Έρευνα: Ποιοι άνδρες κινδυνεύουν από 17 διαφορετικούς τύπους καρκίνου
Περίπου 84.621 διαγνώστηκαν με κάποια μορφή καρκίνου κατά τη διάρκεια της περιόδου παρακολούθησης της έρευνας.
Ερευνητές στη Σουηδία διαπίστωσαν πως οι υπέρβαροι άντρες διατρέχουν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης 17 διαφορετικών τύπων καρκίνου. Σε δύο νέες μελέτες, επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Γκέτεμποργκ στη Σουηδία, εξέτασαν τον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) 1.489.115 ανδρών που υπηρέτησαν στον στρατό μεταξύ 1968 και 2005. Περίπου 84.621 διαγνώστηκαν με κάποια μορφή καρκίνου κατά τη διάρκεια της περιόδου παρακολούθησης.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο υψηλός ΔΜΣ κατά την κατάταξη συνδεόταν με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του πνεύμονα, της κεφαλής και του τραχήλου, του εγκεφάλου, του θυρεοειδούς, του οισοφάγου, του στομάχου, του παγκρέατος, του ήπατος, του παχέος εντέρου, του ορθού, των νεφρών και της ουροδόχου κύστης, καθώς και κακοήθους μελανώματος, λευχαιμίας, μυελώματος και λεμφώματος (Hodgkin και μη Hodgkin).
«Το υπερβολικό βάρος και η παχυσαρκία σε νεαρή ηλικία φαίνεται να αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου και βλέπουμε συνδέσεις μεταξύ του ανθυγιεινού βάρους και του καρκίνου σχεδόν σε κάθε όργανο», δήλωσε ο κύριος συγγραφέας των μελετών, Άρον Όνραπ από το Πανεπιστήμιο του Γκέτεμποργκ. «Δεδομένης της ανησυχητικής τάσης της παχυσαρκίας στην παιδική και εφηβική ηλικία, η μελέτη αυτή ενισχύει την ανάγκη να αναπτυχθούν ισχυροί πόροι για την αντιστροφή αυτής της τάσης», τόνισε.
Ωστόσο, αρκετοί τύποι καρκίνου ήταν πιο διαδεδομένοι μεταξύ των ανδρών με ΔΜΣ 20-22,4, ο οποίος βρίσκεται εντός του «φυσιολογικού» εύρους (18,5-24,9). Πρόκειται για καρκίνους της κεφαλής και του λαιμού, του οισοφάγου, του στομάχου, του παγκρέατος, του ήπατος και των νεφρών, κακοήθες μελάνωμα και λέμφωμα non-Hodgkin.
«Αυτό υποδηλώνει ότι ο σημερινός ορισμός του φυσιολογικού βάρους μπορεί να ισχύει κυρίως για τους ηλικιωμένους, ενώ το βέλτιστο βάρος για τους νεαρούς ενήλικες είναι πιθανό να βρίσκεται σε χαμηλότερο εύρος», δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας Μαρία Άμπεργκ, καθηγήτρια οικογενειακής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Γκέτεμποργκ. «Η ερευνητική μας ομάδα έχει καταλήξει σε παρόμοια συμπεράσματα όσον αφορά τον ΔΜΣ στην πρώιμη ενήλικη ζωή και τις μετέπειτα καρδιαγγειακές παθήσεις», συμπλήρωσε.
Αν και είναι ευρέως αποδεκτό ότι ο ΔΜΣ δεν δείχνει την πλήρη εικόνα του βάρους ή της κατάστασης της υγείας ενός ατόμου, η έρευνα έδειξε σημαντικές συσχετίσεις μεταξύ των καρκίνων και αυτών των μετρήσεων. Οι άνδρες με υψηλό ΔΜΣ κατά τη στιγμή της κατάταξης, είχαν τρεις έως τέσσερις φορές περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν καρκίνο της κοιλιάς αργότερα στη ζωή, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου του οισοφάγου, του στομάχου και των νεφρών.
Οι ερευνητές αναμένουν σημαντική αύξηση των καρκίνων που συνδέονται με το βάρος τα επόμενα 30 χρόνια. Συγκεκριμένα, προβλέπουν ότι το 32% των περιπτώσεων καρκίνου του στομάχου και το 37% των περιπτώσεων καρκίνου του οισοφάγου θα συνδέονται με χρόνια ζητήματα βάρους.
Επίσης, η ανάλυση των δεδομένων αποκάλυψε ότι οι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι άνδρες είχαν δύο έως τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν μέσα σε πέντε χρόνια από τη διάγνωση για καρκίνο του δέρματος, λέμφωμα Hodgkin και καρκίνο του θυρεοειδούς, της ουροδόχου κύστης και του προστάτη και έως και διπλάσιες πιθανότητες να πεθάνουν από καρκίνο της κεφαλής και του λαιμού, του ορθού και των νεφρών.
Αυτό αντικατοπτρίζει τα ευρήματα προηγούμενης μελέτης που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature Communications» τον Ιούνιο, η οποία διαπίστωσε ότι οι Ισπανοί ενήλικες που ήταν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι πριν από την ηλικία των 40 ετών κινδύνευαν από 18 τύπους καρκίνου.
Σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) των ΗΠΑ, το βάρος παίζει ρόλο στον επιπολασμό 13 διαφορετικών καρκίνων. Ωστόσο, τα CDC επισημαίνουν πως η παχυσαρκία δεν οδηγεί απαραίτητα σε καρκίνο και πως ο κίνδυνος μπορεί να μετριαστεί με καλύτερες επιλογές τρόπου ζωής ή με ιατρική παρέμβαση. Επισημαίνει επίσης τη σημασία των τακτικών ιατρικών εξετάσεων και της παρακολούθησης για πρώιμα σημάδια της νόσου.
Η έρευνα δημοσιεύθηκε στα περιοδικά «Obesity» και «Cancer Medicine».
ΠΗΓΗ: New Atlas