Κινηματογράφος

64o ΦΚΘ: Προβολή της ταινίας «Ουρανός» και τιμητική εκδήλωση για τον Μισέλ Δημόπουλο

Φίλοι, συνεργάτες και συγγενείς, τίμησαν τη μνήμη του Μισέλ Δημόπουλου, διευθυντή του Φεστιβάλ από το 1991 έως το 2005, ενώ την ίδια μέρα, πραγματοποιήθηκε η προβολή της σπουδαίας αντιπολεμικής ταινίας του Τάκη Κανελλόπουλου, "Ουρανός".

Parallaxi
64o-φκθ-προβολή-της-ταινίας-ουρανός-κα-1077984
Parallaxi

Αγαπημένοι φίλοι, συνεργάτες και συγγενείς, σε ατμόσφαιρα ιδιαίτερης συγκίνησης, τίμησαν το Σάββατο 4 Νοεμβρίου τη μνήμη του Μισέλ Δημόπουλου, διευθυντή του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης από το 1991 έως το 2005. Στην κατάμεστη αίθουσα Παύλος Ζάννας προβλήθηκε Το πνεύμα του μελισσιού του Βίκτορ Ερίθε, αγαπημένη ταινία του οραματιστή και πρωτοπόρου Μισέλ Δημόπουλου. Η προβολή ήταν αφιερωμένη στον άνθρωπο που διεύρυνε τους ορίζοντες του θεσμού, κάνοντας πραγματικότητα τη διεθνοποίηση του Φεστιβάλ.

Μιλώντας πριν την έναρξη της προβολής, οι δημοσιογράφοι Βένα Γεωργακοπούλου και Μαρία Κατσουνάκη, ο κριτικός κινηματογράφου Χρήστος Μήτσης, καθώς και ο Δημήτρης Κερκινός, υπεύθυνος των αφιερωμάτων του Φεστιβάλ και επικεφαλής του τμήματος Survey Expanded, αναφέρθηκαν στην προσωπική τους σχέση και στα κοινά τους βιώματα με τον Μισέλ Δημόπουλο. Παράλληλα, ανέδειξαν την πολύτιμη προσφορά του στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπως και τη συνολική παρακαταθήκη που άφησε στον σύγχρονο πολιτισμό της χώρας. Τους ομιλητές προλόγισε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ, Ορέστης Ανδρεαδάκης, σημειώνοντας ότι το φετινό Φεστιβάλ αποτίει φόρο τιμής στον Μισέλ Δημόπουλο με μια σειρά από ενέργειες, όπως η μετονομασία του Χρυσού Αλέξανδρου του διευρυμένου τμήματος Meet the Neighbors+ σε «Χρυσός Αλέξανδρος – Μισέλ Δημόπουλος» και το περιοδικό Πρώτο Πλάνο, το οποίο φιλοξενεί αποκλειστικά κείμενα και αναλύσεις του Μισέλ Δημόπουλου.

Παίρνοντας αρχικά τον λόγο, η δημοσιογράφος Βένα Γεωργακοπούλου αναφέρθηκε στις προκλήσεις και στις δυσκολίες που αντιμετώπισε ο Μισέλ Δημόπουλος στη διάρκεια της θητείας του, σε μια εποχή που σημάδεψε ανεξίτηλα την εξέλιξη και την αναβάθμιση του θεσμού. «Προσπαθώ να θυμηθώ ποια είναι η πρώτη μου εικόνα από τον Μισέλ Δημόπουλο. Διαλέγω ένα απόγευμα, αρχές δεκαετίας του ’80, κάτω από το Καφενείο των Γυναικών στη Γενναδίου, να περιμένει ένα κορίτσι. Η είσοδος σε άντρες ήταν αυστηρά απαγορευμένη, δεν τολμούσε ποτέ να ανέβει κανείς εκεί πάνω. Ο Μισέλ μού φάνηκε ψηλός, θεόρατος, κομψός και πάρα πολύ ωραίος. Και φυσικά ήξερα ποιος ήταν, γιατί το φεμινιστικό κίνημα και η διανόηση ήταν τότε συγκοινωνούντα δοχεία». Αντιπαραθέτοντας το έντονα συγκρουσιακό πολιτικό περιβάλλον της εποχής, όταν ο ίδιος έκανε τα πρώτα του βήματα ως επικεφαλής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, με τον αγώνα του για τον εκσυγχρονισμό του θεσμού, η Βένα Γεωργακοπούλου έδωσε το στίγμα του χαρακτήρα του. «Αυτός ο εσωστρεφής, ήρεμος άνθρωπος, που ήταν αφοσιωμένος στην τέχνη του με έναν θεωρητικό και λόγιο τρόπο, ανέλαβε την ευθύνη να γίνει ο μπροστάρης σε έναν αδιανόητο πολιτικό αγώνα για τον θεσμικό εκσυγχρονισμό», σχολίασε χαρακτηριστικά. «Διέθετε μια απίστευτη πίστη στο όραμά του και μια εσωτερική συγκρότηση και προσήλωση στον στόχο του να αλλάξει το φεστιβάλ».

Αμέσως μετά, τη σκυτάλη πήρε η δημοσιογράφος Μαρία Κατσουνάκη, η οποία σκιαγράφησε την πολυσχιδή και ακούραστη προσωπικότητα του Μισέλ Δημόπουλου. «Ο Μισέλ ήταν εργάτης του σινεμά, ήταν όμως και ένας αληθινός ταξιδιώτης της τέχνης του κινηματογράφου. Πήγαινε σε όλο τον κόσμο, σε όλα τα φεστιβάλ, αλλά και σαν ταξιδιώτης στον χρόνο είχε την άνεση να διατρέχει τα 130 χρόνια ιστορίας του κινηματογράφου με μεγάλη ασφάλεια, χωρίς να σκοντάφτει πουθενά. Ταξιδιώτης και των ιδεών, φυσικά, γιατί τις διαμόρφωνε, συμμετείχε στη ζύμωση, ήταν μέρος της γέννησής τους. Φυσικά, ταξιδιώτης και στις γλώσσες και στην ανθρώπινη επικοινωνία, γιατί εκτός από τα γαλλικά, που ήταν σχεδόν μητρική του γλώσσα, μιλούσε άπταιστα αγγλικά και ιταλικά», ανέφερε αρχικά. Όσο για τη σχέση του Μισέλ Δημόπουλου με το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, η Μαρία Κατσουνάκη σημείωσε: «Ήταν ένας άνθρωπος οργανικά δεμένος με το σινεμά, τρεφόταν από τις ταινίες, σχεδόν ζούσε μέσα στο Φεστιβάλ. Το Φεστιβάλ ήταν το δικό του “Πνεύμα του μελισσιού”. Τον θυμάμαι πάντα όρθιο και σε κίνηση, πότε στατικό ή πίσω από ένα γραφείο. Ήταν ένας άνθρωπος των συναντήσεων και όχι των εξ αποστάσεως συνεννοήσεων. Ο Μισέλ δεν υποδύθηκε τον ρόλο του διευθυντή. Ήταν ο ρόλος, ο ίδιος τον διαμόρφωσε και του έδωσε σχήμα. Μαζί με τον Δημήτρη Εϊπίδη ήταν εκείνοι που δημιούργησαν το Φεστιβάλ, του έδωσαν μορφή και χαρακτήρα».

Ο κριτικός κινηματογράφου Χρήστος Μήτσης αναφέρθηκε στον ενωτικό χαρακτήρα του Μισέλ Δημόπουλου, στην αφοσίωσή του τόσο στον θεσμό του Φεστιβάλ όσο και στην προάσπιση του ελληνικού σινεμά, αλλά και στην παρακαταθήκη του στον πολιτισμό της χώρας μέσα από τις εκδόσεις που επιμελήθηκε. «Κρίνοντας με βάση με το έργο που έχει αφήσει πίσω του, ο Μισέλ υπήρξε το ζωντανό παράδειγμα για το τι πραγματικά σημαίνει, στην πλήρη του έννοια, να είσαι κριτικός κινηματογράφου. Ο Μισέλ μάς έμαθε όλους σινεμά, χωρίς καμία υπερβολή», συμπλήρωσε αρχικά για να προσθέσει στη συνέχεια: «Το έργο του στο τιμόνι του Φεστιβάλ, σε συνδυασμό φυσικά με τις εκδόσεις του Φεστιβάλ που επιμελήθηκε με τόση αυταπάρνηση, είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να βρει κανείς στην ελληνική γραμματεία για την τέχνη του κινηματογράφου. Τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει να εκδίδονται και να κυκλοφορούν βιβλία για τον κινηματογράφο, αλλά σχεδόν μέχρι το 2000 μονάχα ο Αιγόκερως και οι εκδόσεις του Φεστιβάλ υπήρχαν στον χώρο. Τα κείμενα, οι αναλύσεις και οι εκδόσεις του Μισέλ είναι ανεκτίμητης αξίας και καταδεικνύουν την προσφορά του στον πολιτισμό της χώρας, πέρα από όλα όσα γνωρίζουμε πως πέτυχε ως διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης».

Την εμπειρία του από την επαγγελματική συνεργασία στο πλευρό του Μισέλ Δημόπουλου μοιράστηκε με το κοινό ο Δημήτρης Κερκινός: «Πρωτογνώρισα τον Μισέλ ως μαθητής γυμνασίου μέσα από τις σελίδες του Σύγχρονου Κινηματογράφου, που μαζί με την Κινηματογραφική Λέσχη στην οποία είχε την συνεπιμέλεια, αποτέλεσαν την πρώτη μου μαθητεία στον κινηματογράφο. Όταν ξεκίνησα να δουλεύω στο Φεστιβάλ, η χαρά μου ήταν απερίγραπτη, όπως επίσης και η αγωνία μου να σταθώ με επάρκεια, καθώς ένιωθα πως έδινα κρυφές εξετάσεις σε κάποιον από τον οποίον είχα μάθει τόσα πολλά. Γιατί ο Μισέλ, όπως και για πάρα πολύ κόσμο, έτσι και για μένα, πάνω απ’ όλα ήταν ένας δάσκαλος. Για εμάς που αγαπάμε το σινεμά και το Φεστιβάλ, ο Μισέλ ήταν πηγή έμπνευσης και σεβασμού. Είναι εκείνος που του χάρισε διεθνή αίγλη, που έφερε στη Θεσσαλονίκη τεράστια ονόματα του παγκόσμιου κινηματογράφου, που ανακάλυψε νέους δημιουργούς. Είναι εκείνος που εισήγαγε τις κινηματογραφικές εκδόσεις, αφήνοντας μια κληρονομιά που δεν θα ξεθωριάσει ποτέ, γιατί όσα χρόνια και αν να περάσουν, θα συνεχίσουμε να ανατρέχουμε σε αυτές. Οργάνωσε μεγαλειώδη αφιερώματα, έφερε το Balkan Fund, τον προπομπό της σημερινής Aγοράς, άνοιξε τον δρόμο για τους επόμενους καλλιτεχνικούς διευθυντές για να οδηγήσουν το Φεστιβάλ ένα βήμα παραπέρα και να αφήσουν κι εκείνοι με τη σειρά τους το στίγμα τους. Για όλα αυτά Μισέλ, σε ευχαριστούμε πάρα πολύ».

Καθολικά προσβάσιμη προβολή της ταινίας Ουρανός του Τάκη Κανελλόπουλου και συζήτηση με τον ιστορικό Μαρκ Μαζάουερ

Στο πλαίσιο του αφιερώματος του 64ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης στον σπουδαίο δημιουργό Τάκη Κανελλόπουλο πραγματοποιήθηκε η προβολή της ταινίας Ουρανός (1962), μίας από τις σπουδαιότερες αντιπολεμικές ταινίες στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, το Σάββατο 4 Νοεμβρίου, στο Ολύμπιον. Η ταινία προβλήθηκε με όρους καθολικής προσβασιμότητας για το κοινό με χορηγό προσβασιμότητας την Alpha Bank. Μετά την προβολή ακολούθησε συζήτηση για την κινηματογραφική κληρονομιά του Ουρανού με τον διακεκριμένο ιστορικό, καθηγητή του Πανεπιστημίου Κολούμπια και διευθυντή της Πρωτοβουλίας για τις Δημόσιες Ανθρωπιστικές Επιστήμες Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (SNFPHI) του Πανεπιστημίου Κολούμπια, Μαρκ Μαζάουερ και τον επιμελητή του αφιερώματος στον Τάκη Κανελλόπουλο και κριτικό κινηματογράφου (flix.gr), Μανώλη Κρανάκη. H συζήτηση, την οποία συντόνισε ο συνεργάτης του διεθνούς προγράμματος του Φεστιβάλ και συγγραφέας, Γιάννης Παλαβός, μεταδόθηκε σε live streaming από το κανάλι του Φεστιβάλ στο YouTube.

Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Ορέστης Ανδρεαδάκης καλωσόρισε το κοινό. «Είμαστε πολύ χαρούμενοι που παρουσιάζουμε αυτό το αφιέρωμα στον Τάκη Κανελλόπουλο, τον μοναδικό σκηνοθέτη στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, ο οποίος έζησε όλη του τη ζωή και γύρισε όλες τις ταινίες του στη Θεσσαλονίκη και στη γύρω περιοχή. Θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους όσοι μας βοήθησαν σε αυτό το αφιέρωμα και ιδιαίτερα την οικογένεια του Τάκη Κανελλόπουλου. Είμαστε ακόμη πιο χαρούμενοι που έχουμε μαζί μας έναν από τους σημαντικότερους ιστορικούς της εποχής μας, τον Μαρκ Μαζάουερ».

Μετά το τέλος της προβολής ο Μαρκ Μαζάουερ ανέλυσε το ιστορικό πλαίσιο της ταινίας, σχολιάζοντας ότι ο Ουρανός προσφέρει μια εκπληκτική και βαθιά ματιά για τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ελλάδα. «Αυτό που έκανε (ο Κανελλόπουλος) και προτού καν το σκεφτεί κάποιος ιστορικός, ήταν ότι εστίασε την προσοχή του σε μια συγκεκριμένη κομβική ιστορική περίοδο, από τον Οκτώβρη του ’40 μέχρι τον Απρίλιο του ’41, η οποία έμελλε να καθορίσει τα επόμενα 30-40 χρόνια της χώρας. Είναι με αυτόν τον τρόπο, νομίζω, ένα έργο με προφητικές ιδιότητες. Επιπλέον, δεν ρίχνει το βλέμμα του στις μεγάλες πολιτικές, αλλά στους κοινούς στρατιώτες και στους καθημερινούς ανθρώπους, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς εκείνη την εποχή δεν είναι τα μεγάλα πολιτικά πρόσωπα στο προσκήνιο, αλλά ο κοινός στρατιώτης και η εμπειρία του, στοιχείο που προμηνύει τι θα συμβεί στην ελληνική κοινωνία μετέπειτα. Υπό αυτή την έννοια, η ταινία είναι ένα αληθινό αριστούργημα». Ο κ. Μαζάουερ τόνισε μεταξύ άλλων πως αν και η ταινία δεν συνιστά άμεση ιστορική πηγή «μπορεί να αποτελέσει μια πηγή κατανόησης για την περίοδο. Νομίζω πως χρειαζόμαστε έναν μεσολαβητή σαν τον Κανελλόπουλο για να δώσει ζωή σε αυτό το παρελθόν. Όχι για να πει την τελευταία λέξη, αλλά για να μας δώσει μια ιδέα, για να αναλογιστούμε από μια διαφορετική σκοπιά την ιστορία» ανέφερε ο κ. Μαζάουερ.

Ο κ. Κρανάκης, ο οποίος στο πλαίσιο του αφιερώματος επιμελήθηκε και την πρωτότυπη εικαστική εγκατάσταση με τίτλο «Τάκης Κανελλόπουλος: Ονειρεύομαι μια εκδρομή», αναφέρθηκε στη θέση που κατέχει η ταινία μέσα στη συνολική δουλειά του Τάκη Κανελλόπουλου, ενώ παράλληλα σχολίασε τις διάφορες ερμηνείες του αντιπολεμικού της χαρακτήρα. «Έπειτα από χρόνια μελέτης του ελληνικού σινεμά είμαι σίγουρος πως ο Ουρανός αποτελεί αδιαμφισβήτητο αριστούργημα σε διεθνές επίπεδο. Θα έλεγα πως η ταινία αποτελεί ένα είδος επαναστατικής πράξης. Το πρόβλημα με τον Τάκη Κανελλόπουλο είναι ο εξοστρακισμός του από την ελληνική ιστορία και τον Νέο Ελληνικό Κινηματογράφο της δεκαετίας του ’70. Αποκλείστηκε γιατί χαρακτηρίστηκε “μη πολιτικοποιημένος” σκηνοθέτης. Μπορούμε πλέον να πούμε πως πρόκειται για μια καθαρά πολιτική ταινία, γιατί είναι πολιτικό να αντλείς για το σενάριό σου από αληθινές ιστορίες και να επαναπροσδιορίζεις την έννοια του πατριωτισμού. Εύκολα τη χαρακτηρίζουμε ως μια αντιπολεμική ταινία, αλλά νομίζω πως ο Ουρανός θέλει να μοιραστεί το πολύ απλό γεγονός, πως στον πόλεμο δεν υπάρχουν νικητές παρά μόνο άνθρωποι που χάνουν την ανθρωπιά τους» ανέφερε μεταξύ άλλων. «Για μένα η αντιπολεμική σημασία της ταινίας έγκειται στο γεγονός πως δεν υπάρχει εχθρός, δεν βλέπουμε τον εχθρό και αυτό ήταν μια συνειδητή επιλογή του Κανελλόπουλου. Ο εχθρός είναι ο ίδιος ο πόλεμος. Ήθελε να δώσει μια εξήγηση στο ακατανόητο του πολέμου, το ότι μας καταστρέφει, αυτή είναι η βασική αντιπολεμική χροιά της ταινίας».

Στο σημείο αυτό, σε ερώτηση του Γιάννη Παλαβού σχετικά με τη σύγχρονη «μετάφραση» της ταινίας, δεδομένων των δύο ενεργών πολεμικών μετώπων στη Γάζα και την Ουκρανία, ο Μαρκ Μαζάουερ τόνισε: «Ο πόλεμος δεν είναι πάντα και παντού το ίδιο. Υπάρχουν διάφορα είδη πολέμου. Ο πόλεμος που εκτυλίσσεται τώρα στην Γάζα είναι διαφορετικός από τον πόλεμο που εκτυλίσσεται στην Ουκρανία, και ο πόλεμος που απεικονίζει (ο Κανελλόπουλος) είναι ένα συγκεκριμένο είδος πολέμου, με τον οποίο δεν υπάρχουν άμεσες αναλογίες. Αυτό που μου προκαλεί εντύπωση είναι πως τον Οκτώβρη του ’40, όταν η Ελλάδα μπήκε στον πόλεμο, ήταν μια σχετικά σταθερή κοινωνία με ένα σχετικά, για την εποχή, λειτουργικό κράτος, το οποίο μπορούσε να κινητοποιήσει (τον στρατό) σε ικανοποιητικό επίπεδο. Μέχρι τον Απρίλιο του ’41 το κράτος είχε καταρρεύσει. Όταν μπαίνεις σε έναν πόλεμο δεν γνωρίζεις ποτέ τι θα συμβεί και τι συνέπειες θα ακολουθήσουν και νομίζω πως αυτό ισχύει και για τη Γάζα τη δεδομένη στιγμή. Φαίνεται πως δεν υπάρχει ιδιαίτερη σκέψη για το τι θα ακολουθήσει, αλλά είναι σχεδόν σίγουρο πως θα ισχύσει ο νόμος της ακούσιας συνέπειας. Αυτό νομίζω πως είναι και ένα πιθανό μήνυμα της ταινίας».

Λίγο πριν η συζήτηση ανοίξει προς το κοινό, οι ομιλητές σχολίασαν το κατά πόσο η σύγχρονη ελληνική κοινωνία είναι πιο δεκτική στο να αναλογιστεί το παρελθόν της «ακόμη και αν αυτό σημαίνει να αναγνωρίσει άβολες αλήθειες», όπως ανέφερε ο κ. Παλαβός, ενώ ο κ. Κρανάκης έθεσε τον προβληματισμό πως «η Ελλάδα έχει πρόβλημα με το να αντιμετωπίζει το παρελθόν της. Δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος, έχουμε μια προβληματική σχέση με την ιστορία μας και τείνουμε να ζούμε στην ασφάλεια των όσων μάθαμε στο σχολείο ή των ψευδών ειδήσεων που ακούμε, οπότε νομίζω πως μια ταινία όπως ο Ουρανός θα μπορούσε μεν σήμερα να προβληθεί πολύ πιο ελεύθερα, αλλά δεν νομίζω πως θα σημείωνε επιτυχία».

Ακολούθησαν ερωτήσεις και σχόλια από το κοινό για το έργο του δημιουργού και την ιστορική περίοδο στην οποία εκτυλίσσεται. Στη διάρκεια της συζήτησης, τον λόγο πήρε μεταξύ άλλων ο ηθοποιός της ταινίας -και πρωταγωνιστής σε μία από τις εμβληματικές της σκηνές- Γιώργος Φουρνιάδης, ο οποίος μοιράστηκε συγκινητικές ιστορίες από τη συνεργασία του με τον Τάκη Κανελλόπουλο, αλλά και από τα γυρίσματα της ταινίας.

Στις τελευταίες του τοποθετήσεις, ο κ. Μαζάουερ στάθηκε στον τρόπο με τον οποίο η ταινία «παρουσιάζει την πορεία της συλλογικής εμπειρίας του πολέμου, το χτίσιμο μιας “νέας κοινωνικής αλληλεγγύης” που συνδέει τους καθημερινούς ανθρώπους, όταν απουσιάζουν οι επίσημες δομές και οι θεσμοί». Παράλληλα, αναφέρθηκε και στη σπουδαία καλλιτεχνική αξία της ταινίας: «Θα ήθελα να προσθέσω πως ενώ η συζήτησή μας εστίασε στην ιστορία και στην πολιτική της εποχής, παρακολουθώντας την ξανά απόψε, τα σημεία που μου έκαναν την μεγαλύτερη εντύπωση εντοπίζονται σε ένα τελείως διαφορετικό πεδίο, όπως στην αφηγηματική χρήση του νερού στην ταινία. Υπάρχει μια συγκλονιστική χρήση του φυσικού τοπίου ως αφηγηματικού οχήματος και σίγουρα δεν σκέφτηκα μόνο εγώ τον Αγγελόπουλο στο εναρκτήριο πλάνο της ταινίας με τα σύννεφα. Όλα τα παραπάνω συνδέονται μεταξύ τους και αυτό το στοιχείο την καθιστά μια εξαιρετική ταινία και όχι απλώς ένα πολύτιμο ιστορικό κειμήλιο».

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα