Το περαιτέρω ράγισμα

Σκέψεις για τα διηγήματα των Μακρινών Γειτονιών του Γιώργου Τούλα. 

Χρήστος Ωραιόπουλος
το-περαιτέρω-ράγισμα-901011
Χρήστος Ωραιόπουλος

Αν και ο ίδιος ακόμα και στη λογοτεχνία του θα ήθελε να είναι ρεαλιστής, να γράφει για αυτά που παρατηρεί, για εκείνα που θυμάται, που αυτό κάνει βέβαια, εγώ θα πιάσω μια φράση του από το διήγημα «το Τέλος του Ταξιδίου», την οποία βρίσκω συγκλονιστικής λογοτεχνικής σύλληψης, αλλά και απόδοσης και θα την κρατήσω ως ερμηνευτικό οδηγό, ως μια περπατησιά για να διαβάσω το Γιώργο.

[…] «Όνειρα δεν έβλεπα συχνά, αλλά όταν έβλεπα, είχαν να κάνουν με κυνηγητό και γλίτωνα πάντα ανεβαίνοντας σε δέντρα» […]

Ο Γιώργος κινείται εναλλάξ στο πού θα φωτίσει τον προβολέα του. Έχει ήρωες που ορίζουν την ιστορία του, αλλά έχει και καταστάσεις που κυριαρχούν έναντι του οποιουδήποτε ήρωα υπάρχει μέσα σε αυτές και τον ψυχισμό του. Παίζει και διαλέγει σωστά τον προβολέα, ανάλογα με το τι θέλει να αναδείξει, σου υπογραμμίζει το άγραφο σημαντικό της ιστορίας, για να μη χαθείς στην πορεία χωρίς εξοπλισμό.

Τα διηγήματα των Μακρινών Γειτονιών δεν είναι όμορφες ιστορίες, είναι σκληρές, αλλά όχι με δράκους και βαρβάρους, αλλά ανθρώπινες. Μέσα σε λεωφορεία, σε δρόμους που πια δεν είναι έτσι, πάνω από ποτήρια και μποτίλιες, με εγκαταλείψεις και μετακομίσεις, σαν δύσκολα και νοσταλγικά σούρτα φέρτα.

Αν και τον ξέρω, ο Γιώργος είναι άνθρωπος που τρέχει, όπως και στις ιστορίες του, αλλά με έναν τρόπο κουμπώνει μέσα και τον Γιώργο που θυμάται. Ή για να το θέσω καλύτερα τρέχει και θυμάται και θυμάται που έτρεξε. Τα σλάλομ της μνήμης μέσα σε τόπους που εν τέλει καβαλάνε τα χρόνια και διαμορφώνουν τον ίδιο τον εαυτό. Ο θεσσαλικός κάμπος και η Καλαμπάκα, η Αθήνα των σπουδών και των καρτοτηλεφώνων, ο αέναος Περιφερειακός από τα Γεωπονικά ως και τη Σάρτη, που μας ορίζει τα χρόνια και τα καλοκαίρια, η Αγία Δημητρίου, η πιο όμορφη και σύντομη ένωση των δυο άκρων του κέντρου, η Χαριλάου και ο Βαρδάρης, η Παπάφη και ο δοξασμένος της γειτονιάς Άγιος Φανούριος, είναι και τόποι της ιστορίας, αλλά και φωλιασμένες βιωμένες εμπειρίες του Τούλα, τις οποίες με αυτή την ιστορική αγάπη που έχει μάθει να τρέφει και να καλλιεργεί αυτά τα χρόνια, μας τις συστήνει και ως μέρη/εμπειρίες που τον εθέσπισαν.

Περαιτέρω ραγίσματα. Είπαμε οι ιστορίες με κάποιο τρόπο ή πέπλο είναι σκληρές. Κι όμως ο Γιώργος μέσα στο ήδη σκληρό πλαίσιο, βαράει το θρυμματισμένο γυαλί με βαριοπούλα. Ακόμα και από την κάθοδο στο χωριό για το θάνατο του παππού, που είναι μια στενάχωρη κατάσταση, στο «Τέλος του ταξιδιού» πλάθει μια εικόνα που εμένα μου φάνηκε εξίσου, αν όχι περισσότερο σκληρή με τα χυμένα στο δρόμο νεκρά γουρούνια από το τουμπάρισμα της νταλίκας. Αμ ο άλλος ο καημένος που αναγκάστηκε να διαβάσει φιρμάνι της παιδοογκολογικής και από το λύγισμα μιας ζωής δεν μπόρεσε ποτέ να συνέλθει και ούτε λίγη αγάπη τον βρήκε, μόνο ένας μοναχικός θάνατος. Και η άλλη η κυρία με τον κανακάρη στη φυλακή, που βρήκε μέσα στα καθημερινά δρομολόγια προς Διαβατά, τη διάθεση και την όρεξη, το μεγαλείο να φιλοξενήσει εκείνη την οικογένεια των προσφύγων, έπρεπε μετά να δοκιμαστεί έτσι;

Ο Τούλας επιτείνει τη σκληρότητα του περιβάλλοντος, της εποχής, των καταστάσεων με τελειωτικά χτυπήματα. Παρουσιάζει κάτι το οποίο εγώ ως άνθρωπος δεν μπορώ ούτε να σηκώσω, ούτε να το βλέπω. Ανθρώπους δοκιμασμένους, αυτούς που πολύ απλά λέμε καλούς ανθρώπους, να παθαίνουν το κακό. Είτε να μην τα καταφέρνουν, είτε να τρώνε και το τελευταίο χτύπημα. Ούτε ο Γιώργος το μπορεί αυτό και το ξέρω, τον στενοχωρεί.

Και γυρνάω ξανά στην πιο λογοτεχνική του φράση «Όνειρα δεν έβλεπα συχνά, αλλά όταν έβλεπα, είχαν να κάνουν με κυνηγητό και γλίτωνα πάντα ανεβαίνοντας σε δέντρα». Κάποιοι γύρω του όμως δεν βλέπουν όνειρα πια ή δεν βλέπουν τα ίδια. Άλλοι δεν κοιμούνται. Ο Γιώργος τους έχει δει αυτούς τους ανθρώπους και για αυτούς μιλάει, γι’ αυτούς που δεν βρήκαν ένα δέντρο να σκαρφαλώσουν, ούτε τους κυνηγούσε η αδικία και ο πόνος στη ζωή τους, γι’ αυτούς τους καλούς ανθρώπους, γράφει, που τους βρήκε το κακό. Γι’ αυτό του κόσμου τ’ άδικο.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα