Μελέτη συνδέει το βακτήριο της νόσου των ουλών με το Αλτσχάιμερ
Προηγούμενες μελέτες έχουν υποστηρίξει πως τα βακτήρια που εμπλέκονται στις ασθένειες των ούλων μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του Αλτσχάιμερ.
Τα τελευταία χρόνια, ένας αυξανόμενος αριθμός επιστημονικών μελετών υποστηρίζει ότι η νόσος Αλτσχάιμερ μπορεί να οφείλεται σε βακτήρια. Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2019, υποστήριξε ότι τα βακτήρια που εμπλέκονται στις ασθένειες των ούλων μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της νόσου Αλτσχάιμερ. Τότε, οι ερευνητές με επικεφαλής τον Γιαν Ποτέμπα, μικροβιολόγο στο Πανεπιστήμιο του Λούιβιλ στο Κεντάκι των ΗΠΑ, είχαν εντοπίσει το Porphyromonas gingivalis – το βακτήριο που προκαλεί τη χρόνια περιοδοντίτιδα – στους εγκεφάλους αποβιωσάντων ασθενών με Αλτσχάιμερ. Σε ξεχωριστά πειράματα σε ποντίκια, οι ερευνητές διαπίστωσαν πως η μόλυνση οδήγησε σε αποικισμό του εγκεφάλου από τα βακτήρια, μαζί με αυξημένη παραγωγή αμυλοειδούς βήτα– των κολλώδων πρωτεϊνών που συνήθως συνδέονται με τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Η ερευνητική ομάδα σε συνεργασία με τη νεοσύστατη φαρμακευτική εταιρεία Cortexyme την οποία συνίδρυσε ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Στίβεν Ντόμινι, δεν ισχυριζεται ότι ανακάλυψε οριστικές αποδείξεις για την αιτιώδη συνάφεια της νόσου Αλτσχάιμερ.
«Οι μολυσματικοί παράγοντες έχουν εντοπιστεί και στο παρελθόν αλλά τα στοιχεία για την αιτιώδη συνάφεια δεν ήταν πειστικά. Τώρα, για πρώτη φορά, έχουμε απτές αποδείξεις που συνδέουν το ενδοκυτταρικό Gram-αρνητικό παθογόνο P. gingivalis και τη νόσο Αλτσχάιμερ», είχαν δηλώσει τότε.
Επιπλέον, η ομάδα εντόπισε τοξικά ένζυμα που ονομάζονται gingipains και εκκρίνονται από τα βακτήρια στους εγκεφάλους των ασθενών με Αλτσχάιμερ, τα οποία συσχετίστηκαν με δύο ξεχωριστούς δείκτες της νόσου: την πρωτεΐνη tau και μια πρωτεϊνη που ονομάζεται ουμπικουιτίνη. Αυτό που εξέπληξε τους ερευνητές είναι το γεγονός ότι τα συγκεκριμένα τοξικά ένζυμα εντοπίστηκαν στους εγκεφάλους αποθανόντων που δεν είχαν διαγνωστεί ποτέ με Αλτσχάιμερ.
Αυτό είναι σημαντικό, διότι δεν έχει επιβεβαιωθεί αν η περιοδοντίτιδα προκαλεί Αλτσχάιμερ ή αν η άνοια οδηγεί σε κακή στοματική φροντίδα. Το γεγονός ότι τα χαμηλά επίπεδα gingipains ήταν εμφανή ακόμη και σε άτομα που δεν είχαν διαγνωστεί με Αλτσχάιμερ μπορεί να υποδηλώνει ότι εάν είχαν ζήσει περισσότερο, μάλλον θα είχαν αναπτύξει τη νόσο.
«Ο εντοπισμός αντιγόνων gingipain στους εγκεφάλους ατόμων με Αλτσχάιμερ οι οποίοι όμως δεν είχαν διαγνωστεί με άνοια υποστηρίζει ότι η μόλυνση του εγκεφάλου με P. gingivalis δεν είναι αποτέλεσμα της κακής οδοντιατρικής φροντίδας μετά την έναρξη της άνοιας ή συνέπεια της νόσου σε προχωρημένο στάδιο, αλλά είναι ένα πρώιμο γεγονός που μπορεί να εξηγήσει την παθολογία που εντοπίζεται σε άτομα μέσης ηλικίας πριν από τη γνωστική έκπτωση», εξήγησαν οι συγγραφείς στη μελέτη τους.
Περαιτέρω, μια ένωση που παρασκεύασε η Cortexyme και ονομάζεται COR388, έδειξε σε πειράματα με ποντίκια ότι μπορεί να μειώσει το βακτηριακό φορτίο της λοίμωξης από P. gingivalis, μειώνοντας παράλληλα την παραγωγή αμυλοειδούς-β και τη νευροφλεγμονή.
Θα πρέπει να περιμένουμε να δούμε τι θα αποκαλύψει η μελλοντική έρευνα σχετικά με αυτή τη σχέση, αλλά η ερευνητική κοινότητα είναι συγκρατημένα αισιόδοξη.
«Τα φάρμακα που στοχεύουν στις τοξικές πρωτεΐνες των βακτηρίων έχουν μέχρι στιγμής δείξει θετικά αποτελέσματα μόνο σε ποντίκια, ωστόσο χωρίς νέες θεραπείες για την άνοια εδώ και 15 χρόνια είναι σημαντικό να δοκιμάζουμε όσο το δυνατόν περισσότερες προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση ασθενειών όπως το Αλτσχάιμερ», σχολίασε ο επικεφαλής επιστημονικός υπεύθυνος Ντέιβιντ Ρέινολντς από το βρετανικό ίδρυμα Alzheimer’s Research.
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση «Science Advances».
ΠΗΓΗ: Science Alert