Οι ζωές των άλλων: Ο Ανέστης με τα κουλούρια
Λέξεις: Γιώργος Τσιτιρίδης Εικόνες: Ελένη Βράκα Ένας σύγχρονος “άγιος” στους δρόμους της πόλης, ο Ανέστης, για πάνω από δέκα χρόνια πουλάει κουλούρια αλλά μαζί με αυτά προσφέρει χαμόγελο, αγάπη και θετική ενέργεια. Γνωστός σε όλη την πόλη για την ατάκα «Κουλούρι, κουλούρι, κουλούρι, τα τρία έχουν πάντα 1 ευρώ». Θα τον βρεις Εγνατία με Συγγρού, […]
Λέξεις: Γιώργος Τσιτιρίδης
Εικόνες: Ελένη Βράκα
Ένας σύγχρονος “άγιος” στους δρόμους της πόλης, ο Ανέστης, για πάνω από δέκα χρόνια πουλάει κουλούρια αλλά μαζί με αυτά προσφέρει χαμόγελο, αγάπη και θετική ενέργεια. Γνωστός σε όλη την πόλη για την ατάκα «Κουλούρι, κουλούρι, κουλούρι, τα τρία έχουν πάντα 1 ευρώ». Θα τον βρεις Εγνατία με Συγγρού, κάθε βράδυ, παρέα με τους ταξιτζήδες, τους περαστικούς και κάθε λογής ξενύχτηδες της Βαλαωρίτου.
Πες μου λίγα λόγια για την ζωή σου. Γεννήθηκα στην Θεσσαλονίκη, εδώ πήγα σχολείο. Στα 16 μου ο πατέρας μου σκοτώθηκε σε τροχαίο, γυρνούσαμε από διακοπές οικογενειακώς, ήταν βράδυ, τον πήρε ο ύπνος, δεν φορούσε ζώνη και… Παράτησα λοιπόν το σχολείο, έπρεπε να βγω στην δουλειά και βρέθηκα στην κρεαταγορά. Ήταν η δουλειά του πατέρα μου και με πήραν στην αρχή, για ψυχικό, για να μας βοηθήσουν μετά έμαθα. Έγινα απαραίτητος, μην φανταστείς τίποτα σπουδαίο, φορτοεκφορτωτής, χαμάλης δηλαδή, κρέατα κατεψυγμένα, κρέατα νωπά. Μετά προσπάθησα να κάνω το πρώτο μου μαγαζί, ένα σουβλατζίδικο απέναντι από τα δικαστήρια, δεν πήγα καλά, έκλεισα, ξαναπήγα υπάλληλος. Έκανα πολλές δουλειές, ξαναπροσπάθησα να ανοίξω μαγαζί, ένα μικρό πρατήριο άρτου, μετά ένα μεγάλο. Με το δεύτερο βούλιαξα, φαλίρισα, τα έχασα όλα, πολλά λειτουργικά έξοδα, πολλά χρέη και τώρα με την βοήθεια του Θεού στα κουλούρια. Τον τελευταίο χρόνο είχα και μεγάλο πρόβλημα με την υγεία μου, κανονικά ήταν να μείνω παράλυτος, δύο σπασμένοι σπόνδυλοι, θυρεοειδής, δυο κοίλες, αναιμία… Σταμάτησα για πολύ καιρό αλλά δόξα τω θεώ μπορώ και δουλεύω, κάνω τις θεραπείες μου και είμαι ευτυχισμένος.
Πριν την αναγκαστική διακοπή του σχολείου, εκεί στα 16, τι όνειρα είχες; Ήθελα να γίνω γιατρός αλλά δεν είχα τις προδιαγραφές, την υπευθυνότητα, δεν ήμουν καλός μαθητής, ήθελα να ζήσω την ζωή μου ήμουν ζωηρός, διασκέδαζα.
