Ο 24χρονος Τιμόθεος Πέτριν είναι ένα παιδί «θαύμα» της Θεσσαλονίκης!
Συνέντευξη με έναν από τους πιο ταλαντούχους νέους Έλληνες βιολοντσελίστες της εποχής μας.
Ο Τιμόθεος Πέτριν, είναι αυτό που θα έλεγε κανείς, «παιδί θαύμα» της κλασικής μουσικής. Έχει συμμετάσχει στα μεγαλύτερα διεθνή φεστιβάλ κλασικής μουσικής και, αν και είναι μόλις 24 ετών, θεωρείται ένας από τους κορυφαίους νέους Έλληνες βιολοντσελίστες της εποχής μας.
Ο 24χρονος μουσικός, έλαβε διεθνή αναγνώριση μετά την κατάκτηση του τέταρτου βραβείου στον κορυφαίο διεθνή διαγωνισμό International Paulo Cello Competition της Φινλανδίας, το 2018, όπου και επιδοκιμάστηκε από τον τύπο για τον «παθιασμένο σολιστικό χαρακτήρα» την «παλλόμενη τραγουδιστή φωνή» και την «ενδιαφέρουσα αυθεντική προσωπικότητά» του, σύμφωνα με την εφημερίδα, Helsingin Sanomat.
Ξεκίνησε τις σπουδές του στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης, από όπου και αποφοίτησε το 2012 από τη τάξη του Δημήτρη Πάτρα με Δίπλωμα και 1ο βραβείο.
Την ίδια χρονιά, ξεκίνησε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στη παγκοσμίως διάσημη και εξαιρετικά επιλεκτική σχολή Curtis Institute of Music στην Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ, όπου μόνο το 4% των υποψηφίων καταφέρνει να εισαχθεί, κάνοντάς την μια από τις πιο επιλεκτικές σχολές ανώτατης εκπαίδευσης του κόσμου. Αποφοίτησε το 2017 από τις τάξεις των Peter Wiley και Peter Brey με Bachelor of Music degree.
Σήμερα, σπουδάζει στο New England Conservatory of Music της Βοστώνης, στη τάξη του Laurence Lesser, όπου και είναι υποψήφιος κατάκτησης του Master of Music degree. Επίσης, έχει πάρει μαθήματα από τους: Λεωνίδα Καβάκο, Franz Helmerson, Gary Hoffman, Paul Katz, Colin Carr, Maria Kliegel. Είναι υπότροφος του ιδρύματος Ωνάση.
Ο Τιμόθεος μίλησε στην Parallaxi και μας αποκάλυψε λεπτομέρειες από την ζωή του, τα πρώτα του ξεκινήματα και τις επιθυμίες του.
Γεννήθηκε λοιπόν το 1994 στην Θεσσαλονίκη, σε οικογένεια μουσικών. Όπως μας αφηγείται και ο ίδιος: «Ήμουν τυχερός διότι γεννήθηκα και μεγάλωσα σε οικογένεια μουσικών. Ήχοι κλασικής μουσικής γέμιζαν κάθε μέρα το σπίτι μας καθώς μελετούσαν οι γονείς και ο μεγάλος μου αδερφός. Πιστεύω πως θα ήταν πολύ δύσκολο να αντισταθώ στους ισχυρούς ήχους του πιάνου και του βιολιού. Από μικρή ηλικία θυμάμαι ότι κατά βάθος ήξερα πως θα ασχοληθώ με τη μουσική. Έβλεπα πλέον τη μουσική ως κάτι πολύ φυσικό».
Στην ηλικία των έξι χρόνων, άρχισε μαθήματα πιάνου με τη μητέρα του, Ειρήνη Γαβριηλίδου, και ένα χρόνο αργότερα μετά από πρότασή της, άρχισε το τσέλο. «Πλέον μπορούσαμε να παίζουμε μουσική δωματίου οικογενειακώς. Το να αγαπήσει κανείς το τσέλο ή οποιοδήποτε άλλο έγχορδο όργανο από μικρή ηλικία είναι ιδιαίτερα δύσκολο καθώς τα πρώτα βήματα μάθησης ενός έγχορδου οργάνου, είναι τα πιο κρίσιμα και επώδυνα. Θέλει πολύ χρόνο, σωματική και ψυχική επιμονή, ούτως ώστε να βγει κάποιο θετικό αποτέλεσμα» υπογραμμίζει.
Ποια ήταν τα πρώτα μουσικά ερεθίσματα του Τιμόθεου; «Θυμάμαι μια μέρα, καθώς άκουγα ηχογραφήσεις, η προσοχή μου είχε πέσει σε μια πολύ ιδιαίτερη ηχογράφηση της πρώτης σονάτας του Μπραμς για τσέλο και πιάνο σε ερμηνεία του Ροστροπόβιτς και του Ρίχτερ. Είχα εντυπωσιαστεί τόσο πολύ, που αγάπησα τον ήχο του τσέλου και ως παιδί έκανα όνειρα κι εγώ να μπορέσω να παίξω τόσο ωραία μια μέρα».
Το τσέλο όμως, δεν ήταν το πρώτο όργανο το οποίο γνώρισε. «Τρέφω μια ιδιαίτερη αγάπη για το πιάνο. Είναι το όργανο με τα ακούσματα του οποίου μεγάλωσα. Τα πλήκτρα του πιάνου ήταν η πρώτη σωματική επαφή μου με τη μουσική. Παίζω ακόμα στον ελεύθερό μου χρόνο αλλά ερασιτεχνικά».
Φυσικά, ο δρόμος της μουσικής, δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα, όπως μας λέει ο νεαρός μουσικός. «Το να αφιερωθεί και να πετύχει κανείς στο χώρο της μουσικής, είναι κάτι ιδιαίτερα δύσκολο, καθώς το σώμα και το πνεύμα του ερμηνευτή πρέπει να συνυπάρχουν αρμονικά μεταξύ τους. Κάτι τέτοιο φυσικά μπορεί να πραγματοποιηθεί με αμέτρητες ώρες αφοσίωσης και μελέτης πάνω στο όργανο, σε συνδυασμό πάντα με τις διπλάσιες ώρες εκτός χώρου μελέτης. Είμαι πεπεισμένος πως για να γίνει κανείς σωστός μουσικός, πρέπει να ζήσει μια φυσιολογική ζωή γεμάτη εμπειρίες και ανθρώπινες επαφές».
Συνεχίζει λέγοντας: «Υπάρχουν χιλιάδες παραδείγματα μουσικών, που περνούν μια ολόκληρη ζωή μέσα σε ένα δωμάτιο κοπιάζοντας και δουλεύοντας αμέτρητες ώρες, χάνοντας με αυτό τον τρόπο κάθε είδους επαφή με το περιβάλλον και με το κοινό. Πιστεύω πως αυτό είναι και το μεγαλύτερο στοίχημα για έναν νέο μουσικό. Το να μπορέσει να εξισορροπήσει την καθημερινότητα του ώστε να είναι παραγωγικός σε όλα τα μέρη της ζωή του».
Άραγε, ξεχωρίζει κάποια από τις αμέτρητες εμφανίσεις του όλα αυτά τα χρόνια σε μουσικά φεστιβάλ; «Έχω τη χαρά να συμμετάσχω σε πολλά φεστιβάλ στην Αμερική αλλά και στην Ευρώπη. Το επόμενο καλοκαίρι θα πάρω μέρος στο Marlboro Music Festival, ένα ιστορικό και πολύ σημαντικό φεστιβάλ για τη μουσική παράδοση της Αμερικής. Υπάρχουν πολλές εμφανίσεις που έπαιξαν ξεχωριστό ρόλο στη ζωή μου μέχρι στιγμής. Μια από αυτές φυσικά ήταν η ακρόασή μου το 2012 στο Curtis Institute of Music της Φιλαδέλφειας, στην ιστορική αυτή σχολή στην οποία φοίτησα για πέντε χρόνια. Εκείνη η μέρα της ακρόασης είχε αλλάξει τη ζωή μου ριζικά».
«Οι πιο ξεχωριστές για μένα εμφανίσεις όμως, έλαβαν μέρος τον περασμένο Οκτώβρη στη Φινλανδία, όπου πήρα μέρος σε ένα μεγάλο διεθνή διαγωνισμό τσέλου, το International Paulo Cello Competition. Είχα τη μεγάλη τιμή να λάβω το τέταρτο βραβείο και να συνεργαστώ με κορυφαίους μουσικούς και ορχήστρες, παίζοντας σε πραγματικά φανταστικές αίθουσες. Ήταν μια τεράστια εμπειρία που θα μου μείνει αξέχαστη».
Πώς βιώνει όμως όλη αυτή την μοναδική εμπειρία της ζωής του; «Η εμπειρία αυτή έχει τα σκαμπανεβάσματά της. Υπάρχουν στιγμές που όλα βαίνουν καλώς, αλλά και στιγμές που τα πράγματα δεν πάνε όπως ακριβώς τα υπολογίζω, κάτι το οποίο πιστεύω συμβαίνει σε όλους μας, ανεξαρτήτου επαγγέλματος» μας λέει και συνεχίζει: «Μ’αρέσει πιο πολύ έτσι. Η ζωή αποκτά μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Το πιο σημαντικό πιστεύω είναι το όραμα και η ελπίδα πως τα περισσότερα σχέδιά μου κάποια στιγμή θα εκπληρωθούν».
Μπορεί το πρόγραμμά του να είναι επιβαρυμένο, όμως όπως μας λέει, βρίσκει ελεύθερο χρόνο και για τον εαυτό του. «Υπάρχουν μέρες που έχω αρκετό ελεύθερο χρόνο, αν και είναι κάτι που δεν συμβαίνει συχνά. Από μικρός ζωγράφιζα, κάτι το οποίο συνεχίζω μέχρι και τώρα. Πρόσφατα τελείωσα έναν αρκετά μεγάλο πίνακα και τώρα πια ανυπομονώ να εμπνευστώ επιτέλους καμιά καινούργια ιδέα».
Ακούει άλλα είδη μουσικής; Ο ίδιος λέει, ότι δυστυχώς δεν ακούει άλλα είδη μουσικής συχνά. «Δεν είμαι κατά της ποπ. Αντιθέτως, πιστεύω πως δεν υπάρχουν σύνορα μεταξύ ειδών μουσικής. Εκτιμώ ένα ροκ τραγούδι, το ίδιο με μια κλασική συμφωνία. Απλώς, λόγω επαγγέλματος, βρίσκω τον εαυτό μου να αφοσιώνεται στην κλασική μουσική πιο συχνά και με μεγαλύτερη ευκολία» μας εκμυστηρεύεται.
Όσον αφορά το αν έχει κάποιο μουσικό ίνδαλμα, εκείνος απαντάει: «Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, μουσικοί και μη-μουσικοί, που θαυμάζω απέραντα και από τους οποίους μαθαίνω συνεχώς. Προσπαθώ όμως να χαράξω τη δικιά μου πορεία ανεπηρέαστος από τις πορείες άλλων».
Ακόμη, μας αποκαλύπτει τι χαρακτηριστικά πρέπει να έχει ένας νέος μουσικός, για να καταφέρει να γίνει πολύ καλός στο είδος του: «Ταλέντο, αγάπη για αυτό που κάνει, επιμονή, υπομονή, θέληση για δουλειά, κουράγιο, αγάπη για ζωή και μπόλικη τύχη».
Θα συμβούλευε έναν νεαρό μουσικό να διαλέξει το τσέλο ως το όργανο που θα μελετήσει; «Να σας πω την αλήθεια δεν θα συμβούλευα κανέναν να διαλέξει το τσέλο, προς Θεού όχι επειδή είναι κακή επιλογή, αλλά επειδή πιστεύω πως όποιο όργανο και να διαλέξει κανείς, το πιο σημαντικό είναι η μουσική αυτή καθ’αυτή. Θα ήμουν ευτυχισμένος ακόμα και αν έπαιζα κρουστά. Πιστεύω είναι η επιλογή του καθενός να διαλέξει το όργανο. Σχεδόν πάντα η απόφαση του καθενός είναι σωστή».
Σε όλη την διαδρομή του, φυσικά και έχουν υπάρξει στιγμές, που ο ίδιος σκέφτηκε να τα παρατήσει. «Υπάρχουν πολλές στιγμές που αλήθεια αρχίζω και αναρωτιέμαι, μήπως θα ήταν φρόνιμο να τα παρατήσω, να ασχοληθώ με κάτι άλλο στη ζωή μου. Μήπως όμως αυτές οι στιγμές αυτο-αμφισβήτησης, είναι και οι πιο σημαντικές και παραγωγικές;» αναρωτιέται. «Πάντα νομίζουμε πως το χορτάρι είναι πιο πράσινο πέρα από το φράχτη. Εμ, δεν είναι όμως έτσι. Πριν πετύχω σε κάτι, δεν μπορώ να τα παρατήσω. Αγαπώ τη δουλειά μου» λέει τελικά.
Τι του λείπει από την Ελλάδα; «Μου λείπει η οικογένειά μου, οι συγγενείς, οι οικογενειακοί φίλοι, οι άνθρωποι γενικότερα. Οι ανθρώπινες σχέσεις και επαφές στην Ελλάδα, είναι κατά κάποιο τρόπο τόσο απλές και έξω καρδιά, κάτι που εκτιμώ και αγαπώ πολύ».
«Επίσης μου λείπει το φως, και δεν αναφέρομαι μόνο στο φως του ήλιου, αλλά και στο φως του πολιτισμού. Η άσβηστη αυτή ενέργεια που μας άφησαν οι πρόγονοί μας ως κληρονομιά».
Στις 11 Ιανουαρίου του επόμενου έτους, θα εμφανιστεί με την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης, με διευθυντή τον Άκη Μπαλτά, στην Αίθουσα Τελετών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου.
Ο ίδιος λέει, ότι περιμένει με μεγάλη ανυπομονησία την συγκεκριμένη εμφάνιση, καθώς έχουν περάσει 7 ολόκληρα χρόνια από τότε που εμφανίστηκε στην γενέτειρά του. «Είναι η πόλη στην οποία γεννήθηκα και μεγάλωσα, οπότε αυτή η επιστροφή μου στη μουσική σκηνή της Θεσσαλονίκης, συνοδεύεται με πολλά δυνατά συναισθήματα. Είναι μεγάλη μου τιμή να συμπράξω ξανά με την ΚΟΘ υπό τη διεύθυνση του Άλκη Μπαλτά, στο φημισμένο κοντσέρτο του Άγγλου συνθέτη Εντουάρντ Έλγκαρ για τσέλο και ορχήστρα. Θα είναι σίγουρα μια όμορφη και ιδιαίτερα φορτισμένη βραδιά».
Πώς θα περάσει τις γιορτές των Χριστουγέννων; «Με την οικογένειά μου φυσικά και με ανθρώπους κοντινούς και πολύ αγαπητούς στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό».