Κινηματογράφος

Masterclass από τον Νικολά Φιλιμπέρ στο 27ο ΦΝΘ: «Αυτοσχεδιασμός, μια ηθική αναγκαιότητα»

Ο σπουδαίος δημιουργός μοιράστηκε πτυχές της δημιουργικής του διαδικασίας, καθώς και τη σημασία της ανθρώπινης πλευράς στις ταινίες παρατήρησης

Parallaxi
masterclass-από-τον-νικολά-φιλιμπέρ-στο-27ο-φνθ-α-1290580
Parallaxi

To πρωί του Σαββάτου 8 Μαρτίου, στην αίθουσα Παύλος Ζάννας, το κοινό του 27ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει ένα συναρπαστικό masterclass από τον σπουδαίο δημιουργό Νικολά Φιλιμπέρ, επίσημο προσκεκλημένο της φετινής διοργάνωσης. Ένας από τους πιο εμβληματικούς ντοκιμαντερίστες των εποχών μας, με Χρυσή Άρκτο, Σεζάρ και βραβείο της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου στο ενεργητικό του, ο Νικολά Φιλιμπέρ διαχρονικά καταγράφει τα μυστήρια της ανθρώπινης πραγματικότητας. Στο masterclass που παρέδωσε με τίτλο «Αυτοσχεδιασμός, μια ηθική αναγκαιότητα» ο Φιλιμπέρ μοιράστηκε πτυχές της δημιουργικής του διαδικασίας, καθώς και τη σημασία της ανθρώπινης πλευράς στις ταινίες παρατήρησης.

Ο συντονιστής του masterclass σκηνοθέτης Μάρκο Γκαστίν καλωσόρισε το κοινό και τον Νικολά Φιλιμπέρ, κάνοντας μια σύντομη αναδρομή στο έργο και στην πορεία του κορυφαίου γάλλου δημιουργού από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 μέχρι και σήμερα. Ανοίγοντας τη συζήτηση, ο Μάρκο Γκαστίν σημείωσε πώς η κουβέντα θα είναι αυθόρμητη και αυτοσχεδιαστική, σε απόλυτη αρμονία τόσο με τον τίτλο του masterclass όσο και με τη συνολική σκηνοθετική προσέγγιση του Νικολά Φιλιμπέρ. «Ο τρόπος του Φιλιμπέρ χαρακτηρίζεται από τη διάθεσή του να παρατηρεί και να μοιράζεται συναισθήματα και λόγια ανθρώπων διαφορετικών από τον μέσο όρο, αλλά και την προσπάθειά του να τους καταλάβει. Ένα από τα πιο έντονα χαρακτηριστικά των ταινιών του είναι ότι παρατηρώντας τους άλλους, παρατηρεί τον εαυτό του την ίδια ακριβώς στιγμή, μετατρέποντας τη διαδικασία της κινηματογραφικής δημιουργίας σε μοίρασμα ζωής» είπε σχετικά.

Τον λόγο πήρε αμέσως μετά ο Νικολά Φιλιμπέρ, ο οποίος ευχαρίστησε και χαιρέτησε τους παρευρισκόμενους, αναφέροντας πως η λέξη «φεστιβάλ» οφείλει να εκφράζει και να συμπεριλαμβάνει όλους όσοι βρίσκονται στην αθέατη πλευρά της τέχνης. Σχολιάζοντας τη διαδεδομένη αντίληψη που αντιμετωπίζει τις ταινίες μυθοπλασίας και τα ντοκιμαντέρ ως δύο εξ ολοκλήρου διαφορετικά πεδία, ο Νικολά Φιλιμπέρ απάντησε: «Πράγματι, συχνά ο κόσμος με ρωτάει “ωραία τα ντοκιμαντέρ αλλά πότε θα κάνεις κανονική ταινία;” Καταπιάστηκα με το ντοκιμαντέρ αφότου είχα ήδη μπει στον κόσμο του κινηματογράφου, έναν κόσμο που αγαπούσα έτσι κι αλλιώς. Εκείνη την εποχή, τα ντοκιμαντέρ που κυκλοφορούσαν ήταν λίγα, είχα δει ελάχιστα. Γυρίζοντας το πρώτο μου ντοκιμαντέρ άρχισα να ανακαλύπτω το είδος και να το απολαμβάνω. Ο κόσμος του ντοκιμαντέρ μπορεί να προσφέρει ευρύ έδαφος δημιουργίας. Στο ντοκιμαντέρ υπάρχουν χιλιάδες τρόποι να μιλήσει κανείς για τον κόσμο. Όσο και αν δεν ενθουσιάζομαι με τον χαρακτηρισμό “ντοκιμαντερίστας”, αυτός είναι που με έχει συνοδεύσει στην καριέρα μου» σημείωσε σχετικά.

Σε ερώτηση του Μάρκο Γκαστίν για την αφετηρία της δημιουργικής προσέγγισής του σε κάθε νέο εγχείρημα, ο Νικολά Φιλιμπέρ τόνισε πως δίνει τη μεγαλύτερη σημασία στο σημείο εκκίνησης. «Για να ξεκινήσει κανείς μια ταινία χρειάζεται ένα σταθερό σημείο εκκίνησης, έναν βατήρα. Ωστόσο, όταν τελικά μπαίνω στη διαδικασία να γυρίσω μια ταινία, αυτό που δεν γνωρίζω είναι το σημείο άφιξης. Το λέω συχνά και στους φοιτητές μου: η ίδια η ταινία θα σας παρασύρει. Δεν είναι καν πρωτεύον ποιο θέμα πραγματεύεται, για μένα δεν υπάρχουν καλά ή λιγότερο καλά, μεγάλα ή μικρά θέματα. Μπορούμε κάλλιστα να δημιουργήσουμε ενδιαφέρουσες ταινίες για μικρά, σχεδόν μπανάλ, θέματα, αλλά και αδιάφορες ταινίες για μεγάλα ζητήματα. Η ομορφιά μιας ταινίας δεν είναι αναλογική του βεληνεκούς του θέματος το οποίο αναλύει. Για παράδειγμα η ταινία Στο Ποταμόπλοιο δεν είναι στην πραγματικότητα μια ταινία για την ψυχική υγεία, αλλά ένα ντοκιμαντέρ για τους ίδιους τους ασθενείς. Θέλω να νιώθω τη βεβαιότητα ότι έχω πλήρη πρόσβαση στον μικρόκοσμο της κάθε ιστορίας και ότι θα έχω την ευχέρεια να παρατηρώ όσα συμβαίνουν σε καθημερινή βάση. Θέλω, επίσης, να είμαι σίγουρος –αν και είναι δύσκολο– ότι υπάρχει μια εδραιωμένη σχέση επικοινωνίας με τους ανθρώπους που θα παρατηρήσω. Θέλω να δημιουργώ τις αισθητικές, πολιτικές και οικονομικές σχέσεις έτσι ώστε οι άνθρωποι της ταινίας να διακατέχονται από την επιθυμία να προσφέρουν κάτι τόσο σε μένα όσο και στο κοινό. Στην αρχή του πρότζεκτ είναι αδύνατο να γνωρίζω τι θα μου προσφέρουν, το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να τους ακούσω και να τους καταλάβω. Έχω μια αρχική ιδέα κατά νου και συλλέγω ό,τι επιλέγουν να μου χαρίσουν οι πρωταγωνιστές μου, ακόμη και αν δεν γνωρίζω εκ των προτέρων περί τίνος πρόκειται» υπογράμμισε.

Στη συνέχεια, ο Μάρκο Γκαστίν αναφέρθηκε στον κομβικό ρόλο που διαδραματίζουν οι επιλεγμένες τοποθεσίες στο έργο του Φιλιμπέρ, καθώς και στις δυσκολίες που πιθανόν να προκύπτουν όταν προσεγγίζει, για παράδειγμα, ψυχιατρικά ιδρύματα. «Πίσω από κάθε τοποθεσία υπάρχει μια κοινότητα με ανθρώπους. Είναι πολύ σημαντικό για μένα να μελετήσω τον τρόπο με τον οποίον καταφέρνουν να συνυπάρχουν.

Σε κάθε ταινία λειτουργεί διαφορετικά αυτή η διαδικασία. Συνήθως δεν μου παίρνει πολύ χρόνο μέχρι να πάρω την κάμερα. Στην ταινία Είμαι και Έχω οι μαθητές είναι πολύ αυθόρμητοι, γι’ αυτό και μου πήρε ελάχιστο χρόνο να τους καταγράψω με την κάμερα. Τη μια μέρα μαζευτήκαμε με τους μαθητές, τους γονείς και τους δασκάλους και την επόμενη πήγα με κάμερες στο σχολείο. Άφησα τους μαθητές να επεξεργαστούν τον εξοπλισμό και τα μηχανήματα, και ξεκινήσαμε να δουλεύουμε. Στην ταινία Στο ποταμόπλοιο δεν μπήκα απευθείας στην πλωτή δομή με την κάμερα, θα ήταν αγενές και επιθετικό από μέρους μου. Χρειάστηκα λίγο καιρό να εξηγήσω τι έψαχνα, ποιος ήταν ο λόγος που ήμουν εκεί. Προσπάθησα να εξηγήσω στους ανθρώπους εκεί ότι είχαν το απόλυτο δικαίωμα να δεχτούν ή όχι να συμμετάσχουν. Μου πήρε επίσης λίγο χρόνο για να εξηγήσω τι σημαίνει ταινία, προβολή, πλατφόρμα, μοντάζ, διότι νιώθω πως όποιος παίρνει μέρος σε μια ταινία οφείλει να γνωρίζει. Άλλες φορές μπορεί να χρειαστεί χρόνος για να κατασταλάξει κανείς στο αν θέλει να συμμετάσχει. Αδιαμφισβήτητα, είναι αρκετά τρομακτικό να εμφανίζεται ξαφνικά ένας άνθρωπος με μια τεράστια κάμερα στο πρόσωπό σου» σχολίασε ο Φιλιμπέρ.

Αναφορικά με το κατά πόσο η αυτοσχεδιαστική προσέγγιση τού έχει δημιουργήσει προβλήματα στη χρηματοδότηση των ταινιών του, ο Φιλιμπέρ εξήγησε πως παραμένει ειλικρινής προς τους χρηματοδότες όσον αφορά τις πιθανές προκλήσεις που ενδέχεται να προκύψουν. «Στην πρώτη μου ταινία δεν μπορούσα καν να πω με σιγουριά ότι θα την ολοκληρώσω. Γι’ αυτό και περιγράφω την ιδέα με όλες τις προκλήσεις που συνεπάγεται και όχι μόνο προεξοφλώντας κάποια μελλοντική επιτυχία. Θέλω να είμαι ειλικρινής για να έχω την εμπιστοσύνη των χρηματοδοτών. Δεν προσπαθώ να πείσω οποιονδήποτε ότι έχω τον απόλυτο έλεγχο» ανέφερε σχετικά. Σε ερώτηση του Μάρκο Γκαστίν για το πώς και πότε αποφασίζει να ολοκληρώσει τα γυρίσματα και να συλλέξει το υλικό προκειμένου να περάσει στο στάδιο του μοντάζ, ο Νικολά Φιλιμπέρ απάντησε: «Τα γυρίσματα μπορεί να διαρκέσουν ατέλειωτες ώρες. Ωστόσο, έρχεται μια στιγμή που το μοντάζ ξεπροβάλλει ως ακαταμάχητη επιθυμία. Μια στιγμή που λέω στον εαυτό μου ότι θέλω πλέον να δω τι έχω στα χέρια μου και πώς μπορώ να το διαμορφώσω».

Η κουβέντα συνεχίστηκε με την προβολή ενός αποσπάσματος από την ταινία Τριλογία για έναν άνδρα (1987), η οποία ξεδιπλώνει την ιστορία ενός αλπινιστή που ρισκάρει τη ζωή του μπροστά στην κάμερα, επιχειρώντας να κατακτήσει επικίνδυνες κορυφές. «Ήθελα να σας δείξω το απόσπασμα γιατί δεν πρέπει να θεωρούμε τίποτα δεδομένο. Κάναμε μακροσκελείς συζητήσεις πριν αρχίσουμε τα γυρίσματα. Ήθελα να καταλάβω πώς νιώθει εκείνος με την κάμερα και να εξηγήσω ότι η παρουσία της δεν πρέπει να τον ωθήσει στα άκρα, γιατί οποιοδήποτε λάθος θα μπορούσε να του στοιχίσει τη ζωή. Δεν ήθελα να κάνει επίδειξη και να προσπαθεί να ξεπεράσει τις δυνάμεις του ορμώμενος από την παρουσία της κάμερας. Η πραγματικότητα αλλάζει όταν καταγράφεται. Οι κινηματογραφιστές έχουν ευθύνη απέναντι στους ανθρώπους που εμφανίζονται στις ταινίες τους» ολοκλήρωσε ο Φιλιμπέρ.

Το masterclass συνέχισε με συζήτηση του δημιουργού με το κοινό στη διάρκεια της οποίας ο Νικολά Φιλιμπέρ μίλησε για τις σπουδές του στη φιλοσοφία και κατά πόσο αυτές επηρέασαν το έργο του. «Σπούδασα φιλοσοφία για τρία χρόνια αλλά δεν ολοκλήρωσα τις σπουδές μου. Βέβαια, το πλαίσιο αυτό διεύρυνε τον τρόπο σκέψης μου. Ωστόσο, στη δουλειά μου δεν βασίζομαι σε κάποιο φιλοσοφικό ρεύμα. Δεν προσπαθώ να πω κάτι συγκεκριμένο με τις ταινίες μου. Όταν η πρόθεση να διατυπώσουμε ένα συγκεκριμένο μήνυμα γίνεται τόσο ισχυρή τείνουμε να ξεχνάμε την ομορφιά τού να φτιάχνουμε ταινίες. Αν είναι τα πάντα ελεγχόμενα και προβλέψιμα, στήνουμε παγίδα στον εαυτό μας. Η ομορφιά γεννιέται από το απρόβλεπτο, το απροσδόκητο είναι που φωτίζει μια ταινία, γι’ αυτό και ο αυτοσχεδιασμός μετατρέπεται σε αναγκαιότητα. Η προσέγγιση μου είναι μάλλον απλή: προσπαθώ να καταλάβω και να συλλέξω στοιχεία. Υπάρχουν στιγμές που προσπαθώ να καταλάβω το κίνητρό μου πίσω από μια ταινία. Μερικές φορές τολμώ να σας πω ότι γυρίζω τελικά μια ταινία για να καταλάβω το κίνητρο που είχα αρχικά. Ίσως μάλιστα να την τελειώσω και ακόμη να μην έχω καταλάβει» σημείωσε σχετικά ο Νικολά Φιλιμπέρ.

Αναφερόμενος σε ερώτηση που του έγινε χθες στο πλαίσιο της βράβευσής του με τον τιμητικό Χρυσό Αλέξανδρο, ο γάλλος δημιουργός απάντησε: «Χθες με ρώτησαν για την ομίχλη στην ταινία Στο ποταμόπλοιο. Στις δικές μου ταινίες το τελικό επιμύθιο αναδύεται πάντα μέσα από μια “ομίχλη”. Αν ήξερα από την αρχή το τελικό αποτέλεσμα, θα ήταν πολύ βαρετό. Γι’ αυτό και αποφεύγω τη μυθοπλασία. Ήθελα λοιπόν να κλείσω την ταινία με ομίχλη και να ξεκινήσω την επόμενη στο ίδιο σκηνικό. Αν και λόγω κλιματικής αλλαγής και αστικοποίησης στο Παρίσι, σχεδόν δεν έχουμε πια ομίχλη» αστειεύτηκε ο Νικολά Φιλιμπέρ.

Σε ερώτηση για το πώς συνδέεται με τους ανθρώπους που απεικονίζονται στις ταινίες, και ειδικά με τους ασθενείς των κλινικών, ο Νικολά Φιλιμπέρ ανέφερε: «Δεν γνωρίζω το ιατρικό ιστορικό των ανθρώπων. Δεν ξέρω το παραμικρό σχετικά με τη ρουτίνα ή τη φαρμακευτική αγωγή τους. Δεν είμαστε ειδικοί. Καθεμία από αυτές τις ταινίες έχει και ένα ανθρωπιστικό πρόσημο. Μου δίνει τη δυνατότητα να τους γνωρίσω και η σχέση μας συχνά συνεχίζεται και μετά την ολοκλήρωση της ταινίας. Την περσινή χρονιά ήρθε και με βρήκε μια κυρία που συμμετείχε στην ταινία Η χώρα των κωφών (1992), τριάντα χρόνια μετά την προβολή της. Ειδικά στις ψυχιατρικές κλινικές γνωρίζει κανείς ανθρώπους απέναντι στους οποίους δεν μπορεί να μείνει αμέτοχος. Ανθρώπους που σου ηλεκτρίζουν την ύπαρξη. Κάπως έτσι είναι και τα ντοκιμαντέρ. Μια ανοιχτή πόρτα στο αναπάντεχο».

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα