Υπεραιωνόβια πλατάνια στη Θεσσαλονίκη: Τα ζωντανά μνημεία φύσης στην καρδιά της πόλης

Μπορούν τα πλατάνια να μιλήσουν για τον πολιτισμό και την ιστορία μιας πόλης;

Μαρία Συμεωνίδου
υπεραιωνόβια-πλατάνια-στη-θεσσαλονί-1306421
Μαρία Συμεωνίδου

Στη Θεσσαλονίκη, ανάμεσα σε πολυσύχναστους δρόμους και πολυκατοικίες που υψώνονται ψηλά προς τον ουρανό, υπάρχουν δέντρα που στέκουν αγέρωχα δεκαετίες ολόκληρες.

Τέσσερα υπεραιωνόβια πλατάνια που βρίσκονται στην πόλη σίγουρα τα έχεις παρατηρήσει. Με κορμούς που κουβαλούν το βάρος του χρόνου και ρίζες που βουτάνε βαθιά μέσα στα τσιμέντα και τα πεζοδρόμια, είναι κάτι παραπάνω από αστικό πράσινο: είναι μάρτυρες της ιστορίας, της καθημερινότητας και της μεταμόρφωσης της πόλης.

Κάποια από αυτά φυτεύτηκαν κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας ή προηγήθηκαν αυτής. Ερχόμενοι στο σήμερα όμως και χάρη στη φροντίδα της επιστημονικής ομάδας της καθηγήτριας Αθηνάς Βιτοπούλου και του εργαστηρίου της, σε συνεργασία με φορείς όπως το Μακεδονικό Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης, ανοίγει ένας ευρύτερος διάλογος σχετικά με αυτά τα πολύ ξεχωριστά πλατάνια: τι σημαίνει να ζουν τέτοια δέντρα ανάμεσά μας; Πόσο χώρο τους αφήνει η σύγχρονη πόλη; Και πώς μπορούμε να τα προστατεύσουμε, να τα αναδείξουμε και –κυρίως– να τα ακούσουμε;

Η ημερίδα PlaneScapes / Τοπία Πλατάνων και το εργαστήριο σχεδιασμού επιχείρησαν να απαντήσουν σε όλα αυτά τα ερωτήματα. Μέσα από την επιστήμη, την αρχιτεκτονική και τη δημόσια συζήτηση. Τα πλατάνια αυτά της Θεσσαλονίκης αποκτούν ξανά φωνή και ρόλο, μας προσκαλούν σε έναν περίπατο διαφορετικό: εκεί που η φύση και η πόλη συναντιούνται, ως σύμμαχοι.

Στην κουβέντα με την Αθηνά Βιτοπούλου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ και συντονίστρια της ημερίδας, μάθαμε ακόμα περισσότερα για τα υπεραιωνόβια πλατάνια που υψώνονται σε κεντρικά σημεία της πόλης και την σημασία τους για τον πολιτισμό, την οικολογία και την κοινωνία των πολιτών της Θεσσαλονίκης.

Η πρωτοβουλία που ξεκίνησε ως εργαστήριο της κ. Βιτοπούλου και εξελίσσεται σε έναν δυναμικό κύκλο δράσεων γύρω από έναν φυσικό «θησαυρό» της πόλης: τα υπεραιωνόβια πλατάνια. «Η ιδέα για την ημερίδα που έγινε τον Μάρτιο και τις επιμέρους δράσεις που τη συνοδεύουν, γεννήθηκε από την ανάγκη να μελετηθούν αυτά τα πλατάνια σε βάθος – όχι μόνο από οικολογικής άποψης, αλλά και ως στοιχεία της ιστορικής και πολιτιστικής ταυτότητας της πόλης», δήλωσε η καθηγήτρια.

Οι δράσεις περιλαμβάνουν επιστημονικές μελέτες από ειδικούς καθηγητές, περιβαλλοντολόγους και φοιτητές, περιηγητικές διαδρομές στις περιοχές όπου βρίσκονται τα δέντρα και συλλογή μαρτυριών και οπτικού υλικού, με τη συμμετοχή φυσικά και αρκετών πολιτών. Τα αποτελέσματα αυτής της συλλογικής εμπειρίας αναμένεται να παρουσιαστούν σε έκθεση το φθινόπωρο. «Στόχος της προσπάθειας είναι η ανάδειξή των τεσσάρων αυτών πλατάνων σε μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς της πόλης», όπως τονίζεται από την καθηγήτρια και συντονίστρια της δράσης.

Οι τοποθεσίες των πλατάνων

Δεν είναι τυχαίο ότι τα πλατάνια της Θεσσαλονίκης βρίσκονται σε κομβικά σημεία του αστικού ιστού, πιο συγκεκριμένα : στη συμβολή των οδών Ακροπόλεων και Επταπυργίου, απέναντι από την Πορτάρα, στην Άνω Πόλη, στη συμβολή των οδών Αγ. Δημητρίου και Αποστόλου Παύλου, δίπλα στο Τουρκικό Προξενείο, στην πλατεία Ναυαρίνου, κοντά στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου και στη συμβολή των οδών Τσιρογιάννη και Παύλου Μελά, στο πάρκο Εθνικής Αμύνης-Παύλου Μελά.

Πρόκειται ουσιαστικά για ένα «ζωντανό αρχείο» της πόλης: δέντρα που έχουν καταγραφεί σε σκίτσα, φωτογραφίες και μαρτυρίες από την εποχή της Τουρκοκρατίας, και τα οποία αποτυπώνουν όχι μόνο την ίδια τους την εξέλιξη αλλά και τις αλλαγές στο τριγύρω περιβάλλον τους μέσα στον χρόνο. Η διαχρονικότητά τους, ως σημεία αναφοράς, τα καθιστά πολύτιμους φορείς μνήμης.

Περιβαλλοντικά οφέλη

Τα πλατάνια αυτά συμβάλλουν καθοριστικά στην ποιότητα ζωής μέσα στο ήδη επιβαρυμένο αστικό τοπίο. Με τον όγκο τους, τη σκιά που προσφέρουν και την ικανότητά τους να απορροφούν διοξείδιο του άνθρακα, λειτουργούν ως φυσικοί “καθαριστές” του αέρα σε μια πόλη που της λείπουν οι πράσινες νησίδες.

Επιπλέον, η παρουσία τους είναι ένδειξη των παλαιών υδροφόρων δρόμων, με πηγές και ρυάκια που κάποτε διέτρεχαν την πόλη, καθώς σχεδόν πάντα δίπλα στα πλατάνια τείνουν να υπάρχουν βρύσες με τρεχούμενο νερό.

Αυτό ως εικόνα έχει καταγραφεί σε παλιές φωτογραφίες και αρχεία της πόλης, αφού βλέπουμε τα πλατάνια να στέκουν αγέρωχα και οι βρύσες και τα ρυάκια να εξαφανίζονται με τα χρόνια και τη θέση τους να παίρνουν, οδοστρώσεις, πλατείες και πεζοδρόμια τα οποία τραυματίζουν και δυσκολεύουν την σωστή στάση των πλατάνων στο άλλοτε δικό τους φυσικό περιβάλλον.

Περίπατοι και πολιτιστική ανάδειξή τους σε μνημεία:

Οι περιηγήσεις που οργανώνονται γύρω από αυτά τα σημεία δεν αποτελούν απλώς ευκαιρίες εξερεύνησης του υδάτινου κάποτε δικτύου της πόλης, αλλά πρόκειται και για συμμετοχικές δράσεις που ενισχύουν τη σχέση των κατοίκων με τον δημόσιο χώρο της πόλης, ενώ ταυτόχρονα διαμορφώνουν ένα νέο, πιο βιώσιμο και οικολογικό πρόσωπο για τη Θεσσαλονίκη.

Ωστόσο, οι παρεμβάσεις της πόλης – όπως παγκάκια πάνω στις ρίζες ή τσιμέντωμα στη βάση των δέντρων – μαρτυρούν για άλλη μια φορά την πρόχειρη ή ελλιπή φροντίδα που δέχονται. Και όμως, όπως είπε η Αθηνά Βιτοπούλου, «είναι σαν έργα τέχνης – μόνο που, σε αυτή την περίπτωση, είναι ζωντανά και εμείς οι ίδιοι παρεμβαίνουμε στο χώρο τους».

Σε αυτό το πλαίσιο, είναι εύλογο να αναφερθεί η στάση της τοπικής αυτοδιοίκησης περί του ζητήματος φροντίδας των πλατάνων. «Ήδη έχουν γίνει κάποια βήματα, όπως γεωπονικές μελέτες εδάφους σε συνεργασία με ειδικούς, ωστόσο η διαδικασία χαρακτηρισμού των δέντρων ως μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς φαίνεται να «κολλάει» σε ζητήματα αρμοδιοτήτων – με βασική καθυστέρηση να εντοπίζεται στο δασαρχείο, από το οποίο ακόμη αναμένεται επίσημη ενημέρωση», ανέφερε σχετικά.

Το σίγουρο είναι πως αυτά τα πλατάνια της πόλης δεν είναι απλώς δέντρα που προσπερνάμε στο διάβα μας. Είναι αφηγήσεις, σημεία συνάντησης, φωτεινές ακόμη μνήμες μιας πόλης που αλλάζει και αυτά είναι οι μάρτυρες των αλλαγών αυτών. Αναπόφευκτα, είναι στο χέρι μας να αποφασίσουμε αν θα τα αφήσουμε να χαθούν στη σιωπή ή θα τα αναδείξουμε όπως τους αξίζει: ως αναπόσπαστο κομμάτι της συλλογικής ταυτότητας της Θεσσαλονίκης ανακηρύσσοντάς επίσημα μνημεία κληρονομιάς της πόλης μας.

Τα αποτελέσματα του εργαστηρίου και οι δράσεις πέρα από την έκθεση και δημόσια συζήτηση που αναφέρθηκε ότι θα διεξαχθεί τον Σεπτέμβριο του 2025, θα παρουσιαστούν και σε e-book, ενώ είναι πολύ θεμιτό από τις συντονίστριες του προγράμματος και του εργαστηρίου, με περεταίρω οργάνωση, να μπορούν στο μέλλον να παίρνουν μέρος και να ενημερώνονται σχετικά με τη διαδρομή και την ιστορία των πλατάνων σχολεία στα πλαίσια εκπαιδευτικών εκδρομών.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα