Η αρχιτεκτονική ιστορία του Φραγκομαχαλά
Της Κύας Τζήμου Εικόνες: Ελένη Βράκα, Κύα Τζήμου Αρχοντικό Αλλατίνι, Στοά Μαλακοπή (αρχική φώτο), Ελευθεροτεκτονική Στοά. Το αρχοντικό Αλλατίνι με τον κήπο του πριν την ανέγερση σ’ αυτόν της Στοάς Μαλακοπή. Στην κορυφή φαίνεται ο γιάλινος θόλος που φαίνεται και στην πιο κάτω σημερινή φωτογραφία, όπως αποκαταστάθηκε μετά την καταστροφή του στον σεισμό του ΄78. […]
Της Κύας Τζήμου Εικόνες: Ελένη Βράκα, Κύα Τζήμου
Αρχοντικό Αλλατίνι, Στοά Μαλακοπή (αρχική φώτο), Ελευθεροτεκτονική Στοά.
Το αρχοντικό Αλλατίνι με τον κήπο του πριν την ανέγερση σ’ αυτόν της Στοάς Μαλακοπή. Στην κορυφή φαίνεται ο γιάλινος θόλος που φαίνεται και στην πιο κάτω σημερινή φωτογραφία, όπως αποκαταστάθηκε μετά την καταστροφή του στον σεισμό του ΄78.
Τα κτίρια καταλαμβάνουν το τετράγωνο που περικλείεται από τις οδούς Βηλαρά, Βαλαωρίτου και Συγγρού. Το κτίριο που δεσπόζει στην Πλατεία Χρηματιστηρίου και χαρακτηριστικό του το μεγάλο ρολόι που κοσμεί την όψη του, από την δεκαετία του 50 είναι γνωστό ως στοά Μαλακοπή, λόγω της εμπορικής του χρήσης. Η στοά ήταν γεμάτη ραφεία, αποθήκες νεωτερισμών και υφασματάδικα μέχρι που άδειασε οριστικά εδώ και πάνω από 10 χρόνια. Το οικοδόμημα, ιδιοκτησία του Εδουάρδου Αλλατίνι (μέλος της γνωστής για την οικονομική της δραστηριότητα εβραϊκής οικογένειας) βρίσκεται στο κέντρο του Φραγκομαχαλά της οθωμανικής Θεσσαλονίκης. Το 1904 στο βόρειο τμήμα του προϋπήρχε ένα μοναδικό κτίριο με μεγάλο κήπο που εκτεινόταν προς το Νότο (αρχοντικό Αλλατίνι). Το 1906 χτίστηκε η στοά, σε σχέδια του Ιταλού αρχιτέκτονα Βιταλιάνο Ποζέλι, στο σημείο όπου βρισκόταν ο κήπος, προκειμένου να στεγαστούν διάφορα καταστήματα αλλά και η Τράπεζα της Θεσσαλονίκης. Την Τράπεζα είχαν ιδρύσει οι αδερφοί Αλλατίνι το 1888 και το συγκεκριμένο κεντρικό κατάστημα άνοιξε τις πόρτες του το 1907, όταν ο διευθυντής της τράπεζας Αλφρέντο Μισραχί αγόρασε το νεαναγερθέν κτίριο για λογαριασμό της τράπεζας. Λειτούργησε μέχρι το 1940, οπότε και επιτάχτηκε από τους Ναζί.. Ανάμεσα στην Τράπεζα και την αυλή του αρχοντικού είχε αφεθεί ένα διάμεσο πλάτους 6 μέτρων για να χρησιμοποιείται από κοινού με τα μαγαζιά. Η πυρκαγιά του 1917 που κατέστρεφε επί 3 μέρες το μεγαλύτερο μέρος του κέντρου της πόλης, έκαψε και σχεδόν ολόκληρο τον Φραγκομαχαλά, όμως το οικοδόμημα του Ποζέλι παρέμεινε άθικτο, αφού τα κτίρια των Τραπεζών της περιοχής έτυχαν ευνοημένης προστασίας από το πυροσβεστικό σώμα της εποχής. Το 1978 το ρολόι στο κέντρο του εμπρόσθιου αετώματος σταμάτησε να λειτουργεί την ώρα του μεγάλου σεισμού της Θεσσαλονίκης, δείχνοντας 11:06.
Το αρχοντικό Αλλατίνι. Κολλητά πίσω του η Στοά Μαλακοπή που χτίστηκε στη θέση του κήπου του αρχοντικού.
Κολλητά στη βόρεια πλευρά της στοάς Μαλακοπή διασώζεται με αρκετές τροποποιήσεις το αρχοντικό Αλλατίνι που κτίστηκε πριν το 1874 και ανήκε αρχικά στη Ρόζα Λατέν Από το 1916 σε ένα τμήμα του ορόφου λειτουργεί το πρώτο υποκατάστημα της Τράπεζας της Ιονικής που διατηρείται και μετά την Πυρκαγιά του 17. Στους υπόλοιπους χώρους λειτουργούν γραφεία, η Τράπεζα Λεβή και Σία, δικηγορικά γραφεία, αργυραμοιβεία κ.τ.λ. Το 1926 οι δυο όψεις του στις οδούς Συγγρού και Βαλαωρίτου τροποποιούνται από τον αρχιτέκτονα Μάξιμο Ρούμπενς και κλείνει η δίοδος που είχε αφεθεί μεταξύ του κτιρίου και της Τράπεζας Θεσσαλονίκης. Μετά τις μεγάλες ζημιές που υπέστη στον σεισμό του 1978 κατεδαφίζεται τμήμα του ορόφου. Το υπόλοιπο χαρακτηρίζεται διατηρητέο με ΦΕΚ του 1981.
‘Ο,τι απόμεινε από την Ελευθεροτεκτονική Στοά Σε άμεση γειτνίαση στη γωνία Βηλαρά και Καθολικών βρίσκεται το κτίριο της πρώην Ελευθεροτεκτονικής Στοάς, “Λοζίς Βεριτάς”, που κτίστηκε το 1926 σε σχέδια του Ζακ Μωσσέ. Το ισόγειο προοριζόταν για εμπορική χρήση, ενώ ο όροφος αποκλειστικά για τις ανάγκες της Ελευθεροτεκτονικής στοάς με βιβλιοθήκη, αίθουσα συνδιαλέξεων και παιχνιδιών, ναού, εστιατορίου και γραφείων διοίκησης. Μετά τον σεισμό του 78 κατεδαφίστηκε ο όροφος και σήμερα διασώζεται σε κακή κατάσταση μόνο το ισόγειο.
Καθολική εκκλησία
Η οδός Φράγκων αποτελούσε το κέντρο της ευρωπαϊκής (φράγκικης) συνοικίας. Τον 19ο αιώνα γειτνίαζε με την πολύβουη αγορά των Λαδάδικων και φιλοξενούσε το ναό της Αμίαντης Σύλληψης της Θεοτόκου. Η Καθολική Εκκλησία είναι κτισμένη το 1897 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Vitaliano Poselli. Κτίστηκε στο σημείο προηγούμενου ναού, που χρονολογούνταν από το 1867 και κρίθηκε κατεδαφιστέος.Πριν από αυτόν υπήρχε στο σημείο προγενέστερος ναός από το 1742 (στη μνήμη του Αγίου Λουδοβίκου) που κάηκε το 1839. Ο καινούργιος ναός αποπερατώθηκε το 1899 και διατηρείται μέχρι σήμερα παρά τις ζημιές που υπέστη από τους βομβαρδισμούς στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η καθολική παροικία ήταν ιδιαίτερα ισχυρή στην πόλη με προεξάρχουσα την Οικογένεια Σαρνώ.
Διοικητικά δικαστήρια – πρώην Σχολή Δελασάλ
Σημαντικό στοιχείο της παρουσίας των Καθολικών στην πόλη αποτελούσαν τα σχολεία τους που έπαιξαν πρωταρχικό ρόλο στην ιστορία της εκπαίδευσης της Θεσσαλονίκης για πάνω από 150 χρόνια, με αδιάλειπτη παρουσία μέχρι σήμερα. Η Σχολή Δελασάλ ιδρύθηκε το 1888 από τους 5 freres (μέλη της «Κοινότητας των Αδελφών των Χριστιανικών Σχολών») που έφτασαν στη Θεσσαλονίκη. Αρχηγός τους ήταν ο Frère Ολύμπιος και τα πρώτα μαθήματα ξεκίνησαν στις εγκαταστάσεις της Σχολής Λαζαριστών. Η Γαλλική σχολή αρρένων «S. J. B. De La Salle» (γνωστή ως «ΔΕΛΑΣΑΛ») ή Σχολή των Φρέρηδων είναι από τα πρώτα ιδιωτικά σχολεία της πόλης. Λόγω της αθρόας εγγραφής μαθητών, το 1895 η Σχολή μεταφέρθηκε στην οικία Σαρνώ την οποία το Τάγμα αγόρασε μαζί με τα γύρω οικόπεδα της οδού Φράγκων 10 (σημερινή διεύθυνση Φράγκων 2-4). Εκεί χτίστηκε η νέα Σχολή το 1926. Το 1933 μετασχηματίζεται από γαλλόφωνο εκπαιδευτικό ίδρυμα σε Ελληνογαλλικό Κολέγιο “ΔΕΛΑΣΑΛ” και λειτουργεί από τότε σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία του Ελληνικού Υπουργείου Παιδείας. Με το κολέγιο συστεγάζεται το 1965 η τεχνική Σχολή «Δημόκριτος”, ενώ το 1968 η Γαλλική Σχολή μεταφέρεται σε νέες εγκαταστάσεις στο Ρετζίκι. Τo ακίνητο αγόρασε το 1999 το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. (Ταμείο Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτιρίων) προκειμένου να καλυφθούν οι επιτακτικές ανάγκες στέγασης των Διοικητικών Δικαστηρίων της πόλης και ανακαινίστηκε υποδειγματικά από τους νέους ιδιοκτήτες.
Οθωμανική Τράπεζα-Κρατικό Ωδείο
Κτίστηκε μετά το 1903, στη γωνία Φράγκων με Λέοντος Σοφού, στη θέση που ήταν από το 1826 το αρχοντικό μιας από τις πλουσιότερες και σπουδαιότερες οικογένειες της Θεσσαλονίκης, των Άμποτ που κατάγονταν από τη Σκοτία. Eκεί μάλιστα είχε φιλοξενηθεί ο σουλτάνος Αβδούλ Μετζιτ, το 1858 που είχε επισκεφτεί την πόλη. Λίγα χρόνια αργότερα ο Τζέικ Άμποτ, πλούσιος έμπορος και κτηματίας καταστρέφεται οικονομικά, λόγω της σπάταλης ζωής του και πουλάει το αρχοντικό του στην Οθωμανική Τράπεζα, η οποία ιδρύει υποκατάστημα στη Θεσσαλονίκη το 1863. Τον Απρίλιο του 1903 το παλιό κτίριο «έζησε» την πιο τραγική στιγμή του. Κατά τα «Απριλιανά του 1903» Βούλγαροι «γεμιτζήδες», δηλαδή βαρκάρηδες, το ανατίναξαν και μάλιστα με έναν «υπόγειο» τρόπο. Συγκεκριμένα, νοίκιασαν ένα μπακάλικο κι έναν ακόμη χώρο που στεγάζονταν σε δύο διπλανά κτίρια. Έτσι, άρχισαν να σκάβουν μεταφέροντας τα μπάζα με τη μορφή εμπορευμάτων μαναβικής για να μην κινήσουν υποψίες και κατάφεραν να φτιάξουν δύο σήραγγες που επικοινωνούσαν μεταξύ τους και τον Απρίλιο ανατίναξαν το κτίριο με αποτέλεσμα να καταστραφεί με εξαίρεση ένα τμήμα της πρόσοψης που είχε μερικές φθορές, ενώ υπήρξαν και πολλοί νεκροί. Μετά από τη μεγάλη καταστροφή ο περίφημος αρχιτέκτονας της εποχής Βιταλιάνο Ποζέλι που είχε συνεργαστεί σε πολλά έργα με τις οθωμανικές αρχές, σχεδίασε το νέο οικοδόμημα διατηρώντας τον κάνναβο της πρόσοψης του πρώτου κτιρίου, ενώ τα επόμενα χρόνια έγιναν διάφορες επισκευές και προσθήκες σύμφωνα με μελέτες των μηχανικών Πλέυμπερ (1921) και Μοδιάνο (1924). Κατά τη διάρκεια της μεγάλης πυρκαγιάς του 1917, το κτίριο προστατεύεται από πυροσβεστικές δυνάμεις και διασώζεται με ελάχιστες ζημιές. Μέχρι το 1930 εξακολουθεί να λειτουργεί εκεί το υποκατάστημα της Οθωμανικής Τράπεζας ώσπου το 1949 το κτίριο περιήλθε στο ΙΚΑ και παρέμεινε σε αυτό ως το 1978, οπότε εγκαταλείπεται λόγω των καταστροφών από τον σεισμό. Μάλιστα στην πρόσοψη φαίνεται και σήμερα η επιγραφή «Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων». Έπειτα το 1983, μετά από μικροεπεμβάσεις στο εσωτερικό προκειμένου το κτίριο να μπορέσει να ανταποκριθεί στη νέα του χρήση παραχωρήθηκε στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης.
Οδός Αγίου Μηνά
Λίγοι γνωρίζουν ότι η οδός που καταλήγει στην Πλατεία εμπορίου είναι το μοναδικό κατάλοιπο της παλιάς οδού Τσιμισκή. Ο παλιός δρόμος της Τσιμσκή ήταν ο νοτιότερος μεγάλος δρόμος της πόλη μέχρι τη διάνοιξη της Προξένου Κορομηλά το 1876 και απείχε λίγα μέτρα από το θαλάσσιο τείχος. Ήταν ο δρόμος που ένωνε την Πύλη του Γιαλού (σημερινή Πλατεία εμπορίου) με την πύλη του Ντεφτερντάρ στον Λευκό Πύργο. Μετά την πυρκαγιά του 1890, ο δρόμος διανοίχθηκε και διαπλατύνθηκε. Το 1906 καταγράφονται στην οδό 32 εργαστήρια, 7 μαγαζιά, 3 ποτοπωλεία, ένα εργοστάσιο ποτοποιίας και ένα χάνι. Η μορφολογία των κτιρίων δεν είναι γνωστή αφού τα περισσότερα ή κάηκαν στην μεγάλη πυρκαγιά ή κατεδαφίζονται μετά για να ακολουθήσουν το αρχιτεκτονικό σχέδιο του Εμπράρ. Μετά το ’17 ο δρόμος ευθυγραμμίζεται εκ νέου και η παλιά οδός καταργείται. Στα 1919 η παλιά Τσιμισκή έχει ισοπεδωθεί και το μόνο κομμάτι της που παραμένει άθικτο μετονομάζεται σε Αγίου Μηνά. Από τη εποχή πριν το 17 σώζονται μόνο 3 κτίρια. Τα δύο που βρίσκονται νότια του Ναού του Αγίου Μηνά (το γωνιακό με τη Βενιζέλου, το κτίριο της Πρώην Τράπεζας Αθηνών και το κολλητό του, αυτό που στέγαζε μέχρι το 1917, την Τράπεζα Ανατολής) και αυτό στον αριθμό 8, στο τμήμα μετά την Δραγούμη, το κτίριο της στοάς Φόρογλου. Μεταγενέστερα διατηρητέα της οδού (1925) είναι το κτίριο της Ιονικής Τράπεζας (Ελί Μοδιανό), η στοά Κουτρούμπα (Αγ. Μηνά 6, Δ. Ανδρόνικος), η οικοδομή Χανανέλ Ναάρ (Αγ. Μηνά 4, Ζακ Μωσσέ), η Στοά Τάττη (Αγ. Μηνά 5, Φυλλίδης), Κτίριο Κουκουμπάνη (Πλ. Εμπορίου, Φυλλίδης)
Οδός Εδέσσης
Είναι η φυσική συνέχεια της Αγίου Μηνά μετά την Πλατεία Εμπορίου. Στον δρόμο οι γνωστοί επιχειρηματίες Κύρτση και Τουρπάλη κτίζουν εμπορικά κτίρια και χάνια Το κτίριο στον αριθμό 6 της οδού Εδέσσης (οδός Τας Χάνι όπως λεγόταν τότε) είναι το περίφημο Μπενσουσάν Χαν. Μαζί με το διπλανό του κτίριο στον αριθμό 4 έχουν κτιστεί πριν το 1917 και επέζησαν της μεγάλης πυρκαγιάς του 1917 (όπως και όλη η περιοχή των Λαδάδικων). Το αξιόλογο με το εν λόγω κτίριο είναι και ότι απέφυγε τις επακόλουθες κατεδαφίσεις στην περιοχή όπως και τα άλλα κτίρια στην οδό Εδέσσης (Κύρτση Χαν – 1910 στο νούμερο 5, Εμνιέτ Χαν-Μέγαρο Νάτσινα – 1896 στον αριθμό 3 (φώτο) και το κτίριο στον αριθμό 7 που χρονολογείται επίσης πριν από το 1917). Το κτίριο στη γωνία με Κατούνη (Μέγαρο Λαδένη), είναι το νεότερο του δρόμου, έχει ανακαινιστεί πλήρως με σκοπό να λειτουργήσει σαν ξενοδοχείο και χρονολογείται από το 1930. Τα κτίρια της οδού Εδέσσης συνθέτουν ένα από τα ελάχιστα αρχιτεκτονικά σύνολα που έχουν διατηρηθεί με κτίρια που συνδυάζουν στοιχεία μακεδονίτικης και νεοκλασικής αρχιτεκτονικής, μοναδικά δείγματα της αρχιτεκτονικής του κέντρου της πόλης πριν την μεγάλη Πυρκαγιά του 17.
Διαβάστε ακόμη: Τα αγάλματα των Άμποτ
Ο Χάρτης της πόλης: Μπενσουσάν Χαν