Επανασυνδέονται οι Madrugada – Έρχονται (και) στη Θεσσαλονίκη

Madrugada - Industrial Silence Tour 2019.

Parallaxi
επανασυνδέονται-οι-madrugada-έρχονται-και-σ-383516
Parallaxi
Εικόνες: Knut Aaserud

Τα πάντα είναι έτοιμα για μία από τις πιο πολυαναμενόμενες επανασυνδέσεις στην ιστορία του σύγχρονου ροκ, καθώς οι Madrugada ξαναενώνονται τον Φεβρουάριο του 2019 για μία ευρωπαϊκή περιοδεία. Οι συναυλίες σηματοδοτούν την 20ή επέτειο από την κυκλοφορία του θρυλικού, πρώτου άλμπουμ του συγκροτήματος, Industrial Silence. Στη σκηνή θα ανέβουν τρία από τα αρχικά τέσσερα μέλη της μπάντας: O Sivert Høyem, o Frode Jacobsen και o Jon Lauvland Pettersen.

Ξεκινώντας την περιοδεία με δύο sold-out συναυλίες στο Oslo Spektrum στις αρχές Φεβρουαρίου, το συγκρότημα θα πάει αμέσως μετά στην Ευρώπη.

Στις εμφανίσεις τους θα παίξουν, κυρίως, τραγούδια από το ντεμπούτο άλμπουμ τους, Industrial Silence, το οποίο κυκλοφόρησε στις 30 Αυγούστου του 1999. Η ιστορία της επιτυχίας των Madrugada παραμένει θρυλική, στη μουσική ιστορία της Νορβηγίας… το καλοκαίρι του 1998, η Virgin Records προσέφερε στο συγκρότημα ένα συμβόλαιο, ένα συμβόλαιο που η ιστορία λέει ότι υπογράφηκε στο καπό ενός αυτοκινήτου έξω από το Νορβηγικό Χρηματιστήριο.

Με αυτό έδωσε στη μπάντα απόλυτη και πλήρη εμπιστοσύνη καθώς και χρόνο στο στούντιο, για να πραγματοποιήσει τα μεγάλα οράματά της. Τον Σεπτέμβριο της επόμενης χρονιάς, το ντεμπούτο album τους, Industrial Silence έγινε επιτυχία εν μία νυκτί …αμέσως πήγε στο Νο 1 στον πολυπόθητο κατάλογο VG – και από εκεί και πέρα έγινε επιτυχία σε όλη την Ευρώπη.

Το άλμπουμ παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα, κλασικά άλμπουμ στην ιστορία της νορβηγικής ροκ. Τα επόμενα δέκα χρόνια, οι Madrugada κυκλοφόρησαν άλλα τέσσερα στούντιο άλμπουμ.

Το τελευταίο τους, με τίτλο απλά το όνομα τους, Madrugada, ξεκίνησε να γράφεται το 2007, προτού ο κιθαρίστας του συγκροτήματος, Robert Burås πεθάνει και κυκλοφόρησε το 2008, μετά το θάνατό του. Κατά τη διάρκεια των δέκα χρόνων τους ως συγκρότημα, οι Madrugada πήραν πέντε βραβεία Spellemann (τα Νορβηγικά Grammy) συμπεριλαμβανομένου του Spellemann του έτους 2005 για καλύτερο συγκρότημα της χρονιάς, δύο βραβεία Alarm και πολυάριθμα βραβεία για τις πωλήσεις των δίσκων τους.

***

Θεσσαλονίκη – Παρασκευή 5 Απριλίου – Principal Club Theater

Εξασφαλίστε έγκαιρα τα εισιτήριά σας από το δίκτυο viva και τα Public

H προπώληση ξεκινά την Πέμπτη 29 Νοεμβρίου

***

Και λίγα λόγια για την ιστορία των Madrugada

Οι αγαπημένες μας μπάντες τείνουν να αφήνουν μεγάλες μαύρες τρύπες όταν εξαφανίζονται. Ακριβώς όπως όταν το αγαπημένο μας κατοικίδιο τρέχει μακριά με μια αδέσποτη γάτα ή όπως όταν ένας παιδικός φίλος μετακομίζει σε άλλη πόλη. Ωστόσο, σχεδόν πάντα, η χαρά που νιώθουμε όταν ξαναβρισκόμαστε δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα. Σαν να μην πέρασε μία μέρα. Ή σαν να ξαναβάζουμε το δίσκο στο πικάπ, χωρίς να έχει χαθεί ούτε μία νότα. Όπως φαίνεται, η είδηση του ξαφνικού comeback των Madrugada το 2019, ήδη έχει προκαλέσει έναν κατακλυσμό από συναισθήματα στο κοινό τους. Οι δύο συναυλίες που ανακοίνωσαν ότι θα κάνουν το Φεβρουάριο του 2019 στο Όσλο, την υιοθετημένη πατρίδα τους, έγιναν sold out πριν δύσει ο ήλιος… Αμέσως μετά θα ακολουθήσει και μια ευρωπαϊκή περιοδεία αμέσως μετά, θα δουν το συγκρότημα να επανενώνεται με τους πιστούς οπαδούς του σε ολόκληρη την Ευρώπη. Και αυτοί είναι πολλοί.

Βγαίνοντας από τη δραστήρια ροκ σκηνή στη Νορβηγία της δεκαετίας του ’90, ήταν ξεκάθαρο από την αρχή πως οι Madrugada ήταν ξεχωριστοί. Είχαν μια μοναδική ένταση στην εσωτερική, μελαγχολική μουσική τους, που άγγιζε μία βαθιά, μπλε νότα τόσο του κοινού όσο και των κριτικών. Διαχρονικός, ακατέργαστος και εγκάρδιος. Ο frontman της μπάντας, Sivert Høyem γοητευτικά βαρύτονος. Το δυναμικό μπάσο του Frode Jacobsen και τα εφευρετικά drums του Jon Lauvland Pettersen ξεχώρισαν, σαν κάτι τόσο εντελώς πρωτότυπο και ταυτόχρονα κλασικό. Και φυσικά, ήταν ο Ρόμπερτ. Ο Robert Burås, ο «larger than life» κιθαρίστας, όλο άγρια σγουρά μαλλιά και αυθάδικα χαμόγελα, που «έφυγε» από τη ζωή το 2007.

Χωρίς τον Robert οι Madrugada έσπασαν σε κομμάτια. Το σπίτι τους είχε χάσει την ασπίδα προστασίας του, και παρόλο που κατάφεραν να ολοκληρώσουν το πέμπτο και τελευταίο άλμπουμ τους, το ομώνυμο Madrugada (2008), γεμάτο με θυμό και απώλεια, η μπάντα έπρεπε να σταματήσει. Πίσω από αυτούς ξεδιπλωνόταν μια ιστορία καλλιτεχνικού και εμπορικού θριάμβου, albums και singles με ρεκόρ πωλήσεων, sold out περιοδειών και μία σειρά από βραβεία. Το ντεμπούτο album τους, Industrial Silence είχε εκτοξευθεί κατευθείαν στην κορυφή των νορβηγικών charts το 1999 και η τεράστια δημοτικότητά τους απλώς διογκώθηκε από εκεί και έπειτα. Τέσσερις φίλοι από το βόρειο τμήμα της Νορβηγίας, που μεγάλωσαν μαζί, τραβούσαν το ενδιαφέρον του κοινού πάνω τους, όπου κι αν έπαιζαν, από την Ελλάδα έως το Σβάλμπαρντ.

Στη στροφή της χιλιετίας, η πραγματικότητα για αυτή τη σκληρά εργαζόμενη ροκ μπάντα ήταν δυσάρεστη. Ο ντράμερ Lauvland Pettersen εγκατέλειψε το συγκρότημα μετά το αριστοτεχνικό δεύτερο άλμπουμ, The Nightly Disease (2001) και μετακόμισε πίσω στον Βορρά, στο πατρικό του, ενώ οι Madrugada συνέχισαν να δημιουργούν γεμάτα άλμπουμ, όπως το σκοτεινό και βρώμικο Grit (2002) και το μαγευτικό Deep End (2005). Τραγούδια όπως το Majesty, το The Kids Are on The High Street και ειδικά το Lift Me (ντουέτο με την Ane Brun), της εξασφάλισαν «αιώνια» ζωή στα νορβηγικά play list – στο τελευταίο μάλιστα δόθηκε ο τίτλος, «τραγούδι της δεκαετίας».

Μόνο ο Sivert Høyem παρέμεινε επαγγελματίας καλλιτέχνης (και εξαιρετικά επιτυχημένος) τα χρόνια που ακολούθησαν τη διάσπαση, και κάθε πιθανότητα να δούμε τους Madrugada πίσω στη σκηνή μαζί, φάνταζε πολύ μακρινή. Ωστόσο, οι μουσικοί και προσωπικοί δεσμοί, που σχηματίζονται στα χαρακώματα της μάχης, ενός συγκροτήματος που κατακτά τον κόσμο, είναι πολύ βαθείς και με τον Jon Lauvland Pettersen πάλι πίσω, στα ντραμς, οι Madrugada φαίνονται πιο έτοιμοι από ποτέ να υποβάλουν τα σέβη τους στους οπαδούς τους. Στη σκηνή θα τους πλαισιώσουν οι συνεργάτες τους, Cato «Salsa» Thomassen και Christer Knutsen στις κιθάρες και τα πλήκτρα. Μπορεί να πάει δυνατά. Και συναισθηματικά.

Υπήρχε πάντα μια αίσθηση διαχρονικότητας με τους Madrugada. Σα να ζούσαν στο δικό τους παράξενο, βελούδινο κόσμο που ήταν αποκομμένος και ξεχώριζε από τις μουσικές τάσεις και τις μόδες. Τα άλμπουμ τους ακούγονται τόσο φρέσκα σήμερα, όπως όταν πρωτογράφτηκαν, αναζητώντας τη βασική ουσία της μουσικής. Ένα μαγικό μέρος όπου ο χρόνος και ο τόπος παύουν να υπάρχουν και το καθαρό συναίσθημα μπορεί να ρέει. Τώρα, ας το κάνουμε πάλι.

#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα