O πολύχρωμος κύριος Buren και οι μαγικές του ρίγες
Ένας αφιέρωμα στον κόσμο των χρωμάτων του.
Ο καλλιτέχνης Daniel Buren γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου του 1965 στη Γαλλία. Τα τελευταία πενήντα χρόνια θαυμάζουμε τα έργα ενός από τους σημαντικότερους εν ζωή καλλιτέχνες. Ο Daniel Buren αποτελεί δίχως αμφιβολία μία από τις πιο επιδραστικές και επιβλητικές προσωπικότητες στο χώρο της σύγχρονης τέχνης ενώ στο ενεργητικό του σημειώνονται πολυάριθμες εκθέσεις και συμμετοχές στους σημαντικότερους χώρους τέχνης σε όλο τον πλανήτη, όπως είναι η Μπιενάλε της Βενετίας και η Μπιενάλε του Παρισιού.
Όλα ξεκίνησαν ένα πρωινό του Σεπτέμβρη, σε μια εργατική αγορά, το 1965. Ο Μπουρέν τριγυρνώντας, βρήκε τυχαία ένα ριγωτό πανί. Το πήρε και ξεκίνησε να το κολλάει σε τοίχους, σε μάντρες, σε σταθμούς του μετρό και σε διαφημιστικές επιφάνειες του Παρισιού, δίχως καμία απολύτως άδεια. Έτσι ακριβώς βρέθηκε το κύριο μοτίβο που επρόκειτο να χρησιμοποιεί στα έργα του για τα επόμενα 30 χρόνια, εξελίσσοντας μια ριζοσπαστική εκδοχή της εννοιολογικής τέχνης και προσχωρώντας στη δημιουργία του τρισδιάστατου χώρου.
Οι χαρακτηριστικές ρίγες γίνονται σχετικά σύντομα διάσημες, φοριούνται από φύλακες μουσείων και συναντώνται, δημιουργώντας μεγάλη αίσθηση, στις ασπρόμαυρες κολόνες της αυλής του Παλέ Ρουαγιάλ στο Παρίσι. Σύντομα “ταξιδεύουν” και σε άλλες χώρες εκτός Γαλλίας, σε ποικίλες επιφάνειες, όπως στην Αμερική και συγκεκριμένα στη Νέα Υόρκη σε σημαίες που ανεμίζουν πάνω από μαγαζιά.
Το “συνηθισμένο” αυτό πανί εμφανίστηκε τυπωμένο και σε μπιενάλε όπου ο Buren δεν ήταν ένας από τους προσκεκλημένους. Είναι πολύ σημαντικό να τονιστεί το γεγονός ότι η δουλειά του δεν είχε σχέση με γκαλερί και άδειες, για αυτό τον λόγο επικρατεί και η φήμη που κυκλοφορεί γύρω από το όνομα του, αυτή του ανατρεπτικού καλλιτέχνη. Τα έργα του δύσκολα θα μπορούσαν να τα αποκτήσουν λάτρεις της Τέχνης, μουσεία και ανάλογοι συλλέκτες.
Ταξινομημένος συνήθως ως Μινιμαλιστής όσον αφορά την καλλιτεχνική του ταυτότητα, ο Buren είναι ευρύτερα γνωστός για τη χρήση συμμετρικών, αντιπαραβαλλόμενων χρωματιστών λωρίδων σε μια προσπάθεια να ενσωματωθεί η οπτική επιφάνεια και ο αρχιτεκτονικός χώρος, κυρίως στο ιστορικό, αρχιτεκτονικό ορόσημο.
Μεταξύ των κύριων ανησυχιών του είναι και η «σκηνή της παραγωγής», η οποία είναι ένας τρόπος παρουσίασης της τέχνης και προβολής της πραγματικότητας. Το κάθε δημιούργημα του αποτελεί μια ειδική εγκατάσταση για την κάθε τοποθεσία (στην οποία δημιουργείται) ξεχωριστά, σε αντίθεση με τις επικρατέστερες ιδέες ενός αυτόνομου έργου τέχνης.
Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί πως τα έργα του έχουν αποκτήσει μια διάσταση που βρίσκεται πιο κοντά στο γλυπτό και την αρχιτεκτονική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η εικαστική παρέμβασή του στο Baltic Centre (Αγγλία) – μεταμόρφωσε ολόκληρο το κτίριο σε ένα χρωματιστό καλειδοσκόπιο. Χρωμάτισε τα γυάλινα παράθυρα του Baltic γεμίζοντας έτσι το εσωτερικό του με χρωματιστά φώτα που πέφτουν σε κάθε δωμάτιο και διάδρομο. Μέσα από αυτή την παρέμβαση όλο το κέντρο γίνεται μια πολύχρωμη και συγκλονιστική εμπειρία για τον κάθε επισκέπτη και επισκέπτρια, που αλλάζει ανάλογα με την ώρα της ημέρας.
Ένα από τα πιο επιβλητικά του έργα είναι το πρόσφατο “Observatory of Light” στο Fondation Louis Vuitton του Frank Gehry στο Παρίσι. Το “Observatory of Light” είναι ένα δημιούργημα που σου προκαλεί τεράστιο δέος καθώς το βλέπεις ακόμη και μέσα από τις (παρακάτω) φωτογραφίες. Καλύπτοντας τα παράθυρα του κτιρίου με μια σειρά πολύχρωμων φίλτρων δημιουργείται ένα παιχνίδι χρωμάτων, προβολών, προβληματισμών στο εσωτερικό του κτιρίου.
Μια σειρά από μεγάλους καθρέφτες-γλυπτά αντανακλούν και διαθλούν το φως από τα παράθυρα του χώρου, δημιουργώντας μια καθηλωτική ατμόσφαιρα που δεν σταματάει να μεταμορφώνεται ανάλογα με την ώρα που περνάει. Με αυτή την χρωματιστή και μεγαλόπνοη παρέμβασή του, εξερευνά τον εντυπωσιακό όγκο και την κλίμακα του χώρου.
Το 1990, η Νέα Ζηλανδία τον τίμησε ως ζωντανό θησαυρό και το 1991 έλαβε το Διεθνές Βραβείο Καλύτερου Καλλιτέχνη στη Στουτγκάρδη της Γερμανίας, ακολουθούμενο από το Grand Prix National de Peinture στη Γαλλία το 1992. Το 2007 βραβεύτηκε με το Praemium Imperiale. Οι διακρίσεις δεν σταματούν εδώ καθώς υπήρξε και ένας από τους πέντε καλλιτέχνες που είχαν επιλεγεί για το έργο Angel of the South τον Ιανουάριο του 2008.