Θεσσαλονίκη

Ζεϊνέπ: Μία νέα Θεσσαλονικιά να προσέξεις το ονομά της

Το κορίτσι που θα γράψει το καλύτερό της έργο και θα επιστρέψει στη Βηρυτό για να το παρακολουθήσει ο αγαπημένος της ηθοποιός, μένει εδώ.

Έλενα Ταξίδου
ζεϊνέπ-μία-νέα-θεσσαλονικιά-να-προσέξ-297484
Έλενα Ταξίδου

Εικόνες: Σοφία Λαμπρινοπούλου

Συναντήσαμε τη δεκαεξάχρονη Ζεϊνέπ στα γραφεία του Solidarity Now στην Θεσσαλονίκη και μιλήσαμε για όλα εκείνα που μας κάνουν τελικά ανυπόμονους να συστηθούμε με τους νέους Θεσσαλονικείς. Χωρίς εφιαλτικές περιγραφές, χωρίς ανάγκη για περιττό δράμα και με μάτια σπινθηροβόλα, η Ζεϊνέπ μας μίλησε για αυτό που ουσιαστικά είναι πέρα από την ταμπέλα μίας πρόσφυγα: μία οξυδερκής έφηβη, ένα σύγχρονο κορίτσι, ένα αβίαστο ταλέντο, που μάλλον πρέπει να συγκρατήσουμε το όνομά της γιατί στο μέλλον σίγουρα θα το βρούμε μπροστά μας στην πόλη και όχι μόνο.

Έφθασε στην Θεσσαλονίκη από τον Λίβανο, περνώντας διάφορα κομμάτια εν δυνάμει πατρίδων, πριν από ένα χρόνο και δέκα μήνες ακριβώς. Δεν θυμάται ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε μόλις έφτασε αλλά το θεώρησε μια πολύ καλή ευκαιρία για να το επαναφέρει στη μνήμη της: …καινούρια χώρα, καινούριες συνθήκες και… μου άρεσε”

Η καθημερινότητά της στον Λίβανο τα είχε όλα. Όλα όσα περιγράφουν τους εφήβους. Σχολείο, μαθήματα, φίλους, τεχνολογία και πολύ διαδίκτυο. Κρατήστε το αυτό, γιατί η καλλιτεχνική της ιστορία ξεκινάει από την στιγμή που διάβασε τους ΆΘλιους του Βίκτωρ Ουγκώ στο κινητό της. Ίσως και λίγο νωρίτερα μιας και το συγγραφικό της ταλέντο υπάρχει περίπτωση να το πήρε από την θεία της όπως μας λέει.

Παρά το νεαρό της ηλικίας της σε συνδυασμό με τα όσα πέρασε δείχνει καθόλα έτοιμη να αντικατοπτρίσει συγγραφικά και σχεδιαστικά τον κόσμο που πιάνουν τα μάτια της. Εμένα, εσένα, τις πόλεις, το ταξίδι της, το παρελθόν της, ακόμα και το μέλλον της χωρίς καν να γίνεται αντιληπτό από την ίδια. Μπορεί να μην γνωρίζει τί θα της φέρει αυτό, αλλά μέσα από τις μέχρι τώρα ιστορίες της καταλαβαίνεις το προς τα πού θα το οδηγήσει η ίδια της.

“Κανονικά” ήθελε να γίνει λογίστρια, αν δηλαδή πήγαιναν όλα καλά και παρέμενε η ζωή όπως την ήξερε τότε στην Βηρυτό, είχε σχεδιάσει να μπει στο Πανεπιστήμιο σε μία σχολή λογιστικής για τέσσερα χρόνια και αφού ολοκλήρωνε να ασχοληθεί με το θέατρο και την θεατρική συγγραφή.

Μία τυπική της μέρα στην Θεσσαλονίκη, την βρίσκει να ξυπνάει κάθε μέρα νωρίς το πρωί, να πηγαίνει στο σχολείο, αμέσως μετά να παρακολουθεί τα μαθήματα του Blue Refugee Center και έπειτα γυρνάει σπίτι. Συνολικά διδάσκεται ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά, μαθηματικά, μουσική, καλλιτεχνικά και άλλες δημιουργικές ασχολίες γιατί το έργο που γίνεται στο Blue Refugee Center στοχεύει μεταξύ άλλων και στην ανάδειξη των ιδιαίτερων ταλέντων των εφήβων. Ένα πρόγραμμα γεμάτο, καθημερινό και αρκετά κουραστικό αλλά της αρέσει ιδιαίτερα.

Στο σχολείο κάνει παρέα με τους συμμαθητές της, περπατάει τη νέα της πόλη, της έκανε εντύπωση το ρολόι της Αριστοτέλους και λατρεύει τις βόλτες δίπλα στη θάλασσα. Έχει μάλιστα ξεκινήσει μία νέα ιστορία που ξεπήδησε από μία βραδινή της βόλτα εκεί στη Νέα Παραλία.

Το όνειρό της συνεχίζει ακάθεκτο ως στόχος: θα γίνει συγγραφέας. Θέλει να γράψει βιβλία, περιμένει να δει το όνομά της γραμμένο πάνω στο πρώτο της βιβλίο στα ράφια ενός βιβλιοπωλείου αυτή την φορά και όχι μόνο διαδικτυακά. Στις ιστορίες της, οι ήρωες είναι μυθικοί αλλά γήινοι, έχουν στοιχεία λογοτεχνικά και μηνύματα που σε μουδιάζουν από την αλήθεια τους.

Έτσι είναι και η Ζεϊνέπ άλλωστε: νεαρή και ρεαλίστρια, ρομαντική και σκλυροπυρηνική, λογίστρια και συγγραφέας.

Το πρώτο της βιβλίο, γράφτηκε στην Ελλάδα και τώρα βρίσκεται στην διαδικασία μετάφρασής του. Η ιστορία του πραγματεύεται ένα παιδί που ονειρεύεται να γίνει πρίγκιπας καθώς πίστευε στον μύθο των ευχών στα πεφταστέρια. Στην πλοκή της πάντα δίνονται αξίες σε αντιπαραβολή. Κοινωνικές ανησυχίες και ένα εύρος θεμάτων που θα μπορούσε να ξεκινάει από την ανακύκλωση και να φτάνει στην αγάπη και τις ταξικές ανισότητες με το “συγγραφικό προϊόν” της να μπορεί να δώσει συνολικά την απάντηση στα πλέον σύγχρονα κλισέ τύπου “Φέρνουν τελικά τα λεφτά την ευτυχία;“.

Ποια είναι η δική της μεγαλύτερη ευχή;

“Δύσκολη ερώτηση. Γιατί είναι μόνο μία η ευχή. Aν ήταν μόνο μία θα ήταν να αλλάξω τον κόσμο.”

Ποιος είναι ο λόγος που γράφει; Κάποιοι γράφουν γιατί θέλουν κάτι να πουν μέσα από τις ιστορίες τους, άλλοι γράφουν γιατί έχουν ταλέντο και βιοπορίζονται από αυτό, άλλοι πάλι γράφουν γιατί είναι προσωπική τους ανάγκη. Έχει αναγνωρίσει η ίδια της για ποιον λόγο γράφει τελικά;

“Μου αρέσει να γράφω γιατί μπορώ να στείλω μηνύματα μέσα από αυτό. Δεν μπορώ να πω ακριβώς το μήνυμα της πρώτης μου ιστορίας πάντως γιατί θα το κάψω…” 

Πηγή έμπνευσής της είναι το μυαλό της όπως μας εξομολογείται. Είναι ο τρόπος που αντιλαμβάνεται τα πράγματα γύρω της και οι στροφές που εκείνο παίρνει γύρω από όσα βλέπει, νιώθει, ακούει και ζει. Η νέα της ιστορία κάπως έτσι θα ξεκινήσει όπως μας λέει γιατί πλέον το σκηνικό που κινείται έχει αλλάξει, άρα και η περιέργειά της και κατά συνέπεια οι ιστορίες της.

“…σκέφτομαι να ξεκινήσω να γράψω την πρώτη μου αστυνομική ιστορία και να την διαθέσω στο διαδίκτυο”

Θεωρεί πως εδώ είναι πιο εύκολο να πετύχει τους σκοπούς της από ότι στον Λίβανο γιατί όπως λέει “εδώ διαβάζουν ακόμα πολύ“. Γράφει απνευστί και όχι καταναγκαστικά, δεν έχει ούτε συγκεκριμένο σημείο συγγραφής ούτε αγαπημένη ώρα, γράφει παντού και πάντα όταν της βγαίνει. Η πρώτη φορά που έγραψε μια ολοκληρωμένη ιστορία ήταν μόλις στα 12 της.

“…η πιο ευχάριστη σκέψη που κάνω για το μέλλον είναι η στιγμή που θα μπω σε μία βιβλιοθήκη και θα βρω τα βιβλία μου.”

Δείχνει πως είναι από τους ανθρώπους που γράφουν αποκλειστικά όσα βγαίνουν από μέσα τους χωρίς να τους απασχολεί το κριτήριο των άλλων. Ποιος είναι ο πρώτος άνθρωπος που διαβάζει τις ιστορίες της, τις μοιράζεται με κάποιον δικό της, την ενδιαφέρει η γνώμη του;

“όταν τελειώσει η ιστορία, την δείχνω ή στην μαμά μου ή στους φίλους μου. Δεν άκουσα ούτε μία φορά όμως την γνώμη της για αυτό το θέμα. Γράφω κάτι και μετά δεν το ξαναδιαβάζω ποτέ.”

Δεν λέει όχι για μία επιστροφή της στην Βηρυτό μελλοντικά αλλά ο λόγος δεν είναι αυτός που οι περισσότεροι θα φαντάζονταν. Η Ζεϊνέπ θέλει να γυρίσει πράγματι κάποια στιγμή πίσω αλλά για να κάνει έναν πόθο της πραγματικότητα.

θέλω να γράψω ένα θεατρικό έργο στο Λίβανο και να το δει o αγαπημένος μου καλλιτέχνης Ζ. Χαμπάς. Είναι συγγραφέας και ηθοποιός-σκηνοθέτης, μουσικός και συνθέτης που τον θαυμάζω από πολύ μικρή, είναι ο “δικός μου ήρωας”, έχω δει θεατρικές παραστάσεις του και θέλω πολύ να δει κάτι δικό μου”.

Λίγο πριν το τέλος η κουβέντα μας περιστρέφεται πάλι στην Τέχνη και την κλασική μουσική που αγαπάει να ακούει την ίδια ώρα που ανοίγει το tablet για να μας δείξει τα φανταστικά dark anime που σχεδιάζει. Τίποτα λιγότερο άλλωστε από αυτό το πλάσμα που δεν ονειρεύεται απλά να συναντήσεις ένα βιβλίο της στα ράφια της Κεντρικής Βιβλιοθήκης, αλλά σκοπεύει να το κάνει. Και το αποδεικνύει δουλεύοντας σκληρά, καθημερινά, με την αυτοπεποίθηση που πηγάζει από το ταλέντο της, τον ρεαλισμό που προέρχεται από το παρελθόν της και την δυναμική, της πολλά υποσχόμενης, προσωπικότητάς της.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα