Μουσική

Ο Κραουνάκης, η Ελεωνόρα και η ανάγκη μιας εποχής για την αλήθεια

Ακούσαμε ένα από τα σημαντικότερα άλμπουμ της χρονιάς και θυμόμαστε εποχές που η δισκογραφία αναζητούσε το αυθεντικό και το σπουδαίο. Μέσα από τέτοιες συνεργασίες και τέτοιους καλλιτέχνες.

Γιώργος Σταυρακίδης
ο-κραουνάκης-η-ελεωνόρα-και-η-ανάγκη-μι-905492
Γιώργος Σταυρακίδης

Ενώ βρισκόμαστε στα μέσα της χρονιάς, δεν είναι τελικά πολλές οι δισκογραφικές δουλειές που όχι μόνο θυμόμαστε από το πρώτο εξάμηνο, αλλά ακούμε ακόμα και θέλουμε. Η συνάντηση της Ελεωνόρας Ζουγανέλη και του Σταμάτη Κραουνάκη είναι σίγουρα μία από αυτές.

Τι όμως είναι αυτό που σε πρώτο επίπεδο μας έκανε να πούμε «Τι να λέμε τώρα» ακούγοντας την είδηση αρχικά της καλλιτεχνικής συνύπαρξης που ακόμα από το «Από έρωτα» είχαμε ψιθυρίσει όλοι ως επιθυμία;

Τι είναι αυτό που θέλαμε να ακούσουμε από την ερμηνεύτρια και τελικά ποιο ήταν το αποτέλεσμα, καλλιτεχνικά κυρίως, που έφτασε στα αυτιά μας και στα χέρια μας;

Αρχικά, να πούμε πως το δίδυμο συνθέτη ερμηνεύτριας είναι ένα «μοντέλο» που συναντούσαμε πολύ συχνά τις δεκαετίες του ’70, ’80 και ’90, ενώ από το 2000 περίπου τα πολυσυλλεκτικά άλμπουμ και η επιλεκτική συνεργασία των τραγουδιστών με τους δημιουργούς ενίσχυσε από τη μία, μία απόσταση, αλλά από την άλλη έδωσε τη δυνατότητα σε πολλούς τραγουδιστές να φτιάξουν δίσκους με ό,τι αυτούς μπορούσε να εκφράσει (γούστο και καπέλο του καθενός άλλωστε είναι αυτό). Στην απέναντι όχθη, σχεδόν έσβησε από τον χάρτη τους «δίσκους ρεπερτορίου» με όλα τα γνωστά αποτελέσματα της δισκογραφίας που μέχρι σήμερα γνωρίζουμε.

Εδώ λοιπόν, στο «Τι να λέμε τώρα», βρίσκουμε τον παλιό, καλό εαυτό της ελληνικής δισκογραφίας σε όλα τα παραπάνω, από μία MINOS EMI που ξέρει καλά τι υλικό έχει (στην περίπτωση Ζουγανέλη) και το αξιοποιεί με ένα πολύ καλό τρόπο.

Η Ελεωνόρα Ζουγανέλη επιστρέφει στη βάση της και γίνεται η ερμηνεύτρια του δημιουργού, του Σταμάτη Κραουνάκη που με τη σειρά του, αναμοχλεύει στη μνήμη του τον συνθέτη των μεγάλων ερμηνευτριών που νιώθω πάντα να είχε κάπου ξεχωριστά, αλλά ίσως να μην ήταν τόσο εύκολο να βρει την φωνή που θα τον συνοδεύσει στη συνέχεια αυτού. Στον Κραουνάκη του «Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ» και του «Σαμπιμπίνταμ», στον Σταμάτη του «Μαμά γερνάω» και του «Κανονικά», αλλά ίσως ακόμα πιο έντονα (για μένα) στον συνθέτη των «Σκουριασμένων χειλιών» και του «Καινούριου πράγματος» της Μοσχολιού που αισθάνομαι να υπάρχει μία καλλιτεχνική συγγένεια μουσικά και αισθητικά με αυτό το άλμπουμ της Ζουγανέλη.

16.JPG
Φωτογραφία: Μανώλης Χιώτης

Οι συνθέσεις του σημαντικότερου και, σίγουρα, πιο παραγωγικού συνθέτη της γενιάς του, συνεχίζουν μία πορεία που τα τελευταία χρόνια έχουν έντονα το στίγμα του Κραουνάκη – ίσως πιο έντονα από παλιά λόγω της δικής του πλέον, έντονης σκηνικής παρουσίας, με τα τελευταία χρόνια που έχει φτιάξει μία δική του σημαντική κατάσταση, που ενώ την δουλεύει χρόνια, τώρα έχει μία πιο προσωπική σφραγίδα, γιατί έχει καταφέρει κάτι μοναδικό, να αγαπάει και να αγαπιέται από κάθε γενιά και ειδικά από τις νεότερες – σε ένα Κραουνακικό σύμπαν που χωράει τελικά από το πιο νταλκαδιάρικο «πέταξα» που έχει γραφτεί ποτέ μέχρι το πιο διασκεδαστικό «Φόρτε» που ακους και ξανακους χωρίς λόγο. Απλά γιατί δε θες να τελειώσει. Κι αυτό, αλήθεια πόσο λείπει πια από το τραγούδι… 

Σε μια εποχή που όλα τρέχουν, που όλα είναι μίας ή περιορισμένης χρήσεως, πόσο ωραίο είναι να βρίσκεις τραγούδια που θέλεις να ξανακούσεις και να κατανοήσεις. Ο Κραουνάκης έφτιαξε έναν τέτοιο δίσκο, που έχει όλα τα καλλιτεχνικά, αναγνωρίσιμα στοιχεία του, αλλά και μια καινούρια μπογιά που τον κάνει απόλυτα σύγχρονο και σημερινό, όσα χρόνια κι αν περάσουν. Είναι η ικανότητα αυτού του ανθρώπου να παίρνει μυρωδιές και εικόνες από κάθε εποχή και να τις κάνει τέχνη.

Άλλωστε, τα τραγούδια του Κραουνάκη, πάντα στις δεύτερες και στις τρίτες ακροάσεις τους, έχουν να πουν πολλά περισσότερα από εκείνα που την πρώτη καταλαβαίνεις. Κι αυτό είναι στα συν του δημιουργού.

Πάμε όμως και στην περίπτωση Ζουγανέλη. Μίας τραγουδίστριας που παρακολουθώ στενά από τα πρώτα της βήματα, παρατηρώντας μία ακομπλεξάριστη διάθεση αρχικά αλλά και μία δυνατότητα, τελικά, να ακροβατεί ανάμεσα σε διάφορα και διαφορετικά είδη μουσικής χωρίς να φοβάται για την εικόνα, την πορεία και την καλλιτεχνική της βάση που απασχολούν – βλακωδώς – άλλες ερμηνεύτριες της «σοβαρής» σκηνής. Δεν γνωρίζω αν αυτό της έχει στοιχίσει κάπου, αλλά ως ακροατής, νομίζω πως εκτιμώ ιδιαίτερα την στάση αυτή και την ικανότητα της να προσαρμόζεται εύκολα σε όλα.

zoyghaneli-ti-na-leme-tora.jpg

Αυτήν ακριβώς την ικανότητα της, την διακρίνω έντονα αυτή τη φορά, αρχικά στην επιλογή της να φτιάξει ένα άλμπουμ «ρεπερτορίου», όπως μπορούμε να πούμε ήταν και το «Μ’ αγαπούσες κι άνθιζε» με τον Μάτσα, αλλά και στην άνεση και προσαρμογή σε κάθε ένα μουσικό κομμάτι του «Τι να λέμε τώρα», που η ερμηνευτική της ωριμότητα την οδηγεί σε ξεχωριστές ερμηνείες και ο Σταμάτης Κραουνάκης την καθοδηγεί στα πιο Κραουνακικά μονοπάτια που, ναι, της πάνε πολύ! (Ακούστε την «Οικογένεια Χωραφά» και θα ανακαλύψετε μία καινούρια Ζουγανέλη, που άλλωστε αυτό είναι και το ζητούμενο ενός καλλιτέχνη. Η ανακάλυψη και η εξέλιξη.)

zoyghaneli-kraoynakis.png

Η σκληρή Ζουγανέλη του «Πέταξα», η γλυκά ερωτευμένη Ζουγανέλη του «Μια μέρα πρέπει» και του «Πονάω», η αποφασιστική Ελεωνόρα του «Ταρίφα», η παιχνιδιάρα Ελεωνόρα της «Οικογένειας Χωραφά», η κινηματογραφική Ελεωνόρα της «Τσάντας», η λυρική Ελεωνόρα Ζουγανέλη του σπουδαίου «Μεταχειρίζομαι τους ίσκιους» που ντύνει τον επίλογο του άλμπουμ, κλείνοντας το μάτι στο πριν, στο τώρα και στο μετά των δύο συντελεστών.

Δεκατρία τραγούδια με παλιά συστατικά που πλέκονται γλυκά και φτιάχνουν ένα άλμπουμ τόσο σημερινό που ίσως τα λόγια που χρειάζονται να το περιγράψεις, να είναι περιττά. Ίσως το «Τι να λέμε τώρα» να είναι η απάντηση σε όσα ακούς σε αυτό το δημιούργημα. Ίσως να μην έχουν καθόλου σημασία τα λόγια, αλλά όλα εκείνα που γίνονται εικόνες στο μυαλό κάθε φορά που πατάς το play, όλα εκείνα τα αχ που θα πεις όσο ακούς τα τραγούδια του Σταμάτη. Όλα εκείνα τα γλυκά χαμόγελα σου, κάθε φορά που θα ακούς «Τράβα τώρα σκουπιδιάρα, που μου κάνεις την κουμπάρα, μάσησε δέκα ζωές…» και τον τρόπο που τα λέει η Ελεωνόρα. Σχεδόν λυτρωτικά…

Τραγούδια που, έχω την αίσθηση, πως γράφτηκαν (και) για να ακουστούν σε συναυλίες, εμφανίσεις και να γίνουν ένα με τον κόσμο που θα πάει για να τα μοιραστεί. Ένα μοίρασμα σημαντικό που επιστρέφει το τραγούδι στην αρχή του. Εκεί που όλα είναι πιο ξεκάθαρα, καθαρά και σπουδαία. Χωρίς τερτίπια και ψευτιές, με την μαστοριά του Κραουνάκη και την αλήθεια της Ελεωνόρας. Ένα μοίρασμα με τελικό και απόλυτο αποδέκτη τον ακροατή. Μία δισκογραφική δουλειά που, πιστεύω απόλυτα, θα βρει τη θέση της στον χρόνο και στην αλήθεια που αναζητάει μια ολόκληρη εποχή.

Τι να λέμε τώρα (ρε παιδιά)

zuganelh-ti-na-leme-tora.jpg
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα