«Ήταν επιστήμονας της μουσικής με παιδική ευαισθησία»: Ο Ένιο Μορικόνε «μέσα από τα μάτια» του γιου του
Ο Μάρκο Μορικόνε, γιος του σπουδαίου Ιταλού συνθέτη, μιλά αποκλειστικά στην Parallaxi, με αφορμή την παρουσία του στη Θεσσαλονίκη
Με τη μουσική του έντυσε περίπου 500 ταινίες και τηλεοπτικές παραγωγές.
Γεννημένος στη Ρώμη το 1928, ο Ένιο Μορικόνε ξεκίνησε την καριέρα του από τα λεγόμενα «σπαγκέτι γουέστερνς» στα 60’s και έκτοτε οι συνεργασίες του ήταν η μια σημαντικότερη από την άλλη.
Παρέμεινε για πάντα αφοσιωμένος στο όραμά του. Ποιο ήταν αυτό; Να «ζωντανεύει» τις εικόνες με ήχους. Οι καινοτομίες του, οι πρωτότυπες ενορχηστρώσεις, η έντονη συναισθηματική φόρτιση των θεμάτων του – όλα αυτά του έδωσαν χαρακτήρα και υπογραφή που αναγνωρίζεται από την πρώτη νότα.
Τι να αναφέρει πρώτο κάποιος… Το μαγικό Cinema Paradiso, το «The Good, the Bad and the Ugly» (Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος), το «Once Upon a Time in America» (Κάποτε στην Αμερική). Και πόσα ακόμη…
Η μουσική του άγγιξε το συναίσθημα, συνδέθηκε με στιγμές κινηματογραφικής συγκίνησης και αποτέλεσε ψυχικής ανάτασης. Δεν ξεχνιέται.
Ο σπουδαίος Ιταλός συνθέτης μπορεί να έφυγε από τη ζωή στις 6 Ιουλίου του 2020, όμως μέσα από επόμενο διήμερο (8-9/5) στη Θεσσαλονίκη, η μνήμη του ζωντανεύει.
Θα έχει την τιμητική του μέσα από δύο σημαντικές εκδηλώσεις, στη σημερινή θα παρευρεθεί ο γιος του, Μάρκο Μορικόνε.
Η πρώτη είναι προγραμματισμένη για σήμερα Πέμπτη (8/5) και αφορά την παρουσίαση του βιβλίου που έχει γράψει ο Μάρκο, με τίτλο «Ennio Morricone: Ο πατέρας, η ιδιοφυία, ο άνθρωπος» (19:00- 20:00 μ.μ. στην αίθουσα cosmos, περίπτερο 14 ΔΕΘ).
Το βιβλίο προλογίζει ο Aldo Cazzullo, μεταφράζουν οι Στέλλα Αναστασοπούλου και Ιωάννα Καραμαλή, ενώ ομιλητές είναι οι: Θοδωρής Βουτσικάκης (ερμηνευτής), Θανάσης Γωγάδης (δημοσιογράφος, ραδιοφωνικός παραγωγός), Θανάσης Μπιλιλής (πτυχιούχος του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Α.Π.Θ) , Μάρνη Χατζηεμμανουήλ (δημοσιογράφος) και φυσικά ο συγγραφέας, Μάρκο Μορικόνε. Συντονίζει ο Κωνσταντίνος Παπακώστας, πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Φίλων Μουσικής Ennio Morricone Eλλάδος, που εδρεύει στη Λάρισα.
Η δεύτερη θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή στις 8.00 μ.μ., στην Αίθουσα Τελετών του ΑΠΘ, από το Τμήμα Κινηματογράφου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και τον Πολιτιστικό Σύλλογο Φίλων Μουσικής Ennio Morricone, μέσα από την προβολή του συγκλονιστικού ντοκιμαντέρ του Τζουζέπε Τορνατόρε «Ennio: The Maestro» (είσοδος ελεύθερη).

Τι παρακινεί ένα παιδί να γράψει για τον σπουδαίο πατέρα του; Είναι κάποιο είδος εσωτερικής ανάγκης, χρέους προς τον ίδιο, χρέους προς τον εαυτό του ή προς τις νεότερες γενιές που θα διαβάσουν για αυτόν ;
«Υπήρξε μία δικιά μου εσωτερική ανάγκη μετά από μία συνέντευξη που έγινε από το Valerio Cappelli σε μένα και δημοσιεύθηκε στην πιο σημαντική ιταλική εφημερίδα. Είναι επίσης και ένα χρέος προς τους νέους ώστε να μπορέσουν να κατανοήσουν την θυσία και τις στερήσεις που όλοι εμείς , εκείνος πρώτος, βιώσαμε. Τέλος είναι χρέος απέναντί του γιατί ήταν καλό να μαθευτεί η αλήθεια για μια προσωπικότητα σίγουρα δημόσια, αλλά κυρίως για τον άνθρωπο. Και κανένας καλύτερα από μας δεν μπορούσε να γράψει για αυτό το θέμα».
Πόσο εύκολο είναι να γράψει κανείς για τους γονείς του; Πώς μπορεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην επιθυμία να καταλήξει σε μια αγιογραφία, να διαφοροποιηθεί από την προσωπικότητά τους, να εκφράσει τα « παράπονά του» και να είναι τελικά αντικειμενικός ;
«Να έχεις τη δύναμη να ξεχωρίσεις τον άνθρωπο από την προσωπικότητα και να κάνεις μία δουλειά πολύ έντονη με τον εαυτό σου. Από έφηβος υπήρξαν παράπονα και λύπες αλλά μετά μεγαλώνοντας καταλαβαίνεις και ξεπερνάς τις λύπες μετατρέποντάς τες σε ευκαιρία για ωριμότητα. Ο δικός μου ήταν ένας μαραθώνιος με την έννοια του να κυνηγάς έναν άνθρωπο κλεισμένο στον κόσμο του, που σαν γιος έπρεπε να καταλάβω, γιατί ήταν ο μπαμπάς μου».

Τι έχετε εισπράξει έως σήμερα από το αναγνωστικό κοινό για το βιβλίο που συγγράψατε με τον Valerio Capelli “ Ennio Morricone: O πατέρας, η ιδιοφυία, ο άνθρωπος»; Τι ακούτε από τους νεότερους ανθρώπους;
«Δεν ξέρω, πιστεύω θετικό feedback».
Ένα βιβλίο σαν αυτό λειτούργησε και ως κάθαρση για εσάς;
«Απόλυτα ναι, ήταν μία κάθαρση και το κλείσιμο ενός κύκλου εσωτερικής επεξεργασίας του πένθους. Ένας μπαμπάς είναι το πρώτο ανδρικό πρότυπο με το οποίο δένεται κάποιος και γίνεται αναπόφευκτα ένα παράδειγμα ανεξάρτητα από τι έχει κάνει σε αυτόν τον κόσμο. Στο τέλος αισθάνθηκα ανακούφιση».
Το προφίλ του Ennio Morricone μοιάζει να είναι αυτό ενός ταπεινού, σοβαρού, πειθαρχημένου εργάτη της μουσικής δημιουργίας. Υπάρχουν αντιφάσεις όπως εσείς τις βιώσατε; Υπάρχουν στοιχεία παιδικότητας στην προσωπικότητά του;
«Ήταν ένας άνθρωπος πολύ σοβαρός, δοσμένος στη δουλειά του, γεμάτος από αντιφάσεις. Δεν αισθανόταν δημιουργικός αλλά περισσότερο ένας επιστήμονας (η μουσική είναι μαθηματικά) ένα πνεύμα με μια ευαισθησία σχεδόν παιδική, αλλά παιδί των δυσκολιών, των χρόνων του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου και χρησιμοποιούσε αυτή τη σκληρότητά του σαν για να προστατεύσει την ευθραυστότητα του. Ήταν ένας άνθρωπος καθαρός, πιστός και βαθιά έντιμος. Μελετούσε πάντα ωθούμενος από την περιέργεια και από την πίστη ότι πρέπει «πάντα μπορεί κανείς να κάνει κάτι καλύτερο». Κάθε ολοκληρωμένη δουλειά ήταν ένα σημείο άφιξης και την ίδια στιγμή ένα σημείο αναχώρησης».

Πώς είναι να υπηρετεί κανείς τη διαφύλαξη του έργου και της μνήμης του Ennio Morricone; Έχετε την πεποίθηση της διαχρονικότητας του έργου του; Έχετε αγωνία για το «πέρασμα» των δημιουργιών του στις επόμενες γενιές; Και πώς προσεγγίζονται αυτές;
«Ελπίζω να διαρκέσει στο χρόνο γιατί στην πραγματικότητα είναι η πνευματική του διαθήκη. Υπήρξε ένας άνθρωπος θαρραλέος στη δουλειά του αλλά και στη ζωή: στη δουλειά γιατί στη δεκαετία του 50 η μουσική ήτανε μόνο συνοδεία, ο ίδιος όμως, ο οποίος έκανε μια επανάσταση, την έκανε πρωταγωνίστρια ανεξάρτητα από τις εικόνες· εγώ πιστεύω ότι μεταφράζοντας σε μία λέξη της σκέψη του προς τους νέους είναι: ΜΕΛΕΤΗΣΤΕ!»
Από την πορεία του προκύπτει ότι δεν « σνόμπαρε» καθόλου τις διασκευές, αλλά μάλλον τις έβλεπε ως ευκαιρίες αναδημιουργίας και ανάδειξης των αρχικών μοτίβων. Πώς πιστεύετε ότι θα αντιδρούσε στις διασκευές των δικών του δημιουργιών; «Σίγουρα ήταν πεπεισμένος ότι η μουσική του έπρεπε να εκτελείται ακριβώς όπως γράφονταν. Όμως σίγουρα του κινούσε την περιέργεια ακούγοντας ροκ group ή διασκευές που έδιναν μία αίσθηση και ένα ρυθμό διαφορετικό στη δουλειά του∙ αλλά οι εκτελέσεις σε κονσέρτο με περίπου 150-180 άτομα (ορχήστρα και χορωδία) πάνω στη σκηνή είναι πιθανόν να τις επέτρεπε μόνο στον εαυτό του».

Ο Ennio Morricone έθεσε τη μουσική σε πρωταγωνιστικό ρόλο στον κινηματογράφο. Συνέθεσε μουσική που υπηρετεί, αλλά και εισχωρεί στις ταινίες, στέκεται ηχητικά και καλλιτεχνικά αυτόνομη δημιουργώντας νέες εικόνες. Πώς ηχεί η κινηματογραφική μουσική για σας σήμερα; Εντοπίζετε την επιρροή του Ennio Morricone στις νεότερες γενιές;
«Δεν είμαι σε θέση να πω αν στους πιο νέους υπάρχει επιρροή της μουσικής του σίγουρα μπορώ να πω ότι τα δικά του παραδείγματα (ο Petrassi, ο Frescobaldi, ο Monteverdi και κυρίως ο Stravinski και ο Bach) τα είχε σαν εσωτερικούς οδηγούς· ο αδερφός μου ο Andrea ο οποίος είναι μουσικός και διευθυντής ορχήστρας θα μπορούσε να είναι πιο ακριβής και ικανός να απαντήσει, από μένα».
Φαίνεται να σας συνδέει μια ιδιαίτερη σχέση με την χώρα μας, την οποία επισκέπτεστε για την ανάδειξη του έργου σας και την συνέχεια του έργου του Μαέστρου. Πώς αντιδράσατε αρχικά στην ύπαρξη ενός Πολιτιστικού Συλλόγου , του Πολιτιστικού Συλλόγου Φίλων Μουσικής Ennio Morricone στην Ελλάδα και το έργο του ; Ποια η σχέση σας με αυτόν και το έργο του σήμερα;
«Γνώρισα τον Κωνσταντίνο Παπακώστα στη Βενετία όταν προβλήθηκε το film Ennio εκτός διαγωνισμού. Έχουμε δυσκολία να επικοινωνήσουμε αλλά μας δένει η αγάπη και η εκτίμηση για έναν άνδρα που υπήρξε και συνεχίζει να είναι συνδετικός κρίκος για τις διάφορες γενιές και βαθιά ενωτικός . Αυτό το πάθος χωρίς όρια του Κωνσταντίνου συνεισφέρει στο να κρατιέται ζωντανή η μνήμη του και η μουσική του. Εύχομαι στα αλήθεια να μπορώ να συνεισφέρω στην οργάνωση κάποια συναυλίας σε μια χώρα τόσο αφοσιωμένη και γεωγραφικά κοντά σε μας. Ευχαριστώ για άλλη μια φορά τον Κωνσταντίνο για αυτό που κάνει και κυρίως για το πώς το κάνει».

Ποιες θεωρείτε τις πιο σημαντικές συνεργασίας του πατέρα σας;
«Δεν μπορώ να μη σκεφτώ το Sergio Leone ειδικά στο ‘Κάποτε στη Δύση’ του 1968∙ πολιτιστική επανάσταση, τα κινήματα της ισότητας των φύλων και μια γυναίκα πρωταγωνίστρια, σε μια ιστορική περίοδο τόσο ζωντανή.
Τα πρώτα 10 λεπτά δεν υπάρχει καμιά λέξη μόνο οι ήχοι μιας μύγας, ενός τηλέγραφου, μιας σταγόνας νερού που πέφτει στο καπέλο και η μελωδία μιας φυσαρμόνικας. Όλα αυτά δημιουργούν προσδοκία στον θεατή. Αλλά και άλλοι μεταξύ των οποίων ο DePalma, ο Joffe, ο Pasolini, ο Terry Malik, και ξεχνώ πολλούς.

Ίσως ο Leone γιατί με το χρόνο, κατάλαβε ότι η μουσική είναι ένα είδος απαραίτητου μέρους του κινηματογραφικού σεναρίου, γιατί ήταν η αρχή εκείνης της επανάστασης για την οποία μίλησα και γιατί γυρνούσε στο σετ με τη μουσική να ακούγεται στο βάθος με τέτοιο τρόπο ώστε και ηθοποιοί εμπλέκονταν. Και αυτό φαίνεται κυρίως στο «κάποτε στην Αμερική». Αλλά και για το γεγονός ότι προβλήθηκε στην αμερικάνικη βιομηχανία του σινεμά και ότι οι μέθοδοι του, καθόλου συμβατικοί σε αυτό το περιβάλλον, του αναγνωρίστηκαν».
Ποια συμβουλή του Ένιο Μορικόνε δεν θα ξεχάσετε;
«Tο σεβασμό με την πιο πλατιά έννοια του όρου, τη δέσμευση, τη μελέτη».