Γιάννης Αγγελάκας: Είμαστε ένα μικρό Ιράν στα Βαλκάνια
Η Θεσσαλονίκη, το αποτύπωμα της κρίσης και ο νέος δίσκος με τον Νίκο Βελιώτη
Δεν μιλάει συχνά. Δεν εμφανίζεται συχνά. Δεν εκτίθεται στα media. Και όμως είναι μια από τις πιο επιδραστικές προσωπικότητες της γενιάς μου. Με αφορμή την κυκλοφορία ενός εξαιρετικού δίσκου, που έβγαλε με τον Νίκο Βελιώτη, για να τιμήσει ένα αιώνιο μαγικό βουητό της ψυχής, τα σπουδαία ελληνικά τραγούδια του παρελθόντος μας, ο Γιάννης Αγγελάκας απαντά ευθέως σε όσα τον ρώτησα.
-Δέκα χρόνια κρίσης πέρασαν από πάνω μας βαριά. Παρατηρώντας τριγύρω, τι αίσθηση έχεις ότι αφήνει πίσω της και πάνω μας;
Γ. Α. Όλο μπροστά μας είναι η κρίση κι όλα μπροστά μας τα αφήνει. Ανημποριά, απελπισία, απανθρωπιά, χαοτικά αισθήματα, όλοι εναντίον όλων, ο σώζων εαυτόν σωθήτω και καμιά ελπίδα για κάποιο φωτεινότερο μέλλον. Οι μόνοι που είναι σίγουροι ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα (για τους εαυτούς τους βέβαια) είναι οι κρατικοί υπάλληλοι, οι “αντικειμενικοί” δημοσιογράφοι, τα golden boys και οι μεγαλοεπιχειρηματίες μας.
Πως κρίνεις τη σημερινή εποχή; Προφητικά μιλήσατε για τη ”νέα βαρβαρότητα”. Τη βλέπεις πια να εγκαθιδρύεται; Υπάρχει μια παντοδύναμη εικόνα ξαφνικά της εκκλησίας, συντηρητικών φωνών που κυριαρχούν απειλητικά, η άρνηση ψήφισης του άρθρου για την απαγόρευση των διακρίσεων πoυ σχετίζoνται και με τoν σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα ή τα χαρακτηριστικά φύλου. Πώς τα βλέπεις όλα αυτά;
Γ. Α. Η νέα βαρβαρότητα είναι στίχος του Παυλίδη που τον τραγουδήσαμε μαζί. Μου άρεσε και η στιγμή και ο τρόπος που το είπαμε, αλλά δεν τον είδα ως προφητικό στίχο. Η νέα βαρβαρότητα δεν είναι και τόσο νέα, την βλέπω και την οσμίζομαι από τα πρώτα χρόνια της εφηβείας μου, όταν οι άνθρωποι παράτησαν τις ζωηρές, λαϊκές, ανθρώπινες γειτονιές τους και στριμώχτηκαν σε θλιβερά διαμερίσματα μπροστά στη τηλεόραση, κοιτώντας ο ένας τον άλλον πια με μισό μάτι. Δεν χρειαζόταν να είσαι προφήτης, έφτανε η εφηβική σου ευαισθησία για να καταλάβεις πως ο δρόμος που ανοιγόταν μας πήγαινε κατα διαόλου. Επίσης, συνειδητοποιούσα όσο μεγάλωνα πως η καρδιά της εξουσίας αυτής της χώρας δεν είναι καν συντηρητική, είναι σκοτεινή και οπισθοδρομική γιατί έτσι βολεύεται. Είμαστε ένα μικρό Ιράν στα Βαλκάνια και μ’ αυτόν το τρόπο θα πορευτούμε για πολλά πολλά χρόνια ακόμα.
– Τι δεν αντέχεις τριγύρω σήμερα;
Γ. Α. Τα πάντα αντέχω (ακόμα και τον ίδιο μου τον εαυτό) αν μπορώ να τα παρατηρώ από κάποια απόσταση. Ο κλαυσίγελος που μου προσφέρουν με κρατάει ζωντανό δημιουργικά.
– Η στάση ζωής σου να ζεις απομονωμένος από την κεντρική ζωή των πόλεων, την καθημερινή συναναστροφή που πιθανά έχει ανάγκη η μουσική βιομηχανία, από τι σε προστάτεψε και τι σου στέρησε, αν σου στέρησε;
Γ. Α. Τίποτα δεν μου στέρησε, ίσα-ίσα μου πρόσφερε απλόχερα την δυνατότητα να επικεντρωθώ σε ότι θεωρώ ουσιαστικό και όμορφο στις σχέσεις μου και στη τέχνη μου.
– Παρακολουθείς στενά τις ειδήσεις; Πιστεύεις ότι μπορεί κάποιος σήμερα να έχει μια στοιχειώδη αντικειμενική ενημέρωση για ότι πραγματικά συμβαίνει;
Γ. Α. Δεν είναι λίγο αστείο να μιλάμε για αντικειμενική ενημέρωση σε μια χώρα όπου όλα τα κανάλια, οι εφημερίδες και τα ΜΜΕ γενικότερα ανήκουν στην οικονομική ελίτ της;
– Πως βλέπεις τη Θεσσαλονίκη στο πέρασμα του χρόνου; Έχεις την αίσθηση ότι προχωρά καθόλου σαν πόλη;
Γ.Α. Στα χρόνια του Μπουτάρη, όσο κι αν δεν τον καλοέβλεπα στην αρχή, είδα την πόλη να ξεβρωμίζει λίγο απ’ τα σκοτάδια της, να ξαναγίνεται όμορφη, χαλαρή και κοσμοπολίτισσα. Εύχομαι να συνεχίσει να ομορφαίνει έτσι και να μη πέσει πάλι στα χέρια της μαφίας των κλεφτοπατριωτών.
– Παρατηρείς τους ανθρώπους; Τι σε φοβίζει στη θέα κάποιων συμπεριφορών σήμερα; Η στάση του σώματος ας πούμε των πιτσιρικάδων πάνω από μια οθόνη διαρκώς τι σου λέει; Υπάρχουν κάποια πράγματα που σε γεμίζουν αισιοδοξία;
Γ. Α. Το να παρατηρείς τους πολλούς ήταν από πάντα ένα γεγονός αποθαρρυντικό. Μου αρέσει να παρατηρώ τις εξαιρέσεις, εκείνους τους λιγοστούς πιτσιρικάδες που δεν παραδίνονται στη μαζική βλακεία, που επεξεργάζονται τις ευαισθησίες τους και τις ανησυχίες τους. Που φτιάχνουν όμορφες συντροφιές και αναζητούν μέσα από τη τέχνη και την πνευματική τους καλλιέργεια να προχωρήσουν και να φτιάξουν λίγο καλύτερο τον κόσμο. Δεν είναι λίγοι, είναι πάντα όσοι χρειάζονται για να παραμένει η φλόγα της εξέλιξης αναμμένη από γενιά σε γενιά. Αυτό με κρατά αισιόδοξο.
-Ακούς νέα μουσική; Τι σου αρέσει;
Γ. Α. Πιο πολύ ακούω παλιό ροκ, ακόμα πιο παλιά τζαζ και κλασική. Αν θέλω να ακούσω σημερινή μουσική, ακούω κυρίως ηλεκτρονική, ambient, dub και τέτοια τέλος πάντων πράγματα, αν κι αυτά τα απολαμβάνω πιο πολύ με τα αυτιά και το μυαλό παρά με τη καρδιά μου (που είναι και το ζητούμενο στη μουσική).
– Επιλέξατε με τον Νίκο Βελιώτη να κυκλοφορήσετε έναν δίσκο έκπληξη με υλικό που έχοντας τη σφραγίδα εντός μας του κλασικού, στα όρια του ιερού. Τι σας οδήγησε να προσεγγίσετε με αυτόν τον τρόπο αυτά τα τραγούδια;
Γ. Α. Ο θαυμασμός, ο έρωτας, η μνήμη των εκστατικών αισθημάτων που προκάλεσαν βαθιά μέσα μας κάποια ελληνικά τραγούδια από την πρώτη μας εφηβεία μέχρι σήμερα. Η επιθυμία μας να βυθιστούμε μέσα στα αρχετυπικά υλικά αυτών των υπερβατικών δημιουργημάτων, στην μελωδία και στον λόγο. Να τα ξαναζωγραφίσουμε όπως αναδύονται μέσα από τον εσωτερικό μας ηχόκοσμο. Μέσα στο μαγικό βουητό της ψυχής μας να ψιθυρίσουμε την ευγνωμοσύνη μας στους δημιουργούς και στην ίδια τη μουσική εντέλει και για να συνεχίσω το παραλήρημά μου θα ήθελα να σημειώσω και το εξής: δεν αντιμετωπίσαμε με τον Νίκο αυτό το δίσκο ως έναν ακόμα δίσκο διασκευών, αλλά ως έναν ήρεμο και εκστατικό περίπατο μέσα στο στοιχειωμένο δάσος της εμπνευσμένης ελληνικής τραγουδοποιίας, γι’ αυτό και προτείνουμε σε όσους βέβαια αντέχουν κάτι τέτοιο να ακούσουν την πρώτη φορά τουλάχιστον τον δίσκο ολόκληρο από την αρχή μέχρι το τέλος.
– Τα τραγούδια τα κυκλοφορήσατε και σε έναν διπλό δίσκο βινυλίου. Αντιλαμβάνομαι την συμβολική αξία της κίνησης, όμως στα αλήθεια πιστεύεις ότι το κοινό σήμερα ακούει εκτός σύγχρονης τεχνολογίας (youtube, spotify);
Γ. Α. Κάποιοι λίγοι, ρομαντικοί ακόμα, προτιμούν να έχουν μια πιο “υλική επαφή” με τη μουσική, ίσως γι’ αυτό τα 500 διπλά βινύλια που εκδώσαμε εξαντλήθηκαν από την εταιρεία μέσα σε λίγες μέρες. Το CD βέβαια υπάρχει ακόμα.