Πως η μοναξιά επηρεάζει την υγεία – Αυτή είναι η μεταβολική νόσος για όσους αισθάνονται μόνοι
Διπλάσιος ο κίνδυνος αυτής της μεταβολικής νόσου για όσους αισθάνονται πολύ μόνοι
Τη μοναξιά ως παράγοντα κινδύνου για Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 2 (ΣΔ2) συστήνει μελέτη που δημοσιεύεται στο Diabetologia, την επιθεώρηση της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Μελέτης του Διαβήτη. Η ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Επιστημών της Δυτικής Νορβηγίας με επικεφαλής τον αναπληρωτή καθηγητή Roger E. Henriksen μελέτησε επιπλέον πιθανούς συσχετισμούς της μεταβολικής νόσου με την κατάθλιψη και την αϋπνία.
Πλήθος μελετών έχουν καταλήξει στη σύνδεση ψυχολογικού στρες και κινδύνου εμφάνισης ΣΔ2. Δεδομένου ότι η μακροχρόνια δυσφορία που προκαλεί ενίοτε η μοναξιά μπορεί να ενεργοποιεί τη φυσιολογική απόκριση του οργανισμού σε στρεσογόνες καταστάσεις και παρά το ότι οι ακριβείς μηχανισμοί παραμένουν ανεξιχνίαστοι, οι επιστήμονες υποθέτουν ότι η παραπάνω σχέση οφείλεται:
- στην προσωρινή αντίσταση στην ινσουλίνη που προκαλούν τα αυξημένα επίπεδα της ορμόνης του στρες (κορτιζόλη) τη μεγαλύτερη όρεξη για υδατάνθρακες μέσα από αλλαγές στη ρύθμιση των διατροφικών συμπεριφορών από τον εγκέφαλο, η οποία
- με τη σειρά της θα συντελέσει σε αυξημένα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Μελέτες έχουν συνδέσει τη μοναξιά με κατανάλωση ανθυγιεινών τροφίμων και ποτών με υψηλή περιεκτικότητα σε σάκχαρα και λιπαρά.
Για την πρόσφατη συνεργατική μελέτη ερευνητών από κρατικούς φορείς και ερευνητικά κέντρα της Νορβηγίας, αξιοποιήθηκαν στοιχεία από την πληθυσμιακή μελέτη HUNT για το διάστημα 1995-2019 αναφορικά με 24.024 άτομα που πληρούσαν τα κριτήρια, ήτοι δεν είχαν κάποιο μεταβολικό νόσημα όπως διαβήτη τύπου 1 και 2 κατά την εισαγωγή τους στο πρόγραμμα και ήταν διαθέσιμα τα αποτελέσματα από όλους τους αιματολογικούς ελέγχους. Τα στοιχεία σχετικά με τα επίπεδα μοναξιάς, κατάθλιψης και αϋπνίας συγκεντρώθηκαν από τα ατομικά τους σκορ και απαντήσεις σε σχετικά ερωτηματολόγια για το διάστημα τριών εβδομάδων (έλεγχος μοναξιάς) και τριών μηνών (έλεγχος αϋπνίας) πριν τη μελέτη είτε παράλληλα με αυτήν (έλεγχος κατάθλιψης). Τα ευρήματα έδειξαν ότι:
- 1.179 (4,9%) συμμετέχοντες εμφάνισαν ΣΔ2 κατά τη διάρκεια της μελέτης, στην πλειοψηφία άνδρες (59% έναντι 44% στις γυναίκες) συγκριτικά με την ομάδα που δεν εκδήλωσε τη νόσο, ηταν πιθανότερο να είναι παντρεμένοι (73% έναντι 68%), με υψηλότερη μέση ηλικία (48 έτη έναντι 43 ετών) και χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο (35% έναντι 23%)
- 13% των συμμετεχόντων ανέφεραν αισθήματα μοναξιάς
- τα υψηλότερα επίπεδα μοναξιάς κατά την έναρξη εμφάνισαν ισχυρές συσχετίσεις με μεγαλύτερο κίνδυνο ΣΔ2 20 χρόνια αργότερα
- οι συμμετέχοντες που απάντησαν «πολύ» όταν ρωτήθηκαν αν ένιωθαν μοναξιά είχαν διπλάσιες πιθανότητες για τη νόσο μετά την προσαρμογή για την ηλικία, το φύλο και το επίπεδο εκπαίδευσης
- η σχέση δεν επηρεάστηκε από την ταυτόχρονη παρουσία κατάθλιψης ή αϋπνίας στην έναρξη ή στη διατήρηση του ύπνου, μολονότι υπήρξαν κάποιες ενδείξεις σύνδεσης με τη δυσκολία διατήρησης του ύπνου.
Αν και δεν μελέτησαν τους υπαίτιους μηχανισμούς, οι ερευνητές υπογράμμισαν τα θετικά αποτελέσματα που θα μπορούσαν να έχουν η υποστήριξη, η επιρροή και η δέσμευση από τον κοινωνικό κύκλο στην υιοθέτηση συμπεριφορών που προάγουν την υγεία. Για παράδειγμα, η συμβουλή και η υποστήριξη από έναν φίλο θα μπορούσε να επηρεάσει τη στάση του ατόμου απέναντι στη διατροφή του, τη σωματική δραστηριότητα και το γενικό αίσθημα άγχους. Η απουσία κοινωνικών δεσμών και θετικών επιρροών δρα βλαπτικά για τους μοναχικούς ανθρώπους, καθιστώντας τους ευεπίφορους σε συμπεριφορές που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης ΣΔ2.
Πηγή: ygeiamou.gr