Ο κακός ύπνος συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο γλαυκώματος
Ως φυσιολογική διάρκεια ύπνου θεωρούνται οι επτά έως εννέα ώρες τη μέρα. Πρόβλημα αϋπνίας θεωρείται είτε η δυσκολία να κοιμηθεί κανείς είτε το συχνό ξύπνημα μέσα στη νύχτα.
Οι άνθρωποι που κάνουν κακής ποιότητας και ανεπαρκή ύπνο ή αντιθέτως κοιμούνται υπερβολικά πολύ, οι οποίοι συχνά ροχαλίζουν και έχουν υπνηλία μέσα στη μέρα, κινδυνεύουν περισσότερο να διαγνωσθούν με μη αναστρέψιμη απώλεια όρασης λόγω γλαυκώματος, αποκαλύπτει νέα επιστημονική μελέτη.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Χουάν Σονγκ του κινεζικού Πανεπιστημίου Σιτσουάν, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό «BMJ Open», ανέλυσαν στοιχεία για περίπου 409.000 άτομα ηλικίας 40 έως 69 ετών. Στη διάρκεια μιας δεκαετίας υπήρξαν 8.690 νέα περιστατικά γλαυκώματος, κυρίως σε μεγαλύτερης ηλικίας άνδρες καπνιστές και σε ανθρώπους με υπέρταση ή διαβήτη.
Ως φυσιολογική διάρκεια ύπνου θεωρήθηκαν οι επτά έως εννέα ώρες τη μέρα. Πρόβλημα αϋπνίας θεωρήθηκε είτε η δυσκολία να κοιμηθεί κανείς είτε το συχνό ξύπνημα μέσα στη νύχτα.
Διαπιστώθηκε ότι ο συχνός ύπνος λιγότερο των επτά ωρών ή περισσότερο των εννέα ωρών σχετιζόταν με 8% μεγαλύτερο κίνδυνο γλαυκώματος. Ο κίνδυνος της πάθησης ήταν επίσης αυξημένος κατά 12% σε ανθρώπους με αϋπνία, 4% σε όσους συστηματικά ροχαλίζουν και 20% σε εκείνους που είναι συνεχώς νυσταγμένοι τη μέρα.
Τα ευρήματα, σύμφωνα με τους ερευνητές, αναδεικνύουν την ανάγκη για αποκατάσταση ενός κανονικού ύπνου στους ανθρώπους υψηλού κινδύνου για γλαύκωμα, καθώς και για συχνούς οφθαλμολογικούς ελέγχους των ατόμων με διαταραχές του ύπνου. Το γλαύκωμα συνιστά βασική αιτία τύφλωσης και εκτιμάται ότι από αυτό θα πάσχουν 112 εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο έως το 2040.
Η απώλεια της όρασης είναι προοδευτική λόγω σταδιακής απώλειας των φωτοευαίσθητων κυττάρων στα μάτια και βλάβης του οπτικού νεύρου. Αν δεν αντιμετωπιστεί ιατρικά, το γλαύκωμα μπορεί να οδηγήσει σε μη αναστρέψιμη τύφλωση.
Οι ερευνητές επεσήμαναν πάντως ότι επρόκειτο για μια μελέτη παρατήρησης που εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να θεμελιώσει μια σχέση αιτίας-αποτελέσματος μεταξύ κακού ύπνου-γλαυκώματος, παρά μόνο μια συσχέτιση ανάμεσά τους. Σε μερικές τουλάχιστον περιπτώσεις, είναι πιθανό ότι το ίδιο το γλαύκωμα επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα του ύπνου και όχι το αντίστροφο.
Από την άλλη, μεταξύ άλλων, το άγχος και η κατάθλιψη, που συχνά συνοδεύουν τις διαταραχές του ύπνου, αυξάνουν την εσωτερική πίεση στα μάτια, πιθανώς λόγω της απορρυθμισμένης παραγωγής της ορμόνης κορτιζόλης, με συνέπεια να αυξάνεται ο κίνδυνος γλαυκώματος.