Η Τελευταία Πνοή: Μια τρυφερή ματιά από τον Κώστα Γαβρά για το τέλος της ζωής
Ο σπουδαίος Έλληνας σκηνοθέτης κάνει μια θεαματική στροφή μιλώντας ίσως για κάτι που είναι αυστηρά προσωπικό - Γράφει ο Γ. Γκροσδάνης
Ας ξεκινήσουμε απευθείας με μια ειλικρινή παραδοχή. Ο Κώστας Γαβράς δεν φημίζεται για την τεχνική του στο χαμηλότονο, εσωστρεφές ψυχολογικό δράμα.
Είναι κατεξοχήν γνωστός για μερικά από τα πιο γνωστά και εμπορικά πολιτικά θρίλερ των τελευταίων 50 ετών. Στην προηγούμενη ταινία του λόγου χάρη – που στην Ελλάδα συζητήθηκε εκτενώς για τους λάθος λόγους – ασχολήθηκε με το πως ο νεοφιλελευθερισμός και οι πολιτικές λιτότητας που εκπορεύονται από εξωπολιτικά κέντρα μπορεί να συνθλίψει τους λαούς και τις δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις τους.
Στην Τελευταία Πνοή κάνει μια θεαματική στροφή μιλώντας ίσως για κάτι που είναι αυστηρά προσωπικό: το τέλος της ζωής.
Μοιάζει ως σατανική σύμπτωση που ο προβληματισμός του Γαβρά συνέπεσε χρονικά με τον παρεμφερή προβληματισμό του Πέδρο Αλμοδόβαρ, ο οποίος επίσης μας μιλάει για το τέλος της ζωής και το δικαίωμα του ανθρώπου να το επιλέξει και το ορίσει αυτοβούλητα. Τίποτα φυσικά δεν είναι τυχαίο καθώς ο χρόνος είναι προφανές ότι βαραίνει αισθητά στην ψυχολογία των δύο σπουδαίων δημιουργών.
Η Τελευταία Πνοή βέβαια δεν έχει να κάνει με την ευθανασία αλλά περισσότερο με την αμηχανία που αισθάνεται ο άνθρωπος όταν νιώθει ότι φτάνει στο τέλος και την προσπάθεια να το αποδεχτεί όσο πιο αξιοπρεπώς γίνεται. Βασισμένη σε ένα βιβλίο των Ρεζίς Ντεμπρέ και Κλωντ Γκράντζ – που βοήθησαν και στην κινηματογραφική διασκευή – η ταινία εστιάζει στην αμηχανία και τη νευρικότητα που αισθάνεται ο Φαμπρίς, ένας καθηγητής και συγγραφέας φιλοσοφίας, όταν ανακαλύπτει σε μια τυχαία εξέταση μαγνητικής μια σκιά ενός όγκου σε κάποιο σημείο του σώματος του.
Η μοίρα θα τον οδηγήσει στο να συνάψει μια στενή σχέση με έναν φημισμένο γιατρό παρηγορητικής φροντίδας, ο οποίος λειτουργεί ως προπομπός της εξόδου ανίατων περιπτώσεων ασθενών. Στην προσπάθεια να καλύψει το προσωπικό του άγχος για το υποτιθέμενο τέλος ο καθηγητής λειτουργεί μέσα από αυτή την φιλία με σωκρατική μαιευτική διάθεση ανακαλύπτοντας τις αβάσταχτες δυσκολίες του τέλους αλλά και την αξιοπρέπεια που διεκδικεί κάθε άνθρωπος σε αυτή την φάση.
Η αξιοπρέπεια κάθε φορά έχει και άλλο πρόσωπο: ένα απολαυστικό γεύμα με στρείδια και λευκό κρασί δίπλα στη θάλασσα, ένα χάδι στο αγαπημένο κατοικίδιο, μια τελευταία κουβέντα αγάπης στον/στην σύντροφο τους ή ακόμα και μια θεαματική έξοδο με τσιγγάνικα βιολιά.
Ίσως να είναι άδικο για την ταινία – που είναι πολύ καλή στο σύνολο της – αλλά θα μπορούσε να είναι μια σειρά από συναρπαστικές μικρούς μήκους ιστορίες ή επεισόδια που εστιάζουν στο ίδιο θέμα. Πολύ περισσότερο επειδή πέρα από τις συγκινητικές ιστορίες που περιγράφει θα βρείτε μερικές επιμέρους τρυφερές στιγμές σπουδαίων ηθοποιών όπως η Σαρλότ Ράμπλινγκ, η Χιάμ Αμπάς ή η Άντζελα Μολίνα.
Αντιθέτως ο Γαβράς συνδέει όλες αυτές τις μικροϊστορίες με συνδετικό κρίκο την σχέση των δύο ανδρών και τον διερευνητικό φόβο του πρωταγωνιστή του που βουτάει αφοπλιστικά στις ιστορίες αυτών των ανθρώπων: τον εξαιρετικά εκφραστικό Ντενί Πονταλίντις, έναν κατά βάση θεατρικό ηθοποιό που ξέρει και το σινεμά και έχει μια φοβερή ικανότητα να εκφράζεται με το βλέμμα και το σώμα του φανερώνοντας την εσωτερική αμηχανία του χαρακτήρα που υποδύεται (και για αυτό η επιλογή του Γαβρά είναι διάνα) και τον Καντ Μεράντ που υποδύεται τον γιατρό και λειτουργεί με μια ήρεμη δύναμη απόλυτα συγκαταβατικά και παρηγορητικά σε αυτούς τους φόβους.
Η Τελευταία Πνοή είναι μια αρκετά τρυφερή και ανθρώπινη ταινία. Χαμηλότονη, εσωστρεφής, κοιτάει με στωική αγάπη στα μάτια τους θεατές της και προσπαθεί να τους πει την αλήθεια για ένα πολύ δύσκολο θέμα. Αποφεύγει τους μελοδραματισμούς, αποφεύγει την μοιρολατρική αποδοχή, όπως επίσης και την σκληρότητα (θυμηθείτε εδώ το Amour του Χάνεκε) αλλά εστιάζει με κατανόηση και προσοχή στο θέμα της.
Μέσα σε αυτή την αγωνία του καθηγητή φιλοσοφίας κρύβεται φυσικά και ένας ενδόμυχος πολιτικός και κοινωνικός προβληματισμός, που ξετυλίγεται εύστοχα και διακριτικά μέσα στην ταινία. Όπως λχ ότι η Ευρώπη σε λίγα χρόνια θα είναι μια ήπειρος γερόντων ή ότι όλοι δικαιούνται σε αυτό το τέλος – ανεξάρτητα αν στη ζωή τους ήταν άδικοι, σκληροί, φτηνοί, άγριοι – την ίδια αγάπη και προσοχή τόσο από το (κοινωνικό) κράτος όσο και από τους οικείους τους.
Φυσικά η βαθύτερη ουσία της δεν είναι αυτό το δευτερεύον πολιτικό σχόλιο και έτσι είναι δύσκολο να μας πει την αλήθεια ολόκληρη – μεταξύ μας σε έναν άλλο, ιδανικό κόσμο θα ήταν υπέροχο αν όλοι οι γιατροί και οι νοσηλευτές διάβαζαν όχι φιλοσοφία αλλά έστω ένα βίπερ, όπως συμβαίνει στην Τελευταία Πνοή.
Όμως και πάλι αυτά τα σεναριακά φτιασίδια δεν μειώνουν την αξία της ταινίας. Γιατί όσο προσωπικό κι αν είναι το θέμα, ο φόβος του ήρωα της ταινίας μπορεί να είναι ο φόβος του καθενός μας.
*εικόνα: EUROKINISSI/ΣΤΕΛΙΟΣ ΜΙΣΙΝΑΣ