμαρέτ (άσυλο) (15 ος αι.) κτισμένο από τον βεζίρη Ισάκ Πασά, επί Μωάμεθ Β΄ και διοικητή της Θεσσαλονίκης επί Βαγιαζήτ Β΄.
Το πρώιμο οθωμανικό τέμενος, κάτοψη αντεστραμμένου Τ με κεντρικό αίθριο, φέρει και πλάγια διαμερίσματα στη δυτική πλευρά, καθώς και κιονοστήρικτη στοά. Στον νότιο χώρο του τεμένους επί της οδού Κασσάνδρου υπάρχει κρήνη.
Δυτικά της οδού Κασσάνδρου και στη συμβολή της με την οδό Προφήτη Ηλία υπήρχε αξιόλογη κρήνη, ενώ ανατολικά του τεμένους επί της οδού Καμενιάτου επισημαίνεται η κρήνη, για την οποία δεν βρέθηκαν στοιχεία.
Συνεχίζοντας την πορεία νοτιοδυτικά, μέσω της οδού Κασσάνδρου, συναντάμε το Γενί Χαμάμ (Αίγλη) (τέλος 16 ου αι), μικρό οθωμανικό λουτρό κτισμένο από τον Χουσρέβ Κεντούντα, διαχειριστή βακουφικών ακινήτων στη Θεσσαλονίκη.
Ο τύπος αυτός του δίδυμου λουτρού με ξεχωριστό ανδρικό και γυναικείο τμήμα φέρει τριμερή διάταξη. Εξαιτίας διαφόρων χρήσεων κατά το παρελθόν υπέστη σοβαρές επεμβάσεις. Η από Β προς Ν πορεία μας καταλήγει στον προαύλιο χώρο του Ναού του Αγίου Δημητρίου.
Ο ναός κτίστηκε στα ερείπια ρωμαϊκού συγκροτήματος λουτρού, στη θέση ενός αρχικά μικρού ευκτήριου οίκου. Ακολούθησε η ανέγερση μεγαλοπρεπούς βασιλικής η οποία καταστράφηκε ολοσχερώς από την πυρκαγιά του 1917, ενώ ανεγέρθηκε αργότερα 1918- 1948. Ο ναός, αφιερωμένος στον πολιούχο Άγιο της Θεσσαλονίκης, φέρει ψηφιδωτό διασωθέν από την πυρκαγιά. Κάτω από το εγκάρσιο κλίτος του ναού βρίσκεται η κρύπτη. Αρχαιολογικές ανασκαφές ανέδειξαν στο ανατολικό τμήμα του Ναού Ρωμαϊκό νυμφαίο με κρήνες. Στη νοτιοανατολική πλευρά του περιβόλου του Ναού υπήρχε ως το 1917 κρήνη, περίτεχνης κατασκευής, που εξυπηρετούσε τους πεζούς των οδών Αγ. Δημητρίου και Αγ. Νικολάου.
IV. Ανανέωση μνήμης νερού – Εντοπισμός δώδεκα κρηνών στο βασικό πεζοδρομικό – πολιτιστικό δίκτυο. Φωτογραφική απεικόνιση
Κατά τη διάρκεια του 19 ου αι. υπήρχε ένα πυκνό δίκτυο κρηνών, φιαλών, πηγαδιών, στερνών κ.ά. που εξυπηρετούσαν τον πληθυσμό της intra muros πόλης. Το ενδιαφέρον των σύγχρονων Θεσσαλονικέων, συλλόγων, συγγραφέων, ιστορικών και άλλων διέσωσε ένα ανεκτίμητο φωτογραφικό υλικό, που συνεχώς εμπλουτίζεται και από ξένες αναφορές. Με τις νέες πληροφορίες έχουν γίνει από διάφορους μελετητές του ζητήματος διορθώσεις και ταυτίσεις κρηνών κ.τ.λ. Παραθέτουμε σχετικές βιβλιογραφικές πληροφορίες.
Μία σημαντική συμβολή στο θέμα προσφέρει ένας παλαιός χάρτης κρηνών της πόλης, ο οποίος βοήθησε στον εντοπισμό των 12 κρηνών που παραθέτουμε, από τις οποίες δυστυχώς οι επτά δεν υπάρχουν, παρά μόνο το φωτογραφικό υλικό τους. Ο αναγνώστης ας εκτιμήσει τη μικρή προσπάθεια για την επάνοδο της «υδάτινης μνήμης» της Άνω Πόλης, ενώ μπορεί να εμβαθύνει στο ζήτημα μελετώντας τις πηγές που παραθέτουμε.
α) Κρήνες – Πρώτη πεζοδρομική – πολιτιστική διαδρομή
1. Κρήνη πλατείας Καλλιθέας
Σε κεντρική θέση της πλατείας, σε λιθόκτιστο κτίσμα στεγαζόταν η κρήνη με τον κρουνό στη νότια πλευρά της. Οι σημαντικές διαστάσεις του κτίσματος, με τετράρριχτη κεραμοσκεπή και ένα ορθογώνιο άνοιγμα στην τοιχοποιία, υποδεικνύουν ότι χρησίμευε ο χώρος της κρήνης, εκτός από τη δεξαμενή και για αποθηκευτικός χώρος εργαλείων των δημοτικών υπαλλήλων. Η τουρκική ονομασία της κρήνης ήταν Golcuk Cesme (βρύση της μικρής λίμνης).Η κρήνη δεν υπάρχει σήμερα.
2. Κρήνη διασταύρωσης οδών Αθηνάς και Αποστόλου Παύλου
Το κτίσμα της κρήνης αποτελείτο από τρεις ορατές πλευρές, εκ των οποίων η νότια και η δυτική έφεραν κρουνούς και ήταν κτισμένες με λαξευτή τοιχοποιία, πολύ καλής αρμογής. Βρισκόταν σε επαφή με έναν ερειπωμένο πυλώνα αταύτιστης Βυζαντινής Μονής, πολύ κοντά στα ανατολικά τείχη της πόλης. Η κρήνη καλυπτόταν από δίρριχτη κεραμοσκεπή. Διασώζονται ελάχιστα ίχνη στη στάθμη θεμελίωσης αυτού του κρηναίου κτίσματος, που υποδεικνύουν χορηγό υψηλού οικονομικού μεγέθους.
3. Κρήνη οδών Μωρέας – Αιόλου
Το διασωζόμενο τμήμα της κρήνης είναι ένα τετράγωνο κατασκευασμένο από ορθογώνιους πελεκητούς λίθους κανονικά αρμολογημένους. Στην κύρια όψη η κρήνη φέρει ενδεικτικά ανοίγματα για τη λειτουργία της ως τη δεκαετία του 1950. Εξαιτίας των μεγάλων διαστάσεων της δεξαμενής, ο χώρος αξιοποιήθηκε για τη στέγαση μικρού γαλατάδικου της γειτονιάς, όταν καταργήθηκε η χρήση της κρήνης.
4. Κρήνη στο Τσινάρι
Στη συμβολή των οδών Αλ. Παπαδοπούλου και Κλειούς στην τοποθεσία μικρή πλατεία Cinarli ή Τσινάρι (Πλάτανος) διασώζεται το γνωστό κρηναίο κτίσμα του Μουράτ Β΄ με πλινθοπερίβλητο σύστημα τοιχοποιίας, με πελεκητούς κυβοειδείς λίθους και εναλλασσόμενες σειρές πλίνθων εξαιρετικής ποιότητας. Στο κεντρικό τμήμα μία εσοχή σχηματίζει τριγωνικό ισλαμίζων αέτωμα. Επάνω από τους τρεις κρουνούς υπάρχει ανάγλυφο από βυζαντινό μαρμάρινο θωράκιο (1/2 τ.μ.) του 11 ου -12 ου αι. Η κρήνη στεγάζεται με μονόρριχτη κεραμοσκεπή. Η λεκάνη της κρήνης προέρχεται από μαρμάρινη ρωμαϊκή σαρκοφάγο (τμήμα τάφου).
5. Κρήνη Horhor Su
Η κρήνη βρισκόταν στη συμβολή των οδών Κασσάνδρου και Ολυμπιάδος, βορειοανατολικά στην πλατεία Μουσχουντή (λαχαναγορά). Από το φωτογραφικό υλικό προκύπτει ότι μπροστά από την κρήνη υπήρχε λιθόστρωτη πλατεία με το όνομα Horbor Su Meydani (κελαρυστό νερό), που επικράτησε για την ονομασία της κρήνης. Κατά προφορικές πληροφορίες η πυρκαγιά του 1917 άρχισε από την κοντινή διώροφη κατοικία της οδού Ολυμπιάδος με το σαχνισί και το ισόγειο κατάστημά της. Η κρήνη με επιχρισμένη αργολιθοδομή στην πρόσοψή της είχε ένα ισλαμίζον οξυκόρυφο τόξο, έναν κρουνό και λεκάνη συλλογής ύδατος που περιβαλλόταν από πλάκες με διακοσμητικά μοτίβα. Διασώζεται σήμερα τμήμα του τοίχου της δεξαμενής.
β) Κρήνες- Δεύτερη πεζοδρομική-πολιτιστική διαδρομή
6. Κρήνη στη Μονή Βλατάδων
Η περιοχή του Πύργου του Τριγωνίου είχε αρκετές κρήνες οι οποίες τροφοδοτούνταν σε πόσιμο νερό από τις πηγές του Χορτιάτη. Ο κεντρικός αγωγός κατέληγε δυτικά της Μονής Βλατάδων, σε δεξαμενές εντός του περιβόλου και ενδεχομένως και σε Φιάλη κοντά στο Καθολικό, όπως ήταν σύνηθες και στις Μονές του Αγίου Όρους. Η κρήνη ήταν κατασκευασμένη με επιχρισμένη αργολιθοδομή. Στην όψη έφερε εσοχή με απλό τόξο βυζαντινού ρυθμού, που σκεπαζόταν από δίρριχτη στέγη. Η κρήνη είχε κατεδαφιστεί.
7. Κρήνη της οδού Ολυμπιάδος
Η κρήνη ήταν ενσωματωμένη αρχικά στην πρόσοψη παλαιάς κατοικίας στην άλλοτε οδό Ολύμπου. Με προσπάθειες των αρμοδίων υπηρεσιών κατά την ανέγερση της νέας οικοδομής, στη θέση της παλαιάς οικίας διασώθηκε η κρήνη, με οπισθοχώρηση της νέας ρυμοτομικής γραμμής Η κρήνη εκ κατασκευής είχε τρεις όψεις, με αντίστοιχους κρουνούς, μάλλον σπάνια περίπτωση. Είναι κατασκευασμένη από πελεκητούς λίθους με εναλλασσόμενη σειρά πλίνθων. Η πρόσοψη της διασωζόμενης κρήνης είναι τριμερής με υποχώρηση του μεσαίου τμήματος, όπου και ο κρουνός και μία ενσωματωμένη λίθινη πλάκα με ανάγλυφες παραστάσεις, στις οποίες αναγνωρίζεται τμήμα με ρητό του Κορανίου. Στα πλάγια τμήματα διασώζονται δύο ενσωματωμένες θολωτές κρύπτες, ενώ στη βάση υπάρχει λίθινη λεκάνη συλλογής ύδατος.
8. Κρήνη Προφήτη Ηλία
Όταν ο Ναός του Προφήτη Ηλία λειτουργούσε ως τζαμί, στον περιβάλλοντα χώρο του υπήρχε κρήνη προς το δυτικό τμήμα της ομώνυμης οδού. Όπως διασώθηκε από το φωτογραφικό υλικό υποδεικνύεται μία τετράγωνη θολοσκέπαστη κρήνη διπλής όψης, που φέρει η καθεμία ισλαμίζον τόξο και τον σχετικό βοηθητικό εξοπλισμό. Η κρήνη φαίνεται ότι ήταν κτισμένη με πελεκητούς κυβικούς λίθους με ενδιάμεσες σειρές πλίνθων. Καλυπτόταν με θολωτή στέγη, που κατέληγε σε διακοσμητικό γείσο. Στη μία όψη είχε μαρμάρινη αφιερωματική επιγραφή. Δεν διασώζεται η κρήνη.
9. Κρήνη οδού Καμενιάτου : Δεν υπάρχουν στοιχεία.
10. Κρήνη του Alaça Imaret
Στη νοτιοδυτική γωνία του οικοπέδου, όπου και το Ιμαρέτ, βρίσκεται η ερειπωμένη κρήνη με δύο κύριες όψεις προς την οδό Κασσάνδρου και τον περιβάλλοντα χώρο του μνημείου με τον οποίο κατασκευάστηκε ταυτόχρονα. Η κρήνη είναι κτισμένη με πλινθοπερίβλητο σύστημα τοιχοποιίας, με πελεκητούς λίθους και ενδιάμεσες σειρές πλίνθων, φέρει σε κάθε κύρια όψη της τυφλό αψίδωμα, που πλαισιώνεται από δύο μικρές κόγχες και πιθανόν κατέληγε σε ισλαμίζον τόξο. Η κρήνη θωρείται μια από τις δίδυμες κρήνες της πόλης και διαθέτει μικρή κεντρική δεξαμενή. Το μουσουλμανικό αυτό τέμενος (Alaça Imaret) χρησίμευε ως πτωχοκομείο, ενώ η κρήνη εξακολούθησε επί αρκετά χρόνια να διατηρεί τη λειτουργία της.
11. Κρήνη στη διασταύρωση των οδών Κασσάνδρου και Προφήτη Ηλία, η λεγόμενη και Χρυσή Κρήνη
Από φωτογραφικό υλικό του Léon Busy και έγχρωμη ακουαρέλα (Παπαγιαννόπουλος 1982) διασώζεται η μορφή της τετραγωνικής, πιθανόν τριπλής χρήσης, κρήνης που ήταν δίπλα σε ένα ιδίου μεγέθους μουσουλμανικό τάφο (Τουρμπές), ενδεχομένως όπου είχε ενταφιαστεί ο δωρητής του έργου. Η κρήνη ήταν κατασκευασμένη με πελεκητούς κυβοειδείς πλίνθους, ενδιάμεσες σειρές πλίνθων και καλυπτόταν πιθανόν από τετράρριχτη κεραμοσκεπή, που κατέληγε σε διακοσμητική ταινία. Στην κύρια όψη της κρήνης διακρίνεται ένα ισλαμίζον διπλό τόξο στην τοιχοποιία. Στο κέντρο της υπήρχε μαρμάρινο θωράκιο με ανάγλυφο σχέδιο άστρου με έξι ακτίνες και διακοσμητικές σπείρες, όπου ο κρουνός της κρήνης με την σχετική λεκάνη απορροής του ύδατος.
12. Κρήνη του Αγίου Δημητρίου
Η ρωμαϊκή κρήνη της κρύπτης της βασιλικής του Αγίου Δημητρίου ήταν τμήμα ενός συγκροτήματος ρωμαϊκών θερμών που εκτείνονταν από τις οδούς Αγίου Δημητρίου και Κασσάνδρου, με πρόσοψη επί της οδού Αγίου Νικολάου ανατολικά της βασιλικής. Αποτελείτο από εναλλασσόμενες ορθογωνικές και ημικυκλικές κόγχες που εξυπηρετούσαν τις χριστιανικές λατρευτικές ανάγκες. Το κρηναίο οικοδόμημα εντάχθηκε αργότερα (6 ος αι.) σε μικρή υπαίθρια αυλή, που κατέληγε στα πλευρικά κλίτη της βασιλικής. Στη νοτιοανατολική γωνία του περιβόλου του Ναού σωζόταν προ του 1917 κρήνη περίτεχνης κατασκευής σε ορθογώνιο σχήμα, που τελείωνε σε τριγωνικό αέτωμα. Εκατέρωθεν υπήρχαν κιονίσκοι που στήριζαν το τριγωνικό γείσο. Στην όψη υπήρχε αφιερωματική επιγραφή. Σήμερα η κρήνη δεν διασώζεται.
γ) Η υδροδότηση της Θεσσαλονίκης κατά τον 19ο αι.
Αρχικά η Θεσσαλονίκη έπαιρνε νερό από τρεις κυρίως τοποθεσίες: α) πηγή Χορτιάτη, β) πηγή στο Ρεντζίκι και γ) πηγή στο Λεμπέτ (σημερινή Σταυρούπολη). Το εσωτερικό δίκτυο αποτελούσαν δεξαμενές, κοινόχρηστες βρύσες ή φιάλες ναών, ιδιωτικά πηγάδια κ.τ.λ. (Αρτόπουλος κ.ά., 2016, σελ. 13-18). Το 1888 η βελγική Εταιρεία (Compagnie Ottoman des Eaux de Salonique) (οθωμανική εταιρία υδάτων Θεσσαλονίκης) υπέγραψε σύμβαση 50 ετών με το οθωμανικό κράτος, με σκοπό την υδροδότηση της πόλης από την περιοχή Καλοχωρίου. Η διανομή ύδατος στις κατοικίες ξεκίνησε το 1892. Το νερό έφτανε στο κεντρικό αντλιοστάσιο (στην οδό 26 ης Οκτωβρίου (σφαγεία)) και από εκεί με ατμοκίνητες αντλίες διοχετευόταν στις δεξαμενές επί της οδού Κασσάνδρου, Αγ. Δημητρίου (δυναμικότητας 1000 κ.μ.), Ευαγγελίστριας (1230 κ.μ.) και Μονής Βλατάδων (610 κ.μ.). Επίσης το 1890 λειτούργησε και δίκτυο αποχέτευσης. Στα 1939 η εταιρεία ύδρευσης μεταβίβασε τα δικαιώματά της στον οργανισμό Ύδρευσης Θεσσαλονίκης (ΟΥΘ).
V. Τεχνικοοικονομικό πρόγραμμα πεζοδρόμησης
Στην παρούσα πρόταση ο επισκέπτης ή ο κάτοικος πρέπει να επανασυνδεθεί με τις πλατείες – τοπόσημα της περιοχής, να γνωρίσει τις γειτονιές, με τις νέες δραστηριότητες (οικονομία-αγορά) (πολιτισμός-μνημεία), να γνωρίσει τους τοπικούς παραδοσιακούς θησαυρούς (π.χ. κρήνες, κινστέρνες, πεζούλες, θέες κ.τ.λ.). Στόχος είναι να βελτιωθεί η κινητική βιωσιμότητα για νέους και ηλικιωμένους. Προς τούτο απαιτούνται βελτιώσεις στο δάπεδο των διαδρομών, σημάνσεις, καλός φωτισμός, εξοπλισμός στα υπό μελέτη κατάλληλα σημεία. Η πεζοδρόμηση διευκολύνει την μετακίνηση ανθρώπων με κινητικά προβλήματα, που θα πρέπει να προβλεφθεί κατά προτεραιότητα. Επίσης πρέπει ορισμένα δίκτυα (όπως της ΔΕΗ) να υπογειοποιηθούν, να γίνουν οι αναγκαίες επεμβάσεις στα δίκτυα κοινής ωφελείας (π.χ. ύδρευση, αποχέτευση), να τοποθετηθούν κάδοι σκουπιδιών, κινητές (χημικές) τουαλέτες και γενικά να αξιοποιηθεί και να εξωραϊστεί ο ελεύθερος δημόσιος χώρος της διαδρομής με πράσινο, κήπους, παρεμβάσεις ακόμη σε ορισμένες όψεις κτιρίων. Κοντά στο πεζοδρομικό δίκτυο πρέπει να προβλεφθούν θέσεις στάθμευσης, στάσης του mini bus, βασικό για τη σύνδεση της Άνω Πόλης με το κέντρο της πόλης, και σταθερά σημεία εξυπηρέτησης των πεζών με πληροφορίες για την περιοχή και την πόλη. Ιδιαίτερη μελέτη ανακατασκευής πρέπει να γίνει στις προτεινόμενες κρήνες, τις πέντε υπάρχουσες (βελτίωση κατάστασης) και στις επτά μη υπάρχουσες με σήμανση της θέσης στην οποία βρίσκονταν, σύμφωνα με την φωτογραφική αποτύπωση.
VI. Μελλοντικός ενεργειακός προγραμματισμός κόμβων
Οι πέντε ιστορικές πλατείες της Άνω Πόλης αντιμετωπίζοντας τον 21 ο αιώνα πρέπει να εφοδιαστούν με τις απαραίτητες τεχνολογίες επιβίωσης στις επερχόμενες άγνωστες κλιματικές αλλαγές. Στο πλαίσιο ενός ενεργειακού προγραμματισμού, που αποτελεί μέρος του πολεοδομικού στρατηγικού σχεδιασμού της περιοχής, προτείνουμε έναν καμβά με πιθανές μελλοντικές εφαρμογές στις πλατείες βάσει νέων τεχνολογιών, με τη μορφή επτά (7) προγραμμάτων: 1. Βιοκλιματικό, 2. Ηλιακή ενέργεια, 3. Οπτικές ίνες, 4. Συλλογή ομβρίων υδάτων, 5. Συγκέντρωση ανακυκλώσιμων υλικών, 6. Φύτευση πλατειών, 7. Πρασίνισμα γύρωθεν πολυκατοικιών (στο δώμα). Παρατίθεται προς διαβούλευση πίνακας με πιθανή ανταπόκριση της κάθε μίας πλατείας στις προκλήσεις του μέλλοντος.

Κατά την τελευταία εκατονταετία η Άνω Πόλη που κατέχει έκταση (district) μεταξύ των τειχών και νότια την οδό Κασσάνδρου (edge), μεταμορφώθηκε από μία τουρκική (Μουσουλμανική) κοινωνική και χωρική δομή σε μία Ελληνική (Χριστιανική). Η δομική αυτή αλλαγή πραγματοποιήθηκε κάτω από δύσκολες ιστορικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, οδήγησε όμως στο νέο πολεοδομικό πρόσωπο της περιοχής, με πέντε πλατείες (nodes) που αποτελούν και τα ισχυρά τοπόσημα (landmarks) με τη λειτουργία τους ως αστικά «δίπολα» (οικονομία – πολιτισμός).
Με τη νέα πρόταση των βασικών πεζοδρομικών-πολιτιστικών διαδρομών συνδέονται οι πλατείες, ενώ προβάλλονται με επάρκεια ιστορικά τοπόσημα και κρήνες, σταθερά χωρικά σημεία που βοηθούν να επανασημειολογήσουμε την περιοχή και να διερευνήσουμε με νέους «νοητικούς» χάρτες και άλλα μέσα για την πολιτιστική ιστορία της (genius loci). Το χθες και το σήμερα προοιωνίζουν τη συνέχεια, αλλά και τη μελλοντική αξία της περιοχής.
*Ο Ευάγγελος Π. Δημητριάδης είναι Δρ. Αρχιτέκτων Πολεοδόμος ΑΠΘ – Ομότιμος Καθηγητής Πολεοδομίας ΑΠΘ και ο Δημήτρης Π. Δρακούλης είναι Δρ Αρχιτέκτων Πολεοδόμος ΑΠΘ – Μεταδιδάκτορας ΑΠΘ – ΕΛΙΔΕΚ.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
Αναστασιάδης Α. Ι., Θεσσαλονίκη: Άνω Πόλη, Ανάτυπο από το συλλογικό έργο Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα 1989. Αρτόπουλος Γ. και Αρτόπουλος Ι., Οι κρήνες της Θεσσαλονίκης αφηγούνται, Θεσσαλονίκη 2016. Βελένης Γ. Μ., Κρήνες και Φιάλες της Θεσσαλονίκης: ταυτίσεις φωτογραφιών, Θεσσαλονικέων Πόλις, Παράρτημα τεύχους 17, Θεσσαλονίκη 2005. Γεωργούλης Π. Ι., Η βιομηχανική υποδομή στην παλιά Θεσσαλονίκη (Ενθύμιον για τα 2.300 της πόλης) ΕΘΥΛ, Α.Χ.Ε., Θεσσαλονίκη 1985. Δημητριάδης Β., Τοπογραφία της Θεσσαλονίκης κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας 1430-1912, Θεσσαλονίκη 1983. Δημητριάδης Π. Ε. και Δρακούλης Π. Δ., «Έτσι θα άλλαζε η Άνω Πόλη», Parallaxi, τεύχος 281, 44-47, Θεσσαλονίκη 2024 και Έτσι θα άλλαζε η Άνω Πόλη… | Parallaxi Magazine. Δημητριάδης Π. Ε. και Δρακούλης Π. Δ., Αστική γειτονιά «Πλατείας Καλλιθέας – Αγίου Νικολάου Ορφανού»: Μια πιλοτική αειφόρος πρόταση με πλαίσιο το στρατηγικό πολεοδομικό σχεδιασμό της Άνω Πόλης Θεσσαλονίκης, Επιστημονική Επετηρίδα του Κέντρου Ιστορίας Θεσσαλονίκης (ΚΙΘ) 10, Θεσσαλονίκη 2021, 451- 474. Δημητριάδης Π. Ε. και Δρακούλης Π. Δ., Συμβολή στο Πολεοδομικό Στρατηγικό Σχέδιο τοπικής ανάπτυξης στην Άνω Πόλη Θεσσαλονίκης, Επιστημονική Επετηρίδα Κέντρου Ιστορίας Δήμου Θεσσαλονίκης (ΚΙΘ) 9, Θεσσαλονίκη 2017, 247-267. Ζαφείρης Χ., Η Θεσσαλονίκη των Οθωμανών, Θεσσαλονίκη 2019. Λαγόπουλος Α-Φ. (επ. υπεύθ.) και Π. Σταθακόπουλος, Ε. Π. Δημητριάδης, Π. Ασήμος, «Άνω Πόλη Θεσσαλονίκης: καταγραφή, καθορισμός και έλεγχος χρήσεων γης» στο Ν. Κ. Μουτσόπουλος και Μ. Μαυρομάτης (επιμ.), Η Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης 1978-1997. Η Αναβίωση ενός υποβαθμισμένου οικισμού, Δήμος Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, 2000. Μέγας Γ., Ανδριωτάκης Μ., Θεσσαλονίκη 1896: Η χρονιά των Ολυμπιακών Αγώνων, Δήμος Θεσσαλονίκης – Φίλοι του Κ.Τ.Θ. εκδ. οίκος Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2004. Μουτσόπουλος Ν. Κ., «Σύντομο ιστορικό – μέσα από το φακό του Αριστοτέλη Ζάχου». Στο Η Θεσσαλονίκη μέσα από τον φακό του Αριστοτέλη Ζάχου 1912-1917, Αθήνα 2002, 114-115, 124-125. Παπαγιαννόπουλος Α., Ιστορία της Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1982. Petropoulos Ε., La présence ottoman à Salonique, Αθήνα 1980α. Petropoulos Ε., Salonique: l’ incendie de 1917, Θεσσαλονίκη 1980β.
Ευχαριστίες
Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τις κυρίες Χαρίκλεια Ψαλτοπούλου και Νάντια Δημητριάδη που βοήθησαν στην επεξεργασία του υλικού της δημοσίευσης.