ΜΕΛΕΤΗ-Θεσσαλονίκη: Αυξάνονται οι αδιάγνωστοι Millennials με γλαύκωμα
Περίπου 12,3 εκατομμύρια άνθρωποι στην Ευρώπη (σχεδόν 3%) άνω των 40 ετών υποφέρουν από γλαύκωμα, από τους οποίους σχεδόν οι μισοί είναι αδιάγνωστοι!
Περίπου 12,3 εκατομμύρια άνθρωποι στην Ευρώπη (σχεδόν 3%) άνω των 40 ετών υποφέρουν από γλαύκωμα, από τους οποίους σχεδόν οι μισοί είναι αδιάγνωστοι!
Σύμφωνα με προβλέψεις των επιστημόνων, έως το 2050, o αριθμός τους θα αυξηθεί κατά ένα εκατομμύριο, και παραπάνω ίσως, εξαιτίας της μεταβαλλόμενης ηλικιακής δομής του ευρωπαϊκού πληθυσμού, με το Πρωτοπαθές Γλαύκωμα Ανοιχτής Γωνίας, που είναι ο πιο συχνός τύπος γλαυκώματος και η συχνότερη αιτία μη αναστρέψιμης τύφλωσης παγκοσμίως, να αφορά το 80% του συνόλου των περιπτώσεων.
Στην Ελλάδα περισσότεροι από 5 στους 100 εξηντάρηδες και άνω έχουν γλαύκωμα με τους μισούς εξ αυτών να είναι αδιάγνωστοι, ενώ μια ελληνική ιδιαιτερότητα είναι ότι 1 στα 3 γλαυκώματα είναι ψευδοαποφολιδωτικό.
Αυτά μου λέει ο Καθηγητής Οφθαλμολογίας, Διευθυντής Α’ Οφθαλμολογικής Κλινικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, Π.Γ.Ν. ΑΧΕΠΑ, στη Θεσσαλονίκη, πρώην Πρόεδρος ΔΣ της Ελληνικής Εταιρείας Γλαυκώματος και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Γλαυκώματος και προσφάτως εκλεγείς Πρόεδρος της Παγκόσμιας Εταιρείας Γλαυκώματος, Φώτης Τοπούζης.
Ο καθηγητής ηγείται της Thessaloniki Eye Study (TES), της μεγαλύτερης διαχρονικής πληθυσμιακής μελέτης στην Ελλάδα για το γλαύκωμα και την ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας, που είναι μια από τις πιο ολοκληρωμένες, πιο αξιόπιστες και πιο μεγάλες μελέτες στην Ευρώπη και μια από τις λίγες που εντοπίζει παράγοντες που σχετίζονται με το αδιάγνωστο γλαύκωμα.
«Το γλαύκωμα είναι μια χρόνια οφθαλμική νόσος που χαρακτηρίζεται από εκφύλιση των γαγγλιακών κυττάρων του αμφιβληστροειδούς και από απώλεια οπτικών νευρικών ινών. Είναι η κύρια αιτία μη αναστρέψιμης τύφλωσης παγκοσμίως και η δεύτερη πιο συχνή αιτία στην Ευρώπη για το 14% της συνολικής τύφλωσης. Αν και είναι λιγότερο συχνή σε άτομα μικρότερα των 40 ετών, η συχνότητά της αγγίζει το 10% σε άτομα μεγαλύτερα των 80 ετών», σχολιάζει ο ίδιος.
«Παρά την προοδευτική και μη αναστρέψιμη φύση του γλαυκώματος, τα πρώιμα στάδια της νόσου είναι ασυμπτωματικά, για αυτό και περισσότερο από το 50% των γλαυκωματικών ασθενών στις προηγμένες χώρες και άνω του 70% στις αναπτυσσόμενες παραμένουν αδιάγνωστοι», προσθέτει ο καθηγητής, ο οποίος από το 2000 που ίδρυσε το Εργαστήριο Έρευνας και Κλινικών Εφαρμογών στην Οφθαλμολογία (LaRCAO) της Α΄ Οφθαλμολογικής Κλινικής του ΑΠΘ, εστιάζει στην κλινική έρευνα στην Οφθαλμολογία με τα υψηλότερα πρότυπα ποιότητας.
Η συχνότητα του Γλαυκώματος Ανοιχτής Γωνίας αυξάνεται με την ηλικία. Μετά τα 40 υπολογίζεται 2-2,5 φορές αύξηση στην πιθανότητα εμφάνισης γλαυκώματος ανά δεκαετία. Έτσι στα 40 υποφέρει το 0,4% του πληθυσμού, στα 60 το 1,4% ενώ στην ηλικία των 80 το 5,3% του πληθυσμού.
«Η αυξημένη παρουσία του γλαυκώματος πιθανώς σχετίζεται με το ιδιαίτερα υψηλό επιπολασμό αποφολιδωσης και αποφολιδωτικού γλαυκώματος στον ελληνικό πληθυσμό, ενός τύπου γλαυκώματος ιδιαίτερα επιθετικού και με τάση επιδείνωσης και υψηλού ρυθμού απώλειας όρασης, που χαρακτηρίζεται και από ιδιαίτερα υψηλή ενδοφθάλμια πίεση», αναφέρει ο κ. Τοπούζης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι πρώτου βαθμού συγγενείς των προσβεβλημένων ατόμων διατρέχουν 9 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν γλαύκωμα συγκριτικά με άτομα που δεν έχουν οικογενειακό ιστορικό γλαυκώματος.
Επίσης, τα άτομα αφρικανικής καταγωγής διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να παρουσιάσουν Γλαύκωμα Ανοικτής Γωνίας (ΠΓΑΓ), ενώ το Γλαύκωμα Κλειστής Γωνίας (ΠΓΚΓ) είναι πιο συχνό στην Ασία και σε άτομα με υπερμετρωπία.
Σε παγκόσμιο επίπεδο σχεδόν 76 εκατομμύρια άτομα υποφέρουν από γλαύκωμα, αριθμός που αναμένεται να φτάσει τα 112 εκατομμύρια μέχρι το 2040!
Η μελέτη της Θεσσαλονίκης…
Η ομάδα του καθηγητή Τοπούζη ξεκίνησε το 2000 την Thessaloniki Eye Study (TES), διενεργώντας την αρχική φάση επιπολασμού (καταγραφής υπαρχόντων περιστατικών) μέχρι το 2005. Περίπου 5000 Θεσσαλονικείς άνω των 60 ετών στρατολογήθηκαν ως εθελοντές τυχαία μέσα από 321.000 εγγεγραμμένους στα δημοτολόγια και κρίθηκαν επιλέξιμοι οι 3617. Από αυτούς, 2554 αφού έδωσαν ιστορικό, εξετάστηκαν, παρακολουθήθηκαν και εξετάσθηκαν ξανά περίπου 12 χρόνια αργότερα έτσι ώστε να διερευνηθεί η συχνότητα εμφάνισης νέων πασχόντων ανάμεσα σε αυτούς που δεν νοσούσαν στην αρχική εξέταση, δηλαδή να προσδιοριστεί η επίπτωση, η εξέλιξη και οι παράγοντες κινδύνου των χρόνιων οφθαλμικών παθήσεων στο πληθυσμιακό δείγμα της Θεσσαλονίκης.
«Για τις ανάγκες της μελέτης ορίσαμε αυστηρά το γλαύκωμα με βάση κριτήρια δομικής και λειτουργικής βλάβης, δηλαδή βλάβης τόσο στο οπτικό νεύρο όσο και στο οπτικό πεδίο ανεξάρτητα από την ενδοφθάλμια πίεση, αλλά και με βάση την κλινική αξιολόγηση, παρόλο που δεν πληρούνταν τα αυστηρά κριτήρια. Αυτό κρίθηκε απαραίτητο για να μην διαφύγουν της διάγνωσης άτομα στα όρια της τύφλωσης εξαιτίας γλαυκώματος, που δεν μπορούσαν να πραγματοποιήσουν την εξέταση του οπτικού πεδίου λόγω χαμηλής όρασης. Τα άτομα επιπλέον κατηγοριοποιήθηκαν σε εκείνα με πρωτοπαθές γλαύκωμα (POAG) όταν παρουσίαζαν γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας χωρίς δευτερογενείς αιτίες και σε εκείνα με αποφολιδωτικό γλαύκωμα (PEXG) μια πιο επιθετική μορφή της νόσου που συχνά απαιτεί χειρουργική επέμβαση», λέει ο καθηγητής. Η συχνότητα εμφάνισης των παθήσεων χρησιμοποιώντας την κλινική αξιολόγηση (συμπεριληπτικό ορισμό) ήταν 5,5% (141 άτομα από τα 2554) με το 50,4% εξ’ αυτών να μην έχουν λάβει διάγνωση.
Η Thessaloniki Eye Study (TES) διαπίστωσε ότι το ποσοστό των αδιάγνωστων με γλαύκωμα στην Ελλάδα είναι παρόμοιο, για παράδειγμα με αυτό στη Βαλτιμόρη (50% μεταξύ των λευκών), στο Blue Mountain στην Αυστραλία (51%), στα νησιά Μπαρμπάντος στην Καραϊβική (51%), στο Ροσκόμον στην Ιρλανδία (49%) και στο Ρότερνταμ (53%).
Το εκπληκτικό εδώ είναι ότι παρά τις διαφορές στον πληθυσμό, τους ορισμούς του γλαυκώματος και τις μεθοδολογίες στην εξέταση, το ποσοστό του αδιάγνωστου γλαυκώματος παραμένει το ίδιο.
«Η αιτιολογία του αδιάγνωστου γλαυκώματος είναι πολυπαραγοντική και δεν συσχετίζεται μόνο με την εθνικότητα και με τον κοινωνικό-οικονομικό δείκτη κάθε χώρας παρότι αυτοί είναι παράγοντες που επηρεάζουν την πρόσβαση σε ποιοτικότερες δομές υγείας», λέει ο καθηγητής, συμπληρώνοντας πως η παραμέληση οφθαλμολογικής εξέτασης έχει αποδειχθεί ότι σχετίζεται με το αδιάγνωστο γλαύκωμα.
«Ασθενείς που δεν εξετάζονται κάθε χρόνο ακόμα και για τυπικές διαθλαστικές ανωμαλίες έχουν 6 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να πάσχουν από αδιάγνωστο γλαύκωμα», προσθέτει ο κ. Τοπούζης, συνιστώντας περιοδικό οφθαλμολογικό έλεγχο κάθε 3 χρόνια σε άτομα κάτω των 45 ετών, εάν δεν συνυπάρχει κάποιος παράγοντας κινδύνου, και κάθε 1 έως 2 χρόνια μετά τα 45. Οι έλεγχοι θα πρέπει να είναι συχνότεροι σε άτομα με παράγοντες κινδύνου.
Και εκτός συνόρων…
Στη Thessaloniki Eye Study (TES) «πατάει» εν μέρει και η πρωτοβουλία European Eye Epidemiology (E3), καθώς η συγκεκριμένη μελέτη «εκπροσωπεί» την Ελλάδα μέσα σε ένα σύνολο περισσότερων από 50 ευρωπαϊκών μελετών που βασίζονται σε οφθαλμολογικά δεδομένα περισσότερων από 180.000 Ευρωπαίων. Με άλλα λόγια, κάθε φορά που η κοινοπραξία Ε3 διενεργεί οφθαλμολογική μελέτη που περιλαμβάνει τη χώρα μας, χρησιμοποιεί το πληθυσμιακό δείγμα της Θεσσαλονίκης.
Η European Eye Epidemiology (E3), είναι μια κοινοπραξία 31 ερευνητικών ομάδων από 13 ευρωπαϊκές χώρες, ανάμεσά τους και η χώρα μας, που συστάθηκε με στόχο να προωθήσει και να διευκολύνει την επιδημιολογική έρευνα για τις κοινές οφθαλμικές παθήσεις στην Ευρώπη, όπως είναι η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας, το γλαύκωμα και η μυωπία.
Πρόσφατα, η κοινοπραξία διερεύνησε τόσο το συνολικό, όσο και το αδιάγνωστο γλαύκωμα σε όλη την Ευρώπη χρησιμοποιώντας δεδομένα από 14 πληθυσμιακές μελέτες της European Eye Epidemiology (E3), συμπεριλαμβανομένης και της Thessaloniki Eye Study.
Σε αυτή τη μελέτη συμπεριλήφθηκαν 55.415 ενήλικες Ευρωπαίοι με γλαύκωμα, με μέση ηλικία τα 65,6 έτη και με το 53,9% αυτών να είναι γυναίκες και διαπιστώθηκε ότι σε ολόκληρη την Ευρώπη περισσότερες από τις μισές (56,4%) περιπτώσεις ήταν αδιάγνωστες, με υψηλότερο ποσοστό μη ανιχνευμένης πάθησης σε άτομα κάτω των 55 ετών.
Η European Eye Epidemiology (E3) έχει επίσης προβλέψει ότι έως το 2050, σχεδόν το 10% των ενηλίκων στην Ευρώπη πιθανώς να αναπτύξει υψηλού βαθμού μυωπία, που μπορεί να επιφέρει σοβαρές οφθαλμικές διαταραχές, καθώς έχει συσχετισθεί με αποκόλληση αμφιβληστροειδούς, μυωπική εκφύλιση της ωχράς κηλίδας, γλαύκωμα και καταρράκτη. Μάλιστα, ορισμένες από αυτές τις παθήσεις μπορούν να οδηγήσουν μέχρι και σε τύφλωση.
«Τα μη διορθωμένα διαθλαστικά σφάλματα εξακολουθούν να ευθύνονται για έως και το 42% των περιπτώσεων οπτικής βλάβης παγκοσμίως και παραμένουν διαδεδομένα τόσο σε υψηλού, όσο και σε χαμηλού εισοδήματος χώρες, με σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις», προσθέτει ο καθηγητής.
Η κοινοπραξία εκτιμά ότι το διαθλαστικό σφάλμα επηρεάζει πάνω από τους μισούς Ευρωπαίους ενήλικες. Η μυωπία επηρεάζει περίπου 227,2 εκατομμύρια άτομα σε όλη την Ευρώπη, από τα οποία, εκτιμάται πως περίπου 20,1 εκατομμύρια κινδυνεύουν από σχετικές με μυωπία υψηλού βαθμού, απειλητικές για την όραση επιπλοκές, όπως είναι η αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς.
Δεδομένα της Thessaloniki Eye Study αξιοποιούνται και στο πλαίσιο της παγκόσμιας ερευνητικής συνεργασίας που συντονίζει το SERI (Singapore Eye Research Institute) στοχεύοντας στην καλύτερη διάγνωση και πρόγνωση του γλαυκώματος μέσα από τη συγκέντρωση, ανάλυση και αξιοποίηση γενετικών δεδομένων από δεκάδες χιλιάδες ασθενείς παγκοσμίως. Δεδομένα της ελληνικής μελέτης αξιοποιεί και το Global Burden of the Disease (GBD), μια κοινοπραξία του Institute for Health Metrics and Evaluation στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον στο Σιάτλ, στην οποία συμμετέχει ο κ. Τοπούζης, η οποία, με χρηματοδότηση από το Ίδρυμα Μπιλ και Μελίνα Γκέιτς, αποτιμά την επίπτωση νοσημάτων στην υγεία, την κοινωνία και την οικονομία.