65ο ΦΚΘ: Εγκαινιάστηκε η οπτική εγκατάσταση Interfears με τον Ματ Ντίλον και τον Γέσπερ Γιουστ

Συνδυάζοντας την απεικόνιση των συναισθημάτων με την τεχνολογία fMRI, η ταινία στρέφει ένα αποστασιοποιημένο βλέμμα στα συναισθήματα ως πολιτισμικά αγαθά

Parallaxi
65ο-φκθ-εγκαινιάστηκε-η-οπτική-εγκατάστ-1238541
Parallaxi

Τα εγκαίνια της οπτικής εγκατάστασης Interfears πραγματοποιήθηκαν τη Δευτέρα 4 Νοεμβρίου στο MOMus-Πειραματικό Κέντρο Τεχνών (Αποθήκη Β1-Λιμάνι Θεσσαλονίκης), παρουσία δανού καλλιτέχνη Γέσπερ Γιουστ, στο έργο του οποίου φιλοξενεί αφιέρωμα το 65ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, αλλά και του πρωταγωνιστή Ματ Ντίλον, ο οποίος τιμά με την παρουσία του το φετινό Φεστιβάλ.

Στο Interfears, την τελευταία του ταινία, ο Γέσπερ Γιουστ εξερευνά το συναισθηματικό τοπίο του εγκεφάλου ενός ηθοποιού. Ενσωματωμένος σε έναν σαρωτή fMRI, ο ηθοποιός (Ματ Ντίλον) απαγγέλλει έναν μονόλογο, ενώ το μηχάνημα καταγράφει και αποτυπώνει τα εγκεφαλικά του κύματα σε δισδιάστατες και τρισδιάστατες αναπαραστάσεις. Συνδυάζοντας την απεικόνιση των συναισθημάτων με την τεχνολογία fMRI, η ταινία στρέφει ένα αποστασιοποιημένο βλέμμα στα συναισθήματα ως πολιτισμικά αγαθά και στις συναισθηματικές αναπαραστάσεις ως τεχνητές – είτε αυτές τις υποδύεται ένας ηθοποιός είτε τις αποτυπώνει ένα μηχάνημα.

Τους δύο εκλεκτούς προσκεκλημένους του 65ου ΦΚΘ καλωσόρισε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ, Ορέστης Ανδρεαδάκης: «Καλησπέρα σε όλες και όλους. Είμαστε πολύ χαρούμενοι που θα δούμε μια ακόμη πτυχή της καλλιτεχνικής έκφρασης του Ματ Ντίλον, αλλά και την εγκατάσταση του Γέσπερ Γιουστ. Θέλω να ευχαριστήσω το MOMus-Πειραματικό Κέντρο Τεχνών, έναν από τους πιο παλιούς και πιστούς συνεργάτες του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, τον πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου Επαμεινώνδα Χριστοφιλόπουλο, τη γενική διευθύντρια Φανή Τσατσάια, την καλλιτεχνική διευθύντρια του MOMus-Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Θούλη Μισιρλόγλου, όλο το προσωπικό του MOMus, το οποίο μας βοηθάει όλα αυτά τα χρόνια. Επίσης, το προσωπικό του Φεστιβάλ που εργάστηκε γι’ αυτή την έκθεση, τον Θάνο Σταυρόπουλο και τον Γιώργο Κρασσακόπουλο. Η εγκατάσταση θα είναι ανοιχτή για το κοινό καθημερινά, για ολόκληρη τη διάρκεια του Φεστιβάλ», ανέφερε αρχικά, ενώ στη συνέχεια ζήτησε από τον Ματ Ντίλον να μιλήσει για τη γνωριμία του με τον Γέσπερ Γιουστ.

«Γνωριστήκαμε σε μια έκθεση στο Βερολίνο, στην οποία συμμετείχαμε και οι δύο. Ταιριάξαμε αμέσως, αλλά αυτό συνέβη προτού μου μιλήσει γι’ αυτό το εξωφρενικό πρότζεκτ που βλέπουμε εδώ. Στην αρχή, συναντιόμασταν μεταξύ Νέας Υόρκης και Βερολίνου. Ήθελε να τραβήξει κάποια πλάνα από τον εγκέφαλό μου ενόσω εγώ θα ερμήνευα κάποιον ρόλο. Το συζητήσαμε και έγινε πραγματικότητα. Ο Γέσπερ μπορεί να μας πει πολλά περισσότερα για αυτή την ιδέα, η οποία είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα», απάντησε αρχικά ο Ματ Ντίλον, δίνοντας στη συνέχεια τον λόγο στον Γέσπερ Γιουστ.

«Είχα την ιδέα αυτή για αρκετό καιρό, να πειραματιστώ δηλαδή με έναν μαγνητικό τομογράφο και να ερευνήσω τον εγκέφαλο ενός ηθοποιού, καθώς τη στιγμή της υποκριτικής πράξης αναδύονται πολλά συναισθήματα. Έτσι λοιπόν τον κάλεσα σε ένα βραδινό γεύμα, του πρότεινα την ιδέα μου, κι εκείνος δέχτηκε αμέσως. Ήθελα να πετύχω μια συναισθηματική τοπογραφία του εγκεφάλου την ώρα που ερμηνεύει ο ηθοποιός, να παρατηρήσω τις χημικές αντιδράσεις και τα εγκεφαλικά κύματα καθώς εξελίσσεται αυτή η διαδικασία. Ήθελα επίσης να δείξω την ενδεχόμενη διαφορά ανάμεσα στα συναισθήματα που γεννιούνται στη διάρκεια μιας ερμηνείας και τα αληθινά συναισθήματα ενός ανθρώπου, και με αυτόν τον τρόπο να υπογραμμίσω ότι όλα τα συναισθήματα είναι κατά βάση παραστατικά. Φυσικά, δεν πρόκειται για επιστήμη, αλλά για τέχνη. Αν εκτελούσαμε κάποιο πείραμα, θα είχαμε βάλει 200 ηθοποιούς να περάσουν από τον ίδιο τομογράφο. Στην πραγματικότητα, έχουμε να κάνουμε με μια άκρως επιτυχημένη συνάντηση μυθοπλασίας και ανατομίας», κατέληξε σχετικά. Αμέσως μετά, ο Γέσπερ Γιουστ ρώτησε τον Ματ Ντίλον ποια ακριβώς μέθοδο χρησιμοποίησε για να δημιουργήσει ή να εκμαιεύσει ένα συναίσθημα, αλλά και το κατά πόσο εμπνέεται από προσωπικές εμπειρίες και καταστάσεις ή από εξωτερικές ιστορίες.

«Δεν πρόκειται για ένα και μόνο πράγμα, αλλά για ένα πολυπαραγοντικό κοκτέιλ έμπνευσης. Στην ουσία, η αυθεντικότητα και το τεχνητό συμπλέουν. Υπήρχε φυσικά μια αρχική βάση, η οποία δεν ήταν άλλη από το σενάριο του Γέσπερ και τη γόνιμη συζήτηση που πυροδότησε. Η αφετήρια αυτή έκανε τη δουλειά μου πάρα πολύ εύκολη, εξάλλου αυτό αναζητούν όλοι οι ηθοποιοί: ένα σενάριο που να αποτελέσει πηγή συγκίνησης. Το σενάριο είχε επίσης πολύ έντονο το μουσικό στοιχείο, προκαλώντας με αυτόν τον τρόπο την ανάλογη συγκίνηση. Στο τέλος, λοιπόν, δημιουργήθηκε ένα πολύ ιδιαίτερο αμάλγαμα. Μία πολύ χαρακτηριστική ιστορία από το σενάριο αφορά έναν κριτικό μουσικής, ο οποίος ανέπτυξε στην πορεία της καριέρας του μια πολύ οξύμωρη αντίδραση στο άκουσμα της μουσικής, καθώς του προκαλούσε επιληπτικές κρίσεις. Ήταν μια φοβερά στενάχωρη και σπαρακτική ιστορία, και ιστορίες σαν κι αυτή με ενέπνευσαν να αναρωτηθώ πώς ακριβώς μπορεί να αντιδράσει ο εγκέφαλος σε συγκεκριμένα ερεθίσματα», προσέθεσε ο Ματ Ντίλον.

Ακολούθως, ο Γέσπερ Γιουστ έδωσε ορισμένες συμπληρωματικές πληροφορίες στο κοινό: «Το Interfears έχει πέντε διαφορετικές σεναριακές πλοκές, οι οποίες αφορούν ανθρώπους που δεν μπορούν να βιώσουν συναισθήματα. Σε μία από αυτές, ένας άνθρωπος δεν μπορεί να νιώσει απολύτως τίποτα εκτός αν ακούσει μουσική. Μάλιστα, σε ένα από τα σκαναρίσματα του τομογράφου ο Ματ προσπαθούσε να φανταστεί πώς θα ήταν να ακούει μουσική, κι εμείς το αντιπαραβάλαμε με ένα άλλο στο οποίο άκουγε πράγματι μουσική. Το αποτέλεσμα ήταν εξαιρετικά παρόμοιο. Δεν γνωρίζω ακριβώς πώς λειτουργεί ο εγκέφαλος κι αν έχει κάποια σχέση ή σύνδεση με το ακουστικό κανάλι, αλλά ήταν πραγματικά πολύ ενδιαφέρον. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Ματ, ο οποίος αποδέχτηκε τις προκλήσεις ενός τέτοιου πρότζεκτ. Ήταν αρκετά τρελό, κι εγώ στη θέση του μάλλον θα φοβόμουν να το κάνω, να αφήσω τόσους ανθρώπους να κοιτάξουν μέσα στο κεφάλι μου».

Κλείνοντας την εκδήλωση, ο Ματ Ντίλον ανέφερε πως «η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν σίγουρα η έντονη κλειστοφοβία που έχω. Αυτός ήταν ο μόνος ενδοιασμός μου προτού μπω σε αυτό το μηχάνημα. Είμαι όμως πάντα χαρούμενος να αποδέχομαι νέες προκλήσεις και νέα πρότζεκτ. Ποιος ξέρει, ίσως σε αυτά τα σκαναρίσματα να δείτε αποτυπωμένα τόσο τα τεχνητά συναισθήματα που δημιούργησα όσο και τον πέρα για πέρα πραγματικό φόβο μου», κατέληξε σχετικά.

Οπτική εγκατάσταση Interfears του Γέσπερ Γιουστ: Πέμπτη 31 Οκτωβρίου-Κυριακή 10 Νοεμβρίου // 10:00-22:00 καθημερινά MOMus-Πειραματικό Κέντρο Τεχνών (Αποθήκη Β1-Λιμάνι Θεσσαλονίκης) Ελεύθερη είσοδος

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα