Χάρτης της πόλης

Θεσσαλονίκη – Σύγχρονη πόλη

της Χρύσας Νάνου Αρχιική εικόνα: Γιάννης Σιμητόπουλος Εικόνες: Ορχάν Τσολάκ Ξαφνικός πονοκέφαλος: Πού να ξεναγήσεις τη Λίνα, φίλη αρχιτέκτονα από τη Σουηδία που έρχεται για ταξίδι – αστραπή την άνοιξη στη Θεσσαλονίκη; «Τις εκκλησίες σας και τα αρχαία τα έχω δει, τώρα θα προτιµούσα να δω κάποια από τα πιο ενδιαφέροντα σύγχρονα κτίριά σας», έγραφε […]

Χρύσα Νάνου
θεσσαλονίκη-σύγχρονη-πόλη-46044
Χρύσα Νάνου
megaro.jpg

της Χρύσας Νάνου

Αρχιική εικόνα: Γιάννης Σιμητόπουλος Εικόνες: Ορχάν Τσολάκ

Ξαφνικός πονοκέφαλος: Πού να ξεναγήσεις τη Λίνα, φίλη αρχιτέκτονα από τη Σουηδία που έρχεται για ταξίδι – αστραπή την άνοιξη στη Θεσσαλονίκη; «Τις εκκλησίες σας και τα αρχαία τα έχω δει, τώρα θα προτιµούσα να δω κάποια από τα πιο ενδιαφέροντα σύγχρονα κτίριά σας», έγραφε στο mail. Σε µία πόλη που «δεν έχει έλλειψη σε καλούς αρχιτέκτονες, έχει όµως σίγουρα έλλειψη σε καλούς …πελάτες και αυτοί οι δεύτεροι είναι εξίσου απαραίτητοι µε τους πρώτους για την παραγωγή σηµαντικής αρχιτεκτονικής», όπως επισηµαίνει ο αν. Καθηγητής του τµήµατος Αρχιτεκτονικής της Πολυτεχνικής Σχολής του Α.Π.Θ., Ανδρέας Γιακουµακάτος, η επιλογή των καλύτερων δειγµάτων δηµόσιας αρχιτεκτονικής που δηµιουργήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες είναι µία διαδικασία που κρύβει δυσκολίες µέσα από την ευκολία της, επιφυλάσσει όµως και εκπλήξεις.

Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισµού

Αρχιτέκτονας: Κυριάκος Κρόκος

Το πιο όµορφο δηµόσιο κτίριο της Θεσσαλονίκης; Σίγουρα το πιο ποιητικό και στοχαστικό. Όραµα δεκαετιών, το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισµού στεγάστηκε ύστερα από µία ταραγµένη διαδροµή µε πολλές µαταιώσεις, ζιγκ ζαγκ κι αναβολές, σε ένα κτίριο έκτασης 11.500 τ.µ., που κατασκευάστηκε µεταξύ των ετών 1989-1993 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Κυριάκου Κρόκου (1941-1998). Χωρίς προφανείς αναφορές σε άλλη εποχή, το κτίσµα πετυχαίνει έναν πρωτότυπο συνδυασµό του µοντερνισµού και της ελληνικής αρχιτεκτονικής παράδοσης, ενώ µε κύρια υλικά το µπετόν και το τούβλο, «θυµίζει τις πολυκατοικίες πριν σοβατιστούν, όταν δείχνουν τη µικρή τους αλήθεια», σύµφωνα µε τον αρχιτέκτονα. Απέσπασε ειδική διάκριση στο διαγωνισµό «Βραβεία 2000» του Ελληνικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής και το 2001 κηρύχθηκε από το Υπουργείο Πολιτισµού «ιστορικό διατηρητέο µνηµείο» και έργο τέχνης.

Αρχαιολογικό Μουσείο

Αρχιτέκτονας: Πάτροκλος Καραντινός

Έργο του Πάτροκλου Καραντινού (1903 – 1976), ενός από τους πρωτεργάτες της ελληνικής µοντέρνας αρχιτεκτονικής, το Αρχαιολογικό Μουσείο χτίστηκε το 1960 – ‘62. Με κιονοστοιχία στην πρόσοψη και τον κτιριακό του όγκο να αναπτύσσεται γύρω από τετράγωνη ανοιχτή αυλή και µε πρόδηλες τις µαθηµατικές αρχές στις οποίες στηρίζεται η αρχιτεκτονική του Καραντινού, θυµίζει αρχαία κατοικία. Η πρόσφατη ανακατασκευή του (2007) προκάλεσε αρκετές αµφισβητήσεις, καθώς τη λιτότητα και την αρµονία του αρχικού κτιρίου ήρθε να την επισκιάσει το σύγχρονο «χέρι» µε µία µάλλον… ενθουσιώδη, ξενοδοχειακής αντίληψης, χρήση λευκού µαρµάρου. Το κτίριο πάντως παραµένει ένα από τα σηµαντικότερα σύµβολα της µοντέρνας αρχιτεκτονικής στη Θεσσαλονίκη κι έχει κηρυχτεί διατηρητέο µνηµείο από το Υπουργείο Πολιτισµού.

Νέα µονάδα της Κεντρικής Βιβλιοθήκης του Α.Π.Θ.

Αρχιτέκτονες: Α. Κωτσιόπουλος, Μ. Παπανικολάου, Ρ. Σακελλαρίδου, συνεργάτης Α. Οικονοµίδου

Ένα από τα πιο προβεβληµένα και ενδιαφέροντα δηµόσια κτίρια των τελευταίων χρόνων στη Θεσσαλονίκη. Κατασκευάστηκε το 1999 ως προσθήκη σε ένα παλαιότερο κτίριο του ’60 (έργο των Κ. Παπαϊωάννου -Κ. Φινέ). Το νέο κτίριο, συνολικής επιφάνειας 4.500 τ.µ., οργανώνεται σε τρεις στάθµες γύρω από ένα κυλινδρικό αίθριο. Κύρια υλικά της εξωτερικής όψης του το τούβλο, το αδρό µπετόν και το γυαλί, το πιο «φευγάτο» στοιχείο του η µεγάλη τριγωνική επιφάνεια, ένα γυάλινο «ιστίο» που φωτίζει το αναγνωστήριο και καταλήγει στο κεντρικό αίθριο. Σε ολόκληρο το κτίριο ο τεχνητός φωτισµός κάνει «παιχνίδια» µε το φυσικό φως. Απέσπασε το Βραβείο Αρχιτεκτονικής 2000 για δηµόσιο κτίριο από το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής.

Επέκταση της Φυσικοµαθηµατικής Σχολής του Α.Π.Θ.

Αρχιτέκτονες: Α. Κωτσιόπουλος, Ν. Αρβανιτοπούλου, ∆. ∆ακή, Ε. Σπάρτση, Γ. Χορόζογλου, συνεργάτες Β. Καραλάζος, Γ. Ψωµαδάκης, σε συνεργασία µε τον Χ. Μπουγαδέλλη

Ίσως το πιο ενδιαφέρον «πάντρεµα» του παλιού µε το καινούργιο στην πρόσφατη αρχιτεκτονική ιστορία της πόλης. Ένα συµµετρικό πενταόροφο µεταλλικό κτίριο που κατασκευάστηκε το 1996 σε σχήµα «Π», µεγάλου µήκους (περίπου 200µ.) και µικρού πλάτους (µόλις 7µ.). Οργανώνεται περιµετρικώς των τριών αµφιθεάτρων στην οπίσθια όψη του κτιρίου της Φυσικοµαθηµατικής που σχεδιάστηκε από τον Π. Καραντινό και κατασκευάστηκε το ‘50. Κύριο χαρακτηριστικό της επέµβασης ήταν ο µετασχηµατισµός της «τυφλής» πλευράς του κτιρίου και η δηµιουργία µιας νέας όψης µε κύρια είσοδο στο συγκρότηµα και από την οδό Αγ. ∆ηµητρίου. Βασική επιδίωξη της αρχιτεκτονικής οµάδας ήταν να παραµείνει ευδιάκριτη η διαφορά του παλαιού από το νέο τόσο στα υλικά (µέταλλο απέναντι στο σκυρόδεµα) όσο και στη µορφολογία (απλή γραµµική µορφή απέναντι στη σύνθετη ογκοπλασία του παλαιού), δηµιουργώντας ένα οµοιογενές σύνολο.

Τελλόγλειο Ίδρυµα Τεχνών

Αρχιτέκτονες: οµάδα Ε. Κωνσταντάκου, Κ. Λάµπρου, Ν. Μάρδα και Κ. Μωραΐτη µε εποπτεία του Α.Π.Θ.

Όραµα του ζεύγους Νέστορα – Αλίκης Τέλλογλου και κληροδότηµά τους προς το Α.Π.Θ., χρειάστηκε είκοσι χρόνια για να ολοκληρωθεί. Από το Μάρτιο του 1998, το Τελλόγλειο δεσπόζει στην κορυφή της πανεπιστηµιούπολης, µε θέα στο Θερµαϊκό. Πρόκειται για ένα µοντέρνας αντίληψης οίκηµα, συνολικού εµβαδού 6.500 τ.µ., που περιβάλλεται από δασύλλιο και φιλοξενεί τη µόνιµη συλλογή του οµώνυµου Ιδρύµατος. Η αρχική µελέτη απηχούσε το µεγαλοϊδεατισµό του ’80 και προέβλεπε τη λειτουργία του κτιρίου ως µίας «γέφυρας» που θα συνέδεε την Άνω Πόλη µε το κέντρο της Θεσσαλονίκης –οραµατισµός που δεν «έπιασε» ποτέ και γρήγορα λησµονήθηκε. Αξίζει κανείς να επισκεφτεί το µάλλον προβληµατικό εσωτερικό του, αν όχι για κάποια από τις ολοένα πιο ενδιαφέρουσες τον τελευταίο καιρό εκθέσεις του, τουλάχιστον για µία στάση στο στιλάτο καφέ του.

Βιβλιοθήκη «Bissell» – Ανατόλια

Αρχιτέκτονας: Πέτρος Μακρίδης και συνεργάτες

Αξιοπρόσεκτο δείγµα µοντέρνας αρχιτεκτονικής που ενσωµατώνει βασικές αρχές του σύγχρονου design σε µία απλή, λιτή κατασκευή, που «ρίζωσε» εύκολα στον περιβάλλοντα χώρο της. Το τριώροφο κτίριο που κατασκευάστηκε το 2002, καλύπτει επιφάνεια 4.400 τ.µ. και εκµεταλλεύεται µε τον καλύτερο τρόπο το φυσικό φωτισµό. Μία λιµνούλα που διαµορφώθηκε έξω από την κύρια είσοδό του µεταφέρει στον επισκέπτη το µήνυµα της µετάβασης από το πολύβουο campus του Ανατόλια στην ηρεµία της βιβλιοθήκης. Το κτίριο είναι φιλικό προς το περιβάλλον, καθώς γύρω από τη βασική κατασκευή διαµορφώθηκε ένα ελαφρύ κέλυφος που συµβάλλει στην εξασφάλιση των καλύτερων συνθηκών θερµοµόνωσης και ηχοµόνωσης.

Εµπορικό και Επιχειρηµατικό κέντρο «Πλατεία»

Αρχιτεκτονική µελέτη: Κ. Κυριακίδης και συνεργάτες Α.Ε., Χ.Κ. Μπουγαδέλλης και συνεργάτες – ΑΕΤΕΡ

Οι ψίθυροι των καπνεργατριών που δούλευαν στις αρχές του 20ού αιώνα στην καπναποθήκη της «Αυστροελληνικής Εταιρίας Καπνού» έδωσαν τη θέση τους στις κουβέντες των θαµώνων των καφέ και στα ξεφωνητά των παιδιών που παίζουν στην «Πλατεία». Στο κεντρικότερο σηµείο της Θεσσαλονίκης υψώθηκε, το 1997, ένα κτίριο σε µορφή «Π», γύρω από µία κεντρική πλατεία που λειτουργεί και ως πέρασµα από τη Β. Ηρακλείου προς την Τσιµισκή και αντίστροφα. Οι κτιριακές εγκαταστάσεις –στην ουσία δύο κτίρια που συνδέονται– περιλαµβάνουν τρεις ορόφους καταστηµάτων, έξι ορόφους γραφείων, το γνωστό πολυσινεµά και τετραώροφο υπόγειο σταθµό αυτοκινήτων. Από το παλαιό κτίριο διατηρήθηκαν οι όψεις της Τσιµισκή και της Β. Ηρακλείου, τυπικό δείγµα αστικού βιοµηχανικού κτιρίου του Μεσοπολέµου.

Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης

Αρχιτεκτονική προµελέτη: Π. Tζώνος – Ξ. Xόιπελ – G. Xόιπελ Αρχιτεκτονική µελέτη (οριστική): B. Σγούτας, Λ. Γιαννούση, ∆. Λάιος, N. Σχολίδης – K. Kουρουσόπουλος

Μνηµειακό, ορθογώνιο κτίσµα, χτισµένο σε παραθαλάσσιο οικόπεδο στην περιοχή του Ποσειδωνίου. Ώχρα, µέταλλο και γυαλί συνθέτουν την εξωτερική του όψη, που επιχειρεί να «µπολιάσει» τις αναφορές στο βυζαντινό παρελθόν της πόλης µε κεντροευρωπαϊκές επιρροές. Κατασκευή του 2000, ήρθε για να καλύψει τις ανάγκες της Θεσσαλονίκης για ένα χώρο που να µπορεί να εξυπηρετήσει συναυλίες, µουσικές παραστάσεις, κονσέρτα, όπερα, και µπαλέτο. Κατά καιρούς ακούστηκαν αρκετές φωνές αµφισβήτησης της αισθητικής του κτιρίου, γεγονός είναι πάντως ότι η ανέγερσή του σηµάδεψε –και εν πολλοίς αναβάθµισε– µία µάλλον υποβαθµισµένη περιοχή της Νέας Παραλίας κι αυτό δεν µπορεί παρά να µετρηθεί στα κέρδη της πόλης.

Β΄κτίριο -Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης (αρχική εικόνα)

Αρχιτεκτονική µελέτη: Arata Isozaki & Associates

Η κατασκευή του β’ κτιρίου του Μεγάρου προβλεπόταν ήδη από τον ιδρυτικό νόμο του Οργανισμού Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης (1993). Κατόπιν ανοικτής διαδικασίας, στις αρχές του 2004 υπογράφηκε η «Σύμβαση εκπόνησης της μελέτης του έργου Συνεδριακό και Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης με τον τίτλο «Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης – Β’ φάση»». Το έργο ανατέθηκε στο αρχιτεκτονικό γραφείο Arata Isozaki & Associates, από τα κορυφαία του σύγχρονου design, σε συνεργασία με το γραφείο μελετών Schema 4 από τη Θεσσαλονίκη. Ο Ισοζάκι οραματίστηκε το νέο κτίριο ως τη «θηλυκή μορφή» που αντιτίθεται στην «αρσενική μορφή» του Μεγάρου Μουσικής, σαν το γιν και το γιανγκ του. Θέλησε να είναι διαφορετικό από το πρώτο, που έχει αναφορές στο βυζαντινό παρελθόν της Θεσσαλονίκης και γι΄αυτό και το κτίριο δεν βρίσκεται σε επαφή με το πρώτο όπως προβλεπόταν αρχικά.. Έτσι, χρησιμοποίησε πιο avant garde υλικά όπως μπετόν, μέταλλο, ξύλο, γυαλί και μάρμαρα. Πρόκειται πραγματικά για ένα κτίριο- αρχιτεκτονικό διαμάντι για την πόλη μας και η αίσθηση του επισκέπτη είναι ότι βρίσκεται εν πλω, καθώς το κτίριο είναι το μοναδικό στην πόλη που είναι τοποθετημένο με «πλάτη» προς την πόλη και πρόσοψη (και είσοδο) προς τη θάλασσα, κατασκευασμένη εξ ολοκλήρου από γυαλί «δεμένο» με μέταλλο, που την ακυρώνει αυτομάτως ως διαχωριστικό του επισκέπτη από τη θάλασσα. Η λειτουργία του κτιρίου, με τη μορφή ενοικίασης σε ιδιώτες και φορείς για τη διεξαγωγή συνεδρίων και άλλων εκδηλώσεων, έχει ήδη ξεκινήσει από το φθινόπωρο του 2010 αλλά τα επίσημα εγκαίνιά του δεν έγιναν ακόμα.

Ξενοδοχείο Daios

Αρχιτέκτονες: Κωνσταντίνος Λεφάκης, 3SK – Στυλιανίδης

Η πιο πρόσφατη προσθήκη στη δηµόσια αρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης: µόλις που κλείνει δύο χρόνια λειτουργίας η ξενοδοχειακή µονάδα, επί της οδού Λεωφ. Νίκης 59, «Daios Luxury Living». Πρόκειται για µία 8όροφη ξενοδοχειακή µονάδα, µε θέα σε ένα από τα πιο όµορφα σηµεία της παλιάς παραλίας. Κατασκευή που παίζει µε το γυαλί και το µέταλλο, αν και δείγµα µίας µάλλον συµβατικής αρχιτεκτονικής, καταφέρνει µε τον τρόπο του να ξεχωρίζει και να «συνοµιλεί» µε το περιβάλλον του, καθώς θυµίζει κατάρτι που ετοιµάζεται να σχίσει τη θάλασσα. Το βράδυ, χάρη στον έξυπνο φωτισµό του, είναι ακόµη πιο όµορφο.

Κέντρο «Νόησις»

Αρχιτέκτονες: Π. Τζώνος, Ξ. Χόιπελ, Ε. Σπάνια

Φουτουριστικών διαθέσεων και µε αρχαιοελληνικές υπαινικτικές –ευτυχώς– αναφορές πολυχώρος στο ανατολικό άκρο του πολεοδοµικού συγκροτήµατος της Θεσσαλονίκης, στο δήµο Θέρµης, στη λεγόµενη «Ζώνη καινοτοµίας». Το σύνολο των κτιριακών εγκαταστάσεων, στις οποίες στεγάζεται το Κέντρο ∆ιάδοσης Επιστηµών και Μουσείο Τεχνολογίας, φτάνει τα 15.000 τ.µ. σε µία ασυνήθιστη για τα ελληνικά δεδοµένα «άπλα» ενός οικοπέδου που ξεπερνάει τα 45.000 τ.µ. Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασµός του «Νόησις» επικεντρώθηκε στην ανάδειξη ενός από τα πιο παλιά και σηµαντικά εργαλεία του ανθρώπου, της σφήνας που αν έβλεπε κανείς το κτίριο από ψηλά, θα έλεγε ότι τείνει να ανασηκώσει µία σφαίρα, τη Γη.

Πολύκεντρο ∆ενδροποτάµου

Αρχιτέκτονες: M. Παπανικολάου, E. Σακελλαρίδου, ειδικός συνεργάτης Π. Mιµίδης.

Στη Μενεµένη, σε µία περιοχή εντελώς αδιάφορη από άποψη αρχιτεκτονικής, σε ένα τοπίο ουσιαστικά «κενό» από ποιότητα και µνήµες, το Πολύκεντρο ∆ενδροποτάµου, που χτίστηκε το 1997, λειτουργεί ως αληθινή έκπληξη. Το µέχρι σήµερα υλοποιηµένο τµήµα του Πολυκέντρου αποτελείται από τον παιδικό σταθµό και την ενότητα των ιατρείων µε το ΚΑΠΗ, αποτελεί δε τµήµα ενός ευρύτερου συνόλου µε ενιαίο χαρακτήρα και ενιαία συνθετική προσέγγιση. Το σύνολο του συγκροτήµατος περιλαµβάνει ακόµη βιβλιοθήκη, αίθουσες επιµόρφωσης, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, καθώς και µικρή σκεπαστή αγορά µε καταστήµατα. Το κτίριο απέσπασε υποψηφιότητα για το Βραβείο Αρχιτεκτονικής 2000 για δηµόσιο κτίριο (επιλέχτηκε ανάµεσα στα πέντε επικρατέστερα) από το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής.

Νέο Κατάστηµα Εθνικής Τράπεζας – Βιοµηχανική Περιοχή Θεσσαλονίκης

Αρχιτέκτονες: Ειρήνη Σακελλαρίδου, Μόρφω Παπανικολάου, συνεργάτες Α. Μπουντουρίδου, Φ. Κοκκινοµαγούλου

Κατασκευή του 2002, µεταφέρει δηµιουργικά την αρχιτεκτονική έκφραση του Νέου Κτιρίου της Ε.Τ.Ε. επί των οδών Σοφοκλέους και Αιόλου στην Αθήνα, µέσα από στοιχεία όπως η καθαρή γεωµετρία και η δηµιουργία όγκου που εδράζεται στιβαρά στο έδαφος. Όλα αυτά επανερµηνεύονται στο παραλληλεπίπεδο κτίριο της Βιοµηχανικής Περιοχής της Θεσσαλονίκης µε πρόθεση να εκφράσουν την επιδιωκόµενη συνέχεια του ύφους των νέων κτιρίων της Τράπεζας και να δηµιουργήσουν στοιχεία αναγνώρισης αλλά και διαφοροποίησης. Πρόθεση των µελετητών ήταν η δηµιουργία ύφους λιτού και ταυτόχρονα στιβαρού µε συνθετικούς χειρισµούς, όπως η έµφαση στη γεωµετρικότητα του όγκου και η αντίστιξη ανάµεσα στην έντονη διαφάνεια και στη τµηµάτων του κτιρίου. Απέσπασε το Βραβείο «Άρη Κωνσταντινίδη» του Πανελλήνιου Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, το 2005.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα