γεωργία-συλλαίου-να-προστατεύσουμε-τ-901013

Βιβλίο

Γεωργία Συλλαίου: Να προστατεύσουμε τη φαντασία, δέχεται πλήγματα

Η γνωστή ερμηνεύτρια και συγγραφέας μιλάει στην Parallaxi για το νέο της βιβλίο, τους ήρωες του, τις κακοποιήσεις και την Θεσσαλονίκη που την συγχωρεί πάντα...

Γιώργος Σταυρακίδης
Γιώργος Σταυρακίδης

Τραγουδίστρια, μουσικός και συγγραφέας. Ιδιότητες που η Γεωργία Συλλαίου απολαμβάνει κάθε μία ξεχωριστά. 

Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου σπούδασε μουσική και τραγούδι. Συνέχισε τις σπουδές της στην Αυστρία, ενώ μελέτησε επίσης σύγχρονα μουσικά ρεύματα, φωνητική έκφραση και θέατρο στην Ολλανδία.

Γράφει εδώ και αρκετά χρόνια, με τελευταίο της βιβλίο το εξαιρετικό «Ο δικός της καθρέφτης» που κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό από τις Εκδόσεις Πόλις, που στάθηκε αφορμή για μια συζήτηση γύρω από το βιβλίο και τη ζωή της.

Ήταν η μουσική πάντα ένα σημείο αναφοράς, ακόμα από τότε που ήσασταν παιδί;

Όχι. Δεν ήταν από παιδί και δεν θα το έλεγα καν σημείο αναφοράς. Η μουσική ήρθε κάπως πιο αργά. Δηλαδή κάπου στην εφηβεία μου που άρχισα να σπουδάζω και ξεκίνησα από κλασική κιθάρα και προχώρησα αργότερα σε τραγούδι και ανώτερα θεωρητικά.

Παραδόξως, το σημείο αναφοράς μου από παιδί ήταν η λογοτεχνία. Επειδή και οι δύο γονείς μου ήταν δάσκαλοι, διάβαζα πολύ. Φρόντιζαν πάντα να μας εξοπλίζουν με εξωσχολικά βιβλία από πολύ μικρά και είχαμε εξοικειωθεί και εγώ και η αδερφή μου πάρα πολύ με το διάβασμα. Αρχικά των κλασικών συγγραφέων παιδικών βιβλίων και αργότερα με κλασικούς, Έλληνες και ξένους. Το σημείο αναφοράς μου ήταν αυτό λοιπόν. Επίσης, από πολύ μικρή ξεκίνησα και να γράφω αλλά δεν δημοσίευα. Εκτός από κάποια μαθητικά περιοδικά στην αρχή, όπως την «Ελεύθερη γενιά» που ήταν αμέσως μετά την Αντιπολίτευση και έκανα εκεί το πρώτο τόλμημα και έστειλα. Αργότερα άρχισα να δημοσιεύω σε λογοτεχνικά περιοδικά, στο «Εντευκτήριο» της Θεσσαλονίκης αρχικά που το είχε ο Κορδομενίδης, που εκεί είναι το παρθενικό μου κείμενο. Αργότερα σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά και μετά τόλμησα να κάνω την πρώτη μου έκδοση, μία συλλογή διηγημάτων η οποία λέγεται «Στο ακρωτήρι» και βγήκε από τις Εκδόσεις Οδός Πανός το 2012.

Κάτι που μάλλον είναι σημαντικό είναι πως οι σπουδές μου στη μουσική, ιδίως στα ανώτερα θεωρητικά, στην αντίστιξη, στη φούγκα κλπ, με βοήθησαν πάρα πολύ στο να βρω και μία δομή στα γραπτά μου. Ας πούμε, η Σονάτα είναι τριμερής ή τετραμερής. Στο καινούριο μου βιβλίο, είναι τρεις οι πρωταγωνίστριες. Είναι τρία τα δευτερεύοντα φωτεινά πρόσωπα. Είναι τρεις οι πόλεις. Μετά είναι το κυρίως θέμα το οποίο επανέρχεται. Έχουμε μετά την ανάπτυξη του θέματος. Ακολουθώ δηλαδή πολύ συχνά τη δομή της μουσικής φόρμας, με έχει βοηθήσει πάρα πολύ.

Τι ακριβώς είναι το βιβλίο «Ο δικός της καθρέφτης»

Είναι η ιστορία τριών γυναικών από την παιδική τους ηλικία μέχρι την ενηλικίωση. Πρόκειται για δύο αδερφές και την εξαδέλφη τους την Νόρα που είναι και το κύριο πρόσωπο της ιστορίας. Κάθε κοπέλα «εκπροσωπεί» και μία πόλη. Τα κορίτσια γεννιούνται και μεγαλώνουν στην Αλεξανδρούπολη. Οι δύο αδερφές, πολύ διαφορετικές μεταξύ τους, διεκδικούν την Νόρα η οποία είναι μια ευφυής γυναίκα που από παιδί ήταν πολύ ξεχωριστή και ιδιαίτερη, αλλά και ασταθής ψυχικά. Υπάρχει επίσης ο πατέρας της Νόρας, ο οποίος κατά κάποιο τρόπο είναι ο πατέρας – αφέντης και ασκεί βία σε όλη την οικογένεια, στη γυναίκα του, την κόρη του, στο περιβάλλον του… Υπάρχει όμως και ένα σκοτεινό μυστικό, αφού αυτός ο πατέρας κάποια στιγμή βρίσκεται νεκρός στη αυλή. Το κύριο μέλημα των συγγενών είναι να αποκρύψουν τις συνθήκες θανάτου αλλά και το μυστικό το οποίο τελικά είναι επαίσχυντο.

o-dikos-ths-kathrefths.jpg

Χρησιμοποιείτε στο βιβλίο τρεις καθρέφτες. Τι συμβολίζουν στην ιστορία σας;

Αρχικά να πούμε ότι το βιβλίο χωρίζεται σε δύο ενότητες. Στην «Εικόνα» και στο «Ράγισμα». Στην εικόνα παρουσιάζονται όλα τα πρόσωπα και τα γεγονότα. Στο ράγισμα επιταχύνεται η δράση και φτάνουμε σε ένα τέλος χωρίς κάθαρση. Η διήγηση στο βιβλίο, γίνεται σε πρώτο πρόσωπο, από τις δύο αδερφές οι οποίες μιλάνε στους καθρέφτες. Στον πρώτο μιλάει η μία και στον άλλο η δεύτερη. Παράλληλα με τη δική τους ιστορία, διηγούνται και τη σχέση τους με την Νόρα. Ο λόγος που χρησιμοποιούν τον καθρέφτη, είναι ότι όπως ακριβώς ο Περσέας για να μη μαρμαρώσει βλέποντας το κακό, κοίταξε τη Μέδουσα μέσα από τον καθρέφτη, το ίδιο κάνουν και τα κορίτσια για να μπορέσουν να διηγηθούν την ιστορία αυτή στην οποία επικρατεί τελικά απολύτως το κακό. Δεν υπάρχει λύτρωση, υπάρχει ένα έγκλημα. Υπάρχουν ενοχές και δεν υπάρχει εξιλέωση, συγχώρεση, κάθαρση. Η Νόρα δεν εμφανίζεται πουθενά σε πρώτο πρόσωπο να μιλάει. Ο δικός της καθρέφτης είναι αυτός που παραμένει σκοτεινός μέχρι το τέλος. Δε ξέρουμε δηλαδή τη δική της εκδοχή στην αλήθεια και στην πραγματικότητα.

“ΣΑΝ ΤΑΙΝΙΑ”

Μιλάμε για ένα είδος βιβλίου μυστηρίου;

Όχι, δεν είναι μυστηρίου. Είναι καθαρά ένα ψυχογράφημα. Σίγουρα όμως, υπάρχει ένα έγκλημα. Υπάρχει και μία σεξουαλική κακοποίηση που φαίνεται στο βιβλίο σαφώς αλλά δε λέγεται ποτέ με το όνομα της. Μυστηρίου λοιπόν δεν είναι σίγουρα, όμως στην «Εικόνα», στην πρώτη ενότητα δηλαδή, δίνω πολύ μικρά ψήγματα του τι συμβαίνει, ενώ στη δεύτερη ενότητα τα πράγματα ξεκαθαρίζουν αρκετά, έως πολύ. Το βιβλίο είναι κινηματογραφικά δομημένο. Όταν το έγραφα, το έβλεπα μπροστά μου σαν ταινία. Δηλαδή, έδινα στοιχεία στον αναγνώστη, λίγο από εδώ και λίγο από εκεί.

Έχω την αίσθηση πως με αυτόν τον τρόπο των μικρών στοιχείων δίνεται η δυνατότητα στον αναγνώστη να μπει κι αυτός σε μία διαδικασία να συμμετέχει στη πλοκή.

Ακριβώς! Οι κριτικές που έχουν γραφτεί, αλλά και από ανθρώπους που το διάβασαν, μου είπαν ότι δε μπορούσαν να το αφήσουν από τα χέρια τους. Το έχει αυτό το ενδιαφέρον, με την αστυνομική πλοκή του. Έχει αυτό το σασπένς. Κι αυτά τα ψήγματα που λαμβάνει ο αναγνώστης του κινούν το ενδιαφέρον ώστε να δει που το πάει η ιστορία.

Στο βιβλίο αναφέρεστε στην κακοποίηση που είναι και ιδιαίτερα επίκαιρη αυτόν τον καιρό.

Δυστυχώς… Και να φανταστείτε ότι το ξεκίνησα αυτό το βιβλίο πριν από τρία χρόνια. Όταν το ολοκλήρωσα, άρχισαν να βγαίνουν «στη φόρα» όλα αυτά τα φρικαλέα πράγματα και λέω, δεν είναι δυνατόν! Σίγουρα ξέραμε πάντα ότι γίνονται φρικτά πράγματα πίσω από κλειστές πόρτες και σε μικρότερες κοινωνίες αλλά και στις μεγάλες πόλεις, δε ξέρεις τι γίνεται στην παραδίπλα πολυκατοικία, ούτε καν στον κάτω όροφο ή στο δίπλα διαμέρισμα καλά καλά. Είναι τρομακτικό να σκεφτείς όλη αυτή τη βία και που δεν τολμάει αυτός που ξέρει. Αυτό το αναφέρω και στο βιβλίο, γιατί φυσικά ξέρουν πάρα πολλοί τι συμβαίνει. Επέλεξα λοιπόν τρεις πόλεις, την Αλεξανδρούπολη, την Στοκχόλμη και το Ρούβο Ντι Πούλια της Ιταλίας επειδή τις ήξερα, έχω ζήσει εκεί μεγάλα ή μικρά διαστήματα. Φυσικά, όπως γράφω, κάθε ομοιότητα με τα γεγονότα είναι συμπωματική και αυτά θα μπορούσαν να έχουν συμβεί σε οποιαδήποτε πόλη.

Εκτός από πόλεις που έχετε ζήσει και χρησιμοποιείτε στο βιβλίο, έχετε δανείσει και στοιχεία της προσωπικότητας σας στους ήρωες σας;

Αναγκαστικά ναι αλλά δεν είναι σε καμία περίπτωση αυτοβιογραφικό. Αλίμονο αν ήταν! Σίγουρα όμως το έχω κάνει αυτό, έχω δώσει στοιχεία του εαυτού μου, ειδικά στη μεγάλη αδερφή, στην Ερμιόνη και στην περίφημη Νόρα.

Πώς μπορεί να βρει διέξοδο ένας νέος άνθρωπος σήμερα στις τέχνες;

Καταρχάς είναι καλό να ψάξει. Είναι καλό να διαβάσει. Να πηγαίνει στον κινηματογράφο. Είναι καλό να ανακαλεί και πράγματα από το παρελθόν, όχι δηλαδή μόνο από τη σύγχρονη επικαιρότητα αλλά να ανατρέχει σε παλιότερες ταινίες, σε παλαιότερους συγγραφείς, να έχει μία ευρεία εικόνα της τέχνης. Με το διαδίκτυο, έχει μεν διευρυνθεί ο τρόπος και διευκολυνόμαστε αλλά έχει χαθεί όλη εκείνη η μαγεία που ψάχναμε σε βιβλιοπωλεία παλιές εκδόσεις, που ψάχναμε παλιούς δίσκους, παλιές ηχογραφήσεις. Δεν το λέω με νοσταλγία, δε νοσταλγώ τίποτα. Δεν έχω τέτοια προβλήματα αλλά, το πρώτο που έχει να κάνει ένας νέος είναι να είναι ανήσυχος. Να κοιτάει γύρω του. Να βλέπει την πραγματικότητα και με κριτική ματιά. Δηλαδή, να μην τα αποδέχεται όλα. Να μπορεί να τα κρίνει, να τα περνάει από φίλτρα και από εκεί και πέρα, από τη στιγμή που θα είναι γεμάτος από εικόνες, από λέξεις, από ήχους και αισθανθεί την ανάγκη, να το κάνει. Δε νομίζω πως υπάρχει άλλος τρόπος. Εγώ τουλάχιστον αυτό έκανα. Ήμουν πάντα ανήσυχη, ήθελα να ψάξω, ήθελα ακόμα και να μαντέψω πράγματα. Γιατί όταν έχεις αυτή την ανησυχία, οξύνεται και η φαντασία σου και η διαίσθηση σου. Και νομίζω πως πρέπει να προστατεύσουμε τη φαντασία, γιατί δέχεται πλήγματα από παντού. Κι αυτό είναι τραγικό και για τους νέους. Είναι σαν να στενεύει ο κόσμος. Ενώ σου δίνει μία πλασματική εικόνα ότι διευρύνεται με το διαδίκτυο, με την τεχνολογία γενικά, εγώ νομίζω ότι συρρικνώνεται.

georgia-syllaiu-1.jpg

“Μιλούσα μαζί τους”

Έχω την αίσθηση ότι παρατηρείται ανθρώπους; Σας βοηθάει αυτό στις τέχνες σας;

Παρατηρώ όντως, πάρα πολύ τους ανθρώπους. Την ανθρώπινη συμπεριφορά. Ενώ δεν είμαι ιδιαίτερα επικοινωνιακός άνθρωπος, παρατηρώ όμως πάρα πολύ. Όταν έφτιαχνα τους χαρακτήρες μου, έφτιαξα έναν καινούριο κόσμο και συνομιλούσα μαζί τους συνέχεια γιατί έπρεπε να μπω μέσα στον ψυχισμό τους και να δικαιολογήσω με τον τρόπο αυτό τα κίνητρα των πράξεων τους, τον λόγο των ενοχών τους και λοιπά.

Κάνετε δηλαδή «παρέα» με τους ήρωες σας το διάστημα που γράφετε

Ναι, ήταν φοβερό. Μιλούσα μαζί τους. Ήταν πιο ζωντανοί και από τους ανθρώπους που συναναστρεφόμουν δια ζώσης. Ήταν δηλαδή ακόμα πιο αληθινοί. Ξέρετε, δεν ήθελα να επέμβω στην ιστορία τους, ήθελα να τη φτιάξουν αυτοί. Ήθελα όμως να μου τη δικαιολογήσουν. Ήθελα να το καταλάβω εγώ χωρίς να το φανερώσω.

Επιλέγετε να είστε στη Θεσσαλονίκη μόνιμα;

Να σας πω την αλήθεια, δεν επιλέγω ακριβώς. Εδώ είναι το σπίτι μου, εδώ μεγάλωσα. Αν είχα τη δυνατότητα να φύγω ομολογώ ότι δε θα ζούσα στην Ελλάδα. Θα έφευγα – και ίσως κάποια στιγμή να συμβεί – να πάω να ζήσω στην Ιταλία. Την Θεσσαλονίκη όμως, την αγαπώ! Όσο κι αν την έχω πληγώσει και με έχει πληγώσει. Δε πειράζει, έτσι παν αυτά. Είναι μια πόλη δύσκολη, όλοι το ξέρουμε αυτό. Είναι μια πόλη λίγο αντιφατική. Της το συγχωρείς όμως.

Τι σχέδια έχετε για το καλοκαίρι;

Τα καλοκαίρια δουλεύω εγώ. Έχω μια συλλογή διηγημάτων την οποία είχα αφήσει πίσω λόγω του βιβλίου «Ο δικός της καθρέφτης» που με είχε απορροφήσει μέχρι εξαντλήσεως. Υπάρχει ακόμα και ένα μυθιστόρημα το οποίο επίσης έμεινε ημιτελές λόγω του «Καθρέφτη». Από την άλλη, μουσικά λίγα πράγματα. Υπάρχει ένα φεστιβάλ που ίσως γίνει προς τον Αύγουστο. Εκείνο όμως που προσπαθώ με πάθος, είναι να καταφέρω να πάρω μέρος σε κάποιο φεστιβάλ της Ιταλίας το οποίο όμως, ποτέ δεν είναι μόνο μουσικό. Είναι μικτά αυτά τα φεστιβάλ τα οποία παίρνω μέρος, δηλαδή έχουν και λογοτεχνία, και εικαστικά, έχουν χορό. Πριν την πανδημία, πήγαινα δύο φορές τον χρόνο στην Ιταλία για τέτοιους λόγους. Τώρα ας κάνουμε μία νέα αρχή λοιπόν.

*Φωτογραφίες της κ. Συλλαίου: Αλίκη Καραβάτου

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα