Από τις «Ραγισμένες καρδιές» στην «Υπολοχαγό Νατάσα»

Εικόνες της Κατοχής και της Αντίστασης στο ελληνικό σινεμά

Λίνα Μυλωνάκη
από-τις-ραγισμένες-καρδιές-στην-υπ-61653
Λίνα Μυλωνάκη

YpoloxagosNatassa2

της Λίνας Μυλωνάκη, δημοσιογράφου, ιστορικού κινηματογράφου

Πηγές φωτογραφικού υλικού: Finos Films, Ταινιοθήκη της Ελλάδας & αρχείο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

AutoiPouMilisanMeToThanato

Οι εορτασμοί για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου δεν εξαντλούνται στις παρελάσεις και τις, συνήθως ανέμπνευστες, ομιλίες περί εθνικής ομοψυχίας. Επεκτείνονται και στο τηλεοπτικό σύμπαν, που κάθε Οκτώβρη βομβαρδίζει τους θεατές με πολλοστές επαναλήψεις ελληνικών πολεμικών ταινιών του ’60 και του ’70, οι οποίες ανασυστήνουν ένα ηρωικό σύμπαν με μπαρουτοκαπνισμένους ήρωες και ηρωίδες που αντιστέκονται με αυταπάρνηση στους ξένους κατακτητές. Με επικεφαλής τις πολεμικές υπερπαραγωγές του Τζέημς Πάρις, που γυρίστηκαν επί χούντας και την «Υπολοχαγό Νατάσα» (1970) του Νίκου Φώσκολου, την πιο εμπορική παραγωγή της εποχής της με την τελευταία κοινή κινηματογραφική εμφάνιση Βουγιουκλάκη-Παπαμιχαήλ, τα πολεμικά δράματα του ελληνικού σινεμά παρουσιάζουν μια εξιδανικευμένη εκδοχή της Κατοχής, αναπαράγουν τα κοινωνικά στερεότυπα (αδίστακτοι Γερμανοί, εύπιστοι και αφελείς Ιταλοί, καλοί σύμμαχοι Βρετανοί, ηρωικοί ιερείς, γενναίοι Έλληνες αξιωματικοί), απαλλαγμένα από «ενοχλητικές» ιστορικές σημάνσεις και επενδεδυμένα με την εθνικοπατριωτική ιδεολογία της δικτατορίας. Η Κατοχή και η Αντίσταση γίνονται φόντο σε μελοδραματικές προσωπικές ιστορίες, όπως «Η δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά» (1969), «Στα σύνορα της προδοσίας» (1968), «Όχι» (1969), «Στη μάχη της Κρήτης» (1970), «Μια γυναίκα στην αντίσταση» (1970), «Αυτοί που μίλησαν με το θάνατο» (1971), «Υποβρύχιον Παπανικολής» (1971), «Η χαραυγή της νίκης» (1971), «28η Οκτωβρίου ώρα 5.30» (1971), «Οι τελευταίοι του Ρούπελ» (1971), «Οι γενναίοι πεθαίνουν δυο φορές» (1973) κ.ά.

YpoloxagosNatassa

DaskalaXanthaMallia

Ωστόσο, οι ελληνικές ταινίες με θέμα την Κατοχή και την Αντίσταση δεν εξαντλούνται στο γνωστό τηλεοπτικό κατάλογο. Λιγότερο οικείο στο ευρύ κοινό αλλά σημαντικό κεφάλαιο για την ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου είναι οι πολεμικές ταινίες που γυρίστηκαν στη δεκαετία του ’40, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της γερμανικής Κατοχής. Η νεοσύστατη τότε Φίνος Φιλμ θέτει τα θεμέλια για μια εγχώρια κινηματογραφική βιοτεχνία και γυρίζει δραματικές, κυρίως, ταινίες μυθοπλασίας, που αντλούν έμπνευση από τις πολεμικές συγκρούσεις στο αλβανικό μέτωπο. Πρόκειται για τα λεγόμενα «κατοχικά δράματα», που γνωρίζουν ιδιαίτερη απήχηση στους θεατές (11 από τις 32 ελληνικές ταινίες της δεκαετίας του ’40 ανήκουν σ’ αυτό το είδος) και βρίσκονται σε απόλυτη ευθυγράμμιση με την επίσημη ιδεολογία της εποχής, με σκοπό να εμψυχώσουν το κοινό και να τονώσουν τον πατριωτισμό του.

DaskalaXanthaMallia2

Ηρωισμοί, σαμποτάζ, καταδρομές και λογοκρισία

Σύμφωνα με τον ιστορικό Γιώργο Ανδρίτσο, που μελέτησε επισταμένα το ελληνικό σινεμά της Κατοχής και της Αντίστασης, τα κατοχικά δράματα της δεκαετίας του ’40 ακολουθούν δύο σεναριακά μονοπάτια: Είτε αναφέρονται σε ηρωικά κατορθώματα Ελλήνων αξιωματικών (όπως π.χ. η «Καταδρομή στο Αιγαίο», ταινία του 1946 που σκηνοθέτησε ο γνωστός πεζογράφος Μιχάλης Καραγάτσης, με πρωταγωνιστές τον Λάμπρο Κωνσταντάρα και την Ελένη Χατζηαργύρη, με θέμα τη ζωή στα χρόνια της Κατοχής και την ηρωική αντίσταση των Ελλήνων κομάντος στη Μεσόγειο. Είτε αφορούν σε αισθηματικές ιστορίες με φόντο την Κατοχή και την Αντίσταση (π.χ. οι «Ραγισμένες καρδιές» του Ορέστη Λάσκου, ταινία του 1945, που αναφέρεται στη μελοδραματική ιστορία δυο ερωτευμένων που χωρίζουν λόγω της έκρηξης του πόλεμου και ξανασμίγουν, μετά από περιπέτειες, μετά την απελευθέρωση και την επιστροφή του άνδρα).

Τα κατοχικά δράματα της δεκαετίας του ’40 αποτελούν εξωραϊσμένες εκδοχές της ιστορικής πραγματικότητας, καθώς αποφεύγουν οποιαδήποτε αναφορά σε θέματα «ταμπού», όπως η Εθνική Αντίσταση και ο Εμφύλιος που ακολούθησε. Αντίθετα, οι ταινίες αυτές συγκλίνουν στο να αναδείξουν γενικευμένα τον ηρωισμό και την αυταπάρνηση των Ελλήνων αξιωματικών, που αντιστέκονται στους κατακτητές μέσα από σαμποτάζ στον εχθρό και δίκτυα κατασκοπείας, αλλά και τη γενναιότητα της νεολαίας που αντιστέκεται σθεναρά εναντίον του εχθρού -όπως π.χ. στους «Αδούλωτους σκλάβους» (1946) του Βίωνα Παπαμιχάλη, μια ταινία που καταγράφει την πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση της Έλλης Λαμπέτη και την πρώτη μουσική για το σινεμά του Μάνου Χατζιδάκι. Τα κατοχικά δράματα εξιδανικεύουν το ρόλο του στρατού, εξαίρουν τον πατριωτισμό και τον ηρωισμό των Ελλήνων στρατιωτών και των συμμάχων, σε αντίθεση με τους ξένους αντιπάλους που συνήθως γελοιοποιούνται.

Εκτός από τις κακές συνθήκες παραγωγής, τα κατοχικά δράματα αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα με το σκόπελο της λογοκρισίας. Μπροστά στις κατηγορίες της «ιεροσυλίας» και του «κομμουνιστικού κινδύνου», που αντιμετωπίζουν συχνά οι κινηματογραφιστές, σκηνοθέτες και σεναριογράφοι αναγκάζονται να τροποποιήσουν το σενάριο ή να ξανακάνουν γυρίσματα για να εξασφαλίσουν την προβολή των έργων τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ταινία «Η τελευταία αποστολή» (1948), σε σενάριο και σκηνοθεσία του Νίκου Τσιφόρου, ο οποίος διορθώνει την ιστορία του προκειμένου να αποφύγει τη λογοκρισία. Ενώ αρχικά το σενάριο παρουσίαζε την Ελληνίδα σύζυγο αξιωματικού να δημιουργεί ερωτική σχέση με Γερμανό (γεγονός που για τη λογοκρισία ισοδυναμεί με εθνική προδοσία), ο Τσιφόρος ξαναγυρίζει το τέλος της ταινίας με πατριωτική χροιά, χρησιμοποιώντας ένα απλό τρικ. Αλλάζει την εθνικότητα της προδότριας από Ελληνίδα σε Ουγγαρέζα και έτσι η ταινία, που διαφημίζεται ως «μια υπέροχη ιστορία αυτοθυσίας και πατριωτισμού», κερδίζει την 3η θέση στις 8 ελληνικές ταινίες της χρονιάς, δέχεται καλές κριτικές και αποτελεί την πρώτη επίσημη συμμετοχή στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών.

AnnaRoditi-horz

Αγαπημένος πρωταγωνιστής των κατοχικών δραμάτων είναι ο Λάμπρος Κωνσταντάρας, που, πολύ πριν καθιερωθεί ως «τρελοπενηντάρης», αποκτά την πρώτη του τυποποίηση στον ελληνικό κινηματογράφο σε ρόλους γενναίου Έλληνα αξιωματικού, σε ταινίες όπως «Καταδρομή στο Αιγαίο» (1946) και «Άννα Ροδίτη» (1948) των Μ. Γαζιάδη και Γ. Φιλίππου.

OiGermanoiKsanarxontai02

Εκτός από τα κατοχικά δράματα, υπάρχουν λίγες, αλλά πολύ επιτυχημένες και δημοφιλείς κινηματογραφικές κωμωδίες, που εμπνέονται από το θέμα της Κατοχής και της Αντίστασης. Η πιο παλιά και δημοφιλέστερη στους θεατές είναι «Οι Γερμανοί ξανάρχονται» (1948) του Αλέκου Σακελλάριου, μια ταινία με πρωταγωνιστή το Βασίλη Λογοθετίδη, που για πρώτη φορά στο ελληνικό σινεμά θίγει το θέμα-ταμπού του Εμφυλίου, εκπέμποντας παράλληλα το μήνυμα της εθνικής συμφιλίωσης («Άνθρωποι-άνθρωποι, προς τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός», αναφωνεί στο παραλήρημά του ο «τρελός» της ταινίας Χρήστος Τσαγανέας).

OiGermanoiKsanarxontai01

Από τις μεταγενέστερες ταινίες, ξεχωρίζουν οι αντιπολεμικές ελληνικές κωμωδίες με πρωταγωνιστή το Θανάση Βέγγο. Δύο από τις καλύτερες του είδους είναι το «Ψηλά τα χέρια Χίτλερ» (1962) του Ροβήρου Μανθούλη και το «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση;» (1972) σε σκηνοθεσία Ντίνου Κατσουρίδη, η οποία προβλήθηκε κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, σε μια προβολή στο 12ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπου βραβεύτηκε με 3 βραβεία, ενώ ο Θανάσης Βέγγος αποθεώθηκε από τους ενθουσιασμένους θεατές που τον σήκωσαν στα χέρια και τον περιέφεραν έξω από την κινηματογραφική αίθουσα, σε μια πράξη που ερμηνεύθηκε ως συμβολική αντίσταση κατά του καθεστώτος των συνταγματαρχών.

TiEkanesStonPolemoThanassi-horz

Αντιπολεμικά μηνύματα, διαφορετική οπτική

Παράλληλα, όσο ο ελληνικός κινηματογράφος αναπτύσσεται, παρουσιάζονται μεμονωμένα δείγματα αντιπολεμικών ταινιών διαφορετικού ύφους και αισθητικής από τη μαζική παραγωγή, που ξεχωρίζουν η καθεμιά για τους δικούς της λόγους. Μια τέτοια ταινία είναι «Το Ξυπόλυτο τάγμα» (1954) του Ελληνοαμερικανού σκηνοθέτη Γρεγκ Τάλλας, μια νεορεαλιστική δημιουργία, που ζωντανεύει τη Θεσσαλονίκη της Κατοχής μέσα από την αληθινή ιστορία μιας συμμορίας ορφανών παιδιών, τα οποία συσπειρώνονται και αντιστέκονται με σαμποτάζ στους Γερμανούς κατακτητές. Η ταινία, σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη στην πρώτη του σύνθεση για τον κινηματογράφο διακρίθηκε στο εξωτερικό, διεκδίκησε το Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας και απέσπασε το 1ο βραβείο στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Εδιμβούργου.

Μια διαφορετική, αριστερή ματιά στην Αντίσταση δίνουν οι «Παράνομοι» (1958) του Νίκου Κούνδουρου, η τρίτη κατά σειρά ταινία του σκηνοθέτη, που προκαλεί αίσθηση και συμμετέχει στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου. Με υπαινικτική διάθεση και πολλούς συμβολισμούς, που επιδιώκουν να παρακάμψουν τη λογοκρισία, ο Κούνδουρος ξεδιπλώνει μέσα από την αγωνιώδη πορεία τριών παρανόμων τις τραγικές ιστορίες των Ελλήνων αντιστασιακών μεταπολεμικά και τις διώξεις τους από το επίσημο κράτος.

ToBlokoPoster

Μια τολμηρή οπτική της Κατοχής παρουσιάζει και το «Μπλόκο»(1965) του κριτικού κινηματογράφου και αριστερού διανοούμενου Άδωνι Κύρου, στη μοναδική του σκηνοθεσία για το σινεμά, που αναφέρεται στην πραγματική ιστορία του εφιαλτικού μπλόκου της Κοκκινιάς, στο οποίο οι Γερμανοί, σε συνεργασία με Έλληνες προδότες, εκτέλεσαν τους αντιστασιακούς κατοίκους της περιοχής τον Αύγουστο του 1944. Η ταινία, με γνωστούς πρωταγωνιστές και το Μίκη Θεοδωράκη στη μουσική σύνθεση, αποσπά τιμητική διάκριση στην 6η Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1965 και συμμετέχει στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών (Εβδομάδα Κριτικής) την επόμενη χρονιά.

Ouranos02-horz

Ξεχωριστή, ποιητική και βαθιά ανθρώπινη είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Θεσσαλονικιού Τάκη Κανελλόπουλου, ο «Ουρανός» (1962), που, όπως γράφει ο κριτικός κινηματογράφου Αλέξης Δερμεντζόγλου, «καταφέρνει να ξεφύγει από τον τόπο και το χρόνο της». Γυρισμένη σε δύσκολες καιρικές συνθήκες, στο χιονισμένο τοπίο της Δυτικής Μακεδονίας, ο «Ουρανός» (1962) καταγράφει με δωρική λιτότητα τις κακουχίες των Ελλήνων στρατιωτών στο αλβανικό μέτωπο, χωρίς όμως να επιμένει τόσο στα πρόσωπα όσο στην τραγική, κοινή μοίρα των αντιπάλων και το παράλογο του πολέμου.

Ouranos03

Διαβάστε περισσότερα:

  • Γιώργος Ανδρίτσος. Η Κατοχή και η Αντίσταση στον ελληνικό κινηματογράφο (1945-1966). Αθήνα: Αιγόκερως, 2004.
  • Συλλογικό. Τάκης Κανελλόπουλος. Εκδόσεις Αιγόκερως-38ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, Αθήνα: 1997.
  • Παναγιώτα Χατζηγεωργίου. «Όταν ο Καραγάτσης πήρε την κάμερα». gr, 26/10/2015

http://www.bookpress.gr/stiles/eponimos/katadromi-sto-aigaion-m-karagatsis?utm_source=Newsletter&utm_medium=email

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα