Αστικοί Μύθοι: Η οδός Μαύρης Πέτρας
Λέξεις-εικόνες: Κύα Τζήμου Έφτασα στην οδό Μαύρης Πέτρας στην Άνω Πόλη διαβάζοντας τυχαία στο ίντερνετ ιστορίες από την κρύπτη που περιέγραφαν το αδιέξοδο δρομάκι ως πύλη χρονικής μετατόπισης. Τελικά αυτος ο αστικός μύθος αποδείχτηκε παραγματικός μύθος. Είναι εξαιρετικά εύκολο να βρεις την οδό μια που η γραμμή 23 κάνει στάση ακριβώς μπροστά του. Τελικά φαίνεται […]
Λέξεις-εικόνες: Κύα Τζήμου
Έφτασα στην οδό Μαύρης Πέτρας στην Άνω Πόλη διαβάζοντας τυχαία στο ίντερνετ ιστορίες από την κρύπτη που περιέγραφαν το αδιέξοδο δρομάκι ως πύλη χρονικής μετατόπισης. Τελικά αυτος ο αστικός μύθος αποδείχτηκε παραγματικός μύθος. Είναι εξαιρετικά εύκολο να βρεις την οδό μια που η γραμμή 23 κάνει στάση ακριβώς μπροστά του.
Τελικά φαίνεται πως η όλη (μεταφυσική) ιστορία ξεκίνησε από ένα διήγημα φαντασίας του Παντελή Γιαννουλάκη* με τον τίτλο “Πέρα από τα Βάθη της Νύχτας”. Από στόμα σε στόμα το μύθευμα μετατράπηκε σε μύθο που μάλλον φαίνεται να είναι ο νεότερος όλων αφού βγήκε μέσα από τις σελίδες ενός σχετικά σύγχρονου βιβλίου φαντασίας. Το διήγημα δεν κατάφερα να το βρω για να το διαβάσω αλλά στα διαδικτυακά φόρουμ και μπλογκ του μεταφυσικού μαρτυρίες αναπαράγονται σωρηδόν για την μικρή γραφική οδό στην Άνω Πόλη. Μια ενδιαφέρουσα που διάβασα για την ιστορία του ονόματός της είναι αυτή που περιγράφει πώς το 1917 που κάηκε η πόλη, μια μαύρη πέτρα βρέθηκε στο βάθος ενός κρατήρα που άνοιξε με κρότο μεγάλο. Η πέτρα ήταν φτιαγμένη από σίδερο και μάλλον ήρθε απ΄το διάστημα. Αυτή η ιστορία “εξηγεί” και την δοξασία περί διαταραχής του μαγνητικού πεδίου της οδού και άρα την ύπαρξη της πύλης. Τότε ακόμα, λέει, στην γειτονιά σπίτια δεν υπήρχαν και σαν φτιάχτηκαν και σχηματίστηκε το στενό το ονόμασαν οδό Μαύρης Πέτρας λόγω του συμβάντος.
Η αλήθεια είναι ότι το δρομάκι είναι εξαιρετικά γραφικό και ατμοσφαιρικό και δεν απορώ καθόλου που τρέφει τον μύθο της πύλης σε άλλο χωροχρόνο. Ο Μύθος λέει, λοιπόν, ότι η συγκεκριμένη οδός είναι αδιέξοδο και ότι κάθε 15 μέρες (αλλού λένε 3 μέρες) στις 12 η ώρα το βράδυ και για 15 λεπτά ανοίγει μια πύλη κι άμα την περάσεις χωρίς να το καταλάβεις την πάτησες αφού δεν ξέρεις ούτε πού βρίσκεσαι πια ούτε και μπορεις να βρεις έξοδο από την οδό παρά εγκλωβίζεσαι στα στενά της.
Η πραγματικότητα βέβαια λέει τελείως διαφορετικά πράγματα. Και σ΄αυτήν με προσγείωσε (καθόλου απότομα σας διαβεβαιώ) μια μεγάλη κουβέντα που είχα με τον κ. Κορομηλά, κάτοικο της οδού Μαύρης Πέτρας από την ηλικία των 11 χρόνων στο σωτήριον έτος 1934. Όταν φτάσανε οικογενειακώς, λέει, οικονομικοί πρόσφυγες στη γειτονιά (όπου διέμενε μια θεία τους που τους παραχώρησε ένα κομμάτι του οικοπέδου της για να χτίσουν το σπίτι τους, όπου πλέον μένει με την γυναίκα του εδώ και 67 χρόνια), η οδός ήταν ένα κακοτράχαλο δρομάκι με πέτρες (ίσως σ΄αυτές τις πέτρες να οφείλει και τ΄όνομά της) και φτωχόσπιτα (τουρκόσπιτα τα ονόμαζε) – λαμαρινοκατασκευές. Σιγά σιγά τα σπίτια αντικαταστάθηκαν με πιο περιποιημένα και από τις δυο πλευρές του δρόμου.
Η θέα που βλέπουμε τώρα απρόσκοπτη προς την θάλασσα χρωστά την άπλα της στην κατάρρευση του βράχου στην κάτω μεριά του δρόμου που συμπαρέσυρε μαζί τα σπίτια που υπήρχαν εκεί. Έτσι αφού στρίψεις από την οδό Ακροπόλεως και εισχωρήσεις στην κλειστοφοβική οδό Μαύρης Πέτρας που θυμίζει νησιώτικο στενάκι βρίσκεσαι μετά από 50 μέτρα να κοιτάς τη θέα ολόκληρης της πόλης.
Το στενάκι δεν είναι πια αδιέξοδο αφού επικοινωνεί στο τέρμα του πλέον με σκάλες με την Ακροπόλεως και προς τα πάνω με τον Πύργο του Τριγωνίου. Ουδέποτε άκουσε ο ηλικιωμένος κ. Κορομηλάς ιστορίες για πύλες και φαντάσματα, αν και τα τελευταία χρόνια ακούει συχνά πυκνά παρέες νεαρών να τριγυρίζουν έξω απ΄την πόρτα του (αναζητώντας άραγε αποδείξεις του μύθου;). Ουδέποτε φοβήθηκε στη γειτονιά του, ούτε σαν παιδί, και ουδέποτε ένιωσε αυτος και η τσακαλοπαρέα του κάτι το μυστηριώδες στην ατμόσφαιρα του δρόμου. Ο μεγαλύτερός του φόβος ήταν η χέρα της μάνας αν τυχόν έπεφτε, αργούσε στο παιχνίδι ή λέρωνε τα ρούχα του. Άλλωστε είχε άλλα πράγματα να σκέφτεται τότε που η δουλειά ξεκινούσε από τα μικρά τα χρόνια. Και έκανε όλες τις χειρωνακτικές δουλειές. Μεταξύ αυτών οικοδόμος σιδεράς από αυτούς που “χτίσαν με τα χέρια τους” (μου είπε γεμάτος καμάρι) την Πανεπιστημιούπολη. Μόνο μια δουλειά ντρέποτανε να κάνει μου είπε συνωμοτικά… του λούστρου. Δεν ξέρει γιατί μα δεν του πήγαινε μικρό παιδί να σκύβει στα παπούτσια των ανθρώπων. Μύθους και ιστορίες για τον δρόμο του δεν είχε ακούσει ποτέ τόσα χρόνια κι ούτε στοιχειά τον τρόμαξαν ποτέ.
Δυστυχώς στοιχεία να σας θρέψω αυτόν τον μύθο δεν βρήκα, αλλά ανακάλυψα την ομορφιά ιας πραγματικά όμορφης γειτονιάς ξεχασμένης θαρρείς στο χρόνο, όπου οι πόρτες δεν κλειδώνουν, η ησυχία είναι απόλυτη και οι άνθρωποι ακούνε τις κουβέντες του διπλανού σπιτιού πεντακάθαρα.
*Ο Παντελής Γιαννουλάκης ζει και γράφει στη Θεσσαλονίκη. Έχει συγγράψει μυθιστορήματα, διηγήματα, ποίηση, δοκίμια, συνεντεύξεις, πολλές μελέτες, και εκατοντάδες άρθρα, αρθρογραφώντας σε πολλά περιοδικά. Είναι ο δημιουργός, εκδότης και διευθυντής του περιοδικού “Strange”, εμπνευστής και εκδότης του περιοδικού “Μυστική Ελλάδα”, και δημιουργός των εκδόσεων “Terra Nova”. Υπήρξε ιδρυτής των εκδόσεων “Αρχέτυπο”, αρχισυντάκτης των περιοδικών “Τρίτο Μάτι” και “Ανιχνεύσεις”.