Πώς είναι για ένα παιδί 16 ετών να βγαίνει στο μεροκάματο; Για μένα ήταν υπέροχα. Άρχισα να έχω τα δικά μου χρήματα, τον μισθό μου, τα φιλοδωρήματά μου και όταν οι άλλοι περίμεναν να πάρουν χαρτζιλίκι από τους γονείς, εγώ είχα το δικό μου πορτοφόλι. Είχα βέβαια και ευθύνες, γνώρισα την λέξη υπευθυνότητα, έπρεπε να ζήσω την οικογένεια μου, τη μητέρα μου και την αδελφή μου.
Πώς ξεκίνησες να πουλάς κουλούρια; Ξεκίνησα το 2001 -2002 περίπου και πήγα καλά. Το κουλούρι τότε είχε μεροκάματο. Ο κόσμος ήταν διαφορετικός στην αρχή του ευρώ και έκανε και κακή χρήση. Ενώ το κουλούρι είχε 100 δρχ ξαφνικά εμείς του είπαμε 50 λεπτά δηλαδή 170 δρχ και αντί να ξεσηκωθεί να μην αγοράσει άφηνε και φιλοδώρημα. Δεν ήξερε να το χρησιμοποιεί το ευρώ ακόμα και τώρα σε περίοδο κρίσης είναι ακριβό το κουλούρι, ένα αρτοσκεύασμα είναι. Νερό, σουσάμι, αλεύρι και μαγιά. Εγώ λέω τα 3 κουλούρια 1 ευρώ και βάζω και τέταρτο μέσα γιατί βλέπω την κατάσταση. Το πιο χαρακτηριστικό είναι αυτό που μου είπε ένας κύριος ότι “με ένα ευρώ αγοράζω ένα πακέτο μακαρόνια και σάλτσα και κάνω 4 πιάτα φαγητό”. Και εγώ λέω ένα ευρώ και νομίζω ότι είναι φθηνό.
Αρχικά πού ήταν το σημείο που πουλούσες; Απέναντι από την Παναγία Δέξια, μπροστά από την Εθνική τράπεζα. Μετά πλατεία Ναβαρίνου και Εγνατία με Αριστοτέλους.
Το πού θα στέκεσαι ποιος το καθορίζει; Ο νόμος λέει θα πάρεις άδεια και θα περπατάς. Άδειες για στεκούμενο εμπόριο δεν υπάρχουν πλέον, όλες όσες βγαίνουν είναι στο περπατητό. Επειδή όμως όλος ο κόσμος είναι στο κέντρο, δεν περπατάμε, στεκόμαστε σε ένα σημείο.
Μετά πού πήγες; Έκανα το μαγαζί ενδιάμεσα, φαλίρισα και έπρεπε κάπως να ζήσω να ξεχρεώσω. Στεκόμουν στη στάση Αντιγονιδών, Εγνατίας 33 γιατί είδα ότι είχε πολύ κόσμο εκεί. Πέντε η ώρα το πρωί μπορεί να είχε και 200 άτομα τότε, είχαμε ακόμη τις οικοδομές, τα υλικά, τούβλα, τσιμέντα και έφευγε ο κόσμος στα εργοστάσια, κόσμος όχι αστεία. Έφτασε η Αντιγονιδών τώρα, επτά η ώρα το πρωί, να έχει 20 άτομα και αυτοί να γνωριζόμαστε με τα μικρά μας ονόματα. Έκλεισαν οι βιοτεχνίες, δεν έχει δουλειές, δεν έχει τίποτα πια, δεν έχει και κόσμο. Και δεν είναι η κρίση μόνο οικονομική, είναι και πνευματική, δεν υπάρχει αγάπη, δεν στηριζόμαστε στον Θεό, δεν αγαπάει ο ένας τον άλλον, ο καθένας νοιάζεται για τον εαυτό του και τα πράγματα έχουν γίνει δύσκολα.
