Το ρεμπέτικο ζωντανεύει στους δρόμους της Θεσσαλονίκης

Ο Παναγιώτης και ο Σπύρος είναι δύο μουσικοί του δρόμου που ξεσηκώνουν τον κόσμο στην Πλ. Αριστοτέλους και στην Τσιμισκή.

Νίκος Γκάγιας
το-ρεμπέτικο-ζωντανεύει-στους-δρόμου-844390
Νίκος Γκάγιας

«Είμαι ο Παναγιώτης, εγώ είμαι ο Σπύρος και είμαστε οι Γιαγκίνηδες»

Άραγε θα μπορούσες να ζεις χωρίς την μουσική; Πως θα έμοιαζε μία μέρα σου χωρίς λίγες νότες στην βαρετή ρουτίνα σου; Μέσα στο γκρίζο της πόλης, ανάμεσα στα πυκνοκατοικημένα κτίρια της ακούγεται μία μελωδία, η οποία σε μεταφέρει σε άλλη εποχή. Λες και βρίσκεσαι ξαφνικά σε ελληνική ταινία. Κι όμως όχι. Βρίσκεσαι στην Πλ. Αριστοτέλους ή στην Τσιμισκή και περπατάς αμέριμνος μέχρι που “πέφτεις” πάνω τους. Δύο παιδιά 20 χρονών με το μπουζούκι και την κιθάρα τους τραγουδούν ρεμπέτικα και ξαφνικά όλος ο δρόμος μετατρέπεται σ’ ένα σκηνικό που θυμίζει την τότε εποχή. 

Ο Σπύρος και ο Παναγιώτης αυτοαποκαλούνται “Γιαγκίνηδες”, από το “γιαγκίνι”, όπως μου εξηγούν, που χρησιμοποιείται σαν αργκό και σημαίνει η φλόγα, η κάψα.

«Όμως, χρησιμοποιείται και στα ρεμπέτικα “το γιαγκίνι που έχω στην καρδιά”, δηλαδή η ερωτική φλόγα. Γι’ αυτό εμείς οι Γιαγκίνηδες, είμαστε αυτοί που δημιουργούν την ερωτική φλόγα», αναφέρει ο Παναγιώτης. 

Ο Σπύρος είναι από την Κόρινθο και σπουδάζει μουσικές επιστήμες στο ΠΑΜΑΚ, ενώ ο Παναγιώτης είναι από την Αλεξανδρούπολη και σπουδάζει χρηματοοικονομικά στο ΠΑΜΑΚ. Πως γνωρίστηκαν; Μέσω μίας κοινής γνωστής τους, ο Παναγιώτης είπε πως παίζει μπουζούκι και εκείνη του είπε πως έχει έναν φίλο που παίζει κιθάρα.

«Στην αρχή ξεκινήσαμε να παίζουμε σε μαγαζιά. Όμως, η αλήθεια είναι ότι δεν ήμασταν τόσο καλοί ούτε σαν μουσικοί ούτε σαν διασκεδαστές. Οπότε έπρεπε να συμβιβαστούμε. Ήταν μία μίξη PR με μουσική για λίγα λεφτά, τα οποία μπορεί και να μην τα παίρναμε. Όμως, ήταν δίκαιο γιατί δεν ήμασταν τόσο καλοί όταν ξεκινήσαμε – χρειαζόταν να αποκτήσουμε χημεία»

Έτσι τα παιδιά τον πρώτο χρόνο έπαιζαν σε ένα μαγαζί σταθερά και άλλα δύο αραιά και που. Ωστόσο μετά από κάποια στιγμή κουράστηκαν και δεν άντεχαν άλλο υπό αυτές τις συνθήκες. Ο Σπύρος τονίζει ότι είχε πάει το καλοκαίρι διακοπές με κάτι φίλους του που έπαιζαν στον δρόμο και σκέφτηκε να το προτείνει στον Παναγιώτη.

«Την πρώτη φορά που παίξαμε στον δρόμο ήταν με έναν φίλο μας (αυτός είχε ξανά βγει). Εγώ ντρεπόμουν και ο Παναγιώτης δεν το είχε ξανά κάνει», αναφέρει ο Σπύρος, ενώ συμπληρώνει ο Παναγιώτης ότι «από πολύ νωρίς συνειδητοποιήσαμε ότι ο δρόμος είναι καλύτερη επιλογή από το να παίζεις σε μαγαζί, το οποίος είναι εν μέρει ωραίο για να κάνεις την φάση σου, αλλά για να παίζεις επαγγελματικά και να το κάνεις καθημερινά είναι πιο ωραία στον δρόμο. Δεν έχεις αφεντικό, έχεις ό,τι ωράριο θες»

Έτσι τα παιδιά ξεκίνησαν από τον χειμώνα του 2019 να παίζουν στον δρόμο. Όπως αναφέρουν σίγουρα λείπει η προστασία του μαγαζιού και η έκθεση είναι απόλυτη, καθώς περνάει πάρα πολύς κόσμος από εκεί που τραγουδάνε. 

«Στην αρχή νιώθεις λίγο ξένος εκεί που είσαι. Δεν είναι όλοι θετικοί σ’ αυτό. Υπάρχουν καταστάσεις που πρέπει να αντιμετωπίσεις, οι οποίες μας σκλήρυναν. Υπήρχαν αρκετές φορές που ο κόσμος προσπάθησε να πάρει λεφτά από την θήκη σου. Συχνά γκρίνιαζαν από μαγαζιά ότι τους ενοχλούμε. Πολλές φορές επίσης μας έχουν φέρει και αστυνομία. Όλα αυτά στην αρχή μας επηρέαζαν – μπορεί μετά να μην είχαμε κέφι να συνεχίσουμε», επισημαίνουν.

Αν τους πετύχεις να παίζουν στον δρόμο θα καταλάβεις ότι μέρα – μεσημέρι στήνουν ένα μεγάλο γλέντι με τους περαστικούς να χορεύουν, να τραγουδάνε, να ζητούν παραγγελιές και να περνάνε καλά με τα παιδιά.

«Έχουμε αποδοχή από τον κόσμο. Έρχεται κόσμος και μας λέει ενθαρρυντικά λόγια, μας φωνάζουν “μπράβο”. Έχουμε απήχηση, ιδιαίτερα στις μεγάλες ηλικίες. Φυσικά και οι νέοι ακούνε ρεμπέτικα, όμως δεν θα τα εκτιμήσουν τόσο πολύ γιατί μπορούν να βάλουν το τραγούδι στο YouTube, ενώ κάποιος μεγαλύτερος θα ενθουσιαστεί γιατί αν δεν παίξει το κομμάτι στο ραδιόφωνο ή στην τηλεόραση, να είσαι η μόνη ευκαιρία για να το ακούσει. Οπότε τρελαίνονται με μερικά κομμάτι – είναι εκείνοι που θα συγκινηθούν και θα μας πουν μία κουβέντα παραπάνω»

Εύκολα μπορεί να αναρωτηθεί κανείς γιατί επέλεξαν το συγκεκριμένο μουσικός είδος για να ασχοληθούν. Όπως οι ίδιοι δηλώνουν όταν ξεκίνησαν το σχήμα διάλεξαν και απέρριψαν πράγματα.

«Στην αρχή είχαμε 5 ρεμπέτικα, 3 σκυλάδικα και 2 λαϊκά. Είδαμε τι μας ταιριάζει και τι αρέσει στον κόσμο – αφαιρέσαμε τα 5 που δεν μας έκαναν, κρατήσαμε τα ρεμπέτικα και προσθέσαμε και άλλα»

Φυσικά τονίζουν ότι έχει διαφορά το να είσαι επαγγελματίας μουσικός του δρόμου, από το να βγαίνεις απλά και να τραγουδάς επειδή δεν υπάρχει κάποιο μαγαζί για να παίξεις είτε για την πλάκα σου. Ο Παναγιώτης εξηγεί ότι:

«ο δρόμος θέλει πολλή φωνή για να σε ακούσουν, να τα δίνεις όλα για να σε καταλάβουν και να έχει κάποιο νόημα που βγαίνεις. Να δίνεις το 120% του εαυτού σου. Ο επαγγελματίας θα προετοιμαστεί, θα παρουσιάσει ένα show και θα δεν θα σκεφτεί “θα βγω στον δρόμο επειδή δεν βρίσκω μαγαζί ή επειδή δεν θα με κρίνει κανείς”. Για να βγάλεις χρήματα στον δρόμο πρέπει να είσαι αρκετά καλός για να παίξεις και στο πιο καλό μαγαζί.

Κάποιοι βγαίνουν επειδή δεν μπορούν να βρουν να παίξουν κάπου αλλού και άλλοι επειδή υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες. Σ’ ένα μαγαζί θα σε ακούσουν 50-100 άτομα, ενώ στον δρόμο θα σε ακούσουν χιλιάδες άτομα. Για να κάνεις το χόμπι σου επάγγελμα πρέπει να το αντιμετωπίσεις και έτσι»

Για τους Γιαγκίνηδες όλο αυτό είναι επάγγελμα. Αν τύχει και έχουν μάθημα την ώρα που πρέπει να τραγουδήσουν στο δρόμο, δεν θα πάνε στο πανεπιστήμιο.  Εντύπωση προκαλεί τόσο στους ίδιους όσο και σε εμάς, το γεγονός ότι μετά την καραντίνα είχαν πολύ παραπάνω απήχηση.

«Μόλις ανοίξαμε έγινε χαμός, ενώ εμείς σκεφτόμασταν ότι ο κόσμος ίσως φοβάται ή ότι δεν θα έχει λεφτά»

Ένα από τα περιστατικά που θυμούνται είναι με τον Λευτέρη Πανταζή. Είχαν βγει ένα απόγευμα να παίξουν για ένα 2ωρο και την ώρα που τα μάζευαν άκουσαν μία μυστήρια φωνή από πίσω τους να τους λέει “τι γίνεται ρε παιδιά, βγαίνει το μεροκάματο;” και γύρισαν και είδαν τον Λευτέρη Πανταζή. Έτσι τα έβγαλαν ξανά και έπαιξαν. 

«Νομίζω εκτίμησε ότι δεν παίξαμε κάτι δικό του, αλλά αυτό θα το έκαναν όλοι”

Τα παιδιά τα βρίσκουμε σχεδόν καθημερινά στην Πλατεία Αριστοτέλους και στην Τσιμισκή, όπου μας χαρίζουν απίστευτα live.

Δείτε επίσης:

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα