Οι ελληνικές συναυλίες που έγραψαν Ιστορία
Όταν οι Έλληνες καλλιτέχνες γέμισαν στάδια και μεγάλες σκηνές
Είναι κάποιες συναυλίες που είναι απλώς πολύ πετυχημένες, και είναι και κάποιες συναυλίες που καταφέρνουν να γράψουν Ιστορία. Άλλες επειδή σπάσαν εισπρακτικά ρεκόρ σε εποχές που η μουσική βιομηχανία ήταν πολύ διαφορετική απ’ ό,τι σήμερα. Άλλες γιατί αποτέλεσαν την αφορμή για ανεπανάληπτες συναντήσεις «ιερών τεράτων» στη σκηνή. Άλλες γιατί ήταν ο ορισμός του trendsetter στην εποχή τους ή απλώς γιατί… κόντεψαν να μη γίνουν ποτέ!
Από το 1961 μέχρι το 2025, εμείς θυμόμαστε όλες τις συναυλίες Ελλήνων καλλιτεχνών που, για τους παραπάνω λόγους, ξέφυγαν από τα στενά πλαίσια της απλώς πετυχημένης διοργάνωσης και είχαν πολλά να πουν και να δώσουν.
Μία συναυλία-γέφυρα έντεχνου και λαϊκού, με μερικά ευτράπελα
20 και 22 Μαρτίου 1961. Σε αυτές τις ημερομηνίες έλαβαν χώρα οι δύο συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη που διοργάνωσε το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ) στο θέατρο «Κεντρικόν». Αυτή ήταν η πρώτη φορά που ο μεγάλος συνθέτης θα έβγαινε στη σκηνή συνοδευόμενος από ορχήστρα, αυτήν της ΕΙΡ.
Παρουσιάστρια ήταν η Μάρω Κοντού και ανάμεσα στους ερμηνευτές ήταν ο Στέλιος Καζαντζίδης με τη Μαρινέλλα, η Μαίρη Λίντα με το Μανώλη Χιώτη και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Επίσης, ο Μάνος Χατζιδάκις έκατσε πίσω από το πιάνο για δύο τραγούδια, ενώ το ντεμπούτο του σε κοινό έκανε ο νεαρός Γιάννης Μαρκόπουλος με το τραγούδι «Η Βάγια», που ανέλαβε να το ερμηνεύσει ο Τέρης Χρυσός.
Αυτή η ομολογουμένως ετερόκλητη υφολογικά σύνθεση δημιούργησε κάποιες συγκρούσεις ήδη από τις πρόβες. Η συμμετοχή του Μανώλη Χιώτη ως σολίστα στο μπουζούκι ήταν μάλλον δυσκολοχώνευτη για ανθρώπους με στεγνά κλασική μουσική παιδεία, όπως τα μέλη της ορχήστρας. Ο Θεοδωράκης χρειάστηκε να λειτουργήσει πυροσβεστικά πολλές φορές, για να μη διαλυθεί η ομάδα.
Η πρώτη συναυλία, στις 20 Μαρτίου, προσέλκυσε πλήθος κόσμου, συμπεριλαμβανομένων προσωπικοτήτων της πολιτικής και της κοινωνικής ζωής, ανάμεσα στις οποίες και ο Γεώργιος Παπανδρέου. Όλα κυλούσαν ομαλά μέχρι την εμφάνιση του Μπιθικώτση. Αν και το κοινό τον υποδέχθηκε με ενθουσιασμό, ο ίδιος ήταν ιδιαίτερα αγχωμένος. Όταν ξεκίνησε να τραγουδά το «Σε Πότισα Ροδόσταμο», η φωνή του έτρεμε και κατέρρευσε στο ρεφρέν. Ζήτησε συγγνώμη, δηλώνοντας άρρωστος, και αποχώρησε.
Ο Θεοδωράκης ανέλαβε δράση άμεσα. Τραγούδησε ο ίδιος τα κομμάτια του Μπιθικώτση και παράλληλα συνέχισε να διευθύνει την ορχήστρα. Την επόμενη ημέρα, ένα σπαρταριστό σκίτσο του Μποστ στην «Αυγή» σατίριζε τα γεγονότα.
Ευτυχώς, η δεύτερη συναυλία στις 22 Μαρτίου κύλησε χωρίς προβλήματα και οι καλλιτέχνες αποθεώθηκαν. Κορυφαία στιγμή της βραδιάς ήταν όταν Καζαντζίδης και Μπιθικώτσης τραγούδησαν μαζί, για πρώτη και μοναδική φορά, στο ίδιο μικρόφωνο.
Το πρόγραμμα της συναυλίας ήταν:
1 Εισαγωγή / Παρουσίαση από την ηθοποιό Μάρω Κοντού
2 Η ΜΥΡΤΙΑ – Μαίρη Λίντα
3 ΑΝ ΘΥΜΗΘΕΙΣ Τ’ ΟΝΕΙΡΟ ΜΟΥ – Μουσικό θέμα από την ταινία HONEYMOON
4 Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ – Μαίρη Λίντα
5 Η ΒΑΓΙΑ (Γιάννη Μαρκόπουλου) – Τέρης Χρυσός
6 ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΥΡΟ ΚΑΙ ΤΖΙΑ – Μαίρη Λίντα
7 ΣΕ ΠΟΤΙΣΑ ΡΟΔΟΣΤΑΜΟ – Γρ. Μπιθικώτσης (Ημιτελές λόγω…τρακ του ερμηνευτεή!)
8 ΤΟ ΠΑΛΙΚΑΡΙ – Μίκης Θεοδωράκης
9 ΒΡΑΧΟ ΒΡΑΧΟ ΤΟΝ ΚΑΗΜΟ ΜΟΥ – Στ. Καζαντζίδης & Μαρινέλλα
10 ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΟΣ Ο ΚΑΗΜΟΣ – Στ. Καζαντζίδης & Μαρινέλλα
11 ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟΒΡΑΔΟ – Στ. Καζαντζίδης & Μαρινέλλα
12 Ο ΜΕΤΑΝΑΣΤΗΣ – Στ. Καζαντζίδης & Μαρινέλλα
13 ΤΙ ΘΕΛΕΙΣ ΑΠ’ ΤΑ ΝΙΑΤΑ ΜΟΥ – Στ. Καζαντζίδης & Μαρινέλλα
14 ΕΙΧΑ ΦΥΤΕΨΕΙ ΜΙΑ ΚΑΡΔΙΑ – Στ. Καζαντζίδης & Μαρινέλλα
Στις «ΕΙΚΟΝΕΣ» της εποχής, έγραφε για τη συναυλία στο «Κεντρικόν» ο Φρέντυ Γερμανός:
«– Ποιος είναι ο Μπιθικώτσης ή Μπιθί, όπως τον βάφτισαν στη Μεγάλη Βρετανία που έδωσε συναυλία; Λέγεται ότι το μπουζούκι του είναι δώρο της ίδιας της Βασίλισσας! Το όνομά του γίνεται σιγά σιγά θρύλος. Μέχρι του σημείου που μια κυρία ρωτούσε… “Ποιος είναι αυτός ο Ρίτσος”, παίρνοντας την απάντηση από τη διπλανή της, “είναι αυτός που βάζει τα λόγια στα τραγούδια του Μπιθικώτση”.
– Ο ίδιος παρομοίαζε τον εαυτό του με τον “Χάρι Μπελαφόντε” της Ελλάδας… “Κι οι δυο τραγούδια του τόπου μας λέμε, λαϊκά δηλαδή”.
– Έλεγε ο Χατζιδάκις παραδίπλα: “Ξέρω τον Θεοδωράκη από την Κατοχή. Θα δώσει πολλά στο ελληνικό τραγούδι”. Και κάποιος τον ρώτησε: “Ποιο ελληνικό τραγούδι, το ελαφρό, το σοβαρό, το λαϊκό;”. Και ο Χατζιδάκις απαντούσε: “Τι σημασία έχει, η μουσική είναι μια έκταση που αρχίζει από το τραγούδι και καταλήγει σε συμφωνία. Σημασία έχει ότι το ελληνικό τραγούδι δεν εξελίσσεται πια συμπτωματικά. Μέχρι χτες ένα καλό τραγούδι θα γραφόταν κατά τύχη. Σήμερα η τύχη δε μας χρειάζεται”.
– Οι ντιζέζ-χανούμ των λαϊκών κέντρων φεύγουν και κάνουν την εμφάνισή του κυρίες σαν τη Μαρινέλλα και τη Λίντα να τραγουδήσουν. Σε αντίθεση με τις παλιές, οι κυρίες αυτές σήμερα προσέχουν τον εαυτό τους και ντύνονται επιμελώς στο Παρίσι.
– ΚΑΤΙ ΝΕΟ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ λοιπόν. Γιατί συνεχίζουμε να μιλάμε περί μπουζουκιού; Στη συναυλία του Θεοδωράκη το λόγο είχαν τα βιολιά και τιμής ένεκεν υπήρχε μόνο ο Μανώλης Χιώτης. Ίσως να υπήρχε και κάποιο άλλο, κάπου παραμερισμένο. Που είναι λοιπόν το μπουζούκι; ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ από τη δυάδα Θεοδωράκη και Χατζιδάκι, κάτι περισσότερο ελληνικό και λιγότερο ανατολίτικο, κάτι που θα ανακουφίσει ίσως όλους όσοι ανησυχούν για την εξέλιξη της ελληνικής ελαφράς μουσικής».
Και η τύχη της ηχογράφησης όπως την κατέγραψε ο Γιώργος Παπαστεφάνου:
«Δεν ήμουν προφήτης για να προβλέψω τί θα γινόταν μετά από έξι χρόνια, όμως σαν φανατικός θαυμαστής τού Μάνου και του Μίκη, ζήτησα από τον Σπύρο Δανάλη, εξαιρετικό ηχολήπτη τού τότε Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας που δίπλα του έμαθα πολλά, πάρα πολλά, του ζήτησα λοιπόν να μού κάνει μία χάρη. Να αντιγράψει σε δική μου μαγνητοταινία για το δικό μου αρχείο, όχι ολόκληρη τη συναυλία τού θεάτρου “Κεντρικόν” τού 1961, αλλά μόνο τέσσερα κομμάτια. Το ένα ήταν το “Είμαι αετός χωρίς φτερά” του Χατζιδάκι σε στίχους της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, που ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης τραγούδησε όχι την πρώτη, αλλά τη δεύτερη βραδιά 22 Μαρτίου, με τον συνθέτη να τον συνοδεύει στο πιάνο, τον Μίκη Θεοδωράκη να διευθύνει την Ελαφρά Ορχήστρα του ΕΙΡ και τον Μανώλη Χιώτη επίσης στη σκηνή με το μπουζούκι του. Και οι δύο συναυλίες είχαν ηχογραφηθεί και θα υπήρχαν στην ταινιοθήκη της Κρατικής Ραδιοφωνίας, αν δεν ερχόταν η 21η Απριλίου του 1967.
Τότε, με άνωθεν εντολή, απαγορεύτηκε σύμπας ο Θεοδωράκης, εξαφανίστηκαν από τη δισκοθήκη οι δίσκοι του και σβήστηκαν και οι συναυλίες του “Κεντρικόν”. Ευτυχώς βρέθηκαν κάποιοι προνοητικοί ιδιώτες που, όπως εγώ, είχαν φυλάξει ως κόρην οφθαλμού το πολύτιμο υλικό και στη μεταπολίτευση πια, ορισμένα αποσπάσματα κυκλοφόρησαν σ’ ένα μεγάλο δίσκο της Polygram, μαζί με τη συναυλία του «Ορφέα» για το Όσκαρ του Χατζιδάκι της ίδιας χρονιάς. Το «Είμαι αετός χωρίς φτερά» ωστόσο, ποτέ δεν βγήκε σε δίσκο, μόνο στο ραδιόφωνο ακούστηκε κάποιες φορές από το δικό μου αρχείο. Παρατίθεται λοιπόν εδώ, όπως ακούστηκε στις εκπομπές μου».
Η συναυλία που σηματοδότησε τη Μεταπολίτευση
Οκτώβριος 1974, λίγους μήνες μετά την πτώση της Χούντας. Ο Μίκης Θεοδωράκης επιστρέφει σε μία μεταπολιτευτική Ελλάδα, πολύ διαφορετική, ελεύθερη πια. Τα προηγούμενα χρόνια, είχε καταφύγει στο Παρίσι, αφού περιορίστηκε κατ’ οίκον, βασανίστηκε και φυλακίστηκε, περνώντας από τα περιβόητα κρατητήρια της οδού Μπουμπουλίνας, τις φυλακές Αβέρωφ και το στρατόπεδο Ωρωπού, που προοριζόταν σαν χώρος συγκέντρωσης για τους αντιφρονούντες. Εκεί αντιμετώπισε σοβαρά θέματα υγείας, την ίδια στιγμή που στο εξωτερικό φούντωνε κίνημα για την απελευθέρωσή του. Τελικά, η πίεση καρποφορεί, ο Θεοδωράκης αποφυλακίζεται και ταξιδεύει στο Παρίσι τον Απρίλιο του 1970, μετά από αίτημα του Γάλλου πολιτικού Ζαν-Ζακ Σερβάν-Σρεμπέρ.
Αποφασίζει να διοργανώσει μία μεγάλη συναυλία στο στάδιο Καραϊσκάκη στις 9 Οκτωβρίου, για να γιορτάσει μαζί με τους φίλους του έργου του αλλά και όλους τους Έλληνες τη νέα περίοδο που ξεκινούσε.
Η είσοδος του συνθέτη στο στάδιο ήταν συγκλονιστική, με τους χιλιάδες θεατές να ξεσπούν σε χειροκροτήματα και να φωνάζουν «Δώστε τη Χούντα στο λαό!», ενώ εκείνος τούς έγνεφε συγκινημένος, πριν ανέβει στη σκηνή και δώσει το σύνθημα για το «Ένα το Χελιδόνι», που το ερμήνευσε ο Αντώνης Καλογιάννης.
Κατά τη διάρκεια της βραδιάς, στο πλευρό του βρέθηκαν μερικοί από τους σημαντικότερους Έλληνες ερμηνευτές, μεταξύ άλλων η Μαρία Φαραντούρη, ο Αντώνης Καλογιάννης, ο Γιώργος Νταλάρας, ο Νίκος Ξυλούρης κ.α. Το πρόγραμμα περιελάμαβανε όλα τα πολιτικά του τραγούδια, που μπορούσαν πια να ακουστούν και να τραγουδηθούν καθαρά και δυνατά. Εκείνος διήυθυνε την ορχήστρα με δάκρυα στα μάτια.
Φυσικά, η τεράστια επιτυχία της πρώτης συναυλίας οδήγησε στη διοργάνωση και δεύτερης, στις 10 του μήνα.
Όχι μία, ούτε δύο, αλλά… 11 συναυλίες
Στην ιστορία έχει μείνει το συναυλιακό σερί του Σταύρου Ξαρχάκου στο Θέατρο Λυκαβηττού από τις 24 Αυγούστου μέχρι τις 3 Σεπτεμβρίου 1978. Οι συναυλίες τελούσαν υπό την αιγίδα της Τουριστικής Υπηρεσίας του ΕΟΤ, στο πλαίσιο των «Καλλιτεχνικών Εκδηλώσεων» που διοργάνωνε. Παρουσιάστηκαν σε τέσσερις κύκλους-ενότητες έργων, που περιελάμβαναν από Vivaldi μέχρι λαϊκά τραγούδια. Ο πρώτος κύκλος, που αφορούσε τις συναυλίες 24, 25 και 30 Αυγούστου, αφορούσε το έργο του Ξαρχάκου από το 1963 μέχρι το 1978.
Στη σκηνή τον συνόδεψαν, μεταξύ άλλων, οι ερμηνευτές Νίκος Ξυλούρης, Αντώνης Καλογιάννης, Μανώλης Μητσιάς, Δήμητρα Γαλάνη και Νίκος Δημητράτος. Στα μπουζούκια ήταν ο Κώστας Παπαδόπουλος και ο Χρήστος Κωνσταντίνου. Στο πρώτο μισό, ο Μανώλης Μητσιάς, η Δήμητρα Γαλάνη και ο Αντώνης Καλογιάννης τραγούδησαν μερικά από τα πιο εμβληματικά κομμάτια που έγραψε ο συνθέτης τη δεκαετία του ’60, ενώ στη συνέχεια ακούστηκαν τραγούδια από το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’70, με ερμηνευτές το Νίκο Δημητράτο και το Νίκο Ξυλούρη. Για κλείσιμο, όλοι μαζί οι τραγουδιστές χάρισαν στον κόσμο τέσσερα εμβληματικά τραγούδια του Σταύρου Ξαρχάκου σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου, Βαγγέλη Γκούφα και Αλέκου Σακελλάριου.
Η συναυλία μεταδόθηκε τηλεοπτικά, με σχολιασμό από το Γιώργο Παπαστεφάνου και τον Αλέξη Κωστάλα, που βρισκόταν επιτόπου στο Λυκαβηττό, για να προλογίσει τους καλλιτέχνες.
Η πρώτη δημόσια εκτέλεση της «Πιρόγας»
Κάποιες συναυλίες είναι ιστορικές λόγω συμβολισμών ή λόγω προσέλευσης. Κάποιες είναι λόγω των τραγουδιών που κάνουν ντεμπούτο σε αυτές. Μία τέτοια είναι και η συναυλία που διοργάνωσαν ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Μάνος Λοΐζος και ο Χρήστος Λεοντής την 1η Ιουλίου 1981 στο γήπεδο του Πανιωνίου.
Εκεί, λοιπόν, οι 48.000 θεατές που γέμισαν ασφυκτικά το γήπεδο, είχαν τη χαρά να ακούσουν την πρώτη δημόσια εκτέλεση του θρυλικού ζεϊμπέκικου «Ερωτικό» (γνωστό ως κυρίως «Πιρόγα»), σε μουσική του Θάνου Μικρούτσικου και στίχους του Άλκη Αλκαίου.
Ο ίδιος ο Θάνος Μικρούτσικος είχε εξομολογηθεί για το γεγονος:
«Πρώτη συναυλία στο γήπεδο του Πανιωνίου, χωρητικότητας στις εξέδρες 25.000 θεατών, κόβουμε 48.000 εισιτήρια! Σε εκείνη τη συναυλία πρωτοακούγεται η “Πιρόγα” (το “Ερωτικό”) από την Αλεξίου. Δεν είναι εύκολο να περιγράψω αλλά κυρίως να εξηγήσω τι ήταν αυτό που συνέβη με το τραγούδι εκείνη την ώρα. Μετά το πρώτο τετράστιχο, σαράντα οχτώ χιλιάδες άνθρωποι σταμάτησαν να μιλάνε, επικράτησε απόλυτη σιωπή, και θυμάμαι έντονα το ξέσπασμα ενθουσιασμού μόλις τελείωσε» (από το βιβλίο “Ο Θάνος και ο Μικρούτσικος” συνομιλίες με τον Οδυσσέα Ιωάννου εκδ. Πατάκη).
Η συναυλία που έγινε beach party
Μπορεί οι συναυλίες που γίνονται καθημερινές να μας βγάζουν λίγο από την εργασιακή βολή μας, όμως τελικά, αν καταφέρουμε να παρευρεθούμε, μας μένουν εντονότερα απ’ όλες. Βέβαια, η υπερεπιτυχημένη συναυλία του Λουκιανού Κηλαηδόνη στην πλαζ Βουλιαγμένης, στις 25 Ιουλίου 1983, έμεινε στην ιστορία κυρίως για άλλους λόγους παρά για το ότι έγινε Δευτέρα.
Ο Κηλαηδόνης ξεκίνησε να σχεδιάζει το event μήνες πριν, ανταλλάσσοντας επιστολές με τον ΕΟΤ, όπου εξηγούσε αναλυτικά πώς θα μετέτρεπε την πλαζ σε συναυλιακό χώρο. Σε μεταγενέστερη φάση, δήλωσε: «Πηγαινοερχόμουν έξι μήνες. Μέτρησα τα πάντα. Το μόνο που δεν προέβλεψα ήταν η μεγάλη προσέλευση του κόσμου!». Κάπως έτσι, διοργανώθηκε η πρώτη συναυλία σε φυσική τοποθεσία στην Ελλάδα, προπομπός των σημερινών beach parties και των φεστιβάλ εκτός πόλης. Κάποιοι τη χαρακτήρισαν και ελληνικό Γούντστοκ.
Ο κόσμος αγκάλιασε το πρωτοποριακό εγχείρημα και με το παραπάνω. Τα 25.000 εισιτήρια των 300 δραχμών έγιναν ανάρπαστα. Τελικά, στην έκταση της πλαζ βρέθηκαν τουλάχιστον 50.000 άτομα, πολλά από αυτά κολυμπώντας ή σκαρφαλώνοντας από τους φράχτες. Κάποιοι έμαθαν για το πάρτι από το ραδιόφωνο και κατευθείαν μπήκαν στα αμάξια τους για να πάνε να το δουν. Στην παραλιακή έγινε πανδαιμόνιο από την κίνηση.
Κάποιοι, εκτός από το να ακούν τη μουσική, επιδόθηκαν σε κολύμπι, ρακέτες και βόλεϊ ή στο αγνάντεμα της πανσέληνου που δέσποζε στον ουρανό.
Ο Λουκιανός και οι υπόλοιποι καλλιτέχνες εμφανίστηκαν σε μία πλωτή εξέδρα, αφού πρώτα τους οδηγούσε εκεί μία φορτηγίδα! Η αρχή έγινε με χαιρετισμό του Κηλαηδόνη και με ένα πιανιστικό session της Νέλλης Σεμιτέκολο γεμάτο από τραγούδια του Αμερικανού πιανίστα Scott Joplin σε ύφος ragtime, μία από τις πιο βασικές επιρροές του οικοδεσπότη. Αργότερα, ενώ η big band του πιανίστα Μανώλη Μικέλη χάρισε τζαζ και σουίνγκ μελωδίες, λίγο πριν το πρόγραμμα κορυφωθεί με Μαργαρίτα Ζορμπαλά, Βαγγέλη Γερμανό και Διονύση Σαββόπουλο.
Μετά τα μεσάνυχτα, το κοινό απόλαυσε το Φώτη Αλέπορο και τη μαντολινάτα του να παίζουν live πάνω σε ένα τρεχαντήρι. Και τελικά, στη 1:00 το πρωί, ο Κηλαηδόνης, μαζί με την Αφροδίτη Μάνου, τους Three and the Koukos Band και το Γιώργο Νταλάρα έκλεισαν τη βραδιά με ένα σετ επιτυχιών, ανάμεσα στις οποίες τα «Θερινά Σινεμά» και —φυσικά!— η «Βουλιαγμένη».
Δύο θρυλικές νύχτες στο Ολυμπιακό Στάδιο
Το 1983 επιφύλαξε δύο ακόμα ιστορικές στιγμές: τις δύο τρίωρες συναυλίες του Γιώργου Νταλάρα στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας, στις 30 Σεπτεμβρίου και στις 3 Οκτωβρίου του 1983. Υπολογίζεται ότι αυτές τις δύο βραδιές τον καλλιτέχνη τίμησαν με την παρουσία τους συνολικά 160.000 θεατές, αριθμός-ρεκόρ που έβαλε την Ελλάδα στο χάρτη των πραγματικά μεγάλων συναυλιών, περίπου την ίδια περίοδο που άρχιζε να κάνει τα βήματά της και στη διοργάνωση μεγάλων συναυλιών με ξένα ονόματα.
Στις συναυλίες συμμετείχαν γνωστοί τραγουδιστές όπως ο Γιάννης Πάριος, η Χαρούλα Αλεξίου και ο Λουκιανός Κηλαηδόνης (ίσως σαν ευχαριστία για την παρουσία του Νταλάρα στη δική του συναυλία). Στην πρώτη βραδιά εμφανίστηκε και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ενώ ανάμεσα στο κοινό βρίσκονταν προσωπικότητες όπως ο Βασίλης Τσιτσάνης και η Μελίνα Μερκούρη. Αξιοσημείωτη η εμφάνιση στη σκηνή και της Κατερίνας Στανίση, αλλά μόνο στην πρώτη συναυλία, αφού η δεύτερη συνέπεσε με το γάμο της.
Σκηνογραφικά επιλέχθηκε μία λιτή εμφάνιση, με σκοπό να είναι όσο το δυνατόν μικρότερη (κυριολεκτικά και μεταφορικά) η απόσταση καλλιτεχνών και κοινού.
Ο ίδιος ο Νταλάρας είχε δηλώσει για τις συναυλίες: «Αυτό που ήθελα και πέτυχε ήταν να φανεί η αγάπη του λαού μας για το λαϊκό τραγούδι. Βασίστηκα στη σχέση του κόσμου με το λαϊκό τραγούδι κι αυτό κερδήθηκε. Δεν ήμουν εγώ ο πρωταγωνιστής, αλλά το κοινό. Ήμουν, απλά, ο φορέας αυτής της χαράς. Το μέγεθος του χώρου δεν είχε πια καμία σημασία. Και μικρότερος χώρος να ήταν και μεγαλύτερος να ήταν το ίδιο θα συνέβαινε. Ο κόσμος λειτούργησε σαν να ήταν 50 άτομα κι όχι 80.000».
Εισπρακτικά οι συναυλίες έθεσαν επίσης πολύ ψηλά τον πήχη. Σύμφωνα με ρεπορτάζ της εποχής, τα έσοδα των εισιτηρίων από την πρώτη μόνο εμφάνιση ξεπέρασαν τα 24 εκ. δραχμές. Φυσικά, όλη αυτή η δημοσιότητα λειτούργησε ιδανικά και για το νέο δίσκο του Νταλάρα, του «Τραγουδιστή», που ξεπούλησε στα δισκοπωλεία. Παράλληλα, μαγνητοσκοπημένα στιγμιότυπα της συναυλίας άρχισαν να κυκλοφορούν μέχρι και σε βιντεοκλάμπ.
Η δεύτερη εμφάνιση είχε και φιλανθρωπικό σκοπό, αφου διετέθηκαν χρήματα για τη στήριξη των Τούρκων πολιτικών προσφύγων του Λαυρίου, την ανέγερση βιβλιοθηκών σε νησιά και ακριτικές περιοχές (με πρωτοβουλία του Μ. Γλέζου), τα παιδικά χωριά SOS στη Βάρη, καλλιτεχνικά και όχι μόνο σωματεία, αλλά και για υποτροφίες σε φοιτητές.
Ο Σαββόπουλος στο Ολυμπιακό
Στο κατάμεστο Ολυμπιακό Στάδιο 80.000 θεατών καθήμενων, αρκετών χιλιάδων ορθίων εκτός σταδίου, αλλά και χιλιάδων ραδιοφωνικών ακροατών του Δεύτερου Προγράμματος της ΕΡΤ, στην οποία συμμετείχαν κορυφαίοι καλλιτέχνες και προσωπικότητες, το καλοκαίρι που ο Σαββόπουλος, γιόρταζε 20 χρόνια παρουσίας στο ελληνικό τραγούδι και σχεδίασε η περιοδεία του, σε Ελλάδα και Κύπρο, κορυφώθηκε με τη συναυλία-υπερθέαμα στο Ολυμπιακό Στάδιο.
Είχε ζητήσει το Παναθηναϊκό αλλά του το αρνήθηκαν:
«Είναι γιατί πρώτη φορά θα δώσω σειρά συναυλιών σε γήπεδα και σε μεγάλους ανοιχτούς χώρους» μας εξηγεί ο καλλιτέχνης και μας πληροφορεί ότι η συναυλία στην Αθήνα θα δοθεί στις 3 ή 4 του Σεπτέμβρη και ζήτησε από την Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων να του παραχωρήσουν για μια βραδιά το καλλιμάρμαρο στάδιο
«Μου αρνήθηκαν» –συνεχίζει ο Διονύσης– «με την πρόφαση πως το στάδιο χρησιμοποιείται μόνο για αθλητικές εκδηλώσεις. Όμως απ’ όσο θυμάμαι και γνωρίζω έχουν γίνει και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις εκεί μέσα και ακόμη μόνο για μαθητικές παρελάσεις και στους προσκόπους το δίνουν. Τέλος πάντων, θα δούμε…».
Ο Άρης Δαβαράκης και το περιοδικό «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», λόγω των πλαστικών καθισμάτων, αποκαλούν, χαριτολογώντας, το Ολυμπιακό Στάδιο, Καλλιπλάστικο.
«Ο Διονύσης Σαββόπουλος διστάζει, διαβάζω, ανάμεσα στο καλλιπλάστικο και το καλλιμάρμαρο στάδιο της Αθήνας – ποιο δηλαδή να διαλέξει για τη μεγαλή του φθινοπωρινή συναυλία που προβλέπεται θριαμβευτική.
»Το καλλιμάρμαρο είναι στο κέντρο της Αθήνας κι έχει υπέρ του τους “παλιούς φίλους” του Σαββόπουλου, όπως δήλωσε ο ίδιος».
Την παραμονή της συναυλίας ο Τάκης Μπόσδας και «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 18ης Σεπτεμβρίου 1983 περιγράφουν τα όσα φαντασμαγορικά ήταν προγραμματισμένο να συμβούν στο Ολυμπιακό Στάδιο.
«Ο Διονύσης Σαββόπουλος επιχειρεί αύριο το μέγα άλμα. (…) Μια ατμόσφαιρα πανηγυριού, “τεχνολογικού παραλογισμού” και καλλιτεχνικού παραληρήματος. Ακτίνες λέηζερ, αερόστατα, εφφέ, φωτεινοί πίνακες, μπεχλιβάνηδες, και δεκάδες φίλοι και συμπρωταγωνιστές υπόσχονται να δημιουργήσουν έναν κόσμο απόκοσμο, ονειρικό, ολίγον ουτοπικόν…».
«Ο ένας μετά τον άλλο οι μουσικοί ανεβαίνουν στο πάλκο. Πρώτα ο Μαρινάκης, που παίζει μόνος, μετά ο Χατζής, γίνεται ντουέτο μετά ο Βασιλείου, ο Αλεξιάδης, ο Καλατζόπουλος, ο Ζερβός, ο Δεσποτίδης, τα τρία τρομπόνια και ο Σαλέας. (…)
»Πέφτουν αλεξιπτωτιστές, βεγγαλικά και τροχοί από τα τέσσερα σημεία του σταδίου έως το πάλκο. Παιδιά κάνουν γυμναστική, τέσσερις πεχλιβάνηδες καταπίνουν φλόγες, άλλοι τέσσερις παίζουν κρίκους.
»Η Σακοράφα στις φωτεινές οθόνες χαιρετίζει τον κόσμο. (…) Το όνομα Δόμνα Σαμίου γράφεται στις οθόνες και η τραγουδίστρια εμφανίζεται κάπου στις εξέδρες μ’ ένα μουσικό. (…) Ένα φορτηγό αυτοκίνητο με λαμπιόνια μεταφέρει την Καίτη Γκρέη. (…) Στο τραγούδι “Μας βαράνε ντέφια” χορεύουν οι δέσμες λέιζερ. (…) Το αυτοκίνητο με τη Βιτάλη πλησιάζει στο πάλκο όπου ο Διονύσης την παρουσιάζει στο κοινό. Το ίδιο θα γίνει (…) όταν φθάνει με το αυτοκίνητο η Χαρούλα Αλεξίου. (…)
»Στις φωτεινές οθόνες εμφανίζεται ο Μανώλης Ρασούλης. (…) Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, κάπου, σε μια κερκίδα, απέναντι από αυτήν που εμφανίστηκε η Σαμίου, ετοιμάζεται να τραγουδήσει. (…) Ο Πολυκανδριώτης έχει προστεθεί στην ορχήστρα. (…) Ο Μενιδιάτης θα ακουστεί στη συνέχεια και λίγο αργότερα θα ακολουθήσει το “σκετς”.
»Ποδηλάτες με επικεφαλής τον Κηλαηδόνη, τον Βέγγο, ίσως και άλλους, θα πηγαινοέρχονται στους διαδρόμους κάποιος θα τους σχολιάζει από το πάλκο, μια μπάντα θα παίζει. Μετά έρχεται η σειρά τη Σωτηρίας Μπέλλου. (…) Ο Μάνος Χατζιδάκις στο πιάνο μαζί με τον Σαββόπουλο στο μικρόφωνο. (…) Ο Νίκος Παπάζογλου και τα παιδιά της “Οπισθοδρομικής Κομπανίας”, κλείνουν το τρίτο μέρος της συναυλίας. (…) “Ήλιε αρχηγέ”, “Συννεφούλα”, “Ντιρλαντά”, “Βιετνάμ Γιε-Γιε” με τον Βαγγέλη Γερμανό. (…) Κατεβαίνει το αερόστατο Ο ΣΑΒ. επιβιβάζεται. Τα σχοινιά λύνονται, η απογείωση αρχίζει και από τα μεγάφωνα ακούγεται ένα κομάτι από τους “Αχαρνής”. Θα ακούει και ο Διονύσης καθώς θα υψώνεται (…) τον χορό να ψάλλει στα μεγάφωνα το “Ευτυχισμένος ο άνθρωπος και ωραία η εκλογή του” για χάρη του Δικαιόπολι».
Ο αποχαιρετισμός στον Τσιτσάνη
Το 1984, λίγους μήνες αφότου ο Βασίλης Τσιτσάνης έφυγε από τη ζωή, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης (στενός φίλος, κουμπάρος και συνεργάτης του λαϊκού συνθέτη) ανακοίνωσε τη διεξαγωγή μιας μεγάλης αποχαιρετιστήριας συναυλίας στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας, η οποία θα ήταν η τελευταία της μεγάλης διαδρομής του στο ελληνικό τραγούδι. Όπως είχε δηλώσει τότε ο Μπιθικώτσης, στην κηδεία του Τσιτσάνη είδε κατά κάποιον τρόπο και τη δική του κηδεία κι έτσι οδηγήθηκε σε αυτή την απόφαση. Ο αποχαιρετισμός βέβαια δεν ήταν οριστικός, αφού λίγα χρόνια μετά ο λαϊκός ερμηνευτής εμφανίσθηκε ξανά τόσο στο πάλκο, όσο και στη δισκογραφία.
Την ορχήστρα της συναυλίας, που πραγματοποιήθηκε στις 25 Ιουνίου 1984, διηύθυνε ο Σταύρος Ξαρχάκος. Τραγούδησαν (με σειρά εμφάνισης) ο λαϊκός στιχουργός Χρήστος Κολοκοτρώνης, ο Μανώλης Μητσιάς, η Πόλυ Πάνου, ο Δημήτρης Μητροπάνος, η Καίτη Γκρέυ, ο Σταμάτης Κόκοτας, η Μαρία Δημητριάδη, η Βίκυ Μοσχολιού, ο Νίκος Δημητράτος, ο Κώστας Μαντζόπουλος και η Χρυσούλα Χριστοδούλου, ενώ για τον Γρηγόρη Μπιθικώτση μίλησαν ο Δημήτρης Χριστοδούλου, ο Γιάννης Ρίτσος, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος και ο Μίκης Θεοδωράκης, που μετά το τέλος της ομιλίας του τραγούδησε με τον Μπιθικώτση το «Ροδόσταμο» σε στίχους Νίκου Γκάτσου. Την παρουσίαση της συναυλίας έκανε ο Αλέξης Κωστάλας, ενώ προεξάρχοντες της ορχήστρας ήταν ο Κώστας Παπαδόπουλος και ο Δημήτρης Χριστοδούλου με τα μπουζούκια τους.
Η συναυλία μεταδόθηκε ζωντανά από το Γιώργο Παπαστεφάνου για το Δεύτερο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, ενώ στις 4 Απριλίου 2009, ένα μεγάλο μέρος της επαναμεταδόθηκε σε επιμέλεια του Σιδερή Πρίντεζη, με αφορμή τα 70 χρόνια της Ελληνικής Ραδιοφωνίας.
Μαγνητοσκοπημένα αποσπάσματα με την εμφάνιση του Γρηγόρη Μπιθικώτση και τις ομιλίες των ποιητών και του Μίκη Θεοδωράκη μεταδόθηκαν εκείνη την εποχή από την ΕΡΤ σε σκηνοθεσία της Μαίρης Κουτσούρη, ενώ λίγο καιρό μετά αυτό το υλικό διανεμήθηκε σε βιντεοκασέτες στα βιντεοκλάμπ της χώρας.
Το live αφιέρωμα που έγινε διπλός δίσκος
Ο Γιώργος Νταλάρας βρέθηκε δύο χρόνια μετά σε ακόμα μία εμβληματική συναυλία στο Ολυμπιακό Στάδιο, αυτήν τη φορά στη μνήμη του Μάνου Λοΐζου και του μεγάλου έργου του. Στις 13 Σεπτεμβρίου 1985, ο ίδιος και η Χάρις Αλεξίου, η Δήμητρα Γαλάνη, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και ο Γιάννης Καλατζής εμφανίστηκαν μπροστά σε περίπου 70.000 κόσμο για να τιμήσουν τη μνήμη του Μάνου Λοΐζου, με μια μεγάλη συναυλία, που μεταδόθηκε ζωντανά από το Δεύτερο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και μαγνητοσκοπήθηκε από την ΕΡΤ.
Στο πλαίσιο της συναυλίας, η Αλεξίου ερμήνευσε και δύο τραγούδια που δεν γράφτηκαν από το Μάνο Λοΐζο: το «Πρωινό Τσιγάρο» του Νότη Μαυρουδή, σε στίχους του Άλκη Αλκαίου, και το «Αντίο Φίλε», που γράφτηκε ειδικά για τη συγκεκριμένη συναυλία από το Χρήστο Νικολόπουλο σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου. Ο Νικολόπουλος ήταν ένας από τους μουσικούς που εμφανίστηκαν στη συναυλία, αναλαμβάνοντας το μπουζούκι μαζί με το Μάκη Μαυρόπουλο.
Δύο μήνες μετά, το μεγαλύτερο μέρος της συναυλίας κυκλοφόρησε και σε διπλό άλμπουμ. Οι περιορισμοί στη χωρητικότητα του βινυλίου αλλά και η απαγόρευση του Μανώλη Ρασούλη να συμπεριληφθούν τραγούδια σε δικούς του στίχους οδήγησε στο να μείνουν εκτός άλμπουμ συνολικά 19 τραγούδια της συναυλίας. Έπρεπε να φτάσουμε στο 2009 ώστε αυτά τα τραγούδια να ξαναβγούν στο φως, αυτήν τη φορά στο Δεύτερο Πρόγραμμα και σε επιμέλεια του Σιδερή Πρίντεζη, με αφορμή τον εορτασμό των 70 χρόνων της Ελληνικής Ραδιοφωνίας.
Μία συναυλία που σώθηκε στο παρά πέντε
Το καλοκαίρι του 1986, ο Μάνος Χατζηδάκις διοργάνωσε ο ίδιος μία συναυλία στο θέατρο του Λυκαβηττού, στο πλαίσιο της πανελλαδικής του περιοδείας. Όπως την είχε στο μυαλό του, η συναυλία θα αποτελούνταν πρώτα από ένα ακουστικό-πιανιστικό και έπειτα από ένα ηλεκτρικό-ροκ μέρος. Τελικά, όλα πήγαν καλά, όμως τα απρόοπτα ήταν πολλά και γράφτηκαν μέχρι και στις εφημερίδες.
Ο Χρήστος Καϊσούδης, ένας από τους ανθρώπους που συνδιαμόρφωσαν τα θρυλικά στέκια Λούκι Λουκ και Μύλος στη Θεσσαλονίκη, δούλευε τη δεκαετία του ‘80 σαν ηχολήπτης. Εκείνο το βράδυ ήταν εκεί και μοιράστηκε με την Parallaxi όσα θυμάται.
Σύμφωνα με τον κ. Καϊσούδη, πλάι στο Χατζηδάκι θα βρισκόταν ένα πάνθεον ταλαντούχων μουσικών. Στο ακουστικό μέρος θα συμμετείχαν παίζοντας και τραγουδώντας οι Στελλα Κυπραιου, Ηλίας Λιούγκος, Μαρία Φαραντούρη, Βασίλης Λέκκας και Μανώλης Μητσιάς. Στο ηλεκτρικό-ροκ μέρος οι Γιάννης Σπάθας και Νίκος Αντύπας των Socrates (που τη δεκαετία του ‘70 είχαν αποκηρύξει ως γνήσιοι ροκάδες τον εστέτ Χατζηδάκι, αλλά αργότερα έγιναν στενοί συνεργάτες του).
Όλα ήταν έτοιμα για να ξεκινήσει η συναυλία, όμως ξαφνικά συνειδητοποίησαν όλοι ότι κάτι έλειπε: το πιάνο, «δωρεά» της Έλλης Πασπαλά, πίσω από το οποίο θα καθόταν ο Τάσος Καρακατσάνης! Έτσι, το ακουστικό μέρος πήγε αναγκαστικά δεύτερο, ώστε οι ηχολήπτες να τρέξουν στο σπίτι της Πασπαλά για να πάρουν το πιάνο και να το ανεβάσουν στο Λυκαβηττό!
Η δεύτερη κρίση, διηγείται ο κ. Καϊσούδης, προήθλε όταν το κοινό αψήφισε το αίτημα του συνθέτη να μην τραβά φωτογραφίες όσο παίζονταν τα τραγούδια. Μην ξεχνάμε ότι ο Μάνος Χατζηδάκις ήταν ένας καλλιτέχνης τόσο ευαίσθητος, που ήταν ικανός να διακόψει ένα τραγούδι στα live του επειδή πέρασε αεροπλάνο από πάνω.
Όταν είδε τα φλας, σταμάτησε τα όργανα και άρχισε να φωνάζει στον κόσμο: «Δεν σας θέλω! Να φύγετε!». «Τα λεφτά μας πίσω!», απαντούσαν πολλοί, ενώ δεν έλειψαν και μειωτικοί χαρακτηρισμοί προς τον ίδιο το Χατζηδάκι. Η συναυλία οδηγούνταν σε ναυάγιο, όταν η Ελίζα Γουλανδρή πήρε το Χατζηδάκι παράμερα και με μειλίχιο τρόπο τον έπεισε να την ξαναρχίσει. Έτσι και έγινε, λοιπόν, και το αποτέλεσμα από κει και πέρα ήταν αψεγάδιαστο, δικαιώνοντας όσους έκαναν υπομονή και δεν έφυγαν.
Μια ιστορική συνάντηση μέσα στο Βρώμικο ‘89
Στις 3 Νοεμβρίου 1989, για πρώτη και τελευταία φορά, ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Μίκης Θεοδωράκης μοιράστηκαν τη σκηνή στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας. Κατά τη διάρκεια της συναυλίας, σε μεγάλο μέρος της οποίας διηύθυνε ο Ξαρχάκος την ορχήστρα, ο Μίκης Θεοδωράκης ερμήνευσε μερικά από τα πιο γνωστά του τραγούδια.
Η συναυλία, που έγινε δύο μέρες πριν τις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου, διοργανώθηκε από τη Νέα Δημοκρατία και ήταν επιθυμία του ίδιου του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Είχε προηγηθεί το σκάνδαλο Κοσκωτά, οι αποκαλύψεις για τη σχέση Ανδρέα Παπανδρέου-Δήμητρας Λιάνη, το αδιέξοδο των εκλογών της 18ης Ιουνίου, η συμπαράταξη ΝΔ-ΚΚΕ και η δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη. Η συνάντηση των τριών σημαντικών συνθετών, μαζί με πλήθος άλλων καλλιτεχνών, θεωρήθηκε μία κίνηση πανελλαδικής ενότητας και συμφιλίωσης, σε μία περίοδο που η τοξικότητα, η πολιτική αντιπαλότητα και τα τρομοκρατικά χτυπήματα μονοπωλούσαν το δημόσιο διάλογο.
Στη συναυλία συμμετείχαν η Μαρία Δημητριάδη, ο Σταμάτης Κόκοτας και η Βίκυ Μοσχολιού.
Χάρη στη ζωντανή μετάδοση της θεσσαλονικιώτικης TV100 σώζονται ακόμα κάποια αποσπάσματα από αυτήν την τόσο ουσιαστική και μοναδική εμφάνιση.
Ένας μαγευτικός φόρος τιμής —που έγινε αποχαιρετισμός
7 Ιουλίου 2005, στο Θέατρο Βράχων «Μελίνα Μερκούρη», 10 μεγάλες κυρίες του ελληνικού τραγουδιού μαζεύτηκαν για να τιμήσουν τημ αξεπέραστη Βίκυ Μοσχολιού, με αφορμή τη συμπλήρωση 40 χρόνων από την αρχή της καριέρας της.
Η συναυλία είχε τίτλο «Δεν Ξέρω Πόσο σ’ Αγαπώ» και συμμετείχαν συγκεκριμένα οι: Χάρις Αλεξίου, Ελευθερία Αρβανιτάκη, Μελίνα Ασλανίδου, Δήμητρα Γαλάνη, Γλυκερία, Μελίνα Κανά, Μαρινέλλα, Ανδριάνα Μπάμπαλη, Ελένη Τσαλιγοπούλου και Τάνια Τσανακλίδου. Κατά τη διάρκεια της συναυλίας, ακούστηκαν τραγούδια γραμμένα από το Σταύρο Ξαρχάκο, Γιώργο Ζαμπέτα, Απόστολο Καλδάρα, Γιάννη Μαρκόπουλο, Γιάννη Σπανό και άλλους.
Την ιδέα για τη συναυλία την είχε η Χάρις Αλεξίου, θέλοντας να αποτίσει φόρο τιμής στη σημαντική ερημνεύτρια. Η δε Δήμητρα Γαλάνη, σε δήλωσή της τότε είχε χαρακτηρίσει το ρεπερτόριο της Μοσχολιού «μια σχολή» για τους καλλιτέχνες. Η Μαρινέλλα εξέφρασε τη βαθιά εκτίμησή της στη Μοσχολιού, λέγοντας ότι «ερμήνευσε τραγούδια-θησαυρούς». Η Τάνια Τσανακλίδου, με τη σειρά της, τόνισε πως δεν έχει σημασία πώς θα ακουστούν τα τραγούδια επί σκηνής, αλλά το συναίσθημα και η αγάπη που νιώθει η καθεμία γι’ αυτήν.
Η συναυλία πήρε τελικά και τη μορφή αποχαιρετισμού, αφού έναν μήνα περίπου μετά, στις 16 Αυγούστου, η Μοσχολιού έφυγε από τη ζωή.
Την επόμενη χρονιά, κυκλοφόρησε και ένα box set με τίτλο «40 χρόνια Βίκυ Μοσχολιού», που περιλαμβάνει τέσσερα CD με 85 τραγούδια και ένα αναλυτικό ένθετο με φωτογραφίες και προσωπικές αφηγήσεις της καλλιτέχνιδας.
Όταν το πιάνο του Θάνου ήχησε για τελευταία φορά
Fast forward 20 χρόνια μετά, στην τελευταία εμφάνιση του Θάνου Μικρούτσικου, περίπου τρεις μήνες πριν το θάνατό του. Έγινε στο πλαίσιο του 45ου Φεστιβάλ ΚΝΕ-Οδηγητή στο Πάρκο Τρίτση.
Εμφανώς ταλαιπωρημένος από την πάλη με τον καρκίνο αλλά γεμάτος θέληση, χάρισε μία αξέχαστη βραδιά στον κόσμο, μαζί με τους Θύμιο Παπαδόπουλο, Κώστα Θωμαΐδη, Πολυξένη Καράκογλου, Γιώργο Κιμούλη, Γιώργο Μεράντζα, Μαριάννα Πολυχρονίδη και Διονύση Τσακνή.
Καθισμένος πίσω από το πιάνο τότε, είχε δηλώσει: «Εμείς έχουμε υποχρέωση να παλεύουμε καθημερινά, να μη βιαζόμαστε για να αλλάξουμε τα πράγματα. Γιατί τα πράγματα, φίλες και φίλοι, είναι νόμος, αλλάζουν. Το θέμα είναι να τα αλλάξουμε στη σωστή κατεύθυνση, όχι στο χάος. Αλλά έστω σε αυτό που φαίνεται ουτοπία αυτή τη στιγμή. Το έχω ξαναπεί και εδώ. Να φτάσουμε σε μια κοινωνία που δεν θα υπάρχει εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, να φτάσουμε σε μια κοινωνία που όπως ο δικός μας Κάρολος (σ.σ. εννοούσε το Μαρξ) είπε: “Ο ποιητής θα ψαρεύει και ο ψαράς θα γράφει ποιήματα”. Εγώ το μόνο, το λίγο που μπορώ να σας υποσχεθώ είναι μέχρι τέλους θα είμαι εδώ!».
Τότε που το ραπ μπήκε με τα μπούνια στο συναυλιακό mainstream
Καλοκαίρι 2022, θυμάμαι να μπαίνω σε ένα ταξί στην Αθήνα και ο ταξιτζής, λίγο κάτω απ’ τα 30, να με ρωτάει: «Για τον Λεξ ήρθες;». Αρχικά δεν κατάλαβα πού αναφερόταν, αλλά λίγες μέρες μετά θα μάθαινα.
Ο Θεσσαλονικιός που πρωτογνωρίσαμε απ’ τα Βόρεια Αστέρια, γέμισε το γήπεδο του Πανιωνίου στη Νέα Σμύρνη με 20.000 άτομα, προκαλώντας φρενίτιδα στο δημόσιο διάλογο. Βέβαια, η αρχή είχε γίνει το 2019 στο Θέατρο Πέτρας, όμως ήταν αυτή η συναυλία που τράβηξε όλη την προσοχή πάνω του, και πλέον θεωρείται ορόσημο για το μπάσιμο των hip hop συναυλιών στα σαλόνια των μεγάλων μουσικών διοργανώσεων.
Λίγους μήνες μετα, ο Λεξ θα γέμιζε το Καυτανζόγλειο με 30.000 θεατές, για να φτάσει πριν μερικές εβδομάδες να «γκρεμίσει» τον εξωτερικό χώρο του ΟΑΚΑ, με δύο απανωτές συναυλίες που είδαν συνολικά περίπου 140.000 άνθρωποι.
Όταν 40.000 άνθρωποι ένωσαν τις φωνές τους, ζητώντας δικαιοσύνη
Ένα τραγικό, εγκληματικό σιδηροδρομικό δυστύχημα, αυτό των Τεμπών, στάθηκε η αφορμή για ένα από τα πιο συγκλονιστικά live στην ελληνική συναυλιακή ιστορία. Η διοργάνωση έγινε με πρωτοβουλία του Συλλόγου Συγγενών Θυμάτων «Τέμπη 2023» και μία σειρά καλλιτεχνών, και συζητήθηκε πολύ πριν αλλά και μετά τη διοργάνωσή της.
40.000 άτομα γέμισαν ασφυκτικά το Καλλιμάρμαρο στάδιο, ενώνοντας τις φωνές τους σε κοινό αίτημα για δικαιοσύνη. Ταυτόχρονα, πολλές δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι παρακολούθησαν τη συναυλία με streaming, ενώ γιγαντοοθόνες μετέδιδαν το γεγονός σε πολλές άλλες πόλεις της χώρας.
Το roster των καλλιτεχνών περιελάμβανε, μεταξύ άλλων, τους Θανάση Παπακωνσταντίνου, Σωκράτη Μάλαμα, Τάνια Τσανακλίδου, Φοίβο Δεληβοριά και τους Κοινούς Θνητούς.
Ιδιαίτερα συγκινητικό ήταν το τραγούδι που παρουσίασε πρώτη φορά ο Φοίβος Δεληβοριάς, με αφορμή το γεγονός αλλά και η δήλωση της Μαρίας Καρυστιανού «Όχι, δεν ξεχάσαμε και δεν θα ξεχάσουμε ποτέ».
«Μίκη, όλη μας η ζωή κοντά σου»
Ο κατάλογος των ιστορικών συναυλιών ολοκληρώνεται επίσης στο Καλλιμάρμαρο, με τη μεγαλειώδη συναυλία για τα 100 χρόνια από τη γέννηση του Μίκη Θεοδωράκη, που διοργάνωσε η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ.
Με τον τίτλο «Κοντά σας Όλη μου τη Ζωή», κοινό και μουσικοί τίμησαν έναν από τους πιο διαχρονικούς και επιδραστικούς συνθέτες της χώρας.
Οι καλλιτέχνες που πέρασαν εκείνο το βράδυ από τη σκηνή ήταν από μόνοι τους η ζωντανή ιστορία του ελληνικού τραγουδιού: Γεράσιμος Ανδρεάτος, Ρίτα Αντωνοπούλου, Παντελής Θαλασσινός, Άγγελος Θεοδωράκης, Βιολέτα Ίκαρη, Βασίλης Λέκκας, Κώστας Μακεδόνας, Μανώλης Μητσιάς, Δημήτρης Μπάσης, Γιώτα Νέγκα, Γιώργος Νταλάρας, Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Μίλτος Πασχαλίδης, Παναγιώτης Πετράκης, Άλκηστις Πρωτοψάλτη, Αγγελική Τουμπανάκη, Κώστας Τριανταφυλλίδης, Δημήτρης Τσακνής, Τάνια Τσανακλίδου, Μαρία Φαραντούρη, Μάριος Φραγκούλης και Κοινοί Θνητοί.
Το δράμα του παλαιστινιακού λαού βρέθηκε στο επίκεντρο της συναυλίας, με συνθήματα από τον κόσμο και διαβήματα από τους καλλιτέχνες επί σκηνής. Ενδεικτική ήταν η αποστροφή της Μαργαρίτας Θεοδωράκη προς τον κόσμο, λέγοντας: «Αν ήταν σήμερα εδώ ο Μίκης θα τραγουδούσε για την Παλαιστίνη… φωνάζουμε δυνατά “Λευτεριά στην Παλαιστίνη”». Παράλληλα, οι διοργανωτές αποφάσισαν να αφαιρέσουν από το πρόγραμμα τη Γλυκερία, λόγω της απόφασής της να μεταβεί στο Ισραήλ και να εμφανιστεί σε μουσικό φεστιβάλ εκεί.
Να, όμως, που και σε ακόμα μία συναυλία αυτού το αφιερώματος ο Γιώργος Νταλάρας έκανε μία κίνηση που θα θυμόμαστε για καιρό: Ανέβασε στη σκηνή τους Τεκετζήδες, μία κομπανία από εφήβους μουσικούς, για να ερμηνεύσουν μαζί το «Βρέχει στη Φτωχογειτονιά». Αυτό θεωρήθηκε μία κίνηση μεγαλόκαρδη, ένα νεύμα που φώναζε «τόπο στα νιάτα», και όταν αυτό γίνεται ειδικά από έναν τόσο φτασμένο καλλιτέχνη, οφείλουμε να το αναγνωρίσουμε.
Bonus: Μερικά εισπρακτικά ρεκόρ
Κλείνοντας, δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε κάποιες ακόμα συναυλίες που έσπασαν ρεκόρ θεατών.
Ξεκίνημα με τους Πυξ Λαξ το 2011, που κατάφεραν σε μία συναυλία επανένωσης να γεμίσουν το ΟΑΚΑ μέχρι τα μπούνια, με 70.000 θεατές.
Πέρσι τον Οκτώβριο, ορόσημο θεωρήθηκε και η συναυλία της Άννας Βίσση στο Καλλιμάρμαρο, που μάζεψε πάνω από 60.000 άτομα και συζητιόταν για μέρες.
Όμως, έναν χρόνο πριν, πάλι στο Καλλιμάρμαρο, και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου γιόρτασε μισό αιώνα καριέρας με 45.000 θεατές, αριθμός που επίσης θεωρήθηκε ρεκόρ για το συγκεκριμένο χώρο, που έχει αρκετούς περιορισμούς από άποψη θεατών και διαμόρφωσης.