Και πώς σκέφτηκες τη Βαλαωρίτου; Εσύ είσαι αυτός που το καθιέρωσε τέτοια ώρα σε εκείνο το σημείο να πουλάς κουλούρι. Ανοίγανε τα μπαράκια και άρχισε να μαζεύεται κόσμος. Και λέω γιατί να μην μάθουμε στο κόσμο να τρώει κουλούρι και το βράδυ; Μπορεί μαζί με το αλκοόλ να θέλει κάτι να “τραβάει τα υγρά”. Έμαθαν να το τρώνε, το εμπιστεύτηκαν, γιατί ήταν πολύ δύσκολο, το κουλούρι “χτυπιέται” από τυρόπιτες, γύρους, κρέπα, σάντουιτς, τοστ, κρουασάν, πιο μοντέρνα πράγματα. τΤο κουλούρι είναι γεροντίστικο, είναι ρετρό. Ο δεκαοκτάχρονος θα σου πει τώρα κουλούρι θα φάω; Μπορεί και να ντραπεί. Παρόλα αυτά ο κόσμος ακόμα το εμπιστεύεται, του αρέσει και παρόλο που έχει αλλάξει, τα άλευρα είναι άλλα, έχει βελτιωτικά, γλουτένη, παραμένει το πιο αθώο -χωρίς λίπος, χωρίς τίποτα.
Μετακινείσαι λοιπόν ανάλογα την ζήτηση … Ναι, κάπως έτσι. Χωρίς να πω βέβαια ότι σώνει και καλά είναι δικό μου αυτό το μέρος, αυτό είναι ένα λάθος των κουλουρτζήδων, οικειοποιούνται το μέρος που δουλεύουν, λένε από εδώ και πέρα είναι δικό μου, αλλά δεν είναι έτσι.
Εσένα δηλαδή δεν θα σε ενοχλούσε να έρθει τώρα κάποιος να σταθεί δίπλα σου στην Βαλαωρίτου; Θα με τσιμπήσει η ζήλια αν παίρνουν από αυτόν, ενώ θα μπορούσαν να τα πάρουν από μένα. Γιατί αυτό που βλέπεις σε μένα είναι το περιτύλιγμα, μέσα υπάρχει και ζήλια και φθόνος και οργή και θυμός και κακία. Γι’ αυτό πηγαίνω και στην εκκλησιά, είναι το νοσοκομείο μου και εκεί θεραπεύομαι, βγάζω τα αγκαθάκια ένα ένα. Αλλά όχι, δεν είναι δικό μου το μέρος της Βαλαωρίτου, αλίμονο αν το πω αυτό, τι είμαι για να το πω; Για να μην σου πω ότι είμαι και δυσφήμηση για το κουλούρι, υπάρχουν άλλοι με καλύτερο καρότσι και όχι αυτό του σούπερ μάρκετ που έχω εγώ, με καλύτερο κουλούρι, με ποδιά, με ωραία εμφάνιση, που θα άξιζε να έρθουν στην περιοχή.
Η ρουτίνα που ακολουθείς από το σπίτι μέχρι να στηθείς στο δρόμο ποια είναι; Ξεκλειδώνω τα καρότσι, πηγαίνω μπροστά από το Ηλύσια το ξενοδοχείο και περιμένω τον προμηθευτή μου, μια φιλική οικογένεια, με στηρίζουν τα παιδιά, έχουν φούρνο και βγάζουν κουλούρι μόνο για μένα, για να μπορώ να δουλεύω να βγάζω τα προς το ζην, τα έξοδα μου. Μετά γυρνάω στα ξενοδοχεία Madrino, Olympic, El Greco, δίνω στη ρεσεψιόν, στους περαστικούς, μετά πηγαίνω στα ταξί, στις πιάτσες, τα παιδιά με έχουν βοηθήσει πάρα πολύ, αν δεν ήταν αυτοί θα έκλεινα το ρήμα πεινάω σε όλους τους χρόνους. Με στηρίζουν, είναι βασικοί πελάτες. Μετά στέκομαι Εγνατία με Συγγρού, ποιοι μπαίνουν και ποιοι βγαίνουν από τα μπαράκια.
Τόσα χρόνια στο δρόμο τι έχεις μάθει, τι έχεις δει; Ένας άνθρωπος που γυρνάει την πόλη μαθαίνει τον εαυτό του, τα ελαττώματά του, κοιτάει μέσα του. Με γνώρισα, σιχάθηκα, αηδίασα και προσπαθώ με την χάρη του θεού να διορθωθώ. Στο δρόμο βλέπω επίσης την αγάπη του κόσμου, την ευαισθησία, την αγάπη για τον πλησίον, ο κόσμος θέλει να δώσει να προσφέρει. Με βοηθάνε στο δρόμο με ένα βλέμμα, το βλέμμα του ανθρώπου είναι αυτό που μένει στο δρόμο και ας μην αγοράσει. Όπου γύρισα με αξίωσε ο κόσμος.
Επικίνδυνη, δύσκολη, είναι η δουλειά σου; Είμαι υπέρβαρος, πρέπει να χάσω κιλά, γιατί κάνουν κακό, σε συνδυασμό με την ορθοστασία, υγρασία, όλα στην δουλειά μας κάνουν κακό. Μπορώ να την κάνω και εγώ επικίνδυνη καταρχήν αν είμαι αφηρημένος, περνάω τον δρόμο κοντά στα αυτοκίνητα. Η νύχτα από εκεί και πέρα σε φέρνει κοντά στους ανθρώπους, τους νιώθεις αδέλφια σου, όταν δεις τον μεθυσμένο δεν πρέπει να βλέπεις το λάθος και το παραστράτημα αλλά την ανάγκη του για αγάπη. Είναι η ευκαιρία σου να βοηθήσεις, να τον κατανοήσεις, όχι να κατακρίνεις. Θα κλωτσήσει το καρότσι, θα ρίξει τα κουλούρια κάτω, θα μου κλέψει ένα, θα δείξω υπομονή.
Η επαφή σου με τη θρησκεία και τον Θεό πότε ξεκίνησε και πώς; Μετά τα 30 μου. Ως τότε έζησα ζωηρά πλανεμένος, γλεντούσα, όχι για να γλεντήσω και να περάσω καλά, αλλά για να κάνω επίδειξη, να συναρπάσω, έκανα έρωτα αλλά δεν έδινα αγάπη, μόνο ηδονή και αυτή η ηδονή μπορεί να φέρει αργότερα οδύνη και εγώ όλα αυτά τα έζησα και είπα δεν πάει άλλο, ήταν ένα βάρος, ήμουν δυστυχισμένος, μέχρι που γνώρισα τον πνευματικό μου.
Τι προσόντα θέλει η δουλειά σου; Ειλικρίνεια, δύναμη, αγάπη.
Θα υπάρχει πάντα το κουλούρι; Ναι, γιατί είναι φθηνό. Όσο είναι 50 λεπτά είναι η πιο φτηνή λύση και ο κόσμος πάντα θα το αγοράζει. Πρέπει και εμείς όμως να φροντίζουμε να του δίνουμε καλό κουλούρι να μην είμαστε άρπα κόλα. Το κουλούρι έχει ζωή 2-3 ώρες. Μετά, επειδή είναι έξω, γίνεται μαστιχωτό ή πετρώνει… αν μας προδώσει κάτι, θα είναι αυτό. Βρέθηκαν και κάποιοι που έδιναν το βράδυ τα κουλούρια που είχαν από το πρωί. Οι άνθρωποι καταλαβαίνουν, δεν είναι ηλίθιοι, θα πάρουν μια φορά και μετά θα χάσουν την εμπιστοσύνη τους σε όλους τους κουλουρτζήδες.
Τι θα έλεγες σε έναν που θέλει να κάνει αυτή την δουλειά; Να πάει να σπουδάσει… γιατί να κάνει αυτήν την δουλειά;
Είναι εύκολο να βγάλει κανείς μια άδεια; Τώρα ο κύριος Μπουτάρης έχει κάνει κάτι πολύ καλό. Λόγω ανεργίας και κρίσης άνοιξε το επάγγελμα και οποιοσδήποτε στο περπατητό μπορεί να πουλάει κουλούρι και έτσι αντί να έχουμε άνεργους, τους δίνεται αυτή η δυνατότητα. Άδεια για σταθερό εμπόριο δεν υπάρχει. Είναι 10-12 και πάνε με κλήρωση σε συγκεκριμένες ευπαθείς ομάδες και έτσι είναι το σωστό.
Φίλους έχεις κάνει στο δρόμο; Δεν βλέπω κανέναν σαν ξένο, έχω όμως κάποιες προτιμήσεις. Ο “αδελφός μου” ο Τάσος, ταξιτζής, του έχω αδυναμία με βοήθησε περισσότερο από αδελφός, μου κάνει συντροφιά εκεί στο δρόμο αλλά βγαίνουμε και έξω, βρισκόμαστε εκτός δουλειάς, μου στάθηκε στην αρρώστια μου.
Σε αναγνωρίζουν, τους αναγνωρίζεις τους πελάτες σου; Ναι. Μου λένε κουλούρ,ι κουλούρι, κουλούρι, υπάρχει αναγνωσιμότητα.
Είσαι σε ένα περιβάλλον με καταχρήσεις ενώ είσαι εγκρατής και προσπαθείς να είσαι μακριά από αυτά. Σε ενοχλούν να τα βλέπεις; Όχι δεν με ενοχλεί και εγώ κάπνιζα 80 τσιγάρα τη μέρα και έπινα και έκανα καταχρήσεις. Οι άνθρωποι είναι αδέλφια μου δεν μπορώ εγώ να τους πω πώς να ζήσουν. Ο μεγαλύτερος πειρασμός στη Bαλαωρίτου είναι ο κακός μου εαυτός, ο παλιός εαυτός που έχω μέσα μου, δεν είναι η κοπέλα με το μίνι, η μουσική, το ποτό αλλά αυτό που έχω εγώ μέσα μου, οι άνθρωποi δεν μου φταίνε, δεν θα κατακρίνω τον άλλον, θα τον αγαπήσω.
Δεν σταματάς ποτέ να δουλεύεις; Δεν γίνεται και το ξέρεις. Έχω θεραπείες, γιατρούς, πολλά έξοδα, λογαριασμούς, δεν πάμε για τον πλουτισμό, το κάνουμε για την επιβίωση.
Σε όλη σου αυτή την πορεία στην ζωή της πόλης τι έχει αλλάξει; Χάθηκε το φιλότιμο. Όταν ξεκίνησα ήμασταν πιο ευαίσθητοι. Σκληρύναμε, έχουμε αλλάξει οικονομικά, κάποτε έβλεπες λεφτά κάτω και δεν έσκυβες να τα πάρεις. Η νεολαία δεν μπορεί να ζήσει όπως εμείς και ευτυχώς δεν θα γίνει αχόρταγη, δεν θα πέσει σε κατάθλιψη και μελαγχολία μετά. Η Εγνατία πέθανε, δουλεύει ακόμα η Τσιμισκή, η Αριστοτέλους, η Μητροπόλεως, θα είναι ο επόμενος δρόμος με πολύ μέλλον… όποιος επενδύσει σ αυτήν θα βγάλει πολλά λεφτά.
Το όνειρο σου ποιο είναι από εδώ και πέρα; Να κάνω ένα χώρο εστίασης, φαγάδικο, που να μπορεί να έρθει κάποιος να πει δεν έχω λεφτά για να φάω και να μπορώ να του δώσω. Και θα ήθελα αν με αξιώσει ο θεός να γίνω ένα ταπεινό καλογεράκι στο Άγιον Όρος.
Y.Γ. Αυτές τις μέρες επανεξετάζονται οι άδειες των πλανόδιων από τη δημοτική αρχή και ο Ανέστης λείπει από τη συνηθισμένη του θέση, όπως και αρκετοί άλλοι κουλουρτζήδες.