Η τελευταία σελίδα της στοάς Μοδιάνο πριν αλλάξει για πάντα
Η Κεντρική Στοά Τροφίμων της Θεσσαλονίκης, η γνωστή σε όλους μας ιστορική αγορά Μοδιάνο, βρίσκεται την τωρινή περίοδο στο μεταίχμιο σημαντικών αλλαγών, που αποσκοπούν να αναδιαμορφώσουν το είναι της.
Η Κεντρική Στοά Τροφίμων της Θεσσαλονίκης, η γνωστή σε όλους μας ιστορική αγορά Μοδιάνο, βρίσκεται την τωρινή περίοδο στο μεταίχμιο σημαντικών αλλαγών, που αποσκοπούν να αναδιαμορφώσουν το είναι της, ώστε η, τα τελευταία χρόνια παρηκμασμένη, αγορά να αναβιώσει και να αποκτήσει νέα δυνατή παρουσία στην πόλη.
Η ιστορία της αγγίζει σήμερα σχεδόν τον έναν αιώνα. Ο θεμέλιος λίθος της αγοράς Μοδιάνο μπήκε το 1922 και η κατασκευή της κράτησε τρία χρόνια. Όταν ολοκληρώθηκε, το 1925, το όνομα που ήταν γραμμένο στο μέτωπο του συγκροτήματος της Αγοράς ήταν «Κεντρική Στοά Τροφίμων». Στην πορεία όμως, το όνομα του οίκου των πανίσχυρων Μοδιάνο παραγκώνισε εκείνη την επίσημη ονομασία, παρότι η μεγάλη αυτή εβραϊκή οικογένεια ήταν τότε σε κρίση.
Το κτίριο της αγοράς κατασκευάστηκε με βάση τα σχέδια που συνέταξαν ο J. Oliphant ως αρχιτέκτων και ο Ελί Μοδιάνο ως μηχανικός και κύριος του έργου. Ο τίτλος στα σχέδια, στη γαλλική γλώσσα, ήταν “Bazar Cetral Salonique”. Η Στοά χτίστηκε με τον τύπο της βασιλικής, προκειμένου να στεγάσει μια διάταξη καταστημάτων κατά το πρότυπο των bazaars. Τότε, οι εσωτερικοί δρόμοι της αγοράς εξειδικεύονταν. Στον κεντρικό αναπτύσσονταν τα κρεοπωλεία και παντοπωλεία, στους πλευρικούς τα ιχθυοπωλεία και τα παντοπωλεία. Στα δε καταστήματα της όψης που κοιτάει προς τη Βασιλέως Ηρακλείου, βρίσκονταν τα οπωροπωλεία της αγοράς. Η αγορά ήταν χτισμένη στην πυρίκαυστο ζώνη, στην περιοχή εκείνη όπου το σχέδιο του αρχιτέκτονα και πολεοδόμου Ερνέστ Εμπράρ για την αναγέννηση της Θεσσαλονίκης μετά την πυρκαγιά του 1917, προέβλεπε να δημιουργηθούν τα bazaars της πόλης. Βέβαια, η χρήση της βασιλικής αυτής στοάς ήταν αρχικά απαγορευμένη, αφού δεν επιτρεπόταν η στέγαση, στην περιοχή, “εξασκήσεως επαγγελμάτων προκαλούντων θόρυβον ή δυσοσμίαν, ώς πχ κρεοπωλείων, ιχθυοπωλείων, λαχανοπωλείων, σιδηρουργείων, μικρομαγειρείων, χαλκουργείων κτλ”.
Το εμβαδόν του κτιρίου της αγοράς είναι 2681 τετραγωνικά και το μέγιστο ύψος 12,4 μέτρα. Η Αγορά Μοδιάνο είναι διπλά χαρακτηρισμένη ως διατηρητέο. Αρχικά χαρακτηρίστηκε από το ΥΠΕΧΩΔΕ ως διατηρητέο κτίριο (1983) και εν συνεχεία από το Υπουργείο Πολιτισμού (1995) ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, γιατί αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα κτιρίων Αγοράς με στοά.
Η αγορά διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη ζωή και τη λειτουργία του εμπορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης από την απαρχή της. Κάποτε, φιλοξενούσε τα εκλεκτότερα εμπορεύματα. Γι’ αυτό άλλωστε και οι τιμές ήταν υψηλότερες από τις γειτονικές αγορές. Μέχρι περίπου δύο δεκαετίες πριν, η αγορά εξακολουθούσε να αποτελεί σημείο μεγάλης εμπορικής κίνησης της πόλης. Σήμερα, η εικόνα της έχει πια αλλάξει, καθώς τα τελευταία 15 χρόνια, τα περισσότερα από τα 144 καταστήματά της σταδιακά έκλεισαν, ενώ το ίδιο το κτίριο έχει βυθιστεί στη φθορά λόγω έλλειψης συντήρησης. Η τωρινή εικόνα παρακμής της στοάς, αν και διατηρεί τις μνήμες μιας άλλης Θεσσαλονίκης, απέχει αρκετά από την αρχική εικόνα με την οποία την γνώρισε η πόλη.
Έτσι φτάνουμε στο παρόν, αλλά και στο μέλλον, της αγοράς Μοδιάνο, η οποία βρίσκεται στα πρόθυρα μιας μεγάλης αναδιαμόρφωσης, έχοντας περάσει σε νέα χέρια και αναμένοντας να αλλάξει πρόσωπο. Η αγορά Μοδιάνο πέρασε επίσημα στα χέρια της One Outlet Α.Ε. τον Ιούλιο του 2017, όταν υπεγράφη η σύμβαση με την οποία το ΤΑΙΠΕΔ μεταβίβασε προς τον επενδυτή το ποσοστό 43,63% εξ αδιαιρέτου κυριότητας επί του ακινήτου. Η εταιρεία είχε ανακηρυχθεί προτιμητέος επενδυτής τον Οκτώβριο του 2016, υποβάλλοντας προσφορά ύψους 1,9 εκατ. ευρώ, έναντι αποτίμησης 1,750 εκατ. ευρώ, στη διαγωνιστική διαδικασία που είχε διεξάγει το ΤΑΙΠΕΔ. Στο πλαίσιο της συναλλαγής, η One Outlet Α.Ε., στην οποία μετέχουν ο όμιλος εταιρειών Φάις με 65% και η Notos Com με 35%, απέκτησε το σύνολο του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας ειδικού σκοπού, την οποία συνέστησε το ΤΑΙΠΕΔ για τις ανάγκες του διαγωνισμού, εισφέροντας το ποσοστό 43,63% εξ αδιαιρέτου κυριότητας επί του ακινήτου.
Όταν ακόμη είχε πρωτοανακοινωθεί ότι η αγορά Μοδιάνο μεταβαίνει στην One Outlet Α.Ε., το 2016, η εταιρεία είχε διαβεβαιώσει με ανακοίνωσή της πως θα παραμείνει αποκλειστικά αγορά τροφίμων συνεχίζοντας την ιστορία της. Όπως είχε αναφερθεί χαρακτηριστικά: “Αποτελεί φιλοδοξία της εταιρείας η Αγορά Μοδιάνο να γίνει και πάλι το κέντρο της εμπορικής κίνησης της πόλης, ένας σύγχρονος χώρος υψηλών απαιτήσεων αποκλειστικά αφιερωμένος στην αγορά τροφίμων, στην εστίαση και στη διασκέδαση, εφάμιλλος αντίστοιχων των ευρωπαϊκών μητροπόλεων, διασφαλίζοντας παράλληλα την ιστορική μνήμη και την πολιτιστική διάρκεια.”
Έκτοτε, ετοιμάστηκε το σχέδιο ώστε να ξεκινήσει η ανακαίνιση της στοάς Μοδιάνο εκ των έσω, με βλέψεις να λειτουργήσει κατόπιν των εργασιών σαν μια σύγχρονη και αναβαθμισμένη σκεπαστή αγορά, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Η έκδοση των απαιτούμενων αδειών για την έναρξη της αποκατάστασης της ιστορικής Αγοράς Μοδιάνο εκτιμάται ότι θα έχει ολοκληρωθεί τον Μάιο του 2018, ώστε σταδιακά να ξεκινήσουν οι εργασίες για την αναπαλαίωση του εμβληματικού ακινήτου της Θεσσαλονίκης, με σκοπό η αγορά να ανοίξει ανανεωμένη μέχρι το τέλος του 2019 ή τις αρχές του 2020.
Προκειμένου να αρχίσουν οι εργασίες, ξεκίνησε εδώ και λίγους μήνες η εκκένωση της στοάς από τα εναπομείναντα εμπορικά καταστήματα που ακόμη λειτουργούν εκεί. Κι ενώ το ένα μετά το άλλο τα καταστήματα της Μοδιάνο άρχισαν να μετεγκαθίστανται εκτός στοάς, κάποιοι καταστηματάρχες ακόμη παραμένουν, άλλοι εν αναμονή μετεγκατάστασης και άλλοι απρόθυμοι να αποχωρήσουν αμαχητί, όπως δηλώνουν, από τα καταστήματα που μίσθωναν επί δεκαετίες, χωρίς να δώσουν ακόμη και δικαστικό αγώνα για την παραμονή τους στον χώρο.
Μιλώντας με τους εναπομείναντες ενοίκους της στοάς Μοδιάνο, μετρημένους πια κυριολεκτικά στα δάχτυλα, αντιλαμβάνεται κανείς την μεγάλη ιστορία που κουβαλούν στην πλάτη τους αυτά τα μικρά μαγαζιά των 9 τ.μ. Οικογενειακές επιχειρήσεις τα περισσότερα, που έχουν περάσει από πατέρα σε γιο, μετρώντας δεκαετίες ζωής κάτω από την σκεπή του Μοδιάνο, τώρα ετοιμάζονται να βρεθούν για πρώτη φορά εκτός της, σε μια συνθήκη που ελπίζουν από την μία πλευρά να φέρει την αναβίωση της περιοχής, δεν θα είναι όμως χωρίς τα προβλήματά της για τα εμπορικά αυτά καταστήματα, που θα πρέπει να ξαναστηθούν από την αρχή.
Η πλειοψηφία των καταστηματαρχών που έχουν απομείνει σήμερα αντιμετώπισαν ή αντιμετωπίζουν ακόμη δικαστήρια για την αποχώρησή τους, καθώς αφότου τους ζητήθηκε να εκκενώσουν την αγορά, επιδίωξαν να κινηθούν δικαστικά ώστε να καταφέρουν να παραμείνουν. Για όσους έχει ήδη βγει αρνητική απόφαση, και έχουν βγει αρκετές, ετοιμάζονται αυτή την περίοδο να μετακινηθούν σε νέους χώρους εκτός της αγοράς, παραμένοντας όμως στην ιστορική περιοχή, κοντά στη Μοδιάνο. Ενώ μια μικρή ομάδα εμπόρων, για τους οποίους ακόμη εκκρεμούν αποφάσεις, δηλώνουν έτοιμοι να το προχωρήσουν μέχρι τέλους.
Ο κ. Κώστας, ο κ. Βασίλης και ο κ. Φώτης, καταστηματάρχες τριών ξεχωριστών ιχθυοπωλείων, τα οποία μετρούν δεκαετίες στην Μοδιάνο και πέρασαν σε αυτούς από τους πατεράδες τους, μετά από συνύπαρξη πολλών χρόνων εντός της ίδιας στοάς και ενόψει της εκκένωσης, αποφάσισαν να συμπράξουν και να μετεγκατασταθούν και οι τρεις μαζί σε ένα κατάστημα λίγο πιο έξω από την αγορά. Όπως και άλλοι που έλαβαν αρνητική απόφαση για την παραμονή τους στην στοά και πρόκειται να μετακινηθούν, αναμένουν να ετοιμαστεί το νέο τους κατάστημα για να φύγουν από την Μοδιάνο. Η ζημιά στην επιχείρηση είναι αναμενόμενη, όμως περιμένουν οι πελάτες τους να τους ακολουθήσουν. Δεν είναι σίγουρο όμως το αν θα ξαναγυρίσουν ποτέ πίσω στην στοά, μετά την ανακαίνισή της.
Όπως αναφέρει ο κ. Κώστας, “Σχεδόν κανένας δεν θα γυρίσει. Από τους παλιούς, δεν νομίζω. Τώρα ο καθένας, αν φτιαχτεί στο μαγαζί του, γιατί να γυρίσει πίσω, υπάρχει λόγος; Πάνω από όλα είναι εμπόριο. Δουλειά είναι. Συναισθηματισμός υπάρχει, ο μπαμπάς μου ήταν εδώ, εγώ ήμουν εδώ, δυο ζωές είναι εδώ πέρα. Ο μπαμπάς είναι από το ’50 περίπου. Εγώ είμαι χοντρά χοντρά 30 χρόνια, από το ’88. Όλοι μας φυσικά, έτσι είμαστε οι περισσότεροι, από διάδοχη κατάσταση. Αλλά εντάξει. Αλλού το όνειρο κι αλλού η πραγματικότητα.”
Όπως σημειώνει για την επικείμενη ανακαίνιση της αγοράς, “Θα αναβαθμιστεί, ότι χρειαζόταν ανακαίνιση το κτίριο αυτό, χρειαζόταν, κι όχι τώρα, εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Η βρωμιά, η αγορά μέσα, είναι κακό χάλι. Το θέμα της καθαριότητας είναι βασικό. Οι τουαλέτες υπολειτουργούν. Και το κυριότερο είναι ότι χάσανε την αίγλη τους τα μαγαζιά, είναι ανοίκιαστα μαγαζιά. Από 110 μαγαζιά που έχει η αγορά, ζήτημα να είναι τα 30 νοικιασμένα. Έχει χάσει την αίγλη της η αγορά. Κάποτε, η αγορά Μοδιάνο ήταν λαϊκό προσκύνημα και τώρα περνάνε μόνο κάτι τουρίστες κι αυτοί ντρέπονται που περνάνε, γιατί βλέπουν την αγορά στα βιβλία τους κι έρχονται να βρουν την αγορά και βρίσκουν αυτό το χάλι. Εδώ και μια 15ετία άρχισε να πεθαίνει. Από το 2005 άρχισε να φθίνει, άρχισε να χάνει η αγορά σταδιακά.”
Το ζήτημα της κακής κατάστασης της Μοδιάνο και της παρακμής στην οποία την άφησαν να υποπέσει είναι κάτι στο οποίο συμφωνούν όλοι οι μαγαζάτορες της στοάς. Μάλιστα, το θέμα των κοινοχρήστων που πληρώνονταν για χρόνια, χωρίς να βρίσκουν αυτά τα χρήματα αντίκτυπο σε συντήρηση του κτιρίου είναι ένα από τα κύρια προβλήματα που υπογραμμίζουν οι καταστηματάρχες.
Ο κ. Κώστας αναφέρει, “Μας παίρνανε πάρα πολλά λεφτά εδώ πέρα για κοινόχρηστα, με σκοπό να φτιάξουν, και δεν ρίχνανε τίποτα, τα ρίχνανε στην τσέπη τους αντί να τα ρίξουν στην αγορά, γι’αυτό έγινε αυτό το χάλι της αγοράς. Δεν τους έβαζε κανείς χέρι, δεν τους έλεγχε κανένας. Έφτασε στο απροχώρητο η κατάσταση αυτή. Και που είναι η αγορά σε αυτή την κατάσταση είναι επειδή είναι παλιά τα υλικά κι έχουν αντέξει. 88 χρόνια ένα καρφάκι δεν βάλανε εδώ. Μόνο ξέρανε να παίρνουν κοινόχρηστα για την συντήρηση και τα βάζανε στην τσέπη τους αντί να φτιάχνουν. Κι έτσι έφτασε σε αυτό το χάλι. Ότι έπρεπε να ανακαινιστεί, έπρεπε, αλλά εδώ και πάρα πολλά χρόνια έπρεπε να ανακαινιστεί. Είναι στολίδι και δεν έπρεπε να το αφήσουν έτσι.”
Όπως σημειώνει ο κ. Βασίλης Βραχνός, που διατηρεί κατάστημα στη στοά από το 1982, “Εδώ μέσα στην αγορά, όταν ήταν σε δραχμές, πέφτανε 2,5 εκατομμύρια δραχμές σε κοινόχρηστα. Τα οποία ήτανε μοιρασμένα στους ιδιοκτήτες όλους και ο τότε διαχειριστής, τα έβαζε όλα στην τσέπη του. Είναι γνώστες όλοι του τι συνέβαινε τότε, γι’αυτό έφτασε σε αυτό το κατάντι η αγορά. Γιατί υπάρχουν ντοκουμέντα γι’αυτό το πράγμα. Όταν δεν αποδίδεις 2,5 εκατομμύρια δραχμές σε κοινόχρηστα να πέσουν μέσα στην αγορά, που έπρεπε να είναι ένα λουλούδι η αγορά μας, δεν θα έφτανε σε αυτό το χάλι, και δεν θα έκλεινε κανένα μαγαζί. Κοιτούσανε να τα βάλουνε στην τσέπη τους. Όχι μόνο αυτός ο κύριος, και γενικά οι ιδιοκτήτες που εισέπρατταν το ποσοστό των κοινοχρήστων, που ήταν 20% επί του ενοικίου, τα βάζανε στην τσέπη τους. Φταίμε κι εμείς. Γιατί όταν, για παράδειγμα, το ’82 ξεκίνησα εγώ, βούλιαζε εδώ μέσα η αγορά, εμένα δεν με πείραζε, γεμίζαμε ένα τσουβάλι λεφτά. Όταν σιγά σιγά ερχόταν η φθορά, μετά και το ένα ευρώ σε πειράζει. Και ψάχνεσαι πού πηγαίνουνε τα χρήματα.
Αλλά υπήρξε μεγάλη φθορά στην αγορά. Αυτό το μαγαζί 9 τ.μ., από το ’82 που ξεκινήσαμε, μέχρι το ’90, ας πούμε ’95, πουλούσαμε 600 κιλά ψάρια ημερησίως. 600 κιλά ψάρια ημερησίως για να πουλήσεις, φαντάζεσαι ότι θα έχεις από το πρωί κόσμο, ουρά, μέχρι το μεσημέρι. Μόνο για να τα βάλεις στη σακούλα και να φύγουνε, θέλεις ένα 8ωρο, γεμάτο. Και τώρα φτάσαμε σε αυτή την κατάσταση. Τότε, εκείνα τα χρόνια, τα μαγαζιά, ήταν ένας παράδεισος εδώ μέσα, και ο καθένας ήθελε να πάρει ένα μαγαζί στο Μοδιάνο, εκείνα τα χρόνια, για να γίνει πλούσιος, γιατί είχε πάρα πολλή δουλειά. Τα αφεντικά πάνω κι ο τότε διαχειριστής, θεωρούσε σωστό να παίρνει αέρα από τα μαγαζιά. Δηλαδή εμείς όταν μπήκαμε μέσα πληρώσαμε αέρα. Ο καθένας που έπαιρνε και έκανε έστω και μια μεταβίβαση, από πατέρα σε γιο, σου έλεγε θέλω και 700.000 δραχμές αέρα. Αυτό γινόταν μέχρι τότε που ήταν οι καλές εποχές, τότε που όλοι ζητούσανε να πάρουν μαγαζί εδώ μέσα.”
Όπως σημειώνει ο κ. Βραχνός για την ανακαίνιση, “Πρέπει να γίνει, αυτό το χάλι δεν υποφέρεται. Να γίνει όμορφη η αγορά. Γιατί από ότι φαίνεται πάει να γίνει ένα στολίδι. Αλλά θα είναι λίγο δύσκολο να επανέλθουμε εμείς. Θα έχουμε τον πρώτο λόγο εμείς να ξαναγυρίσουμε στα μαγαζιά ή να διαλέξουμε. Καταρχήν, από τα 120 μαγαζιά, θα γίνουνε γύρω στα 70 με 72, από ό,τι ξέρω, θα γίνουν τα μισά μαγαζιά. Θα ενώσουν δυο-τρία μαγαζιά μαζί. Εγώ θα διαπραγματευτώ. Αλλά από ότι ακούγονται κάποιοι όροι, είναι δυσβάσταχτοι, για μένα. Όταν γυρίζουν και σου λένε ότι χώρια το ενοίκιο, θα σου έχουν κι ένα 8% επί του τζίρου σου, αυτό φημολογείται, ότι θα γίνει όπως το Cosmos, όπως τα άλλα εμπορικά κέντρα. Δεν ξέρουμε αν θα είναι πραγματικότητα. Όταν θα έρθει η ώρα θα διαπραγματευτώ.”
Όπως αναφέρει με την σειρά του ο κ. Διονύσης Τσιρογιάννης, που διατηρεί τα τελευταία χρόνια την ταβέρνα “Το μετέωρο βήμα της γαρίδας” στην Μοδιάνο και πρόκειται κι εκείνος να μεταφέρει το μαγαζί του σε διπλανή στοά, “Σίγουρα υπάρχουν προβλήματα και έπρεπε η αγορά εδώ να έχει ανακαινιστεί από χρόνια. Πληρώνουμε κοινόχρηστα 23%, τα οποία δεν φαίνονται πουθενά. Δηλαδή μόνο με αυτά θα είχε επισκευαστεί. Ότι έπρεπε να ανακαινιστεί, έπρεπε να ανακαινιστεί. Αυτή η αθλιότητα που υπάρχει τώρα, είναι ντροπή για τον πολιτισμό μας. Παρόλα αυτά όμως, η αγορά Μοδιάνο είναι το πρώτο σε επισκεψιμότητα “μουσείο” της Θεσσαλονίκης. Πολύ μακράν και από τα μουσεία και από τον Λευκό Πύργο. Γιατί όσα γκρουπ έρχονται, θα περάσουν από εδώ να φωτογραφίσουν. Έχει κάποια ιστορία. Αυτά όμως, δεν νομίζω να είναι το ίδιο μετά.
Ήδη όλοι φεύγουνε, μετά το Πάσχα σχεδόν θα φύγουμε όλοι. Έχουμε πολλά χρόνια στην περιοχή, εγώ είμαι από το ’78 εδώ στην αγορά, με άλλο μαγαζί. Ο κόσμος θα ακολουθήσει, οι πελάτες, δεν έχουμε πρόβλημα. Αλλά το θέμα είναι ότι, πιστεύω η αγορά θα χάσει, δεν θα είναι αυτό που ήταν ποτέ. Η ιστορία τελειώνει τώρα. Με τους τελευταίους από μας που φεύγουμε, κλείνει και η ιστορία της αγοράς Μοδιάνο. Γιατί δεν είναι μόνο τα κτίρια, τα κεπέγκια, είναι και οι μνήμες. Η μνήμη δεν αναπληρώνεται, με οποιονδήποτε εργολάβο.
Δεν σκέφτομαι να επιστρέψω στο ίδιο σημείο. Θα το κάνουν κάτι άλλο, δεν υπάρχει περίπτωση. Θα έρθουν εδώ μεγάλες φίρμες, που μπορούν να πληρώσουν, γιατί δεν ξέρουμε και τι ενοίκια θα ζητάνε. Θα χάσει τον λαϊκό χαρακτήρα. Αυτή η ομορφιά που υπήρχε σίγουρα θα χαθεί. Τα ταβερνάκια δηλαδή με τους μεζέδες, αυτό που χαρακτηρίζει τη Θεσσαλονίκη. Γιατί όλοι λένε, οι Αθηναίοι, όλοι αυτοί που ανεβαίνουν, λένε πάμε Θεσσαλονίκη γιατί έχει ωραίους μεζέδες, ο κόσμος διαφορετικός, με το χαμόγελο, αυτά θα χαθούν. Θα τυποποιηθούνε.“
Όπως σημειώνει ο ιδιοκτήτης του καταστήματος “Κρεογνωσία”, “Η δικιά μας επιχείρηση είναι γύρω στα 70 χρόνια, οικογενειακή, 30 περίπου είμαι εγώ και άλλα 40 ο πατέρας μου. Τώρα με το κλείσιμο θα μετακινηθούμε. Είναι πολύ μεγάλο το πλήγμα της μετακίνησης. Μια επιχείρηση ξεριζώνεται και ξαναστήνεται από την αρχή. Μια επιχείρηση υγειονομικού ενδιαφέροντος δεν μπορεί να γίνει πρόχειρη. Ίδωμεν αν θα γυρίσουμε. Θα το θέλαμε αν υπάρχουν λογικές προϋποθέσεις. Η ιστορία καλή είναι. Αλλά είναι και θέμα επιβίωσης. Ναι, μεν είμαστε εδώ 70 χρόνια, αλλά πρέπει να επιβιώσουμε. Για μας, είναι το σημείο, και θα δούμε και το τι είδους ανακαίνιση θα γίνει και τι ύφος θα έχει η αγορά. Αν το ύφος δω ότι έχει αλλάξει ή έχουν μπει άλλα προϊόντα, τα οποία δεν συνάδουν με την αγορά, δεν ξέρω αν θα επιβιώσει το μαγαζί τότε.
Η ανακαίνιση σίγουρα θα βοηθήσει στην περιοχή. Το πρόβλημα είναι ότι τα πέντε μαγαζιά που μείνανε, τυχαίνει και δουλεύουνε. Κι έχουν κι από δυο τρεις υπαλλήλους, που κι αυτοί ζουν από μας. Εκεί δεν υπήρξε μέριμνα δηλαδή ιδιαίτερη. Σε αυτούς που μείνανε και δουλεύουνε.”
Ο κ. Μιχάλης Γκόσης, που διατηρεί την οικογενειακή επιχείρηση 60 χρόνων, το κρεοπωλείο Αφοί Γκόση “Μιχάλης”, σκοπεύει να μετεγκαταστήσει την επιχείρησή του στην Ερμού. Όπως αναφέρει, “Η ανακαίνιση σίγουρα θα βοηθήσει την αγορά. Η αγορά θέλει ανακαίνιση, είναι ένα στολίδι της Θεσσαλονίκης, και άμα γίνει έτσι όπως προβλέπεται, θα γίνει ένα πολύ ωραίο εμπορικό κέντρο, θα είναι αγορά τροφίμων, όχι σαν τα άλλα. Επειδή είναι διατηρητέα, θα γίνει πάλι αγορά τροφίμων.
Δεν είναι κι ό,τι καλύτερο αυτή τη στιγμή η κατάσταση της αγοράς. Έχει παραμεληθεί. Εμφανισιακά τουλάχιστον δεν είναι έτσι όπως πρέπει. Σίγουρα χρειάζεται να είναι πολύ πιο καθαρή, όλα πρέπει να γίνουν πιο μοντέρνα, πιο καινούρια, πιο σύγχρονα. Πιστεύουμε ότι θα είναι για το καλό της αγοράς. Θεωρητικά τουλάχιστον έτσι είναι. Τώρα το τι θα γίνει ακόμα δεν είναι ξεκάθαρο γιατί δεν έχουν εμφανιστεί τα σχέδια της αγοράς. Θέλουμε να δούμε τι θα γίνει. Εμείς θα επιστρέψουμε, έτσι θέλουμε. Θέλουμε να επιστρέψουμε γιατί εδώ είναι η έδρα μας και πιστεύω ότι πρέπει να ανήκουμε στην αγορά Μοδιάνο, όπου μεγαλώσαμε, όπου είναι όλη μας η ζωή.”
Στους πιο δυσαρεστημένους με την κατάσταση εμφανίζεται ο κ. Οικονόμου, που διατηρεί εδώ και σχεδόν τέσσερις δεκαετίες το κρεοπωλείο “Σπέσιαλ”. Όντας, όπως αναφέρει, στα 70 του, δεν σκοπεύει να μετακινηθεί, αλλά αν λάβει αρνητική απόφαση από το δικαστήριο για την παραμονή του, θα κλείσει το κατάστημα όπου δουλεύει εδώ και 37 χρόνια. Όπως σημειώνει για την επικείμενη ανακαίνιση, “Ήδη έπρεπε να είχε γίνει. Τόσα χρόνια η αγορά εγκαταλείφθηκε από τους ιδιοκτήτες, για τον άλφα-βήτα λόγο. Δεν ξέρω πού απέβλεπαν. Πάντως δεν περίμεναν να γίνει αυτό που έγινε. Κάπου αλλού ποντάριζαν. Δεύτερον, πού είναι οι εκάστοτε πολιτευτές της Θεσσαλονίκης; Αυτόν τον χώρο γιατί τον εγκατέλειψαν; Ήτανε κάποτε το στολίδι της Θεσσαλονίκης. Δεν έμπαινε και ποτέ κανένας να πει τι γίνεται. Ούτε πατήσανε πόδι, ούτε βάρεσαν τη μπουνιά στο τραπέζι. Που θα μπορούσαν να βαρέσουν τη μπουνιά στο τραπέζι. Ξέρεις πόσο πληρώνουμε εδώ πέρα κοινόχρηστα; 20% επί του ενοικίου. Χαθήκανε αυτά. Γιατί αν αυτά τα λεφτά επενδυόντουσαν εδώ πέρα μέσα, δεν θα ήταν αυτή η κατάντια, θα ήταν τζιτζιλόνι, η ωραιότερη της Ευρώπης θα ήταν. Δεν βρέθηκε όμως ένας πολιτευτής να πει, αυτά τα λεφτά πού πήγανε; Γιατί καταγγελίες υπήρξανε σε διάφορα χρονικά διαστήματα. Δεν επενέβη κανένας.”
Στο τέρμα της στοάς, συναντά κανείς το Καφεκοπτείο “Μέκκα”, το παλιότερο κατάστημα της Μοδιάνο, που στέκει στο σημείο από την αρχή της ίδιας της αγοράς, το 1925, κι έχει περάσει από παππού σε γιο, και πλέον στον εγγονό, κ. Νοταρά, ο οποίος δεν εμφανίζεται διατεθειμένος να εγκαταλείψει εύκολα την ιστορία του μαγαζιού και τις μνήμες του. Όπως δηλώνει, “Δεν θα μετακινηθώ, τουλάχιστον εγώ και τα εναπομείναντα μαγαζιά, είμαστε αυτοί που θα είμαστε αμετακίνητοι. Δεν θα μετακομίσουμε αν δεν καταλήξει κάπου η ανακαίνιση, αν δεν αποφασιστεί. Εμείς που έχουμε τα καταστήματα εδώ πέρα, τα οποία είναι με τις χίλιες αναμνήσεις, εδώ που έχουνε ζήσει οι παππούδες σου, οι μπαμπάδες σου, έχουνε δημιουργηθεί κάποιες περιουσίες από εδώ, περάσαμε χίλια δυο. Αυτό δεν το ισοπεδώνεις έτσι εύκολα.
Πληρώναμε, οι παππούδες μας και οι μπαμπάδες μας, δεκαετίες κοινόχρηστα, τα οποία ήταν εκατομμύρια. Ήταν το 20% επί του μισθώματος, δεν ήταν μικρό ποσοστό. Κι αυτό το πράγμα στα 160 μαγαζιά, με κάποιες δεκαετίες, κάνεις μερικές προσθέσεις, αφαιρέσεις και πολλαπλασιασμούς θα καταλάβεις ότι είχανε μαζευτεί τόσα εκατομμύρια που θα μπορούσε από μόνο του το Μοδιάνο να συντηρηθεί και να είναι μια αγορά αξιοπρεπέστατη, χωρίς να χρειαστεί να την ξεπουλήσουν.”
Όπως αναφέρει για την ανακαίνιση, “Ο λαϊκός χαρακτήρας θα αλλάξει σίγουρα. Θα γίνει μια αγορά με τα γνωστά brand names τα οποία κυκλοφορούνε έξω στην πόλη, με επώνυμα market, γιατί μόνο αυτοί θα μπορούν να ανταπεξέλθουν. Γιατί όταν σου λένε ότι εδώ το ενοίκιο θα είναι πολλαπλάσιο από αυτό που είναι τώρα, συν ένα ποσοστό επί του ακαθάριστου τζίρου, ότι θέλουν κοινόχρηστα, εφορίες, ότι θέλουν 24 ώρες να είναι ανοιχτό, όλα αυτά ένας μέσος επαγγελματίας, όπως είμαστε εμείς, δεν θα μπορεί να ανταπεξέλθει. Αν το κάνουν, θα το κάνουν ένα Mall, όπως είναι το One Salonica, το Cosmos, και θα έρχονται κάποιες εταιρείες.
Από μας η κατάσταση θα προχωρήσει δικαστικά, με όποιο κόστος κι αν είναι αυτό, αλλά έτσι αμαχητί δεν υπάρχει περίπτωση να πούμε ότι φεύγουμε. Και ούτε ο λόγος είναι επειδή έχουμε την πολλή δουλειά. Τα κρατάμε τα μαγαζιά γιατί μας αρέσει η ιστορία τους. Συνεχίζουμε μια ιστορία εμείς, δεν συνεχίζουμε κάτι άλλο. Γενικότερα σε όλα τα μαγαζιά υπάρχει οικονομική κρίση, υπάρχει κι εδώ πέρα. Αλλά υπάρχει ο συναισθηματικός δεσμός πρώτον, και δεύτερον είναι μαγαζιά που ακόμη επιβιώνουν. Μέσα σε αυτά τα μαγαζιά, είναι πελάτες τριών γενιών, όσο είναι τα μαγαζιά.”
Όπως είχαν δηλώσει πριν λίγους μήνες κύκλοι της «Στοάς Μοδιάνο Α.Ε.», εταιρείας των ομίλων Φάις και Notos Com, στην οποία μεταβιβάστηκε από το ΤΑΙΠΕΔ το 43,63% που κατείχε το ελληνικό δημόσιο στο ακίνητο, “Η πραγματικότητα είναι ότι όλοι οι καταστηματάρχες είναι αυτοδικαίως εξωστέοι, καθώς οι συμβάσεις μίσθωσής τους έχουν λήξει εδώ και καιρό, και δεν υπάρχει δυνατότητα να ανανεωθούν. Τα περί αορίστων μισθώσεων δεν ισχύουν σε αυτή την περίπτωση, καθώς το κτήριο είναι διατηρητέο. Οι περισσότερες συμβάσεις μίσθωσης έχουν λήξει χρόνια πριν, ενώ η τελευταία έληξε τον περασμένο Νοέμβριο”. Κατά τις ίδιες πηγές, οι καταστηματάρχες που κατέβαλλαν κανονικά τα ενοίκιά τους για τα καταστήματα ήταν μόλις έξι ή επτά, ενώ οι υπόλοιποι δεν τα είχαν πληρώσει “ακόμη και για έξι ή επτά χρόνια”. Στους συνεπείς επιχειρηματίες κι επαγγελματίες, οι οποίοι όλα αυτά τα χρόνια καταβάλλουν κανονικά τα ενοίκιά τους, “έχουμε ήδη υποσχεθεί ότι θα δοθεί το δικαίωμα της πρώτης επιλογής για να επιστρέψουν στη Στοά όταν αυτή ολοκληρωθεί”, κάτι που θα γίνει βέβαια “με τους τότε όρους”, όπως είχε σημειωθεί.
Σε επικοινωνία με την εταιρία One Outlet Α.Ε., επισημάνθηκε επιπλέον πως η φυσιογνωμία της στοάς θα διατηρηθεί αυτούσια καθώς πρόκειται για διατηρητέο κτίριο, ενώ τα καταστήματα που θα φιλοξενηθούν εκεί θα συνάδουν με την ιστορία των καταστημάτων που υπήρχαν μέσα έως τώρα. Ενώ και οι άδειες των καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος στην αγορά, που είναι αυστηρά επτά, θα παραμείνουν ως έχουν.
Στο ακίνητο αναμένεται να γίνουν επενδύσεις της τάξης των 4,5-5 εκατομμυρίων ευρώ, αν και το ακριβές ύψος των κεφαλαίων που θα επενδυθούν δεν έχει ακόμη οριστικοποιηθεί. Στόχος είναι να αποτελέσει μια υπερσύγχρονη αγορά, που θα απευθύνεται στους κατοίκους της πόλης και θα αποτελεί ταυτόχρονα τουριστικό προορισμό για όσους επισκέπτονται την πόλη, στα πρότυπα αντίστοιχων παραδοσιακών αγορών που λειτουργούν σαν πόλος έλξης για κατοίκους και τουρίστες, σε πόλεις όπως η Βαρκελώνη, η Μαδρίτη, η Φλωρεντία και το Τελ Αβίβ.
Με την κατάσταση στην αγορά Μοδιάνο σήμερα να είναι μακριά από ιδανική, και την φθορά να κερδίζει έδαφος στο διατηρητέο κτίριο, το σίγουρο είναι πως οι ελπίδες για την αναβίωση της στοάς με την επικείμενη ανακαίνιση είναι μεγάλες. Δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι αυτό που συναντάμε σήμερα εντός της, το λαϊκό κομμάτι μιας παλιάς Θεσσαλονίκης, δεν θα υφίσταται πια όπως το ξέραμε. Δεν μπορεί επίσης κανείς να αρνηθεί την επιτακτική ανάγκη για συντήρηση ενός ιστορικού σημείου της πόλης σε παρακμή. Αυτό που μπορούν να κάνουν οι Θεσσαλονικείς είναι να γυρίσουν μια νέα σελίδα στην ιστορία της Κεντρικής Στοάς Τροφίμων και να αναμένουν αυτό που θα συναντήσουν εντός της στο πέρας των δύο χρόνων της αναπαλαίωσης να είναι μια ζωντανή, δυναμική αγορά Μοδιάνο. Μια νέα αγορά αντάξια αυτής που διαδέχεται. Που θα αποτελέσει ναυαρχίδα της Θεσσαλονίκης του μέλλοντος.