Πέντε αιώνιες καλοκαιρινές εικόνες της Θεσσαλονίκης

Η Θεσσαλονίκη ήταν πάντα μια κοσμοπολίτικη και όμορφη πόλη. Επιλέξαμε πέντε εικόνες της καλοκαιρινής ζωής της που λάμπουν για πάντα ως αναμνήσεις.

Parallaxi
πέντε-αιώνιες-καλοκαιρινές-εικόνες-τ-213988
Parallaxi

Η Θεσσαλονίκη ήταν πάντα μια κοσμοπολίτικη και όμορφη πόλη. Επιλέξαμε πέντε εικόνες της καλοκαιρινής ζωής της που λάμπουν για πάντα ως αναμνήσεις.

Ο παγοπώλης

Τάμαριξ Τεύχος 5 Μάιος 1997, Η πόλη και ο πάγος / Στην φωτογραφία: Η χαρά της παραγωγής στο Παγοποιείο Μάνου

Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του εβδομήντα, πάρα πολλά σπίτια της Θεσσαλονίκης δεν είχαν αποκτήσει ψυγείo. Η φύλαξη λοιπόν των τροφίμων γινόταν σε κάτι παράξενα, άγνωστα πια έπιπλα, που ονομάζονταν παγονιέρες. Ένα είδος πρώιμου καταψύκτη. Εκεί λοιπόν καθημερινά τοποθετούσαν οι νοικοκυραίοι κολώνες πάγου τις οποίες προμηθεύονταν από πλανόδιους παγοπώλες οι οποίοι κυκλοφορούσαν ή με τρίκυκλα ή ακόμα και με μουλάρια φορτωμένα με πάγο. Τον πάγο προμηθεύονταν είτε από τα θρυλικά παγοποιοία του Χορτιάτη, που λειτουργούσαν στις αρχές του προηγούμενου αιώνα με χιόνι που αποθήκευαν σε ειδικές γούρνες, είτε από άλλα διάσημα παγοποιεία όπως του Μάνου στη Μηχανιώνα, του Καρυοφύλη στο Λαγκαδά, ο Μπαλτάς στη Μοναστηρίου, του Τσακιράκη πλάι στη Αλυσίδα αλλά και του Φιξ στο χώρο του γνωστού εργοστασίου. Υπολογίζεται ότι στα τέλη του 50 υπήρχαν στη Θεσσαλονίκη πάνω από 100 πρατήρια πάγου με πωλήσεις για κάθε παγοπώλη πάνω από 200 κολώνες καθημερινά. Η τιμή του ήταν μιάμιση δραχμή το τέταρτο. Στο τέλος της πορείας τους, στη δεκαετία πια του εξήντα έφτασε έξι δραχμές η παγοκολώνα. Οι παγοκολώνες γινόταν από πόσιμο νερό, από αρτεσιανά πηγάδια και πάντα με την προσθήκη αμμωνίας και ο χρόνος παρασκευής ήταν περίπου ένα δωδεκάωρο. Η πιο χαρακτηριστική φωνή του παγοπώλη που θυμούνται όσοι το έζησαν ήταν αυτή που φώναζε καθώς πλησίαζε: Πάγος, ήρθε ο πάγος σας!

Τα beach parties

Έκδοση Μουσείου Φωτογραφίας / Ματιές στην Πόλη – Φωτογραφίες της Θεσσαλονίκης στον 20ο αιώνα

Τα beach parties που προμοτάριζε η εφημερίδα Θεσσαλονίκη έχουν αποτυπωθεί στις αναμνήσεις των κατοίκων. Ο δημοσιογράφος Γιώργος Φωτιάδης υπήρξε πρωτοπόρος στην οργάνωση των μπιτς πάρτι μέσα από την εφημερίδα, ενώ επικεφαλής της ομάδας που κάλυπτε τα πάρτι ήταν ο Γιάννης Νέγρης, αλλά ο όρος μπιτς πάρτι έφτασε στην πόλη από τον Λευτέρη Κογκαλίδη του Ελληνικού Βορρά. Μέσα της δεκαετίας του ’60 καθιερώνονται τα πάρτι κάθε Σαββατοκύριακο, από τον Μάιο μέχρι τα τέλη του Αυγούστου, γύρω στις 4 το απόγευμα που τα καραβάκια έφερναν τους νέους στην παραλία της Ρέμβης. Πολύχρωμες ομπρέλες, βυσσινί πάλκο, κοκκινωπά τραπεζάκια, κόκα κόλα, 7up, βερμούτ στο χέρι και ξεφάντωμα μέχρι τις 8 το βράδυ. Ένα τετράωρο πάρτι με τραγούδια, μουσική, διαγωνισμούς χορού και ομορφιάς. Οι μπάντες της εποχής έπαιζαν live πάνω στην άμμο και οι νέοι αποθέωναν τους Ολύμπιανς, τους Ρενάλντι, τα Τρελά Παιδιά, τους Σνόουμπολς, τους Βόρειους, τους Απ Τάιτ. Έσκαγαν και οι Άιντολς από την Αθήνα, αλλά και ο Τέρης Χρυσός (πάντα με καμπάνα παντελόνι). Γινόντουσαν διαγωνισμοί με δώρα, συχνά δίσκους της ΛΥΡΑ, αλλά και ρούχα και καλυντικά, προσφορές από τα εμπορικά καταστήματα της εποχής. Ο διαγωνισμός χορού που άφησε εποχή ήταν ο χορός του λεμονιού όπου τα ζευγάρια χόρευαν σέικ προσπαθώντας να κρατήσουν ένα λεμόνι ανάμεσα στα δυο μέτωπά τους. Κάθε μπιτς πάρτι έφτανε να έχει 5000 κόσμο τη στιγμή που στην Αθήνα τα αντίστοιχα με το ζόρι έφταναν στα χίλια άτομα. Η Μις Πάρτυ με τολμηρό για την εποχή μαγιό φιγουράριζε στο πρωτοσέλιδο της Δευτέρας και εκτόξευε τα νούμερα της «Θεσσαλονίκης» από 50.000 φυλλά που ήταν το σύνηθες σε 80.000. Παράλληλα γινόντουσαν και καλλιτεχνικοί διαγωνισμοί μεταξύ νέων συγκροτημάτων που ήθελαν να ξεκινήσουν δισκογραφία. Οι τελικοί των διαγωνισμών γινόντουσαν στο Παλαί Ντε Σπορ το φθινόπωρο.

Τα καραβάκια

Η θαλάσσια συγκοινωνία που εξυπηρετούσε την πόλη για να μεταβεί στις κοντινές παραλίες έφτασε στο απώγειο της στη δεκαετία του εξήντα. Η δεκαετία αυτή είναι και η δεύτερη χρυσή εποχή της θαλάσσιας συγκοινωνίας, με τον κόσμο να ξεχειλίζει κατά τη θερινή περίοδο για να μεταφέρεται στις πλαζ της Αγίας Τριάδας. Η Εικόνα των σκαφών που πηγαινοέρχονται στον Θερμαϊκό είναι ειδυλλιακή και οι Θεσσαλονικείς ξέρουν τα καραβάκια με τα ονόματά τους: Μακεδονία, Ελλήσποντος, Νεράιδα, Φανούλα, Καμέλια, Σοφία, Άγιος Νικόλας, Μεταμόρφωση, Άγιος Βασίλειος, Ναυτίλος, Λευκή, Φανούλα, Ιουλία, Ελπίδα, Ευδοκία, Αλέκος, Θεσσαλονίκη. Τα καραβάκια έφευγαν κάθε 20 λεπτά από την προκυμαία του Λευκού Πύργου και μετά από μισή ώρα “έπιαναν” Περαία, Μπαξέ και Αγία Τριάδα. Η αύξηση των επιβατικών αυτοκινήτων αλλά κυρίως η γραμμή του ΟΑΣΘ που εγκαινιάστηκε μετά το 1965 προς Αγία τριάδα, Μηχανιώνα οδήγησε στη σταδιακή πτώση των επιβατών. Τα βαποράκια αραίωσαν μέχρι το 1971, οπότε και αποσύρθηκε και το τελευταίο πλοίο, κατασκευής του 1967. Ήταν το Θεσσαλονίκη ΙΙ. Τα καραβάκια πουλήθηκαν σε άλλες θαλάσσιες γραμμές ή αποσύρθηκαν και απόμειναν να σαπίζουν στα καρνάγια του Θερμαϊκού.

Τα θερινά σινεμά

UNIVERCITY STUDIO PRESS / ΣΙΝΕ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ – ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ/ Στη φωτογραφία ο κινηματογράφος ΡΕΞ το 1951 (αναδημοσίευση από το βιβλίο του Στράτου Σιμιτζή «Κάποτε στην Θεσσαλονίκη.

Η Θεσσαλονίκη υπήρξε βασίλισσα των θερινών κινηματογράφων. Από το θρυλικό εβραϊκό πλοίο Τζερουσαλίμ που λειτούργησε ως κινηματογράφος εν πλω στις αρχές του προηγούμενου αιώνα μέχρι το Χατζώκου, στον πέμπτο όροφο του Ολύμπιον που έφευγε η οροφή το καλοκαίρι και του Αθηνά στη γωνία Μαρτίου με Β. Όλγας που έφευγαν οι τοίχοι από το πλάι, η πόλη έζησε μέρες καλοκαιρινής ομορφιάς με θρυλικές ταινίες. Στη μεταπολεμική Θεσσαλονίκη ο θερινός κινηματογράφος είναι η οικογενειακή έξοδος της εβδομάδας. Μπροστά οι παππούδες με τα πιτσιρίκια και πιο πίσω τα ζευγάρια να μην τα δει κανένα μάτι και γέμιζαν οι αίθουσες στο Ρίο, το Ζέφυρο, το Ελληνίς, τα Ηλύσια και το Ρεξ, που αρχικά στεγάστηκαν στην Πλατεία Αριστοτέλους, την Αίγλη, το Ολυμπία, το Φάληρο και αργότερα το Ναταλί και τον Απόλλωνα. Η πόλη με τους περισσότερους θερινούς στην Ελλάδα που βρίσκονταν σε κάθε γειτονιά της, ακόμα και στις πιο κακόφημες, όπως οι μάντρες στο Βαρδάρη στις οποίες σκαρφάλωναν τα παιδιά για να βλέπουν δωρεάν. Στη λεωφόρο των εξοχών, ανατολικά στην Όλγας και στη Νέα παραλία, τα θερινά ήταν οι τόποι λατρείας. Η Λητώ, τα Ολύμπια, το Ρουαγιάλ, Το Μαρί, το Φάληρο, η Κάτια, το Ηραίον τα Αστέρια, ο Απόλλωνας, έκοβαν σε ένα καλοκαίρι ακόμα και 140 χιλιάδες εισιτήρια το καθένα, με ταινίες πρώτης προβολής τα κεντρικά και επαναλήψεις τα συνοικιακά. Τις προθήκες των περισσότερων κινηματογράφων κοσμούσαν οι ζωγραφικές αφίσες του Κώστα Αρβανιτίδη και άλλων μαστόρων της εποχής που δημιουργούσαν κάθε βδομάδα αληθινά έργα μιας εφήμερης τέχνης, που στεκόταν κρεμασμένη μια βδομάδα μόνο, για να αντικατασταθούν από άλλους ήρωες ζωγραφισμένους αμέσως μετά.

Κοσμικό κέντρο

Ο Κήπος, ένα από τα πιο διάσημα και κοσμοπολίτικα κέντρα διασκέδασης στη ζωή της Θεσσαλονίκης, δέσποζε για πενήντα χρόνια στη ζωή της πόλης. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για ένα πλήρες συγκρότημα διασκέδασης που λειτουργούσε όλο το χρόνο αλλά το καλοκαίρι αποθεώνονταν. Παραδίπλα από το Λευκό Πύργο, εκεί που μεγάλωσε η παραλία με το μπάζωμα της θάλασσας, λειτούργησε για πολλά χρόνια με την ευθύνη του έμπειρου επιχειρηματία Κωνσταντίνου Ρώμπαπα. Πραγματικά αριστοκρατικό, φιλοξένησε θρυλικές παραστάσεις, προβολές ταινιών στο θερινό του κινηματογράφο, καμπαρέ αλλά και συναυλίες με μεγάλες τζαζ μπάντες και εμφανίσεις προσεγμένες καλοντυμένων θεσσαλονικιών. Θρυλικές χοροεσπερίδες, όπως ο χορός των Συντακτών και καλλιστεία! Η φήμη του ήταν μεγάλη σε όλη την Ευρώπη και καλλιτέχνες από παντού ζητούσαν να εμφανιστούν στις σκηνές του!

Εικόνα εγκατάλλειψης πριν την κατεδάφιση του Κέντρου
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα