Στο πρώτο πρακτορείο που άνοιξε στα δυτικά έπαιζε ΠΡΟΠΟ ο Περπινιάδης
Το πρώτο προποτζίδικο πέρα από τον Βαρδάρη και η ιστορία του Πυθαγόρα.
Για τους βέρους Ηλιουπολίτες το προποτζίδικο του Πυθαγόρα δεν είναι απλά το στέκι των παππούδων και των γονιών τους. Είναι ένα διαρκές σημείο χωροταξικής αναφοράς. Για να προσδιορίσουν το συγκεκριμένο ύψος της Καραολή και Δημητρίου, λένε την κωδική φράση «Στου Πυθαγόρα» – και όλοι γνωρίζουν απευθείας τις συντεταγμένες τους.
Το πρώτο πρακτορείο του ΟΠΑΠ στα δυτικά άνοιξε το 1966, Οκτώβριο μήνα, όταν τα σπίτια στην Κάτω Ηλιούπολη ήταν λιγοστά, ο σημερινός ασφαλτοστρωμένος δρόμος ήταν χωμάτινος και από την περιοχή δεν περνούσε καν αστική συγκοινωνία, αλλά κάρα με άλογα.
Σχεδόν για πλάκα, ο Πυθαγόρας Χαραβόπουλος, στα 23 του χρόνια τότε, αποφάσισε να κάνει αίτηση για άδεια και όταν ήρθε η θετική απάντηση από τα γραφεία του ΟΠΑΠ στην Αθήνα, έστησε το προποτζίδικο μέσα στο κτίριο που νοίκιαζε για το εργαστήριο αργυροχρυσοχοΐας του. Από την τέχνη των κοσμημάτων μετακινήθηκε στην τέχνη των ποδοσφαιρικών προβλέψεων, στο ακούραστο επάγγελμα του προποτζή που πρέπει να υποδέχεται τις «θείες» εμπνεύσεις των παικτών με χαμόγελο και υπομονή, να στέκεται δίπλα τους στις νίκες και τις ήττες.
«Από τον Βαρδάρη και πέρα δεν υπήρχε προποτζίδικο μέχρι να ανοίξω το δικό μου. Μη νομίζεις, βέβαια, ότι στην αρχή σκοτωνόντουσαν όλοι να έρθουν να παίξουν. Για πολλά χρόνια, λεφτά στα χέρια μου από το πρακτορείο δεν έπιασα. Ο κόσμος δεν ήξερε το παιχνίδι. Από τις 30 δραχμές που έκανα τζίρο την εβδομάδα, μόνο οι 3 δραχμές πήγαιναν στην τσέπη μου», λέει ο 75χρονος πλέον ιδιοκτήτης του πρώτου πρακτορείου στις δυτικές συνοικίες.
Από την πρώτη μέρα λειτουργίας του το 1966 μέχρι το 1990 που λανσαρίστηκε το ΛΟΤΤΟ, ένα ήταν το παιχνίδι που προσφερόταν σε όσους ήθελαν να δοκιμάσουν την τύχη τους. Το ΠΡΟΠΟ, που μοίραζε τα κέρδη του στο μαγικό 13άρι αλλά και σε όσους συμπλήρωναν 11άρι και 12άρι, αποτελούσε τότε ένα μεγάλου μεγέθους δελτίο με τρία μέρη: τη μήτρα, το στέλεχος και το απόκομμα. Ο πράκτορας έπρεπε να δείχνει μεγάλη προσοχή στην καταγραφή των σημείων που όριζαν οι παίκτες, να αποφεύγει τα δραματικά λάθη που θα μπορούσαν να στερήσουν τα μεγάλα ποσά στους εν δυνάμει νικητές.
«Γίνονταν και λαδιές από τους πράκτορες. Άλλαζαν τα σκορ που έπαιζαν οι πελάτες, συμπλήρωναν άλλα στα δελτία. Έτσι, θυμάμαι ένας παίκτης στον Εύοσμο νόμιζε ότι είχε κερδίσει με τους αγώνες που είχε βάλει, πήγε στο πρακτορείο χαρούμενος αλλά ο προποτζής είχε βάλει άλλα σημεία και έχασε τελικά τα λεφτά», περιγράφει.
Για περισσότερα από 20 χρόνια, ο κ. Χαραβόπουλος έκανε χειροκίνητα αυτή τη δουλειά, για τα δελτία των πελατών του που με τον καιρό αυξάνονταν. Στο χέρι του είναι και σήμερα ορατή μια αγκύλωση που του έμεινε «λάφυρο» από εκείνες τις εποχές.
«Ερχόμουν από τις 7.30 το πρωί και έφευγα 10 τη νύχτα, από Δευτέρα μέχρι Κυριακή. Κάθε Σάββατο, μαζεύαμε τα δελτία και τα πηγαίναμε στην Εθνική Τράπεζα, στην Ιώνος Δραγούμη, και από εκεί πήγαιναν όλα στην Αθήνα για να είναι καθαρή η διαδικασία. Με τα χρόνια, από τη δεκαετία του ’70, άρχισε να παίζει περισσότερο ο κόσμος. Μπόρεσα να πάρω και τέσσερις, πέντε υπαλλήλους. Έβγαζα 50 διαφορετικά συστήματα και τα κολλούσα στο τζάμι για όποιον δεν είχε ιδέα τι να παίξει», θυμάται.
Από το πρακτορείο του Πυθαγόρα πέρασαν αρκετά γνωστά ονόματα της διασκέδασης. Λίγο πιο πέρα, μεσουρανούσε το νυχτερινό Ρομέο, που φιλοξενούσε στο πάλκο του ονόματα από τον Μπιθικώτση μέχρι την Μπέλλου. Μουσικοί της ορχήστρας, λίγο πριν ξεκινήσουν για το νυχτοκάματο, έπαιζαν ΠΡΟΠΟ και έφευγαν βιαστικά για το μαγαζί, πολλές φορές ξεχνώντας τα κλειδιά τους. «Ήξεραν πού έμενα και μου χτυπούσαν ξημερώματα την πόρτα, να τους ανοίξω για να τους δώσω τα κλειδιά», λέει ο κ. Χαραβόπουλος.
Κάθε φορά που ο Περπινιάδης τραγουδούσε στη γειτονιά, σταματούσε στου Πυθαγόρα για να παίξει. Ο Βασίλης Καρράς, γέννημα θρέμμα της Ηλιούπολης με το σπίτι του να βρίσκεται δίπλα στο ΑΓΝΟ, πήγαινε στο προποτζίδικο για να πάρει λαχεία. Το ίδιο και ο Αντώνης Ρέμος, κάθε που ξεκινούσε από τον Λαγκαδά για να τραγουδήσει στον Εύοσμο, έκανε στάση στο πρακτορείο της Καραολή.
«Τότε πλήρωνες 2,5 δραχμές για να παίξεις ένα ΠΡΟΠΟ. Σήμερα το παιχνίδι υπάρχει, αλλά κανείς δεν παίζει. Τα δελτία εδώ είναι, αλλά ζήτημα να παίξει ένας στους διακόσιους μισό ευρώ. Σήμερα είναι το Στοίχημα, κυρίως τον χειμώνα, και το ΚΙΝΟ πολύ. Παλιά τις Κυριακές γέμιζε το προποτζίδικο με κόσμο το απόγευμα, άκουγαν ζωντανά την αναμετάδοση των αγώνων για να δουν αν κέρδισαν», αναφέρει.
Έχοντας βγει πλέον στη σύνταξη, το προποτζίδικο έχει περάσει στα χέρια των παιδιών του. Όμως, κάθε μέρα, χειμώνα καλοκαίρι, ο Πυθαγόρας Χαραβόπουλος ανοίγει πρωί το μαγαζί, το καθαρίζει, το τακτοποιεί, κάνει τον καφέ του και τον πίνει με την ησυχία του σε ένα από τα ξύλινα τραπεζάκια. Αναπολεί εκείνες τις «καλές μέρες», τότε που οι άνθρωποι έκαναν καλή ζωή παρά τα προβλήματα. «Σταμάτα έναν άνθρωπο τώρα και ρώτα τον τι μέρα είναι. Αν σε απαντήσει αμέσως, θα σε παραδεχτώ. Θα σκεφτεί, θα ξανασκεφτεί και δεν θα ξέρει. Τότε ξέραμε ότι έχουμε 50 δραχμές και μπορούσαμε να ψωνίζουμε ένα σωρό πράγματα. Τώρα;». Τώρα η απάντηση επαφίεται στη θεά τύχη…