Κινηματογράφος

The Master’s εγκώμιον

Εικαστικότητα που θυμίζει Kubrick, ελεγεία που θυμίζει Μalick, χιούμορ και κυνισμός που θυμίζει Αltman. Αυτός ο αυτοδίδακτος αμερικανός σκηνοθέτης ηλικίας μόλις 42 ετών,  με κάθε ταινία του μας δείχνει ποσο νέα και ανεξερεύνητη τέχνη είναι  ακομα ο κινηματογράφος. Καλλιτέχνης βαθιά ουμανιστής, άριστος γνωστής των εκφραστικών του εργαλείων, πράγμα που του δίνει αυτομάτως το δικαίωμα και […]

Γιώργος Τελτζίδης
the-masters-εγκώμιον-8649
Γιώργος Τελτζίδης
1.jpg

Εικαστικότητα που θυμίζει Kubrick, ελεγεία που θυμίζει Μalick, χιούμορ και κυνισμός που θυμίζει Αltman.

Αυτός ο αυτοδίδακτος αμερικανός σκηνοθέτης ηλικίας μόλις 42 ετών,  με κάθε ταινία του μας δείχνει ποσο νέα και ανεξερεύνητη τέχνη είναι  ακομα ο κινηματογράφος. Καλλιτέχνης βαθιά ουμανιστής, άριστος γνωστής των εκφραστικών του εργαλείων, πράγμα που του δίνει αυτομάτως το δικαίωμα και την ευχέρεια να πειραματίζεται με το ίδιο το μέσο. Ένας αληθινά “κλασικά μοντέρνος”. Το “The Master” είναι από αυτές τις ταινίες που πρεπει σίγουρα να δεις παραπάνω από μια φορα.  Μπορει τα 144 λεπτά της να κυλούν σαν νεράκι μεσα στην αίθουσα, αλλα μετα την προβολή αισθάνεσαι αποπροσανατολισμένος. Όσο εκπαιδευμένος θεατής κι αν είσαι, νιώθεις πως υπάρχουν κομμάτια του παζλ που σου ξέφυγαν.  Δεν είναι μια ταινία που θα σου δώσει απαντήσεις στο πιάτο και δεν εχει φτιάξει χαρακτήρες που θα συμπαθήσεις ή θα αντιπαθήσεις αμέσως.  Το σύμπαν της είναι οργανικό  και πολύπλοκο όσο και η πραγματική ζωή. Ο χαρακτήρας που υποδύεται ο Γιοακίν Φίνιξ (Freddie Quell), είναι ένας άνθρωπος μπερδεμένος που προσπαθεί να ανακαλύψει ποιος είναι, μεσα σε μια κοινωνία που προσπαθεί να επανεφεύρει τον εαυτό της.

Το ταξίδι που κάνει είναι μεγάλο. Από τους απέραντους ωκεανούς, στις μεγάλες γεωργικές εκτάσεις, στα πρώτα λαμπερά εμπορικά κέντρα και έπειτα στα σαλόνια εστέτ μεγαλοαστικών μαζώξεων.

Ο Πολ Τόμας Άντερσον πηγαίνει πίσω στο χρόνο και με επιστημονική ανθρωπολογική ακρίβεια μελετά και μας παρουσιάζει όλες αυτές τις παιδικές ασθένειες της μεταπολεμικής Δύσης όπου πια εξελίχθηκαν σε μεγάλες παθογένειες του σύγχρονου πολιτισμού.

Η ανάγκη για επίδειξη και καταναλωτισμό, οι εύκολες απαντήσεις σε δύσκολα ερωτήματα, οι εθνοσωτήρες και οι ηγέτες, η κατασκευή μιας ψευδούς πραγματικότητας μεσα από τεχνικές marketing.

Η αναζήτηση και η έμμονη του σεξ με ένα τρόπο σχεδόν επαγγελματικό, που όμως οδηγεί στην αποξένωση ή την χειραγώγηση. Η αδυναμία πραγματικής επικοινωνίας. Η αβάσταχτη ελαφρότητα.

Μια διαλεκτική που οδήγησε στην ίδια την γέννηση της ποπ κουλτούρας.

Χαρακτηριστικές οι σκηνές του Φίνιξ που δυσκολεύεται να προσαρμοστεί στο κάθε ένα περιβάλλον που τον οδηγεί η ζωή και κάθε φορα καταφεύγει σε αυτοσχέδια ποτά-δηλητήρια για να αντέξει το βάρος της ύπαρξής του. Καθόλου τυχαία όμως αυτά τα κοκτέιλ πάντα περιέχουν μεσα και από ένα παράγωγο της μεταβιομηχανικής εποχής. Σαν ο Άντερσον να θέλει να μας πει πως αυτός ο κόσμος είναι ικανός να σε δηλητηριάσει-μολύνει. Άλλωστε οι μόνες φορές που ο πρωταγωνιστης μοιάζει να βρίσκει λίγη γαληνή είναι σε μια ερημική παράλια, έχοντας αγκαλιά ένα ομοίωμα υπερμεγέθους γυναίκας φτιαγμένη από άμμο.

Σε μια σκηνή ο Μαστερ αναρωτιέται αν αυτά τα κοκτέιλ μπορούν να σε σκοτώσουν. Όχι, αν τα πιεις έξυπνα, του άπαντα ο Freddie.

Ο σκηνοθέτης Πολ Τόμας Άντερσον

Ο συγκλονιστικός Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν και η οικογένειά του μοιάζουν να είναι η ίδια η Αμερική. Δεν είναι αρνητικός χαρακτήρας, έχει πέσει κι αυτός θύμα της ίδιας του πλάνης. Ίσως ξεκίνησε με κίνητρα αγαθά, όμως η εξουσία και το χρήμα τον διέφθειρε, τον έκανε αυταρχικό και απόλυτο μεσα σε στεγανά παρόμοια με αυτά που αντιμετώπισε στο 2ο παγκόσμιο πόλεμο ο Freddie.

Ο μικρόκοσμος του Μαστερ μοιάζει με μια μήτρα έτοιμη να προστατέψει και να αγκαλιάσει με στοργή οποίον μπει μεσα της, όμως όλα αυτά μπορούν να υπάρχουν μόνο με τους δικούς της όρους και όταν αρνείσαι να υπακούσεις σε αυτούς τους όρους, θα στραφεί εναντίον σου με κάθε τρόπο.

Μοιάζει με ειρωνεία, αλλα η ίδια φασιστική απειλή που πολέμησε ο Freddie μοιάζει σιγά, σιγά να ξαναγεννιέται στο μόνο μέρος που μπορεσε να βρει προστασία και έτσι στο τέλος της ταινίας βρίσκεται στο πουθενά, ελεύθερος, μα ασθενικός και μόνος.

Εγκλωβισμένος, με την μητερα του σε κάποιο ψυχιατρείο και με ένα παρελθόν που θέλει να σκοτώσει. Ανατριχιαστική η σκηνή που δίνει σε έναν αγρότη να πιει το δηλητήριο του, μόνο και μόνο επειδή του θυμίζει τον πατέρα του και στην συνεχεία τρέχει κυνηγημένος, με την βαριά αναπνοή του να θυμίζει κραυγή αγωνίάς μιας ολόκληρης γενιάς.

Με τον μύθο του Μαστερ πια να καταρρέει, ότι πιο αγνό υπήρχε στην ζωή του, ένα νέο κορίτσι, να εχει χαθεί κάπου στην Αμερική δημιουργώντας την δική της οικογένεια, αποκτώντας συνωνυμία με μια σταρ του σινεμά(!) και την γυναίκα από άμμο να παρασύρεται νομοτελειακά από τα κύματα, (ίσως τα ίδια κύματα που χωρίζουν τα τρία μέρη της ταινίας)

Βρίσκεται σαν ζώο μεσα σε ένα κελί, ουρλιάζοντας να του πουν κάτι που να μοιάζει αληθινό και ίσως τελικα  καταφέρει να γίνει ο πρώτος άνθρωπος που θα μάθει να ζει χωρίς αφέντη.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα