Η ιστορία είναι “αθέατη” στην Εγνατία. Μην την προσπερνάς.
Μια από τις κρήνες που ξεδιψούσαν οι περαστικοί που κινούνταν πάνω στην Decoumanus Maximous, την αρχαία οδό κάτω απ΄τη σημερινή Εγνατία που τμήματα της έφερε στο φως το έργο του Μετρό είναι απολύτως ορατή σε χαμηλότερο επίπεδο στην άκρη της Εγνατίας οδού.
Στο βόρειο πεζοδρόμιο της Εγνατίας οδού (της σημερινής, που διατηρεί την ίδια ακριβώς χάραξη με την παλιά που βρίσκεται αρκέτα μέτρα από κάτω της), νοτίως του Μπέη Χαμάμ / Λουτρά Παράδεισος, σε βαθύτερο επίπεδο και σε άμεση γειτνίαση με την παλιά κεντρική λεωφόρο της πόλης, την Decumanus Maximus, της οποίας τμήματα ανασκάφτηκαν κατά τη διάνοιξη του μετρό (Σταθμός Βενιζέλου και Σταθμός Αγίας Σοφίας), είναι απολύτως ορατά (αν χαμηλώσεις το βλέμμα), τα κατάλοιπα πολυτελούς κρήνης που χρονολογείται από τα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ. Ήταν διώροφη κατασκευή, σχήματος Π με ανοιχτά και επικαμπτόμενα σκέλη.
Στον κάτω της όροφο υπήρχε ανοιχτή δεξαμενή με υδροροές για την παροχή νερού. Επάνω ήταν τέσσερις περίτεχνα διακοσμημένοι πεσσοί που ακουμπούσαν σε τοίχο, πιθανώς με κόγχες για την τοποθέτηση αγαλμάτων. Από την επιγραφή, ό,τι έχει απομείνει …ΚΑΙ ΤΟΥΤΟ ΤΟ ΕΡΓΟΝ Ο ΕΝΔΟΞΟΤΑΤΟΣ… θα μαθαίναμε το όνομα του χρηματοδότη του Μνημείου αλλά δυστυχώς δεν σώθηκε (Πηγή: Θεσσαλονίκη, η Κρυμμένη πόλη, εκδ. της Εφορείας Αρχαιοτήτων, 2012)
Όπως μας πληροφορεί η ενημερωτική πινακίδα μπροστά στην κρήνη Οι κρήνες ήταν δημόσια κτίσματα που κατασκευάζονταν συνήθως στην άκρη μεγάλων δρόμων και στις μεγάλες διασταυρώσεις και συνδύαζαν την μνημειακότητα με την παροχή νερού.
Η παρουσία του νερού διατηρήθηκε στην περιοχή αφού δίπλα και επάνω κτίστηκε το Οθωμανικό Λουτρό που χρονολογείται από το 1444 μ.χ. και ήταν σε χρήση μέχρι την δεκαετία του 60.
Αυτή η κρήνη είναι η πρώτη που αποκαλύφθηκε πριν ξεκινήσει το έργο του Μετρό. Άλλη μια ήρθε στο φως στον σταθμό Αγίας Σοφίας. Η Αρχαία οδός κάτω απ΄την Εγνατία συνεχίζεται και στα έγκατα ανάμεσα στους δύο σταθμούς και μέχρι την Πλατεία Δημοκρατίας.
Εκείνο που δεν είναι ευρύτερα γνωστό είναι ότι απέναντι ακριβώς ανακαλύφθηκε κτίριο στη διάνοιξη των θεμελίων της οικοδομής στον αριθμό 94 σε βάθος περίπου 7,5 μέτρων χαμηλότερα από το πεζοδρόμιο της Εγνατία διακοσμημένο με ψηφιδωτά πολύχρωμα και δυο μονολιθικούς κίονες στο κέντρο του χώρου, που διατηρούνται στο υπόγειο της οικοδομής σύμφωνα με περιγραφή στην έκδοση του ΟΠΠΕΘ 1997, Ανασχεδιασμός του Μνημειακού Άξονα της Θεσσαλονίκης.
Στο «σταθμό Αγίας Σοφίας» του μετρό, σε απόσταση μόλις 370 μέτρων από τον πολυσυζητημένο σταθμό Βενιζέλου, επί της σημερινής οδού Εγνατία, ανακαλύφθηκε ένα τμήμα μήκους τουλάχιστον 72,80μ με αναφορές στη Λεωφόρο της Αρχαιότητας (την λεγόμενη Decoumanus Maximous), αλλά μόνο το νότιο τμήμα της, καθώς το βόρειο δεν ανασκάφηκε και καλύπτεται από τη σημερινή πλατεία Μακεδονομάχων.
Η οδός ήταν στρωμένη με μαρμάρινες πλάκες, όπως καθαρά φαίνεται στην ανασκαφή στο Σταθμό Βενιζέλου όπου συνεχίζεται και ήταν οριοθετημένη από μαρμάρινα κράσπεδα. Λίγο πριν από τη συμβολή της με την κάθετη οδό στο ύψος της σημερινής Αγίας Σοφίας, διευρύνεται διαμορφώνοντας πλακόστρωτη πλατεία με κρήνη για να ξεδιψούν περαστικοί και περίοικοι.
Τις πληροφορίες ανακοίνωσε η η αρχαιολόγος κ. Μακροπούλου από το 2013: «Εδώ, ο σταθμός σχεδιάστηκε πάνω στο αιώνιο σταυροδρόμι της πόλης» είπε σε διάλεξή της . Η ανασκαφή, σε έκταση 1600 τ.μ., έδωσε όλα τα απαιτούμενα στοιχεία για τη διαχρονία του σταυροδρομιού: την περίφημη Decumanus Maximus.
Και εξηγεί:«Decumanus» ονόμαζαν τις ρωμαϊκές οδούς που ήταν προσανατολισμένες από τα ανατολικά προς τα δυτικά και συνήθως κοσμούνταν στην αρχή και το τέλος του από πλατείες ενώ cardo τις καθέτους οδούς με κατεύθυνση από το βορρά προς το νότο. Στην περίπτωση των αποκαλύψεων του σταθμού Βενιζέλου, decumanus ήταν η σημερινή οδός Εγνατία (μετατοπισμένη σήμερα προς τα βόρεια) και cardo η οδός Βενιζέλου (ή Σαμπρή Πασά της περιόδου της τουρκοκρατίας). Οι δυο οδοί (εντοπίστηκαν στην ακριβή διασταύρωσή τους) αποκαλύφθηκαν σε πλάτος 7,80 και 4,50 μέτρων αντίστοιχα, μαρμαροστρωμένες με ίχνη σε πολλά σημεία των αμαξοτροχών”. Στη διάλεξη έγινε αναφορά στους σεισμούς του 6ου αλλά και του 9ου αιώνα, που ουσιαστικά κατήργησαν τη Μεγάλη Λεωφόρο και τη μετέτρεψαν σε στενό οθωμανικό σοκάκι μετά τον 10ο αιώνα, όπου αργότερα κτίστηκε το Μπέη Χαμάμ.