Life

5 κακοί ηθοποιοί του Χόλιγουντ που με δυσκολία αντέχεις

Και γιατί αγαπάμε να τους μισούμε.

Κική Μουστακίδου
5-κακοί-ηθοποιοί-του-χόλιγουντ-που-με-δυ-347691
Κική Μουστακίδου

Το φέραμε από εδώ, το φέραμε από εκεί και ανάμεσα σε πολλούς υποψηφίους, καταλήξαμε σε πέντε άνδρες ηθοποιούς του Χόλιγουντ που δεν τα πηγαίνουν περίφημα με τις υποκριτικές τους ικανότητες, ούτε και με τις ταινίες που επιλέγουν για να πρωταγωνιστήσουν.

Μπορεί να διαφωνήσετε, μπορεί να συμφωνήσετε με εκείνο το σωτήριο επιφώνημα «πες τα, χρυσόστομη», όπως κι αν είναι τα πράγματα ελπίζουμε τουλάχιστον να το διασκεδάσετε – μιας και με τους παρακάτω χολιγουντιανούς σταρ η λέξη «διασκέδαση» είναι ένα πιάτο που δεν τρώγεται ούτε κρύο, ούτε ζεστό.

Κιάνου Ριβς

Ο Κιάνου Ριβς είναι μια πολύ περίεργη περίπτωση από μόνος του, ανεξάρτητα από το πλαίσιο του συγκεκριμένου αφιερώματος. Ο εκ Καναδά εκπορευόμενος ηθοποιός, πέρα από την ταύτισή του με το Matrix, δεν έχει καταφέρει να κάνει άλλη, τόσο μεγάλη επιτυχία. Ως Νίο στο blockbuster των Λάνα και Λίλι Γουατσόφκι μπόρεσε να υποδυθεί τον κουλ, μαυροφορεμένο που αποφεύγει τα πάντα με ευλυγισία μπαλαρίνας, αλλά δεν υμνήθηκε για την ερμηνευτική του δεινότητα.

Διάφορα threads στο Διαδίκτυο αναρωτιούνται πράγματι αν ο Κιάνου Ριβς πληροί τα στάνταρ ενός καλού ηθοποιού (Is Keanu Reeves a bad actor? – Quora), ενώ οι «αντιφάνς» του έχουν μπει στη διαδικασία να δημιουργήσουν και ένα μίνι βίντεο προβληματισμού γύρω από το ταλέντο του 53χρονου πλέον σταρ.

Μάλιστα, δεν του έχει απονεμηθεί και κάποιο αξιόλογο βραβείο στην πολύχρονη καριέρα του ώστε να μπορεί να υποστηρίξει κανείς το παίξιμό του με αποδείξεις. Ανάμεσα στις βραβεύσεις του, ας πούμε ότι ξεχωρίζει το… Teen Choice Καλύτερου Φιλιού το 2006 για την ταινία «Έρωτας δίχως παρόν» (The Lake House) με την Σάντρα Μπούλοκ.

Η περίεργη συνωμοσία γύρω από το όνομά του, που κυκλοφορεί εδώ και καιρό στον αχανή κόσμο του διαδικτύου, ενισχύει το απόκοσμο προφίλ του. Το κενό βλέμμα, αν θέλετε, κατά τη διάρκεια των ερμηνειών του. ”Keanu is immortal” λέγεται το site που ξόδεψε χρόνο και ενέργεια για να μας αποδείξει μέσα από καλά διαλεγμένες φωτογραφίες ότι ο Κιάνου Ριβς παραμένει αγέραστος μέσα στις δεκαετίες που περνούν (δείτε σχετικά ΕΔΩ).

Για να εξαλείψουμε κάθε ίχνος αδικίας που μπορεί να διαπράττουμε σε βάρος του, αξίζει να θυμηθούμε ότι, με βάση μια αποκάλυψη που έκανε ο ίδιος, πέρασε πολύ δύσκολα στη ζωή του, σχεδόν τραγικά. Με έναν πατέρα που τον εγκατέλειψε όταν ήταν τριών ετών, πάλεψε στην παιδική του ηλικία με τη δυσλεξία ενώ ως ενήλικος άνδρας είχε να αντιμετωπίσει το γεγονός ότι το παιδί του γεννήθηκε νεκρό και λίγους μήνες αργότερα, η σύντροφός του σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα.

Αξίζει χειροκρότημα: για την ταινία «Γλυκός Νοέμβρης» (2001). Αν και πάλι η Σαρλίζ Θερόν επιβάλλεται με την παρουσία της στην οθόνη, ο Κιάνου Ριβς κάνει σεβαστή προσπάθεια να σταθεί στο ύψος αυτής της διάσημης ρομαντικής κομεντί. Και κάπως συμπαθιέται…

Μαρκ Γουόλμπεργκ

Περνώντας στο παράδειγμα του Μαρκ Γουόλμπεργκ, τα λόγια περιττεύουν και όσοι συμφωνούν ότι είναι ένας όχι τόσο καλός (ή ακόμα χειρότερα, μέτριος ηθοποιός) συνεννοούνται με τα μάτια. Ένα βλέμμα αρκεί μετά τους τίτλους της καθηλωτικής ταινίας «Όλα τα λεφτά του κόσμου» του Ρίντλει Σκοτ για να επιβεβαιωθεί η σκέψη: ναι, θα μπορούσε να παίξει οποιοσδήποτε άλλος τον ρόλο του.

Ο 47χρονος Αμερικανός ηθοποιός, με χιλιόμετρα στη μουσική αλλά και στο μόντελινγκ, δεν προσφέρει παρά μόνο απογοήτευση σε όσους παρακολουθούν την καριέρα του να ολισθαίνει συνεχώς σε κακές επιλογές. Το Forbes και το Esquire αφιέρωσαν τόνους λέξεων στα online δημοσιεύματά τους για να τονίσουν ότι ο Μαρκ Γουόλμπεργκ το 2017 έγινε επισήμως ο υψηλότερα αμειβόμενος ηθοποιός του Χόλιγουντ, με 68 εκατομμύρια δολάρια εισόδημα, κάνοντας τις χειρότερες ταινίες του βιογραφικού του (Transformers: The Last Knight, Daddy’s Home 2).

Για να μην διαρρηγνύετε τα ιμάτιά σας διαβάζοντας το όνομα του Μαρκ Γουόλμπεργκ σε αυτό το αφιέρωμα, να υπενθυμίσουμε ότι δεν ξεχνάμε το The Basketball Diaries του 1995, το Boogie Nights του 1997, την υποψηφιότητά του για Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου για τον «Πληροφοριοδότη» και την ερμηνεία του στο The Fighter του Ντέιβιντ Ο. Ράσελ. Ίσως όμως τα ξεχνάει αυτός, ίσως το ταλέντο στην περίπτωσή του δεν βρίσκεται καθόλου στις λανθασμένες εργασιακές επιλογές του. Όπως και να ‘χει, ο Μαρκ Γουόλμπεργκ μοιάζει χλιαρός ηθοποιός που με δυσκολία καταφέρνει να απογειώσει τον χαρακτήρα που υποδύεται. Και ο νοών νοείτω.

Τομ Κρουζ

Θα μπορούσε να πει κανείς πως ο Τομ Κρουζ μαδάει Mission Improssible για να δει αν το κοινό τον αγαπάει, αντί για μαργαρίτες όπως κάνει ο υπόλοιπος φυσιολογικός κόσμος. Κι ενώ το box office τον βγάζει κερδισμένο, η πλάστιγγα του ταλέντου δεν γέρνει υπέρ του. «Ζήτημα Τιμής» και «Γεννημένος την 4η Ιουλίου» δεκτό. «Μανόλια», επίσης δεκτό. «Ο άνθρωπος της βροχής», εκεί κι αν η ετυμηγορία λέει δεκτό. Ο 56χρονος πλέον Αμερικανός ηθοποιός έχει πολλές σελίδες φιλμογραφίας, με κακές και καλές στιγμές, αλλά τι είναι αυτό που μένει στο τέλος από την ερμηνεία του; Αν σκέφτεστε «τίποτα», πείτε το δυνατά. Μην το φοβάστε.

Το 2017 ο Τομ Κρουζ βραβεύτηκε ως ο χειρότερος ηθοποιός στα Χρυσά Βατόμουρα για τον ρόλο του στη «Μούμια». Και σίγουρα, αυτό δεν λέει πρακτικά κάτι, μιας και πολλοί άξιοι συνάδελφοί του μπορεί κάποια στιγμή να πάτησαν κινηματογραφική μπανανόφλουδα και να βρέθηκαν με το καθόλου ποθητό αυτό βραβείο στο χέρι. Αλλά στην περίπτωση του Τομ Κρουζ πολλοί είναι αυτοί που φωνάζουν ότι χρειάζεται επειγόντως «θεραπεία καριέρας».

Είναι πιστευτός μεν, αλλά με καθόλου ενδιαφέρον ως ηθοποιός δε. Δεν μπορεί να σε εκπλήξει, παίζει με έναν συγκεκριμένο τρόπο εδώ και χρόνια με αποτέλεσμα να είναι ακόμα και στη μεγάλη οθόνη ο Τομ και όχι ο εκάστοτε χαρακτήρας που καλείται να ζωντανέψει.

Αξίζει χειροκρότημα: για την ταινία «Τζέρι Μαγκουάιρ» (1996), για την οποία είχε κερδίσει και υποψηφιότητα για Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου. Άνετος, καθόλου βαρετός, μπήκε και χώρεσε στα παπούτσια του ρόλου του.

Τσάνινγκ Τέιτουμ

«Η εμφάνισή μου ήταν αυτή που με έβαλε στην κινηματογραφική βιομηχανία». Όταν ένας ηθοποιός κάνει δημόσια αυτή την παραδοχή, πάντα τείνεις να εκτιμάς τις προσπάθειές του. Αυτή είναι και ίσως η διαφορά των νεότερων σε ηλικία αστέρων, που κατανοούν ότι δεν χρειάζεται να πουλήσουν κάτι που δεν διαθέτουν, γιατί το κοινό δεν το «αγοράζει» πια τόσο εύκολα.

Ο 38χρονος Τσάνινγκ Τέιτουμ έχει δηλώσει ότι του πήρε περίπου οκτώ χρόνια να εγκληματιστεί με την υποκριτική – μέσα από τη συμμετοχή του σε ταινίες και όχι με μαθήματα – ώστε να μπορεί να νιώθει ότι τα πήγε καλά μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων ενός έργου.

Παρ’ όλα αυτά, το όνομά του φιγουράρει σε αρκετές λίστες του imdb με τους χειρότερους ηθοποιούς, ενώ το όλο στυλ ενός εξελιγμένου Μάρλον Μπράντο δεν συνοδεύεται από το αντίστοιχο βάθος στις ερμηνείες. Ίσως, θα μου πεις, φταίνε και οι επιλογές τύπου ”Step up” που ήταν ο εύκολος δρόμος της απογείωσης για το ευρύ κοινό κάτω των 18 κοινό, αλλά χωρίς τα φόντα για να κατακτήσει μια άλλου είδους κορυφή.

Αξίζει χειροκρότημα: για την ταινία ”Foxcatcher” και τον ρόλο του ως Μαρκ Σουλτζ, αθλητή της ελληνορωμαικής πάλης. Εξαιρετική στιγμή και για τον Στιβ Καρέλ και τον Μαρκ Ράφαλο, με υποψηφιότητες για Όσκαρ.

Νίκολας Κέιτζ

Αγαπάμε να τον μισούμε, αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια για όλους τους haters του Νίκολας Κέιτζ. «Γιατί είναι τόσο διάσημος παρά το γεγονός ότι είναι κακός ηθοποιός σε κακές ταινίες» αναρωτιούνται οι νεότερες γενιές θεατών, που δεν τον έχουν προλάβει σε καλύτερες ερμηνείες, όπως στο ”Leaving Las Vegas” που του χάρισε το χρυσό αγαλματίδιο Α’ Ανδρικού Ρόλου.

Ωστόσο, εδώ και πολλά χρόνια, σαν να βρίσκεται στον αντίποδα του Μίδα, οτιδήποτε κι αν πιάσει στα χέρια του ο Νίκολας Κέιτζ καταλήγει σε καταστροφή (η οποία, βέβαια, είναι με έναν τρόπο προδιαγεγραμμένη). Με πρόσφατο παράδειγμα το εντελώς περίεργο φιλμ ”Mom and Dad”, όπου εξαιτίας μιας επιδημίας οι γονείς τρέχουν να σκοτώσουν τα παιδιά τους, ο Νικ το έχει χάσει το τρένο.

Το διαρκές πρόβλημά του είναι ότι στους περισσότερους ρόλους το παρακάνει. Κοινώς, υποκρίνεται υπερβολικά με αποτέλεσμα ο ίδιος να περνά καλά αλλά αυτό να βγαίνει προς τα έξω με αμηχανία (οι στιγμές στο παραπάνω βίντεο είναι ενδεικτικές). Τον συνήγορο του διαβόλου, δηλαδή του 54χρονου ηθοποιού εν προκειμένω, κάνει το βιβλίο με τίτλο ”National Treasure: Nicolas Cage”. Εκεί η συγγραφέας Λίντσει Τζιμπ αναλύει 70 ταινίες του Αμερικανού σταρ για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι είναι ένας ”πειραματικός” ηθοποιός, που αντιμετωπίζει όλους τους ρόλους του ως ευκαιρία να εξερευνήσει τα όρια της υποκριτικής μέχρι τα άκρα.

Μέχρι να μη δείχνει κανένα έλεος σε εμάς, θα πρόσθετα…

Αξίζει χειροκρότημα: για την ταινία ”The Family Man” (2000). Επειδή είναι παράδοση να την χαζεύουμε τα Χριστούγεννα και να ψάχνουμε τα ψήγματα ταλέντου του στα τεράστια, ανοιχτόχρωμα μάτια του.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα