Χούλιο Κορτάσαρ: 40 χρόνια από τον θάνατο του σπουδαίου συγγραφέα
Ο Αχιλλέας Κυριακίδης τον θυμάται με ένα εξαιρετικό απόσπασμα - Το έργο και η ζωή του
Με ένα απόσπασμα από το βιβλίο «Κάποιος Λούκας» τιμάει τη σημερινή μέρα από τα 40 χρόνια από τον θάνατο του Χούλιο Κορτάσαρ ο σημαντικός συγγραφέας Αχιλλέας Κυριακίδης που έκανε τις μεταφράσεις για τα βιβλία του που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Opera, θυμίζοντας μας την σπουδαιότητα του πεζογράφου, ποιητή, θεατρικού συγγραφέα και μεταφραστή από την Αργεντινή που επηρέασε με τη γραφή του πολλούς λογοτέχνες της εποχής του, αλλά μέχρι και σήμερα.
Ξεκινώντας την ανάρτηση του ο Κυριακίδης, γράφει:
Πέθανε σαν σήμερα, σαράντα χρόνια πριν. Ο μείζων.
ΧΟΥΛΙΟ ΚΟΡΤΑΣΑΡ
Πλάκα πλάκα, πάνε κι άλλοι έξι
Και συνεχίζει, με το απόσπασμα από το τελευταίο βιβλίο που έγραψε ο Κορτάσαρ πριν τον θάνατο του, το «Κάποιος Λούκας»:
Μετά τα πενήντα μας, αρχίζουμε να πεθαίνουμε λίγο λίγο σε άλλους θανάτους. Οι σπουδαίοι μάγοι, οι σαμάνοι της νιότης μας, φεύγουν ο ένας μετά τον άλλον. Σε πολλές περιπτώσεις δεν τους σκεφτόμασταν καν, είχαν μείνει πίσω στην Ιστορία· other voices, other rooms μας καλούσαν. Κατά κάποιο τρόπο ήταν πάντα εκεί, αλλά κάπως σαν τους πίνακες ζωγραφικής που δεν τους κοιτάζεις όπως στις αρχές, σαν τα ποιήματα που απλώς αρωματίζουν ανάλαφρα τη μνήμη.
Και κάποτε –καθένας έχει τους αγαπημένους του ίσκιους, τους μεγάλους διαμεσολαβητές του– έρχεται η μέρα που ο πρώτος απ’ αυτούς εισβάλλει μακάβρια στις εφημερίδες και στα ραδιόφωνα. Ίσως αργήσουμε ν’ αντιληφθούμε ότι εκείνη τη μέρα ξεκίνησε και ο θάνατός μας· εγώ, όμως, το έμαθα ένα βράδυ, στη διάρκεια ενός δείπνου, όταν κάποιος ανέφερε εν παρόδω κάτι που είχε ακούσει στην τηλεόραση, ότι στο Μιλί-λα-Φορέ πέθανε ο Ζαν Κοκτό, και τότε ένα κομμάτι μου έπεσε νεκρό πάνω στο τραπεζομάντιλο, ανάμεσα στις συμβατικότητες.
Ακολούθησαν κι οι άλλοι, πάντα με τον ίδιο τρόπο, απ’ τα ραδιόφωνα ή τις εφημερίδες, ο Λούι Άρμστρονγκ, ο Πάμπλο Πικάσο, ο Στραβίνσκι, ο Ντιουκ Έλινγκτον, κι απόψε, ενώ εγώ έβηχα σ’ ένα νοσοκομείο της Αβάνας, κι απόψε, μέσα απ’ τη φωνή ενός φίλου που μου ’φερε ώς το κρεβάτι τη βουή του έξω κόσμου, ο Τσαρλς Τσάπλιν. Θα βγω απ’ αυτό το νοσοκομείο. Θα βγω γιατρεμένος, αυτό είναι σίγουρο, αλλά για έκτη φορά λίγο λιγότερο ζωντανός.
(Από το βιβλίο “Κάποιος Λούκας”, opera 2018)
Χούλιο Κορτάσαρ
Ο Χούλιο Κορτάσαρ (Julio Cortázar) θεωρείται ως ένας από τους σημαντικότερους λατινοαμερικάνους πεζογράφους, αν και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην Ευρώπη. Γεννήθηκε στις Βρυξέλλες το 1914 και πέθανε στο Παρίσι το 1984. Σε ηλικία τεσσάρων ετών, εγκατέλειψε μαζί με την οικογένειά του το Βέλγιο για την Αργεντινή, όπου τελείωσε το σχολείο, σπούδασε φιλολογία και εργάστηκε ως καθηγητής για πέντε χρόνια, ενώ παράλληλα συνεργαζόταν με λογοτεχνικά περιοδικά. Το 1951, σε ηλικία 37 ετών, επέστρεψε στην Ευρώπη, στο Παρίσι, όπου έζησε ως το τέλος της ζωής του και έγραψε μερικά από τα σημαντικότερα έργα του (“Έφυγα από την Αργεντινή, όχι τόσο επειδή υπήρχαν πράγματα που εκεί μ’ ενοχλούσαν, που οπωσδήποτε υπήρχαν, αλλά γιατί η Γαλλία αντιπροσώπευε για μένα, τότε, έναν τεράστιο πόλο έλξης”, θα πει σε μια συνέντευξή του στην “El Pais”, το 1982).
Το 1961 επισκέπτεται την Κούβα, γοητευμένος από την επανάσταση, αναζητώντας απαντήσεις στις πολιτικές του ανησυχίες. Το ταξίδι αυτό θα γίνει η αφορμή να αποκτήσει σαφή ιδεολογική συνείδηση, θα υπερασπιστεί την Κούβα του Τσε και του Κάστρο και αργότερα τη Νικαράγουα των σαντινίστας. Το 1970 επισκέπτεται τη Χιλή και παρευρίσκεται στην πανηγυρική τελετή ανάληψης της εξουσίας από τον Αλιέντε. Μαθητής του Μπόρχες, συγκαταλέγεται ανάμεσα στους κορυφαίους λατινοαμερικανούς συγγραφείς και στους σπουδαιότερους μοντερνιστές του 20ού αιώνα. Το έργο του αφομοιώνει μ’ έναν τελείως φυσικό τρόπο τις ανανεωτικές τεχνικές του σύγχρονου μυθιστορήματος και συνδυάζει τη δημιουργική φαντασία με το ρεαλισμό, διαφέρει όμως, από το έργο άλλων λατινοαμερικανών συγγραφέων, γιατί απ’ αυτό απουσιάζει σχεδόν παντελώς το στοιχείο του μπαρόκ και του μαγικού ρεαλισμού.
Στο έργο του, που αποτελείται κυρίως από διηγήματα και το φημισμένο μυθιστόρημα «Το Κουτσό» (που θεωρείται το αριστούργημα του), συνδυάζει τον υπαρξιακό προβληματισμό με την πειραματική γραφή. Ο μεξικάνος συγγραφέας Κάρλος Φουέντες τον αποκάλεσε «Σιμόν Μπολιβάρ της λατινοαμερικάνικης αφήγησης», που την απελευθέρωσε από το φαρισαϊσμό και τον επαρχιωτισμό που την κατέτρεχαν.
Μεταξύ των πολλών και σπουδαίων έργων του ξεχωρίζουν τα: “Μυστικά όπλα” (“Las armas secretas”), 1958, “Τα βραβεία” (“Los Premios” -το πρώτο του μυθιστόρημα), 1960, “Ιστορίες των κρονόπιο και των φάμα” (“Historias de cronopios y de famas”, 1962, “Όλες οι φωτιές η φωτιά” (“Todos los fuegos el fuego”), 1966, “Το βιβλίο του Μανουέλ” (“Libro de Manuel” -μυθιστόρημα), 1973, “Οκτάεδρο” (“Octaedro”), 1974 (όλα τους μεταφρασμένα στα ελληνικά) και τα “Los Reyes”, 1949, “Bestiario”, 1951, “Final de Juego”, 1956, “Ο γύρος της μέρας σε ογδόντα κόσμους” (“La vuelta al dia en ochenta mundos”), 1967, “62: Μοντέλο συναρμολόγησης” (“62: Modelo para armar” -που συνεχίζει την ιδέα του διάσπαρτου μυθιστορήματος, όπως και στο “Κουτσό”), 1968, “Prosa del Observatorio”, 1972, “Alguien que anda por ahi”, 1977, “Un tal Lucas”, 1979, “Deshoras”, 1982, κ.ά.
Ο Χούλιο Κορτάσαρ πέθανε στις 12 Φεβρουαρίου 1984 στο Παρίσι, σε ηλικία 69 ετών. Η αιτία θανάτου του ήταν η λευχαιμία, ενώ άλλες πηγές αναφέρουν το AIDS, από το οποίο προσβλήθηκε κατά τη διάρκεια μετάγγισης αίματος.