Θεσσαλονίκη

O Xάρτης της πόλης: Εργοστάσιο ΥΦΑΝΕΤ

της Κύας Τζήμου Επ΄ευκαιρία της πρόθεσης ενοποίησης του Κρατικού Μουσειου Σύγχρονης Τέχνης με το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και τη μεταφορά των εκθεμάτων του ΚΜΣΤ σε χώρο της ΔΕΘ (ακούγεται η μετατροπή του περιπτέρου 6 ως μελλοντικός τόπος στέγασης του μουσειου), ας θυμηθούμε ότι το ΚΜΣΤ ιδρύθηκε το 1996 από τον Βενιζέλο με έδρα την […]

Κύα Τζήμου
o-xάρτης-της-πόλης-εργοστάσιο-υφανετ-42594
Κύα Τζήμου
fullsizerender_1.jpg

της Κύας Τζήμου

Επ΄ευκαιρία της πρόθεσης ενοποίησης του Κρατικού Μουσειου Σύγχρονης Τέχνης με το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και τη μεταφορά των εκθεμάτων του ΚΜΣΤ σε χώρο της ΔΕΘ (ακούγεται η μετατροπή του περιπτέρου 6 ως μελλοντικός τόπος στέγασης του μουσειου), ας θυμηθούμε ότι το ΚΜΣΤ ιδρύθηκε το 1996 από τον Βενιζέλο με έδρα την ΥΦΑΝΕΤ και με προσωρινή στέγαση στη Μονή Λαζαριστών. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή γιατί το θέμα ΥΦΑΝΕΤ έχει μακριά ιστορία.

Η εικόνα στη δεκαετία του 30 είναι από το βιβλίο “Θεσσαλονίκη 1912-2012, Η Αρχιτεκτονική μιας Εκατονταετίας” του Βασίλη Κολώνα, εκδ. University Studio Press

Η ιστορία

Το 1905 η εταιρία “Καπαντζής-Καζάζης και Σία», ίδρυσε στη Θεσσαλονίκη, ένα μεγάλο υφαντουργείο, που περιλάμβανε υφαντήριο, βαφείο και φεσοποιείο. Διέθετε μια ανθρακιτομηχανή 80 ΗΡ, 20 αργαλειούς και χρησιμοποιούσε ως πρώτη ύλη την έτοιμη μάλλινη κλωστή. Το 1909 το εργοστάσιο κάηκε και το 1910 μετατράπηκε σε “Ανώνυμος Οθωμανική Εταιρία Υφασμάτων και Φεσιών”. Το εργοστάσιο εκσυγχρονίστηκε και η πρώτη ύλη ήταν πλέον ακατέργαστο μαλλί. Διέθετε 30 αργαλειούς, έξι πλεκτικές μηχανές φεσιών και παρήγε ημερησίως 600 μέτρα μάλλινα υφάσματα και 600 φέσια. Οι εργάτες δούλευαν δέκα ώρες την ημέρα. Παρ’ όλες όμως τις δασμολογικές διευκολύνσεις που απολάμβανε η εταιρία, το εργοστάσιο αυτό με το σύγχρονο εξοπλισμό αναγκάστηκε να κλείσει λόγω έλλειψης κεφαλαίων και έμπειρου εργατοτεχνικού προσωπικού, μετά την απελευθέρωση. Το εργοστάσιο επαναλειτουργεί το 1925 υπό τον Μακεδόνα έμπορο Αθανάσιο Μακρή και ονομάστηκε η εταιρία “Εργάνη”. Το 1926 συγχωνεύτηκε η “Εργάνη” σε Α.Ε. Η «Ανώνυμος Εταιρεία Βιομηχανίας Υφασμάτων ΥΦΑΝΕΤ» ιδρύθηκε το 1926 καταλαμβάνοντας μια μεγάλη έκταση στη συμβολή των οδών Ομήρου καιΠαπάφη της περιοχής Αγίου Φανουρίου, στις εγκαταστάσεις της παλιάς Οθωμανικής Εταιρείας Υφασμάτων και Φεσίων. Οι νέες εγκαταστάσεις σχεδιάζονται από τους αρχιτέκτονες Α. Νικολόπουλο και Κ. Κοκορόπουλο, που είχαν σχεδιάσει πολλά από τα κτίρια της Θεσσαλονίκης κατά την περίοδο της μεγάλης ανοικοδόμησης του ιστορικού κέντρου μετά την πυρκαγιά του ’17. Ιδρυτής της ο Αθανάσιος Ζήκου Μακρής που ήδη είχε συμβάλλει στη δημιουργία άλλων βιομηχανικών μονάδων («ΕΡΙΑ» – Νάουσα, «ΒΕΡΜΙΟΝ»-Βέροια). Στην Εταιρεία συμμετέχει με 25% η Τράπεζα Αθηνών.

Το εργοστάσιο ξεκινούσε την γραμμή παραγωγής από την πρώτη ύλη (κάθετη βιομηχανία), το άπλυτο μαλί και κατέληγε στο φινιρισμένο ύφασμα και την έτοιμη κουβέρτα. Περιλάμβανε κλωστήριο, υφαντήριο, πλυντήριο, στεγνωτήριο, βαφείο, στραγγιστήριο, σαπουνοποιείο και μηχανουργείο. Το 1936 η παραγωγή του ανερχόταν σε 300.000 μ. ύφασμα και απασχολούσε 550 εργαζόμενους. Με την έναρξη του πολέμου η παραγωγή του εργοστασίου διοχετεύεται στις ανάγκες του ελληνικού στρατού, ενώ στη διάρκεια της Κατοχής υπολειτουργεί. Μεταπολεμικά, η επιχειρήση φτάνει να απασχολεί εργατοτεχνικό και επιστημονικό προσωπικό 1.300 ατόμων και να θεωρείται η μεγαλύτερη βιομηχανία στη Θεσσαλονίκη, αλλά και από τις σημαντικότερες στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια. Αρχές του 1951, το μεγαλύτερο τμήμα του εργοστασίου αποτεφρώνεται από μια μεγάλη πυρκαγιά. Τα προβλήματα της δεν ξεπεράστηκαν ποτέ ουσιαστικά από τότε και η ΥΦΑΝΕΤ θα γίνει στις αρχές της δεκαετίας του ’60 η πρώτη προβληματική επιχείρηση στην μεταπολεμική Ελλάδα. Το εργοστάσιο διακόπτει τη λειτουργία του το Δεκέμβριο του 1964. Αν και την εποχή εκείνη υπήρχε επενδυτικό ενδιαφέρον στον κλάδο της νηματουργίας στη Θεσσαλονίκη, στους πλειστηριασμούς που ακολούθησαν δεν εμφανίστηκε αγοραστής. Το εργοστάσιο περιήλθε στην κυριότητα της Εθνικής Τράπεζας, η οποία είχε επωμιστεί και το κύριο χρηματοδοτικό βάρος. Τα μηχανήματα και τα εμπορεύματα εκποιήθηκαν.

Εγκατάλειψη

30 χρόνια το κτίριο παραμένει κλειστό και αφημένο στη φθορά του χρόνου. Κανείς δεν συζητά την τύχη του και η γειτονιά παρακολουθεί τη φύση να καταλαμβάνει οποιοδήποτε ανοικτό χώρο του οικοπέδου και τα κτίρια να γεμίζουν ρωγμές. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, σε μια ημερίδα της Β’ Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών της Μεσογείου αναφέρεται για πρώτη φορά μια πρόταση αποκατάστασής του και μετατροπής του σε μουσείο σύγχρονης τέχνης στη Θεσσαλονίκη. Κάτι το οποίο στερείται η πόλη. Το 1993 το Υπουργείο Πολιτισμού χαρακτηρίζει το βιομηχανικό συγκρότημα και τον περιβάλλοντα χώρο ως «ιστορικό διατηρητέο μνημείο». Το διατηρητέο κτίριο της ΥΦΑΝΕΤ έχει συνολικό εμβαδόν 19.500 τ.μ. και βρίσκεται σε ένα οικόπεδο 13 στρεμάτων πόυ περιλαμβάνει και τμήμα από τον χείμαρρο Uc Cesmeler Deresi (λάκκος των Τριών Βρύσεων) ή Ρέμα Κωνσταντινίδη γνωστό και ως ρέμα της Υφανέτ. Στο Ρέμα έχουν γίνει προσπάθειες καθαρισμού από εθελοντικές δράσεις.

Στη διάρκεια της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας η κουβέντα ανοίγει και πάλι. Πολιτιστική Πρωτεύουσα χωρίς μουσείο σύγχρονης τέχνης είναι έννοιες ασυμβίβαστες, έτσι ο Οργανισμός της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης «Θεσσαλονίκη 1997», ξεκινά μια συζητήση με την Εθνική Τράπεζα, για την αξιοποίηση του κτιρίου. Τελικά οι συζητήσεις καταλήγουν σε μια πρόταση χρήσης του χώρου από κοινού Μουσείο και Εθνική Τράπεζα. Το σχέδιο υλοποιείται με μια μελέτη που συνυπογράφουν οι Λ. Σπάνια, Π. Τζώνος, Γκ. Χόιπελ και Ξανθίπη Χόιπελ (ιδρυτικό μέλος του Μακεδονικού Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης και από το 1988 μέχρι σήμερα διευθύντρια του Μ.Μ.Σ.Τ.), από το αρχιτεκτονικό γραφείο «Τζώνος-Χόιπελ-Χόιπελ”. Προτείνεται Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και αίθουσες περιοδικών εκθέσεων, στο πλαίσιο του προγράμματος του οργανισμού πολιτιστικής πρωτεύουσας, που θα καταλαμβάνει τα 4.237 τ.μ., κέντρο επιμόρφωσης στελεχών επιχειρήσεων και τραπεζικών στελεχών του βαλκανικού και παραευξείνιου χώρου ( για το κέντρο αυτό προβλέπεται χώρος 3.827 τ.μ.), μόνιμες εγκαταστάσεις του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου του Απόδημου Ελληνισμού σε χώρο 1.063 τ.μ., συνεδριακό κέντρο σε χώρο 3.827 τ.μ., βιβλιοθήκη με το αρχείο, εμβαδού 1.115 τ.μ., υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας που θα κατέχει 879 τ.μ., γραφεία κεντρικής διοίκησης του ΚΕ.Π.Ο.Α. που θα καλύπτουν τα 669 τ.μ. και προβλέπεται τέλος ένας χώρος κεντρικών εξυπηρετήσεων του ΚΕ.Π.Ο.Α. εμβαδού 4.257 τ.μ.. Η μελέτη χρηματοδοτείται από το ΥΠΕΧΩΔΕ με κόστος 238.600.000 δρχ και μπαίνει στα συρτάρια βάζοντας ένα ακόμη λθαράκι για την απόκτηση του τίτλου της πρωταθλήτριας (αναξιοποίητων) μελετών που κατέχει η πόλη μας.

Εν τω μεταξύ το 1998, αγοράζεται από το Μουσείο η Συλλογή Κωστάκη και εγκαθίσταται στο χώρο της Μονής Λαζαριστών αλλά επειδή το καταστατικό ίδρυσης του Μουσείου αναφέρει ως στέγη την ΥΦΑΝΕΤ, το ΥΠΠΟ προχωρά στην εξαγορά του συγκροτήματος. Άλλο που δεν ήθελε η Εθνική να ξεφορτωθεί με το αζημίωτο ένα κτίριο που βεβαιώθηκε μετά από χρόνια ότι θα παρέμενε να σαπίζει αναξιοποίητο, αφού κανείς δεν έδειχνε διάθεση να προχωρήσει στην υλοποίηση στην μελέτη του Τζώνου. Η αγορά τελικά γίνεται το 2006 έναντι 10 εκ. ευρώ, αλλά η αξιοποίηση του δεν προχωρά με ένταξη σε ΕΣΠΑ και παγώνει.

Κατάληψη

Τον Μάρτιο του 2004 ορισμένες συλλογικότητες αναρχοαυτόνομων καταλαμβάνουν το παλιό εργοστάσιο της ΥΦΑΝΕΤ και δημιουργούν μια «κατάληψη ανατρεπτικών προθέσεων», όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα τους. Όπως γράφουν, έμπνευση τους υπήρξαν τα γεγονότα της Συνόδου Κορυφής του 2003 και η απεργία πείνας επτά συλληφθέντων που ακολούθησε. Η κατάληψη ήταν «μια έμπρακτη απάντηση στον παραλογισμό της μητρόπολης, όπου οι άνθρωποι στοιβάζονται σε διαμερίσματα, οι δημόσιοι χώροι ερημώνουν, οι αλάνες γίνονται πάρκινγκ, τα εγκαταλελειμμένα εργοστάσια γίνονται μουσεία-πολυχώροι κατανάλωσης και εφετζίδικων lifestyle συνευρέσεων». Η κατάληψη είναι αυτή που κρατάει ζωντανό το χώρο για πολλά χρόνια, οργανώνοντας συναυλίες, συζητήσεις και εκθέσεις, συλλογική κουζίνα, θεατρικά δρώμενα, το «πάρκο BMX» που στήνεται μέσα σ’ ένα από τα κτίρια με συλλογική εργασία συγκεντρώνει νέα παιδιά στο χώρο, με ράμπες ακροβατικών. Καποιοι από τους καταληψίες μένουν μέσα στην κατάληψη, δημιουργώντας μικρές εστίες οίκισης που χρησιμοποιούνται ακόμη. Μικρές παρεμβάσεις συντήρησης γίνονται αποσπασματικά αλλά το συγκρότημα είναι αχανές και ο χρόνος αμείλικτος. Ό,τι δεν χρησιμοποιείται από τους καταληψίες είναι σε άθλια κατάσταση. Οι «γιορτές» επ΄ευκαιρία των 11 χρόνων της κατάληψης, φέτος ήταν πιο υποτονικές από άλλες χρονιές. Δείχνουν κουρασμένες.

Επίλογος

Η οικονομική δυσχέρεια κάνει την αναζωπύρωση του θέματος ΥΦΑΝΕΤ με σκοπό την υλοποίηση της προβλεπόμενης χρήσης του απαγορευτική. Το σχέδιο δείχνει να έχει ναυαγήσει και για το κτιριακό διατηρητέο συγκρότημα δεν υπάρχει φως στον ορίζοντα. Η προοπτική να αποτελέσει στέγη ενός ενοποιημένου Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης δεν υπάρχει στο τραπέζι του σχεδίου ενοποίησης των Μουσείων Σύγχρονής Τέχνης της πόλης. Ένα ακόμη διατηρητέο κτιριακό συγκρότημα μαζί με το ιστορικό Αλλατίνι αφήνονται στην ανελέητη φθορά του χρόνου σε μια πορεία που τείνει να χαρακτηριστεί μη αντιστρέψιμη.

*Πηγές: Η Βιομηχανική κληρονομιά της Θεσσαλονίκης, εκδ. ΣΒΒΕ, 2005 Μετασχηματισμοί του Αστικού Τοπίου – Αρχιτεκτονικές μελέτες και έργα της πολιτιστικής πρωτεύουσας Θεσσαλονίκη 1997, εκδ. Λιβάνη

Διαβάστε ακόμη Μπρος «Φάμπρικα Υφανέτ» και πίσω «Ρέμα Υφανέτ»…

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα